Ο Κράχτης (1964)

Θεία Λένα

RetroJunkie
Joined
21 Απρ 2017
Μηνύματα
2.009
Αντιδράσεις
4.307
Ο Κράχτης λοιπόν... έτος :1964, σκηνοθέτης : Κώστας Ανδρίτσος , σενάριο: Νίκος Φώσκολος.

Η σημερινή παρουσιάση ξεφεύγει από τα συνηθισμένα όπως άλλωστε και η ταινία. Όπως θα διαπιστώσετε η ταινία είναι πρωτόλειο. Αργότερα ο Φώσκολος την ξαναδούλεψε με νέα υλικά κ μας έδωσε το "Ορατότης Μηδέν". Τι σχέση έχουν οι δύο ταινίες; Διαβάστε την παρουσίαση και θα ανακαλύψετε...

*Ακολουθούν σπόιλερ, διαβάστε όμως άφοβα. Έτσι κι αλλιώς δε θα καταλάβετε τίποτα.




Στις 8/10/44 ο Τάσος Καγιάφας, 18 ετών λιανοπαίδι, κράτησε μ ένα αυτόματο τους Γερμανούς που ήθελαν να ανατινάξουν ένα εργοστάσιο στη γειτονιά του. Είκοσι χρόνια μετά τα παιδιά της γειτονιάς του παίζουν τον «Τάσο» στην πλατεία που προς τιμήν του ονομάστηκε «Πλατεία Τάσου Καγιάφα». Κι όταν λέω ονομάστηκε, μη φανταστείτε καμιά επιγραφή, ταμπέλα, έστω μια λαμαρίνα αδερφέ. Όχι. Σ έναν τοίχο κάποιος μερακλής έγραψε με ντουκόχρωμα «Πλατεία Τάσου Καγιάφα». Αλλά επειδή αυτό δεν ήταν και καμιά τιμή να πεις, ο δήμαρχος τον είχε παρασημοφορήσει κιόλας τον Τάσο (που τον ερμηνεύει φυσικότατα ο Γιώργος Φούντας btw).

O Τάσος τώρα που κοντεύει τα 40, δεν έχει κάνει κανα σπουδαίο χαΐρι στη ζωή του. Εργάτης δουλεύει κι αυτός, εργάτρια κι η αδερφή του η Κίτσα(Ελένη Ανουσάκη) , εργάτης κι ο αγαπητικός της Κίτσας ο Μιχάλης (Τάκης Εμμανουήλ), εργάτης κι ο κολλητός του ο Σταύρος (Γιάννης Βόγλης), εργάτρια κι η αγαπητικιά του Τάσου, η Μίνα(Νίκη Τριανταφυλλίδη). Όλοι αυτοί οι εργάτες εργάζονται στο ίδιο εργοστάσιο που φυσικά είναι το εργοστάσιο που ηρωικά έσωσε ο ήρωας ο Τάσος. Και κάπου εδώ, αρχίζει η ιστορία μας.. Πρέπει να ενημερώσω πως όλοι οι ήρωες δρουν εντελώς αψυχολόγητα, αλλιώς δε θα κάναμε κ την παρουσίαση.

Ο Τάσος λοιπόν δουλεύει σκληρά μαζί με τον συνάδελφο του το Βόγλη. Δύο εργάτριες σιγοψιθυρίζουν στο περίπου «αχ, ο Τάσοοοοοοοοςςςςς!!! Τι γλυκός!!!! Τι ήρωας!! Τι τυχερή η Μίνααααα!!!» κι έτσι την ψυλιαζόμαστε τη δουλειά.. Ο Τάσος είναι γόης, λεβέντης, τίμιος.Με τον κολλητό του όμως οι κουβέντες είναι σοβαρές. Δε συζητάν τέτοια γυναικουλίστικα. Οι σωλήνες με τα αέρια θέλουν ξήλωμα. Οι εργάτες θέλουν αυξήσεις. Η αφεντικίνα δε δείχνει ενδιαφέρον.. Και γιατί να δείξει… χήρα, νεότατη, με τον αγαπητικό που κάνει τα κουμάντα… γελάκια.. τελικά αρέσουν και σ αυτούς τα γυναικουλίστικα..

Σ αυτό το σημείο μας συστήνεται η αφεντικίνα.. είναι νεα ναι, είναι όμορφη ναι, είναι η Μάρω η Κοντού ναι…. Αλλά τι στην ευχή της συμβαίνει; Αχ, δε θα το βρείτε… Ανυποψίαστη για την επανάσταση που ετοιμάζεται στο εργοστάσιο της, κάθεται αραχτή στη βίλα της κι εμφανίζεται ο μπάτλερ ( ε ναι φίλε ρετρομανιακέ, εννοείται πως είναι ο Κούκης μπάτλερ) και της λέει πως ήρθε το πρόσωπο που περιμένει.. εμάς ασφαλώς πάει ο νους μας στο πονηρό.. αλλά τζα! Μας την έσκασε! Το πρόσωπο που περιμένει είναι μια μεσόκοπη κυριούλα με ύφος καθηγήτριας γαλλικών γεροντοκόρης και κρατάει στα χέρια της ένα βαλιτσάκι.. Τι μυστήριο Θεε μου!!

Πίσω στο εργοστάσιο παίχτηκε φάση νωρίς νωρίς. Ο Μιχάλης, ο αγαπητικός της Κίτσας της αδερφής του Τάσου χτυπήθηκε από τα αέρια!! Κινδυνεύει να σκάσει αν δεν έσκασε κιόλας! Η Κίτσα σκαρφαλώνει σε μια γέφυρα: ΔΟΛΟΦΟΝΟΙΟΙΟΙΟΙΟΙ!!!

Τρέχοντας η Μίνα σπεύδει να πει τα χαμπέρια στον Τάσο. Έλα του λέει, η αδερφή σου ανέβηκε στη γέφυρα, απειλεί να πέσει! ( στα όμορφα της κι η Νίκη, αν εξαιρέσει κανείς το κατσόμαλλο, αλλά εντάξει ήταν κ φτωχιά). Τρέχει ο Φούντας, κατέβα μωρή κάτω –της λέει στο περίπου- η μάνα μας έχει καρδιά!!

«Καρδιά έχω κι εγώ, δεν αντέχω άλλο» θα την έβαζα εγώ να απαντάει την Ελένη. Ο Φώσκολος όμως πιο ποιητής την άφησε να σκούζει: «Να μου φέρετε το Μιχάληηηη!! Μιχάληηηηηηηη!!!!» Την ώρα εκείνη σκάει κούρσα ανάμεσα στους εργάτες και κατεβαίνει ο διευθυντής-αγαπητικός της αφεντικίνας ο Γιώργος Μούσιος (ωραίος είναι, νέος είναι, πλούσιος είναι, ’60 έχουμε, ε, Αλέξη τον λέγαν). Τι θα γένει ρε παιδιά με αυτήν την κατάσταση; Ρωτάει σωστά ο Τάσος. «Αν πέσει και σκοτωθεί θα λυπηθούμε πολύ κι εγώ κι η ιδιοκτήτρια» απαντάει κυνικά ο Αλέξης.

Είδε ο Μιχάλης τους το χάλι τους στο μεταξύ και συνήλθε μόνος του ο άνθρωπος, δεν έσκασε τελικά.

Με τα πολλά φτάνει κι η Μάρω Κοντού με καπελαδούρα και ύφος «τι θέλετε κατακαημένοι φτωχοί και χαλάσατε τη μεσημεριανή μου κούρα»

«Να αποκαταστήσετε τους αεραγωγούς!» Λέει ο Τάσος

«Το διευθυντή μου ρώτησα» Λέει η Μάρω

«Μιλάω για πάρτη όλων» Λέει ο Τάσος

«Καλά θα φροντίσω.. άλλο τίποτα» Λέει η Μάρω

«Αυξήσεις!» Λεει ο Τάσος

«Θα το συζητήσουμε πιο ήρεμα» λέει η Μάρω. {Κι όντως το συζήτησαν πολύ ήρεμα όπως θα διαπιστώσετε στην πορεία}

Αλλάζουμε εντελώς κλίμα, κάπως απότομα αλλά δεν πλήττουμε στιγμή…..

Σε μια παραλία, η Μάρω κι ο Αλέξης κάνουν ανέμελοι θαλάσσια σπορ. Στην ίδια παραλία η Μίνα χαϊδολογάει τον Τάσο όμως αυτός σκέφτεται τη φτώχεια του. « Εσένα και μια κάμαρη ν αρχίσουμε τη ζωή μας», του λέει η Μίνα την ώρα που ο Τάσος καρατσεκάρει το κότερο της αφεντικίνας. Η αφεντικίνα τώρα έχει κόψει με τα κιάλια τον Τάσο, παρατάει τον Αλέξη καταμεσής του πελάου να τον φάνε τα σκυλόψαρα και βάζει πλώρη για τον Καγιάφα. Του λέει να πανε βόλτα. Δεν αφήνει την παρέα του της λέει κι έπειτα… «Στη γειτονιά μου οι άνδρες βγάζουν τις γυναίκες περίπατο, όχι τ ανάποδο» κι αυτή είναι η μόνη σωστή κουβέντα που είπε ο Καγιάφας σ ολόκληρη ταινία.

Στο εργοστάσιο όμως μια έκπληξη περιμένει τον Τάσο. Ο διευθυντής (που γλίτωσε τον πνιγμό τελικά όπως φαίνεται) έχει τοιχοκολλήσει χαρτί «Όποιος θέλει το ίδιο μεροκάματο, αλλιώς δρόμο!». Ο Καγιάφας θυμάται πως είναι ήρωας. Βγάζει λόγο τίγκα στα κλισέ, ιδρώτας, αίμα, θα αγωνιστούν και τέτοια.. θα κάνουν απεργία λέει και μέχρι εδώ καλά. Αλλά κόντρα στα συνηθισμένα συνδικαλιστικά το πάει ένα βήμα παραπέρα ο Τάσος, μην ξεχνάτε είναι και ήρωας. Δε θα κάνουν την κλασική την απεργία που δεν πας για δουλειά. Θα κάνουν απεργία πείνας!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!! Χριστέ μου, τι ντεκαντάνς!

Έκτη μέρα της απεργίας οι απεργοί πέφτουν σαν τα κοτόπουλα. Παραδόξως ο Καγιάφας κι η Μίνα δείχνουν μια χαρά, ροδαλοί-ροδαλοί. Ίσως χορταίνουν απ τον έρωτα τους. Πάει ο διευθυντής, θέλει λεει η κυρία Μποβοσιάν να μιλήσει στον Καγιάφα στο σπίτι της ( Δε σας είπα πως τη Μάρω τη λένε κυρία Μποβοσιάν, σας το φυλούσα για έκπληξη). Τι να κάνει, πάει..

Εκεί πια η κατασταση ξεφεύγει οριστικά.. Ότι κι αν υποθέσατε, υποθέτετε λάθος! Τον παρατάει ο μπάτλερ στο σαλόνι

«Κύριε Καγιάφα, εδώ στο διάδρομο δεξιά» ακούγεται η φωνή της Μποβοσιάν. Κάνει δεξιά ο Καγιάφας.

«Κύριε Καγιάφα, εδώ στο διάδρομο αριστερά» ξανακούγεται η φωνή της Μποβοσιάν. Κάνει αριστερα ο Καγιάφας.

Κι εκεί που λες τώρα θα τα πάρει ο Καγιάφας και θα της πει «την τυφλόμυγα θα παίξουμε μανταμίτσα;»την ξετρυπώνει στο μπάνιο της.

Ναι, γιατί όχι; Έκανε το αφρόλουτρο της η γυναίκα, το παίρνει πάντα την ίδια ώρα, δε μπορούσε να αλλάξει συνήθεια ετών επειδή έτυχε να περάσει απ το σπίτι ο Καγιάφας. Απ την άλλη δεν ήθελε και να τον κάνει να περιμένει. Βάλτε με νου σας τι ευαίσθητη ψυχή είναι η Μποβοσιάν…

Έμαθε του λέει ότι είναι ήρωας και συγκινήθηκε! θέλει να τον ανταμείψει! Του λέει να της πιάσει λίγο το μπουκάλι με την κολόνια και να τ αδειάσει στη μπανιέρα, γιατί μην ξεχνάτε η γυναίκα έκανε μπάνιο ταυτόχρονα, όλα έπρεπε να τα προλάβει.. Πιάνει ο Καγιάφας την κολόνια, την αδειάζει αλλά δεν αντέχει άλλο κάπου όπα δηλαδή και της τα λεεί:

«κυρία Μποβοσιάν, αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο εργοστάσιο σας ξαπλωμένοι εργάτες που έχουν να βάλουν ψωμί στο στόμα τους μια βδομάδα. Κι αν ήρθα στο σπίτι σας, κι αν μπήκα στο μπάνιο σας, κι αν σας περιέλουσα ακόμη με κολόνια, το έκανα μόνο και μόνο για να μπορέσω να σας μιλήσω γι αυτούς»

Παίρνει κι η Μποβοσιάν το μπουρνούζι της – είχε μουλιάσει πλέον- και βγαίνει με τα πολλά απ τη μπανιέρα της. « Μ αρέσεις! Μαζί θα νικήσουμε το χάος! Στο διάολο όλοι οι πεινασμένοι! Για μένα υπάρχεις μόνο εσύ!!!!» Τι να σας πω κι εγώ…αυτά του είπε, αυτά σας γράφω..

Ανοίγει χρηματοκιβώτιο, βγάζει μάτσα με λεφτά του τα πετάει. «Ένα τάλιρο αύξηση να ζήσουμε κι εμείς» απαντάει ηρωικά ο ήρωας. Φεύγει.



Απ ότι καταλαβαίνουμε το πήραν το τάλιρο αύξηση οι εργάτες –γεια σου Τάσο με την κολόνια σου- και γλεντοκοπάν σε συνοικιακό ταβερνείο. Στο χασάπικο η Κίτσα, ο Μιχάλης κι ο Σταύρος.

Έρχεται η κούρσα, κατεβαίνει η Μάρω με τον Αλέξη ήθελε να δει λεει πως γλενταν τη νίκη τους. Ψωμί, τυρί, ντομάτα, ελιές και ρέγγα λεει ο ταβερνιάρης. Φέρε απ όλα λέει ο Αλέξης, εκτός ρέγγα. Λογικό, είχε αποκτήσει ψυχολογικό με τα ψάρια ο άνθρωπος από τότε που τον παράτησε η άλλη η τρελοκαμπέρω στο πέλαο. Η Μποβοσιάν παρακαλάει τον Καγιάφα να της χορέψει μια ζεμπεκιά. Δεν ήθελε και πολύ κι αυτός, στην πίστα ο λεβέντης! Βρίσκει αφορμή η Κίτσα που χόρευε ο αδερφός και ξεμοναχιάζεται με το Μιχάλη στην ακροθαλασσιά. Η Μίνα φουρκίζεται και φεύγει κι αυτή έξαλλη. Όταν φτάνει η Μίνα στο φτωχικό της την περιμένει ήδη μέσα ο Καγιάφας. Πότε πρόλαβε δεν ξέρω. Ίσως η Μίνα είχε πάει πρώτα βόλτα να σκεφτεί. Την αγαπάει της λέει ο Τάσος, τίποτα δε θα τους χωρίσει, ο πατέρας της λείπει στο γλέντι, συμβαίνει το μοιραίο. Μαζεύεται η Κίτσα σπίτι, βρίσκει τη μάνα της κατάχαμα. Είχε καρδιά φίλοι ρετρομανιακοί,σας το είπα και πριν.

Τις επόμενες μέρες ο Τάσος τρέχει για τα φάρμακα της μάνας. Μιζέρια και απόγνωση.Φοράει και μπερέ.Γυρνάει σπίτι και βλέπει μια ανθοδέσμη να με το συμπάθιο. Οι εξελίξεις είναι καταιγιστικές. Ρωτάει την Κίτσα ποιος την έφερε. Ξεσπαθώνει η Κίτσα.

«Ήρθε αυτή με μια κουρσάρα, Θα θελε να σε βοηθήσει αν βρίσκεσαι σε δύσκολη θέση. Εσύ όμως δε βρίσκεσαι και θα τη γράψεις στα παλιά σου τα παπούτσια. Αυτή η κατσίκα έχει δαγκώσει τη λαμαρίνα κι αν ήσουν πιο ξύπνιος θα σε κολύμπαγε στο χρυσάφι και θα γλιτώναμε κι εμείς»

«Τι λες μωρή; Ξέρεις πως θα το λέγαν αυτό αν το έκανε γυναίκα;»

«@@@@ και θα τη φτύνανε. Αν το κανε όμως άντρας εξυπνάδα και θα του βαρούσαν παλαμάκια»


Σε αυτό το σημείο τρώει σφαλιάρα η Κίτσα όπως λογικά καταλάβατε αν έχετε δει μια οποιαδήποτε ταινία του Φώσκολου. Η μάνα όμως του λέει, μην της δίνει σημασία, είναι στεναχωρημένη, φεύγει ο Μιχάλης για το Βέλγιο κι αυτή περίμενε γάμο… Τρέχει στο καράβι ο Τάσος να προλάβει το Μιχάλη. Γύρνα πίσω του λεει κι εγώ θα τα κανονίσω. Έχει πάρει την απόφαση του ο Τάσος. Έχει αδερφή να παντρέψει τι να κάνει, θα ξεπέσει στη Μποβοσιάν…..

Κάπου εδώ περνάμε στο δεύτερο μέρος της ταινίας. Έχετε λίγη υπομονή, θα γίνουν πραγματάκια παρακάτω..

Ο Τάσος λοιπόν τα φτιάχνει με τη Μποβοσιάν για να εξασφαλίσει την προικούλα της Κίτσας αλλά εντάξει, την ήθελε κι αυτός τη μεγάλη ζωή, ας μην κοροιδευόμαστε μεγάλοι άνθρωποι.
Αρχικά το ζευγάρι ζει τον έρωτα του στη βίλα, στο κότερο,στην παραλία.. Η Μποβοσιάν βρήκε την ευτυχία, ο Τάσος βρήκε πεντάρι διαμέρισμα όλα καλά. Αλλά τα ωραία δεν κρατάν για πάντα. Η Μποβοσιάν τον κάνει Γενικό Διευθυντή και τον πρώην της τον Αλέξη που είχε μέχρι πρότινος Γενικό τον κάνει Υποδιευθυντή. Και μπράβο της που τον φρόντισε κι αυτόν. Ψυχάρα η Μποβοσιάν. Μπαίνουν οι τρεις στο εργοστάσιο να ανακοινώσουν τα νέα. Ο Καγιάφας βγάζει ένα λόγο τον οποίο και θα σας μεταφέρω αυτούσιο διότι δε γίνεται να τον περιγράψεις.

"Είστε όλοι φίλοι και γνωστοί μου...Με ξέρετε και σας ξέρω. Με μερικούς από σας... είναι ανάμεσα μας πολλά παιδιά που έχουμε περάσει πολλές δυσκολίες μαζί. Αυτοί όλοι... Στα λόγια δεν τα καταφέρνω καλά.. Πάντως..Νομίζω..Ίσως... Συνάδελφοι! Τώρα που θα χω αυτό το υπεύθυνο πόστο, εγώ ένας άνθρωπος από σας φίλοι και συνάδερλφοι... Θαρρώ οτι θα ναι καλύτερα και για σας , γιατί έτσι νομίζω ότι, γιατί έτσι θαρρώ πως... θα έχετε κοντά σας σε μια υπεύθυνη θέση έναν άνθρωπο που... Έναν άνθρωπο ο οποίος.. που θα μπορεί να σας νιώθει. Γιατί είναι κι αυτός σάρκα από τη σάρκα σας και θα αγωνίζεται για τα δικά σας τα δικαιώματα όπως και πριν....Συνάδελφοι! Θέλω να με ακούσετε Κι εγώ ακόμη είμαι ένας άνθρωπος απο σας . Γιατί είμαι σάρκα από τη σάρκα σας.... Έτσι συνάδελφοι..... { Σε αυτό το σημείο κάποιος συνάδελφος που με το δίκιο του ο άνθρωπος απελπίστηκε άνοιξε τις μηχανές, οι εργάτες σκόρπισαν, αλλά ο Τάσος συνεχίζει ακάθεκτος} και θα αγωνίζομαι για τα δικά σας συμφέροντα. Μη νομίζετε πως θα σας ξεχάσω επειδή πήρα αυτό το υπεύθυνο πόστο. Σας βεβαιώνω οτι θα είμαι πάντα στο πλευρό σας..."


Δε χωρεί αμφιβολία. Ο Φώσκολος θέλησε να δώσει την εσωτερική πάλη του Καγιάφα με αυτόν τον λόγο. Αυτό που έδωσε βέβαια τελικά είναι μια σκηνή που στην καλύτερη περίπτωση σου προκαλεί μια ζαλάδα.
Ενώ ο Τάσος παλεύει με τους εσωτερικούς του δαίμονες, η αδερφή του η Κίτσα το ριξε στο σορολόπ, ένα δύο τρία ωπ και ξεπορτίζει με ποιον λέτε; Με τον Αλέξη!!! Πάει λοιπόν την παίρνει από το καινούριο σπίτι, αυτή του λέει να φύγουν γρήγορα "εδώ βρωμάει μπαρούτι".

Μια ασήμαντη σε σχέση με όλα αυτά λεπτομέρεια είναι πως το καινούριο σπίτι της οικογένειας είναι στην παλιά γειτονία (;;;;;;). Έτσι ο Τάσος λέει στη μάνα του οτι τώρα μπορεί να αναπνεύσει καθαρό αέρα αλλά δεν ξέρουμε τι εννοεί αφού μια πόρτα παρακεί πήγαν, πόσο διαφορετικός να είναι ο αέρας;;;

Ο Μιχάλης τη βλέπει την Κίτσα, έχει το ανάλογο ξέσπασμα, αλλά εντάξει κύριος σε γενικές γραμμές. Ο μόνος που κοιμάται και πάλι όρθιος είναι ο Τάσος. Αυτός θα καταλάβει μια και καλή.

Η Μποβοσιάν κι ο Τάσος συζητάνε τα δικά τους.
"Σα διευθυντής είμαι άχρηστος και σαν αγαπητικός παίρνω πολύ μεγάλο μισθό. Με τριγυρνάς στα σαλόνια. Έπειτα είναι κι εκείνο το παραμύθι με τη γυναίκα με το βαλιτσάκι. Μ αγαπάς με λατρεύεις κι όποτε τη βλέπεις θες να μείνεις μονάχη σου"

Πείτε την αλήθεια, την είχατε ξεχάσει τη γυναίκα με το βαλιτσάκι.. Κι εγώ επίσης..

Η Μποβοσιάν έχει εκεί μια στιγμή αδυναμίας. Του λεει πως τον χρειάζεται, πως είχε έναν άντρα που πέθανε από τα ναρκωτικά,δε μπορεί να του πει τίποτα άλλο...

Τι κάνει νιάου νιάου φίλοι, αχ βρε Τάσο, κοιμάσαι ολόρθος...

Στο εργοστάσιο και πάλι ένας εργάτης τραυματίζεται. Η Μποβοσιάν του λέει να πάει να πει δυο παραμύθια στους εργάτες να τους ηρεμήσει. Αυτός δε θέλει να τους κοροιδέψει.

"Μας χρωστάς πολλά. Θα σου ήταν ευχάριστο να σε στέλναμε πίσω; Πήγαινε αγάπη μου να τους πεις δύο κουβέντες.."

* Αυτά τα λέει η Μποβοσιάν που στην προηγούμενη σκηνή τον αγαπούσε, τον λάτρευε.

Λυγάει ο ήρωας και πάει. Και τι ήταν να πάει; πλακώνεται στις μπουνιές με το Βόγλη. Ο Τάσος δηλαδή δέρνει, ο Βόγλης δεν καταδέχεται (ναι φίλοι μου, η σκηνή Κούρκουλου- Γαλανού στο Ορατότης Μηδέν). Μόλις τελειώνει το ξυλίκι φεύγουν όλοι κ μένει μόνο η Μίνα. Του λέει οτι τον λυπάται, εντάξει λογικό. Του λέει οτι είναι έγκυος, κάγκελο ο δικός μας.

"Τι είπες; και τι μπορεί να γίνει τώρα με την ιστορία αυτή; Τώρα πια τίποτα, μόνο να σε βοηθήσω.. ότι έξοδα χρειαστείς..."

Πόσο ακόμα θα πέσεις στα μάτια μας Τάσο;; Θυμήσου πως ήσουν ήρωας επιτέλους!!!! Η Μίνα μια φορά τον φτύνει κ φεύγει. και καλά κάνει η κοπέλα. Έγκυος, μόνη, φτωχιά, μ αυτό το κατσόμαλλο, αλλά τουλάχιστον είχε αξιοπρέπεια.

Πλησιάζουμε φινάλε φίλε ρετρομανιακέ. Αν άντεξες να διαβάσεις ως εδώ, κάνε ένα κουράγιο ακόμα.

Δεν ξέρουμε πόσος καιρός πέρασε από τα παραπάνω. αλλά ο Τάσος πάει στη βίλα κι η Μποβοσιάν είναι κλειδωμένη σ ένα δωμάτιο, προσπαθώντας να κάνει απεξάρτηση. Τα κάνει όλα γυαλιά καρφιά, Γιούλα!! Γιούλα!!! φωνάζει ο Τάσος κ σπάει την πόρτα {Γιούλα Μποβοσιάν είναι το πλήρες όνομα, σ αυτά θα κολλήσουμε τώρα;}

Σπάει λοιπόν την πόρτα παίζουν λίγο κυνηγητό, ρίχνει μια ρόμπα πάνω της η Γιούλα Μποβοσιάν κ φεύγει τρέχοντας. Ο Τάσος την ακολουθεί φτάνουν σε ένα σπίτι, βγαίνει η κύριά με το βαλιτσάκι και μαζί ένας μεσόκοπος με πατερίτσες!!!

Μποβοσιάν: " Φύγε, φύγε για πάντα! Εγώ αγόρασα τον άντρα που ήθελα κιεσύ τον πούλησες!Αυτός ο άνθρωπος έχει πεθάνει απο καιρό κι αυτό το σπίτι είναι ο τάφος του! ποιος είναι; ο άντρας μου!!!!!"

Τι έγινε παιδιά;; σοκ;; απίστευτο;;; ο Τάσος πάει σπίτι όπου τον περιμένει άλλο σοκ. Του λέει η μάνα οτι η Κίτσα τα μπλεξε με τον λιμοκοντόρο τον Αλέξη. Έρχεται κι η Κίτσα της λέει τι είναι αυτά που ακούω Κίτσα, νέο ξέσπασμα της Κίτσας

" Εσύ πήρες από τον Αλέξη τη Γιούλα κι αυτός τράβηξε την αδερφή σου κι απόψε την παράτησε. Εγώ πήγα γιατί είμαι γυναίκα. Εσύ που είσαι άντρας γιατί πουλήθηκες σε τιμή ευκαιρίας;"

Εντάξει παιδιά, τα έχουμε όλοι χαμένα. Φεύγει κι απο κει ο Τάσος πάει σπίτι της Μίνας, μουσικές ακούγονται από μέσα. Βλέπει τη Μίνα στην αυλή

- Είδα φως στο σπίτι γλέντι;
- Γάμος
-Ποιος παντρεέται;
-Εγώ
-Μπράβο να ζήσεις. Ποιος είναι;

- Ο Σταύρος. Κι εκείνο που σου είπα το κανόνισα μόνη μου. Σ όλα μου τα όνειρα έβλεπα τον εαυτό μου νύφη στο πλάι σου. Τώρα παντρεύτηκα έναν άντρα που αξίζει. Γκουντμπάι Τάσο.

Ο Τάσος πηγαίνει στην ομώνυμη πλατεία ΤΑΣΟΥ ΚΑΓΙΑΦΑ. Θυμάται τον πόλεμο, πιάνει ένα ψεύτικο ντουφέκι που βρήκε καταής και ρίχνει στον αέρα. Ακούει φωνές, τα παιδιά, τον Βόγλη, τη Μίνα, τα ξέρετε μη σας τα λέω.

Μπαίνει στο αμάξι σκάει με 20χλμ πάνω στο μνημείο, βγαίνει έξω, σούρνεται, πεθαίνει (μάλλον, δεν πήρα κ σφυγμό). ΤΕΛΟΣ

Να τη δείτε, καταπληκτική ταινία!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!





 
Υπεροχο, καταπληκτικο, απολαυστικο και υπεραναλυτικο!
Μολις ειδα το μεγαλο κειμενο, ειπα μεσα μου "Θα αντεξω να το διαβασω;" Αντεξα μια χαρα και περασα και υπεροχα.
Μπραβο, Karapiperim! Γελασα με την ψυχη μου!
 
Πρέπει να τη δω!

Αλλά πολλές απορίες της κριτικού είναι εύκολο να απαντηθούν. Ας πούμε, πώς γίνεται το πεντάρι να έχει καθαρό αέρα. Μα το παλιό σπίτι ήταν χαμοκέλα. Το πεντάρι ήταν σε όροφο, μην πω ρετιρέ διότι δεν ξέρω αν η αγάπη της ευεργέτιδος έφτανε τόσο ψηλά. Ο μολυσμένος αέρας ήταν ένα μίασμα που σερνόταν στα χαμηλά αλλά δεν έφτανε τα ψηλά.

Κι όσο για το αν ήταν ο έρωτας που έτρεφε το απέχον φαγητού ζεύγος, θα διαφωνήσω. Όπως έχει εξηγήσει η γνωστή υπαρξίστρια φιλόσοφος Ελπίς Βρανά,

Σκέψου λίγο την δουλειά
γιατί μόνο με φιλιά
το στομάχι δε γεμίζει
μια σταλίτσα
 
Απ ότι καταλαβαίνουμε το πήραν το τάλιρο αύξηση οι εργάτες –γεια σου Τάσο με την κολόνια σου- και γλεντοκοπάν σε συνοικιακό ταβερνείο. Στο χασάπικο η Κίτσα, ο Μιχάλης κι ο Σταύρος.

Έρχεται η κούρσα, κατεβαίνει η Μάρω με τον Αλέξη ήθελε να δει λεει πως γλενταν τη νίκη τους. Ψωμί, τυρί, ντομάτα, ελιές και ρέγγα λεει ο ταβερνιάρης. Φέρε απ όλα λέει ο Αλέξης, εκτός ρέγγα. Λογικό, είχε αποκτήσει ψυχολογικό με τα ψάρια ο άνθρωπος από τότε που τον παράτησε η άλλη η τρελοκαμπέρω στο πέλαο. Η Μποβοσιάν παρακαλάει τον Καγιάφα να της χορέψει μια ζεμπεκιά. Δεν ήθελε και πολύ κι αυτός, στην πίστα ο λεβέντης! Βρίσκει αφορμή η Κίτσα που χόρευε ο αδερφός και ξεμοναχιάζεται με το Μιχάλη στην ακροθαλασσιά.


Ακριβολογώ ή υπερβάλλω;

 
Πίσω
Μπλουζα