The Godzilla Movies

iggylebowski

RetroAdept
Joined
10 Mαϊ 2012
Μηνύματα
868
Αντιδράσεις
646
Godzilla


http://en.wikipedia.org/wiki/Godzilla

http://en.wikipedia.org/wiki/Godzilla_(franchise)


Λίγη ιστορία:
Ο Godzilla (ή Gojira όπως προφέρεται σωστά το όνομά του) είναι ένα δημιούργημα των Studio Toho της δεκαετίας του ʼ50 κι αποτέλεσε το πρώτο ιαπωνικό, κινηματογραφικό τέρας, που οριοθέτησε τις ιαπωνικές monster movies (kaiju eiga). H δημιουργία του Godzilla επηρεάστηκε πολύ από το πρωτότυπο King Kong του 1933, το The Beast from 20000 Fathoms (1953) του Eugene Lourie και από τα προϊστορικά fantasy films, όπως για παράδειγμα τα Lost World (1925), One Million B.C. (1940) και Lost Continent (1951). H κινηματογραφική ιστορία του Godzilla διακρίνεται σε τρεις περιόδους με την πρώτη να ξεκινά από την πρώτη ταινία του 1954 και να ολοκληρώνεται το 1975, τη δεύτερη να αφορά τα χρόνια από το 1984 ως το 1995, ενώ μια δεύτερη αναβίωση του χαρακτήρα παρατηρήθηκε μεταξύ 1999 και 2005. Ο Godzilla, ο οποίος τρομοκρατεί περιοδικά τις πόλεις της Ιαπωνίας τα τελευταία 60 χρόνια περίπου, αποτέλεσε το σημαντικότερο εξαγώγιμο προϊόν του ιαπωνικού sci-fi κινηματογράφου, με το franchise να έχει χάσει, παρά τα χρόνια που βαραίνουν την πλάτη του, μόνο μικρό μέρος της αρχικής του επιτυχίας κι αναγνωρισιμότητας. Αν και το όνομα του Godzilla σταδιακά απέκτησε ένα cult status, όμοιο με αυτό που απέκτησαν οι αμερικάνικες sci-fi και horror b-movies των δεκαετιών του ʼ50 και του ΄60, στην πραγματικότητα η είσοδός του στα κινηματογραφικά δρώμενα είχε πολύ πιο σοβαρή διάσταση από αυτό που κατέληξε να εκπροσωπεί. Ο Godzilla έκανε την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση το 1954 στην ομώνυμη ταινία του Ishiro Honda, ο οποίος είχε σημαντική βοήθεια από την καλή δουλειά που έκανε στα εφέ ο μόνιμος στα πρώτα χρόνια της σειράς Eiji Tsuburaya. Ο Honda επιλέγει έναν ιδιαίτερο τρόπο για να παρουσιάσει τις πληγές της χώρας του από τις ατομικές βόμβες που έπληξαν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, αλλά και να δώσει διάσταση στον φόβο που προκάλεσε η μόλυνση από ραδιενέργεια του πληρώματος ενός αλιευτικού πλοίου εξαιτίας των αμερικάνικων πυρηνικών δοκιμών στον Ειρηνικό. Η ανησυχία αυτή πήρε υπόσταση με την εμφάνιση του Godzilla, ενός μεταλλαγμένου από την ραδιενέργεια, αμφίβιου πλάσματος, που σε εμφάνιση θύμιζε ένα τεραστίων διαστάσεων υβρίδιο τυραννόσαυρου, στεγόσαυρου και αλιγάτορα. Με ύφος του να κυμαίνεται ανάμεσα στα 50 με 60 μέτρα και βάρος πάνω από 20000 τόνους, αποτέλεσμα της μετάλλαξής του, ο Godzilla αρχίζει να σπέρνει την καταστροφή στο πέρασμα του, με τις επιθέσεις του να κλιμακώνονται με τον ίδιο κυλιόμενο τρόπο με τον οποίο οι ατομικές βόμβες κατέστρεψαν τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Σταδιακά όμως, το franchise άρχισε να απομακρύνεται από την αρχική αλληγορική διάθεση της πρωτότυπης ταινίας, με τον χαρακτήρα του Godzilla να εξελίσσεται σε μια αντιηρωική μορφή, υιοθετώντας πολλές ανθρωπομορφικές ιδιότητες, με τη δράση του πολλές φορές να πλησιάζει το ύφος των αμερικάνικων υπερηρωικών κόμικ. Ο Godzilla γνώρισε σημαντική επιτυχία, κατέλαβε σημαντική θέση στην ιαπωνική pop culture, με τον ίδιο να γίνεται χαρακτήρας manga, animation, video game και τηλεοπτικών σειρών, ενώ το όνομά του αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για την ονομασία μουσικών γκρουπ μέχρι και για τη περιγραφή μιας ιδιαίτερης γαστρονομικής πρότασης του Ε.Σ.

Ποιοτικά κριτήρια: Η ποιότητα των ταινιών του αυτών, με εξαίρεση την πρώτη του 1954, είναι αμφισβητήσιμη, αφού ο Godzilla και η σοβαρότητα δεν είχαν ποτέ κανένα κοινό κι αποφάσισαν από νωρίς να τραβήξουν χωριστούς δρόμους. Στην πραγματικότητα οι ταινίες του Godzilla αποθεώνουν το kitsch, έχουν προσχηματικό σενάριο, το story τις περισσότερες φορές δεν ξεφεύγει από την απόλυτη γελοιότητα, είναι υπερβολικές, πολλές φορές τα οπτικά εφέ είναι κάτω του μετρίου και συνολικά μοιάζουν σαν μια συρραφή σκηνών με μάχες και καταστροφές


Λόγοι για να δούμε μια ταινία του Godzilla;



1) Γιατί οι ταινίες του Godzilla, ακόμη μέχρι τις μέρες μας, διατηρούν την γοητευτική αφέλεια, ανοησία και αθωότητα των sci-fi ταινιών της δεκαετίας του ʽ50

2) Γιατί γουστάρουμε να βλέπουμε τέρατα να παλεύουν μεταξύ τους θυμίζοντας video games ή αγώνες WWE

3) Γιατί είναι εντυπωσιακό να βλέπεις ολόκληρες πόλεις να καταστρέφονται

4) Γιατί είναι πιο διασκεδαστικό να βλέπεις ταινίες που αποθεώνουν τον χαβαλέ και την ανεγκέφαλη διασκέδαση, από τις δήθεν ταινίες δράσης που θέλουν με το ζόρι να το παίξουν σοβαρές.

5) Γιατί η vintage sci-fi αισθητική, τα μέτρια κοστούμια, τα λαστιχένια τέρατα, οι μακέτες των πόλεων, τα χοντροκομμένα παλιομοδίτικα εφέ είναι πολύ πιο γοητευτικά από τα computer graphics.

Οι Ταινίες (1954-1995)

 


Godzilla (1954, Ishiro Honda)

Μακριά από τις γραφικότητες που θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια το franchise, το πρωτότυπο Godzilla είναι μια πολύ καλή, αλληγορική ταινία που δίκαια πλέον χαρακτηρίζεται ως μια από τις καλύτερες ταινίες επιστημονικής φαντασίας του προηγούμενου αιώνα. Ο Honda δίνει κινηματογραφική υπόσταση στις πληγές που άφησαν στην Ιαπωνία οι ατομικές βόμβες, στον φόβο που προκαλεί η πυρηνική εποχή και στον κίνδυνο που ενέχουν οι πυρηνικές δοκιμές στον Ειρηνικό, δημιουργώντας ένα γιγαντιαίο πλάσμα που συγκεντρώνει πάνω του όλα τα παραπάνω. Εμμένοντας στη λεπτομερή απεικόνιση των εγκαυμάτων που προκαλεί η ραδιενεργή ανάσα του Godzilla και παρομοιάζοντας τις επιθέσεις του πλάσματος με τον τρόπο με τον οποίο επεκτάθηκε το καταστροφικό ωστικό κύμα από τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, ο Honda δημιουργεί μια σκοτεινή μεταφορά πάνω στη χρήση πυρηνικών όπλων. Η τραχιά ασπρόμαυρη φωτογραφία, η ασφυκτική, στοιχειωμένη ατμόσφαιρα και ο πεσιμιστικός τόνος, ολοκληρώνουν την εικόνα μιας μετα-αποκαλυπτικής καταστροφής, με τον Honda να ενισχύει τον δραματικό πυρήνα της ιστορίας σε βαθμό που πολλές φορές η ταινία γίνεται αρκετά σκληρή και τραγική. Τα οπτικά εφέ του Eiji Tsuburaya είναι πάνω από απλά ικανοποιητικά και απέχουν από τα αστεία κοστούμια των 70ʼs απογόνων της ταινίας.

Godzilla Raids Again (1955, Motoyoshi Oda)

Δεύτερο entry της σειράς, κι αυτή τη φορά ο Godzilla έρχεται αντιμέτωπος με ένα άλλο τέρας, που ακούει στο όνομα Αngilas, και το οποίο μοιάζει με ένα τεράστιο δεινόσαυρο γεμάτο με αγκάθια. Σίγουρα κατώτερο του πρωτότυπου, το Godzilla Raids Again αποτελεί την δεύτερη και τελευταία ασπρόμαυρη ταινία της σειράς. Τα οπτικά εφέ του Tsuburaya παραμένουν ικανοποιητικά, η είσοδος ενός νέου τέρατος ανανεώνει το ενδιαφέρον, αλλά ο ρυθμός της ταινίας είναι κάπως άνισος. Παρόλα αυτά η ταινία είναι κάτι παραπάνω από αξιοπρεπής, με τον σκηνοθέτη να αλλάζει την κεντρική ιστορία διατηρώντας όμως το αλληγορικό ύφος. Από τον φόβο ενός πυρηνικού ολέθρου το ενδιαφέρον πλέον μετατοπίζεται στις προσπάθειες των ανθρώπων να αντιμετωπίσουν το ολοκαύτωμα που προκάλεσαν οι ατομικές βόμβες και να συνεχίσουν τη ζωή τους φυσιολογικά, μέσα σε μια μισοκατεστραμμένη, μεταπολεμική Ιαπωνία. Ο τόνος της ταινίας παραμένει σκοτεινός και τραγικός, αφήνοντας όμως αρκετές αχτίδες αισιοδοξίας, και η ατμόσφαιρα είναι και πάλι αρκετά σκοτεινή, με τον σκηνοθέτη να προσθέτει στη σειρά περισσότερη δράση.

King Kong Vs Godzilla (1962, Ishiro Honda)

Τα Toho Studios επαναδραστηριοποιούν το franchise, επαναφέροντας τον αρχικό σκηνοθέτη Ishiro Honda, με το αποτέλεσμα όμως να απέχει αρκετά από τις πρώτες δυο ταινίες της σειράς. Η συγκεκριμένη ταινία φέρνει αντιμέτωπους στην οθόνη, τους δυο σημαντικότερους εκπροσώπους των monster movies, πολύ πριν από τα διάφορα crossover τύπου Freddy Vs Jason και Alien Vs Predator. O Honda προσθέτει στην ταινία έναν έντονο σατιρικό και σαρκαστικό τόνο, που αντικαθιστά την σκοτεινή αλληγορία του πρωτότυπου, γεμίζοντας το αποτέλεσμα με μια ανελέητη feel-good διάθεση, με την τελική μάχη των δύο τεράτων να πλησιάζει τα όρια ενός WWE αγώνα. Η έντονη νοσταλγική ματιά, η σκηνοθετική ικανότητα του Honda με τις περίεργες γωνίες λήψης, ο σατιρικός τόνος, ο καλός ρυθμός και η γοητεία που αποπνέει η αφέλεια της ταινίας καταφέρνουν να διατηρήσουν το ενδιαφέρον του θεατή, παρά το προφανώς αστείο σενάριο και τα ακόμη πιο αστεία κοστούμια.

Mothra Vs Godzilla (1964, Ishiro Honda)

Με τον Ishiro Honda να βρίσκεται και πάλι στην καρέκλα του σκηνοθέτη και εισάγοντας στη σειρά ένα νέο αντίπαλο, τη Mothra (ή Mosura όπως είναι το πραγματικό της όνομα), ένα γιγάντιο λεπιδόπτερο που μοιάζει με σκόρο, o Godzilla συνεχίζει το καταστροφικό του έργο, σε ένα αποτέλεσμα που είναι πολύ πιο διασκεδαστικό από το King Kong Vs Godzilla. Με μερικές σκηνές να είναι εξαιρετικά σκηνοθετημένες από τον Honda, όπως για παράδειγμα η κινηματογραφική είσοδος του Godzilla, και δίνοντας βάση στην καθαρόαιμη δράση, η ταινία δεν έχει καμία σχέση με το μεταφορικό ύφος του πρωτότυπου, αλλά παραμένει απίστευτα διασκεδαστική, με τους fan του franchise να τη θεωρούν ως την καλύτερη της σειράς. Εξαιρετικός ρυθμός, αρκετά έξυπνο σενάριο, εντυπωσιακές χρωματικές συνθέσεις, ικανοποιητικά εφέ και κάποια εμβόλιμα στοιχεία καθαρόαιμου τρόμου εμπλουτίζουν το feeling της ταινίας. Το τελικό αποτέλεσμα φτάνει σε υψηλά εικαστικά επίπεδα, με την πανέμορφη φωτογραφία, τα όμορφα χρωματικά φίλτρα και την δουλειά του Eiji Tsuburaya στα εφέ να κερδίζουν αμέσως τον θεατή, και ο Honda κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό με τις γωνίες και τις κινήσεις της κάμερας, ώστε να κάνει την ταινία ακόμη πιο διασκεδαστική.

Earthʼs Greatest Battle (1964, Ιshiro Honda)

Ένας μετεωρίτης ελευθερώνει έναν τρικέφαλο δράκο που ακούει στο όνομα Ghidorah, και η Mothra προσπαθεί να συμμαχήσει με τον Godzilla, αλλά και με τον τεράστιο πτερόσαυρο Rodan, πρωταγωνιστή μιας άλλης kaiju eiga, ώστε να αντιμετωπίσουν μαζί τη νέα απειλή. Στο ίδιο ύφος με τον προκάτοχό του, το Earthʼs Greatest Battle αγγίζει τα ίδια υψηλά εικαστικά επίπεδα με την όμορφη φωτογραφία και τις περίτεχνες χρωματικές συνθέσεις, ενώ το συνολικό αποτέλεσμα κερδίζει πόντους από την εμφάνιση μαζί στην οθόνη τριών εκ των σημαντικότερων πρωταγωνιστών των ιαπωνικών kaiju eiga. Ο Honda επαναφέρει την σατιρική και αυτοπαρωδική διάθεση του King Kong Vs Godzilla, ενώ παράλληλα εμπλουτίζει την ταινία με έντονα στοιχεία παραμυθιού. Αρκετά καλό κι έξυπνο σενάριο που αποφεύγει τις κακοτοπιές, ικανοποιητικά εφέ για τον προϋπολογισμό της ταινίας, απίστευτες εικόνες καταστροφής, όμορφα σκηνοθετημένες σκηνές μαχών μεταξύ των τεράτων και ο Godzilla για πρώτη φορά σε ρόλο καλού, συνθέτουν έναν οπτικό ντελίριο γεμάτο δράση και καθαρόαιμη διασκέδαση.

War of the Monsters (1965, Ishiro Honda)

Στο έκτο μέρος της σειράς, το οποίο αποτελεί ιαπωνική και αμερικάνικη συμπαραγωγή, ο Godzilla μπαίνει στην διαστημική εποχή, με μέρος της δράσης να μεταφέρεται από τη Γη στον άγνωστο πλανήτη Χ, που βρίσκεται πίσω από τον Δία και ο οποίος βρίσκεται στο έλεος της μανίας του Ghidorah. Οι κάτοικοι της Γης, που προηγουμένως είχαν επισκεφτεί τον άγνωστο πλανήτη, σπεύδουν προς βοήθεια, απελευθερώνοντας τους φυλακισμένους Godzilla και Rodan για να αντιμετωπίσουν τον Ghidorah. Αν και το σενάριο της ταινίας πλησιάζει με επικίνδυνη ταχύτητα τα όρια της αστειότητας, το αρκετό καλό μπάτζετ που έχει στα χέρια του Honda δεν πάει χαμένο, με τον Ιάπωνα σκηνοθέτη να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να διατηρήσει το ενδιαφέρον του κινηματογραφικού κοινού. Το ρετρό sci-fi feeling της ταινίας, τα, για ακόμη μια φορά, όμορφα χρώματα, μερικές έξυπνες ανατροπές και οι καλογυρισμένες μάχες διατηρούν τη δράση σε καλά επίπεδα, παρά το γεγονός πως ο ρυθμός είναι άνισος. Ακόμη κι έτσι όμως, το War of the Monsters είναι εξαιρετικά διασκεδαστικό, με την ταινία να διατηρεί το γοητευτικά αφελές και αθώο feeling που είχαν οι sci-fi ταινίες τη δεκαετία του ʼ60.

Big Duel in the North Sea (1966, Jun Fukuda)

Ο Ishiro Honda αποχωρεί και στην καρέκλα του σκηνοθέτη κάθεται πλέον ο Jun Fukuda, o οποίος είχε φτιάξει αρκετά καλό όνομα με ορισμένα καλά ιαπωνικά crime thrillers στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ʼ60. Ο Fukuda όμως δεν είχε ακόμη την εμπειρία να διαχειριστεί το franchise, με αποτέλεσμα η συγκεκριμένη ταινία να μην καταφέρνει να διατηρήσει το γοητευτικά αφελές κι εντυπωσιακά πολύχρωμο ύφος των προηγούμενων ταινιών. Με την παρουσία ενός νέου τέρατος με το όνομα Ebirah, την προσθήκη ενός τεράστιου κόνδορα ως αντίπαλο δέος και την σχεδόν cameo εμφάνιση της Mothra να προσπαθούν να τονίσουν το ενδιαφέρον, αλλά τελικά να μοιάζουν σαν φτηνά τρικ, το έβδομο μέρος της σειράς αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα εξαιτίας του ανούσια κωμικού ύφους της ταινίας. Αν και η παραγωγή βρίσκεται σε πιο αξιοπρεπή επίπεδα από ό,τι συνήθως, και με τον Fukuda να προσθέτει μια swinging 60ʼs αισθητική, ένα moody ύφος και μια εξωτική, κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα στην ταινία ώστε να παρασύρει τον θεατή, το Big Duel in the North Sea είναι υπερβολικά άνισο. Το story ενισχύεται από ένα sub-plot που μοιάζει να περίσσεψε από κάποια ταινία του James Bond, αλλά το όμορφο spy-fi feeling και η δράση χαραμίζονται από το προσχηματικό σενάριο, τις αναιμικές ρομαντικές σφήνες, το άνισα κωμικό ύφος, την έλλειψη λογικής και συνάφειας, τις over-the-top καταστάσεις και την επανάληψη, αφού από ένα σημείο και μετά οι δημιουργοί φαίνονται να μένουν από ιδέες.

Son of Godzilla (1967, Jun Fukuda)

Το όγδοο μέρος της σειράς βρίσκει τον Godzilla να ανακαλύπτει ότι είναι πατέρας, βάζοντας στο κινηματογραφικό πλαίσιο τον γιο του Minilla. H σειρά συνεχίζει τη στροφή που είχε κάνει με την προηγούμενη ταινία, με τους δημιουργούς να προσπαθούν να αγγίξουν ένα νεότερο κοινό. Στο μεγαλύτερο μέρος του, το Son of Godzilla μοιάζει σαν μια ξενέρωτη family movie, με τον θεατή να προσπαθεί να καταπιεί με το ζόρι τη θέα του Godzilla ως στοργικού πατέρα. Το ύφος της ταινίας είναι υπερβολικά διδακτικό, με κάποια μελοδραματικά στοιχεία και μόνο η εμφάνιση δυο νέων αντιπάλων, των τεράστιων εντόμων Kumonga και Kamacuras σώζει κάπως την κατάσταση. Το αποτέλεσμα είναι απίστευτα βαρετό και αποτελεί κατά τη γνώμη μου μια από τις χειρότερες ταινίες της σειράς.

Destroy All Monsters (1968, Ishiro Honda)

Η ένατη ταινία της σειράς υποτίθεται θα σήμαινε και το τέλος του franchise, αφού τα Toho Studios είχαν σκοπό το Destroy All Monsters να αποτελέσει το τελευταίο μέρος της σειράς, και γιʼαυτό το λόγο επανέφεραν τον αρχικό σκηνοθέτη Ishiro Honda, δίνοντάς του ένα εντυπωσιακό, για τα δεδομένα της σειράς, μπάτζετ. Ο Honda εκμεταλλεύεται άψογα το μπάτζετ, χρησιμοποιώντας τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές των kaiju eiga. Έχουμε και λέμε: Godzilla, Mothra, Rodan, Ghidorah, Minilla, Angilas, Kumonga, Varan (από το Varan the Unbelievable), Manda (από το Atragon), Baragon (από το Frankenstein Conquers the World) και Gorozaurusu (από το King Kong Escapes), άλλα σε κανονικές και άλλα σε cameo εμφανίσεις, κάνουν το Destroy All Monsters μια all-star ταινία. Αποφεύγοντας τους ηθικοδιδακτισμούς και τους μελοδραματισμούς των δυο προηγούμενων ταινιών, ο Honda υπογράφει μια από τις καλύτερες ταινίες της σειράς, δίνοντας βάση στην ανελέητη δράση και προσθέτοντας έντονα στοιχεία τρόμου. Οι σκηνές καταστροφής είναι εντυπωσιακές, οι μάχες μεταξύ των τεράτων το ίδιο, η ατμόσφαιρα είναι υποβλητικά εκρηκτική, η ένταση κλιμακώνεται σε υψηλά επίπεδα μέχρι την τελική μάχη, οι sci-fi πινελιές δένουν καλά με το αποτέλεσμα. Ο Honda χειρίζεται με εξαιρετικό τρόπο ένα αρκετά καλό σενάριο, διατηρώντας έναν στιβαρό ρυθμό, και προσθέτει αρκετές εικόνες και σκηνές που αποδεικνύουν το σκηνοθετικό του ταλέντο. Μια από τις καλύτερες ταινίες της σειράς, από την οποία εμπνεύστηκε το όνομά του το proto-punk/noise-rock/art-punk γκρουπ Destroy All Monsters των Niagara, Ron Asheton (The Stooges), Michael Davis (MC5).

Godzillaʼs Revenge (1969, Ishiro Honda)

Αν και ο τίτλος προδιαθέτει για μια εκρηκτική συνέχεια στο ύφος της προηγούμενης ταινίας, το Godzillaʼs Revenge απέχει πάρα πολύ από τον καταιγισμό του Destroy All Monsters. Χρησιμοποιώντας κομμάτια από παλιότερες ταινίες της σειράς κι επιστρέφοντας στο family-friendly ύφος του Son of Godzilla, το Godzillaʼs Revenge αποτελεί την πιο αδύναμη στιγμή του franchise στη δεκαετία του ʼ60. Ο ρόλος του Godzilla είναι υπερβολικά περιορισμένος, έχοντας σχετικά λίγο χρόνο επί της οθόνης. Το ύφος είναι υπερβολικά γλυκερό, πολλά τέρατα κάνουν συχνά την εμφάνισή τους αλλά σε stock footage και το μόνο που μένει να σώσει την κατάσταση είναι η εμφάνιση ενός νέου τέρατος, του Gabara. Αστεία ταινία που καλό θα ήταν να την αποφύγουν οι φανατικοί λάτρεις της καταστροφικής μανίας του Godzilla.

Godzilla Vs Hedorah (1971, Yoshimitsu Banno)

Με νέο σκηνοθέτη να αναλαμβάνει την ταινία και τους δημιουργούς να προσπαθούν να επαναφέρουν την σειρά στο αρχικό σοβαρό της ύφος, το Godzilla Vs Hedorah αποτελεί μια αξιοπρεπής προσπάθεια, που χάνει όμως από τα αποδυτήρια εξαιτίας του περίεργου ύφους της και της αστείας ιστορίας. Στη συνταγή μπαίνουν πολλά ετερόκλητα κομμάτια όπως στοιχεία musical, animated acid trips, hippies, οικολογικά μηνύματα, επιστημονική φαντασία, psychotronic πινελιές, pop art αισθητική, ψυχεδελική ατμόσφαιρα κι ένα νέο τέρας, που ακούει στο όνομα Hedorah κι αντιπροσωπεύει τη μόλυνση του πλανήτη. Η ατμόσφαιρα είναι αρκετά σκοτεινή και στριφνή, με τον Banno να επαναφέρει το αλληγορικό, μεταφορικό ύφος των πρώτων δυο ταινιών, δίνοντας βάση σε περιβαλλοντικά ζητήματα. Το Godzilla Vs Hedorah διατηρεί στο σύνολό του μια ιδιότροπη αίσθηση, η οποία άλλες φορές λειτουργεί καλά και άλλες πάλι όχι. Σίγουρα καλύτερο από το Godzillaʼs Revenge, αλλά εξαιρετικά άνισο, με την ιστορία αρκετές στιγμές να μοιάζει βλακώδης και να αποπροσανατολίζει τον θεατή.

Godzilla Vs Gigan (1972, Jun Fukuda)

O Jun Fukuda επανέρχεται στην καρέκλα του σκηνοθέτη, και στο Godzilla Vs Gigan τα καταφέρνει καλύτερα από τις προηγούμενες προσπάθειές του. Ο Fukuda διατηρεί το οικολογικό ύφος και τη σκοτεινή ατμόσφαιρα του Godzilla Vs Hedorah, αντικαθιστώντας όμως την ψυχεδελική, περίεργη αισθητική με στοιχεία ταινιών δράσης και παιδικού τρόμου. Αν και η ταινία προφανώς απευθύνεται σε νεανικό κοινό, προσπαθεί να μην πέσει στην παγίδα που έπεσε το Godzillaʼs Revenge και το Son of Godzilla, δίνοντας χώρο για αρκετές εντυπωσιακές μάχες και καταστροφές. Η επανεμφάνιση του Angilas και του Ghidorah, και η είσοδος ενός νέου αντιπάλου, του Gigan προσθέτουν αρκετό ενδιαφέρον, με τον Fukuda να χειρίζεται αρκετά καλά τις μεταξύ τους μάχες. Το Godzilla Vs Gigan είναι συμπαθητική ταινία, αλλά είναι πλέον φανερό ότι οι δημιουργοί φαίνεται να μένουν από ιδέες, με τις ιστορίες να μοιάζουν να επαναλαμβάνονται, αφού το μοναδικό ενδιαφέρον εντοπίζεται μόνο στα νέα τέρατα. Διασκεδαστικό στο σύνολό του αν και κάπως άνισο, το Godzilla Vs Gigan καταφέρνει να προσφέρει απλόχερα τη διασκέδαση και τη δράση, αλλά αρκετές φορές αδυνατεί να κρύψει το γεγονός πως το franchise μοιάζει πλέον κουρασμένο.

Godzilla Vs Megalon (1973, Jun Fukuda)

Ο Godzilla εισέρχεται στη ρομποτική εποχή, με το Godzilla Vs Megalon να είναι σαφώς επηρεασμένο από τα ιαπωνικά tokusatsu eiga (live-action superhero movies), αφού σε αυτό το μέρος έχουμε την είσοδο ενός νέου συμμάχου που θυμίζει Ultraman, του Jet Jaguar. Κατά τα άλλα έχουμε τη καθιερωμένη συμμετοχή δυο παλιών γνωστών, του Angilas και του Gigan, αλλά κι ενός νέου, τερατώδους εχθρού, του Megalon. Το τελικό αποτέλεσμα δεν αποφεύγει τις κακοτοπιές και την αστειότητα, ξεφεύγοντας από το απλά αφελές και πλησιάζοντας σε επικίνδυνη απόσταση το βλακώδες. Τα stock footage επιδεινώνουν το αποτέλεσμα και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Fukuda, o οποίος πέρα από τον στιβαρό ρυθμό που κρατά στο σύνολο της ταινίας, δημιουργεί μια επιβλητικά εκρηκτική και νευρώδης ατμόσφαιρα, η ταινία δεν καταφέρνει να αποφύγει την μετωπική σύγκρουση με τη γραφικότητα. Αρκετές σκηνές δράσης είναι όμορφες και καλογυρισμένες, αφού ο σκηνοθέτης αφήνει να φανεί το ταλέντο του, ειδικά στα πλάνα καταστροφής, αλλά τελικά το Godzilla Vs Megalon δεν καταφέρνει να ξεφύγει από την μετριότητα.

Godzilla Vs Mechagodzilla (1974, Jun Fukuda)

Το συμπαθές τέρας βρίσκεται αντιμέτωπο με εξωγήινους εισβολείς, των οποίων οι επιδιώξεις βοηθούνται από την δημιουργία ενός μηχανικού κλώνου του Godzilla, σε αυτή την ταινία της σειράς, που φαίνεται να συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε ο προκάτοχός του. H απειλή μιας εξωγήινης εισβολής και ο μηχανικός Godzilla φαίνεται να ανανεώνουν για λίγο το franchise, και ο Fukuda κάνει τα αδύνατα δυνατά για να πετύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Η επαναδραστηριοποίηση του Angilas και η εμφάνιση ενός νέου χαρακτήρα, του King Ceasar (ένα τεράστιο υβρίδιο σκύλου και λιονταριού), προσφέρουν την απαραίτητη πλέον ποικιλομορφία στα χρησιμοποιούμενα τέρατα, αλλά την παράσταση κλέβει η μονομαχία του κανονικού και του μηχανικού Godzilla. Τα οπτικά εφέ είναι παραδόξως ικανοποιητικά, με μερικές αναπόφευκτες πινελιές γελοιότητας, ενώ η δράση γίνεται πιο βίαιη και εκρηκτική. Ο Fukuda μετατρέπει τον Godzilla σε υπερασπιστή της ανθρώπινης φυλής, ενώ παράλληλα προσθέτει πολλά ανθρωπομορφικά στοιχεία στο χαρακτήρα. Η δράση είναι σχεδόν ασφυκτική, με τον Fukuda να κρατά έναν υστερικά επιταχυνόμενο ρυθμό που δεν αφήνει τον θεατή να πάρει ανάσα, αλλά το αστείο story, οι παραδοξότητες και οι ευκολίες του σεναρίου, η μονότονη αφέλεια και οι αστείες επιστημονικές διαπιστώσεις χαλάνε το τελικό αποτέλεσμα. Αρκετά διασκεδαστικό αλλά απέχει αρκετά από τις κλασσικές ταινίες της δεκαετίας του ʼ60.

Terror of Mechagodzilla (1975, Ishiro Honda)

Ο Mechagodzilla επανέρχεται ως εχθρός του συμπαθητικού τέρατος, ο Ishiro Honda επανέρχεται στην καρέκλα του σκηνοθέτη, η δράση φτάνει σε καταιγιστικά επίπεδα, αλλά τίποτα δεν μπορεί να σώσει το franchise από την πρώτη του παύση. Το Terror of Mechagodzilla αποτελεί την τελευταία ταινία της σειράς στην πρώτη της εποχή, και ο Honda την αφήνει να κλείσει το κύκλο της με εκκωφαντικό τρόπο. Στα ίδια αστεία, αφελή και βλακώδη επίπεδα με το Godzilla Vs Mechagodzilla, αλλά και με τον ίδιο γρήγορο ρυθμό, η ταινία παρουσιάζει τον Godzilla να επιστρέφει ως υπερασπιστής της ανθρωπότητας από τους κακούς εξωγήινους, μόνο που αυτή τη φορά δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο τον Mechagodzilla αλλά και τον Titanosaurus, έναν γιγαντιαίο αμφίβιο δεινόσαυρο που ανακαλύφθηκε σε κάποια περιοχή του Ειρηνικού. Η εμπειρία του Honda στα kaiju eiga σώζει την ταινία από την πλήρη καταστροφή, αφού ο πολύπειρος σκηνοθέτης καταφέρνει να οικοδομήσει μια αποπνικτική, ασφυκτική και καταραμένη ατμόσφαιρα που διατηρεί έναν βίαια απαισιόδοξο τόνο. Οι καταστροφικές επιθέσεις των τεράτων αποκτούν ένα σχεδόν αποκαλυπτικό ύφος, με τον Honda να εμμένει στη διατήρηση μιας εκρηκτικής έντασης και μιας ανεξέλεγκτης οργής πίσω από κάθε πλάνο. Το κλίμα της ταινίας υφαίνει μια δυσοίωνη αίσθηση απόγνωσης, αφού οι επικράτηση του Godzilla δεν μοιάζει να είναι τόσο σίγουρη, και ο Honda το εκμεταλλεύεται στο έπακρο ώστε να οικοδομήσει κάποια έντονα αισθήματα τρόμου και αγωνίας. Οι μάχες και πάλι είναι περισσότερο βίαιες από αυτές στις οποίες μας είχε συνηθίσει η σειρά, με τον Honda να χρησιμοποιεί τις γνωστές περίεργες γωνίες λήψεις και κάποια πανοραμικά πλάνα για να δώσει με εντυπωσιακό τρόπο το μέγεθος της καταστροφής. Σημαντικό πρόβλημα της ταινίας, πέρα από τις αναμενόμενες ευκολίες, αφέλειες και αστείες επιστημονικές διαπιστώσεις, ο περιορισμένος χρόνος που έχει ο Godzilla επί της οθόνης.

Godzilla (1984, Koji Hashimoto)

Κυκλοφορώντας το 1984 με τον απλό τίτλο Gojira, όπως η πρωτότυπη ταινία του 1954 και στην αμερικάνικη version ως The Return of Godzila, η πρώτη ανάσταση του χαρακτήρα, που τον εισάγει στη δεύτερη εποχή του, είναι μια back-to-the-roots ταινία, που επαναφέρει το συμπαθές τέρας στην πρωτόγονη, οργισμένη, μανιακή μορφή του. Στο Godzilla δεν υπάρχουν άλλα τέρατα για να αποσπάσουν την προσοχή του κοινού, και το μόνο που γίνεται μπροστά στα μάτια του θεατή είναι η παρουσίαση της ωμής δύναμης του μεταλλαγμένου τέρατος. Αφήνοντας στην άκρη τις αφελείς ταινίες της δεκαετίας του ʼ70, η συγκεκριμένη ταινία επαναφέρει τη σειρά στην αρχική της μορφή, κάνοντας reboot στην ιστορία. Προσθέτοντας μια δόση ρεαλισμού στον τρόπο προσέγγισης της ιστορίας, όσο ρεαλιστικό μπορεί να είναι ένα μεταλλαγμένο τέρας ύψους 50 μέτρων, ο Hashimoto επαναφέρει το επικό ύφος των πρώτων ταινιών, τυλίγοντας το με βαριά, σκοτεινή και ανατριχιαστική ατμόσφαιρα και μια δόση εσχατολογικού τρόμου, αφού ο τρόπος παρουσίασης του Godzilla μοιάζει με έναν πρωτόγονο, ανίκητο εκδικητή που ήρθε για να τιμωρήσει και να καταστρέψει την ανθρωπότητα. Ο Godzilla χάνει τις ανθρωπομορφικές του ιδιότητες και το αντιηρωικό ύφος των ταινιών από τα τέλη των 60ʼs και μετά, με το τέρας να μετατρέπεται σε μια ανελέητη δύναμη της φύσης γεμάτη με μια ανεξέλεγκτη οργή. Το σενάριο της ταινίας είναι παραπάνω από αξιοπρεπές, παντρεύοντας τον τρόμο με το μαύρο χιούμορ, τη δράση με την αγωνία και τα οικολογικά υπονοούμενα με μια λεπτή πολιτική χροιά που βάζει στο στόχαστρο το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής. Η σκηνοθεσία του Hashimoto είναι πολύ καλή, και παρά το γεγονός ότι δεν έχει την φινέτσα του Ishiro Honda, καταφέρνει να γεμίσει την ταινία με ηλεκτροφόρα ένταση, να κρατήσει ένα στιβαρό ρυθμό, να υφάνει μια εφιαλτική ατμόσφαιρα διαρκούς απειλής και ανασφάλειας, να οικοδομήσει μια καλοδουλεμένη κινηματογραφική συνοχή μέσω μίας έντονης δραματικής αγωνίας, να παρουσιάσει έναν αξιοπρεπή συναισθηματικό πλουραλισμό και τελικά να δώσει στο κοινό μια καλοκουρδισμένη ταινία καταστροφής που μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως μια από τις καλύτερες ταινίες της σειράς. Μοναδικό πρόβλημα της ταινίας τα μέτρια οπτικά εφέ που δεν αφήνουν το αποτέλεσμα να απογειωθεί. Για όποιον ενδιαφέρεται, καλό θα ήταν να αποφύγει την αμερικανική version, η οποία εκτός από το απαίσιο dubbing, κόβει περίπου 20 λεπτά από την ταινία, μετατρέποντάς την τελικά σε ψυχροπολεμική προπαγάνδα που παρουσιάζει τους Σοβιετικούς σαν τρομοκράτες.

Godzilla Vs Biollante (1989, Kazuki Ohmori)

Πέντε χρόνια μετά το reboot της σειράς, ο Godzilla επανέρχεται στη μεγάλη οθόνη, με τον Kazuki Ohmori να αναλαμβάνει τη σκηνοθεσία της ταινίας. Ο έμπειρος Ohmori είχε ήδη φτιάξει ένα καλό όνομα στους κύκλους του ανεξάρτητου ιαπωνικού σινεμά, με αρκετές αξιόλογες ταινίες που κέρδισαν ορισμένα, σημαντικά βραβεία ενώ παράλληλα η δουλειά του είχε αποσπάσει κολακευτικά σχόλια από τον σημαντικό Ιάπωνα σκηνοθέτη Seijun Suzuki. Η συγκεκριμένη ταινία αποτελεί την πρώτη του δουλειά στον χώρο των kaiju eiga, με το αποτέλεσμα να επαληθεύει το ταλέντο του και να μην αφήνει να φανεί η απειρία του στον συγκεκριμένο κινηματογραφικό χώρο. Στην ταινία ο Godzilla έρχεται αντιμέτωπος με την Biollante (κανονικά Biorante), μια γιγαντιαία, μεταλλαγμένη τριανταφυλλιά, που συνδυάζει το DNA διάφορων ειδών της χλωρίδας, του Godzilla και μιας νεαρής γυναίκας. Μπορεί να ακούγεται κάπως ηλίθιο, αλλά η παρουσία του τέρατος στην ταινία να είναι αρκετά εντυπωσιακή, με την ίδια την Biollante να αποτελεί ένα καθαρό προϊόν ανόθευτης κινηματογραφικής φαντασίας. Ο σκοτεινός τόνος της ταινίας και η στοιχειωμένη ατμόσφαιρα χαρίζουν αρκετούς πόντους στο Godzilla Vs Biollante, με τον Ohmori να προσφέρει πολύ περισσότερη βία από αυτή που συνήθιζαν να έχουν οι συγκεκριμένες ταινίες επί της οθόνης. Ο Ohmori προσθέτει μια ανανεωτική αύρα στο κουρασμένο franchise, χρησιμοποιώντας αρκετούς νεωτερισμούς και ολοκληρώνοντας, εν τέλει, ένα αποτέλεσμα που δεν έχει την ωμή δύναμη της προηγούμενης ταινίας, την οποία όμως καταφέρνει να πλησιάσει εξαιτίας των εξαιρετικών εικαστικών επιπέδων που προσεγγίζει. Ο συνδυασμός των εξαιρετικών συνθέσεων, της εντυπωσιακής αλληλουχίας των εικόνων, των ποιητικών πλάνων, της dream-like αισθητικής, των όμορφων χρωμάτων, της ανατριχιαστικής ατμόσφαιρας και της ρετρό μανίας της προηγούμενης ταινία της σειράς, λειτουργεί πολύ καλά, με τα εφέ να έχουν βελτιωθεί αισθητά και να μην αποδυναμώνουν το τελικό αποτέλεσμα. Κάποια sub-plots εμπλουτίζουν την δραματουργία της ταινίας, ενώ ο Ohmori βάζει στη συνταγή επιπλέον συστατικά όπως ο λανθάνων ερωτισμός, αλλά κι ένα υποτυπώδες νοσηρό αίσθημα διαστροφής. Οι μάχες είναι βάναυσες, κτηνώδεις και βίαιες, με τον Ohmori να χορογραφεί σχεδόν το πλάνα κάνοντάς τα να μοιάζουν με μέρος μιας αιματηρής τελετουργίας, ενώ η εξαιρετική ισορροπία που διατηρεί μεταξύ της εύθραυστης ομορφιάς των εικόνων και της ωμής βαρβαρότητας των καταστάσεων ικανοποιούν τα αισθητικά κριτήρια και του πιο απαιτητικού fan των ταινιών.

Godzilla Vs King Ghidorah (1991, Kazuki Ohmori)

O Godzilla επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη μετά από δυο χρόνια, έχοντας και πάλι στην θέση του σκηνοθέτη τον Kazuki Ohmori, με το αποτέλεσμα να μη καταφέρνει να φτάσει στα πολύ υψηλά standards που είχαν θέσει οι δύο προηγούμενες ταινίες, αλλά από την άλλη η ταινία να καταλαμβάνει μια αξιοπρεπή θέση στην ποιοτική κλίμα των ιαπωνικών kaiju eiga. Τα ταξίδια στο χρόνο είχαν γίνει της μόδας τη δεκαετία του ʼ80 στο Hollywood, και ο Godzilla δεν θα μπορούσε να παραμείνει αμέτοχος στο νέο κινηματογραφικό trend. Αυτή όμως είναι και η πραγματική αδυναμία της ταινίας, καθώς το plot που αφορά το ταξίδι στον χρόνο δεν λειτουργεί τόσο καλά και αποδυναμώνει το τελικό αποτέλεσμα. Η απλουστευμένη απεικόνιση του φαύλου κύκλου του χρόνου περιορίζει τη δυνατότητα που προσφέρει ένα τέτοιο θέμα, αλλά στα επίπεδα μιας κλασσικής monster movie η ταινία πάει αρκετά καλά. O Ohmori επαναφέρει στη δράση έναν παροπλισμένο εχθρό του Godzilla, τον Ghidorah, ενώ παράλληλα δημιουργεί κι ένα μηχανικό κλώνο του, τον Mecha-Ghidorah για να δώσει ποικιλία στις μάχες. Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που αγγίζει η ταινία αφορά την καταγωγή του Godzilla, αφού το συμπαθές τέρας στο ταξίδι του πίσω στο χρόνο συναντά τον, πριν την μετάλλαξη, πρόγονό του, το Godzillasaurus, απαντώντας έτσι σε ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα που αφορούσαν τη γέννηση του βασικού χαρακτήρα. Ο Ohmori βάζει στη συνταγή στοιχεία παρωδίας των αμερικάνικων sci-fi ταινιών, σχόλια πάνω στην ηθική της επιστήμης της γενετικής, αναφορές πάνω στη σχέση αγάπης-μίσους μεταξύ των Ιαπώνων και των Αμερικάνων, φουτουριστικές πινελιές και μπόλικη δράση, για να ολοκληρώσει μια ταινία που λειτουργεί καλά στο σύνολό της και προσφέρει μεγάλες ποσότητες διασκέδασης. Τα οπτικά εφέ δεν είναι τόσο πετυχημένα όσο στην προηγούμενη ταινία, πολλές φορές μάλιστα μοιάζουν αστεία, αλλά ο Ohmori προσδίδει μια cool σπιρτάδα στις σκηνές των μαχών και των καταστροφών που αποζημιώνουν τον απαιτητικό fan του franchise. Καλή ταινία, αρκετά διασκεδαστική, που όμως δεν φτάνει τον οπτικό, εικαστικό καταιγισμό του Godzilla Vs Biollante.

Godzilla and Mothra: The Battle of Earth (1992, Takao Okawara)

Με νέο σκηνοθέτη στο τιμόνι της σειράς, ο Godzilla συνεχίζει την περιήγησή του στο κινηματογραφικό σύμπαν, έχοντας ως συμπαραστάτες-αντιπάλους αυτή τη φορά την παλιά γνώριμη Mothra κι ένα νέο τέρας με το όνομα Battra. Η ταινία προσθέτει μερικά εσχατολογικά σενάρια σχετικά με την προσωποποίηση της οργής της Γης αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται στον πλανήτη το ανθρώπινο γένος, ενώ παράλληλα συγκεντρώνει κι αρκετά στοιχεία φολκλορικού παραμυθιού και jungle adventure. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας αφορά τη σκιαγράφηση των τριών τεράτων, αφού για πρώτη φορά κανένα από αυτά δεν ακολουθεί πιστά το δίπολο καλό-κακό. Με έντονα αντιηρωικά στοιχεία, τα τρία αυτά τέρατα ακολουθούν τις δικές τους επιδιώξεις, χωρίς τελικά κανένα από αυτά να μπορεί να χαρακτηριστεί καλό ή κακό. Παρόλα αυτά, η ταινία φαίνεται να κάνει και πάλι ένα βήμα πίσω σε σχέση με τις προηγούμενες ταινίες, αφού το αποτέλεσμα φαίνεται να απευθύνεται και πάλι σε ένα πιο νεανικό κοινό, κυρίως θηλυκού γένους. Περά από το θολό οικολογικό μήνυμα, ο Okawara προσθέτει αρκετές ποιητικές εικόνες στην έτσι κι αλλιώς όμορφη κινηματογράφηση της ταινίας, αλλά τις περισσότερες φορές το αποτέλεσμα μοιάζει αρκετά φλου και ακούσια κωμικό.

Godzilla Vs Mechagodzilla II (1993, Takao Okawara)

Μετά το, σχεδόν, φεμινιστικό The Battle of Earth, ήρθε η σειρά να ικανοποιηθούν και οι άρρενες fan της σειράς, με μια ταινία που ξεχειλίζει δράση, γρήγορους ρυθμούς και τεστοστερόνη. Ο Okawara αναβιώνει έναν από τους παλιότερους αντιπάλους του Godzilla, τον Rodan, κι επαναφέρει στη πρώτη γραμμή τον Mechagodzilla σε μια νέα μορφή (Super Mechagodzilla) που είναι ακόμη πιο τρομακτική και ισχυρή από την προηγούμενη. Η ταινία χαρακτηρίζεται από καταιγιστική δράση και εκρηκτικές μάχες, ενώ ο θεατής έχει την ευκαιρία να ξαναδεί τον Godzilla σαν πατέρα, αφού για ακόμη μια φορά μετά το Son of Godzilla του 1967, το τέρας αποκτά απόγονο. Για πολλούς πιστούς λάτρεις της σειράς, η συγκεκριμένη ταινία θεωρείται η καλύτερη της δεύτερης εποχής, αλλά για μένα προσωπικά είναι κατώτερη από τις δύο πρώτες ταινίες μετά το reboot του 1984. Μια ανανεωτική, cool αύρα διαπερνά την ταινία στο σύνολό της, με τα εφέ να είναι εμφανώς βελτιωμένα από την προηγούμενη κινηματογραφική προσπάθεια και τη δράση να μπαίνει σε πρώτο πλάνο χωρίς πολλές περιστροφές και παρεκβάσεις, αλλά το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά αφελές. Παρά τις όποιες αδυναμίες της, η συγκεκριμένη ταινία είναι πολύ καλύτερη από την προηγούμενη της σειράς και καταφέρνει να ικανοποιήσει ένα φανατικό οπαδό των monster movies. Το σενάριο δεν αποδυναμώνεται από ανούσια sub-plots, η δράση της ταινίας είναι τελείως straight-in-your-face, ο ρυθμός είναι καλός και στιβαρός, οι σκηνές των μαχών είναι βίαιες κι εκρηκτικά σκηνοθετημένες βγάζοντας μια ανεξάντλητη οργή και η ένταση κλιμακώνεται ομαλά αποφεύγοντας κακοτοπιές και εμπόδια.

Godzilla Vs Space Godzilla (1994, Kensho Yamashita)

Το εικοστό πρώτο μέρος της σειράς έμελλε να αποκτήσει εορταστικό χαρακτήρα, αφού συνέπεσε με την επέτειο των 40 χρόνων από την εμφάνιση του Godzilla στη μεγάλη οθόνη. Το σενάριο πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής την απόλυτη αστειότητα, αφού στη συγκεκριμένη ταινία με έναν περίεργο, σουρεαλιστικό τρόπο, που βαριέμαι να αναλύσω, κύτταρα του Godzilla, της Mothra και της Biollante ενώνονται στο διάστημα, και με τη βοήθεια μιας μαύρης τρύπας δημιουργείται ένα νέο αντίπαλο δέος, ο Space Godzilla. Το νέο τέρας εισβάλλει στη Γη και απαιτείται η συνδυασμένη δύναμη του Godzilla, του απογόνου του και του γιγαντιαίου ρομπότ Moguera, το οποίο είχε ξανακάνει την εμφάνισή του στην ταινία The Mysterians (1957) των Studios Toho, για να το αποκρούσουν. Η ταινία προσφέρει μπόλικη ανεγκέφαλη δράση και διασκέδαση, με τις μάχες να είναι αρκούντως εντυπωσιακές και καλοσκηνοθετημένες, ενώ παραμένει και η cool φρεσκάδα που απέκτησε το franchise στη δεκαετία του ʼ90. Ο Yamashita κάνει το λάθος να δώσει μεγαλύτερη βάση στους ανθρώπινους χαρακτήρες, κάτι που δεν του το συγχώρεσαν οι οπαδοί του τέρατος, με αποτέλεσμα η ταινία να θεωρείται από τις χειρότερες της σειράς. Στην πραγματικότητα όμως, το Godzilla Vs Space Godzilla δεν είναι τόσο άσχημο, αφού προσφέρει απλόχερα στο θεατή μάχες και καταστροφές, αλλά κάπου το περιορισμένο ενδιαφέρον της ιστορίας, το γενικότερα χαλαρό ύφος της σκηνοθεσίας, παρά την ύπαρξη ορισμένων όμορφων σκηνών, και η τελική μάχη που φαίνεται εξαιρετικά στατική και αστεία αποδυναμώνουν το τελικό αποτέλεσμα.

Godzilla Vs Destroyah (1995, Takao Okawara)

O Takao Okawara επανέρχεται ως σκηνοθέτης στην εικοστή δεύτερη ταινία της σειράς, η οποία έμελλε να κλείσει τη δεύτερη εποχή του franchise. O Godzilla αντιμετωπίζει ένα νέο εχθρό, τον Destroyah, και τα βρίσκει πραγματικά σκούρα, παρά το γεγονός ότι έχει τη βοήθεια του Godzilla Jr. Οι μάχες της ταινίας είναι καλογυρισμένες, γεμάτος νεύρο και ένταση, με τον σκηνοθέτη να γεμίζει την ταινία με ένα γλυκόπικρο, μελαγχολικό αίσθημα που θα οδηγήσει ομαλά στο μελοδραματικό τέλος. Ο Okawara προσθέτει μπόλικα στοιχεία τρόμου και μελοδράματος στην ταινία, δίνοντας χώρο τόσο για επικές μάχες και καταστροφές, όσο και για συναισθηματικές φορτίσεις. Η ατμόσφαιρα της ταινίας είναι αρκετά σκοτεινή κι εφιαλτική, φέρνοντας αρκετές φορές στο μυαλό το παλιότερο Godzilla Vs Biollante, τα εφέ, στην καλύτερη περίπτωση, είναι απλά αποδεκτά, η ένταση οικοδομείται κλιμακωτά, αν και δεν αποφεύγει ορισμένες κοιλίτσες, η βία και η αγωνία ισορροπούν με τη συγκίνηση και η τελική μάχη αφήνει πάντες ικανοποιημένους. Το φινάλε βρίσκει τον Godzilla νεκρό, αλλά με μια αστεία ανατροπή, ο Godzilla Jr., ο οποίος είχε πεθάνει κι αυτός λίγο πριν το τέλος, απορροφάει τεράστιες ποσότητες ραδιενέργειας, ανασταίνεται και μεταλλάσσεται σε ένα νέο, γιγαντιαίο Godzilla.
 
Φοβερή παρουσίαση!! Να προσθέσω ότι στο Κινγκ Κόνγκ εναντίον Γκοζίλα συμμετέχουν οι Μάε Χάμα και η Ακίκο Γιακαμπαγιάσι (τα 2 Bond Girls από το Ζεις μονάχα δυο φορές)

Από καθαρές Γκοτζιλοταινίες έχω δει μόνο το vs Hedorah (με τον τίτλο vs Smog Monster) και το Vs Megalon και δε μπορώ να πω ότι με ενθουσίασαν θα προσπαθήσω να βρω παλιότερες για μια επανεκτίμηση :)
 
Thor είπε:
Από καθαρές Γκοτζιλοταινίες έχω δει μόνο το vs Hedorah (με τον τίτλο vs Smog Monster) και το Vs Megalon και δε μπορώ να πω ότι με ενθουσίασαν θα προσπαθήσω να βρω παλιότερες για μια επανεκτίμηση :)
Λογικό είναι, γιατί, κατά τη γνώμη μου, μου έχεις δει δυο από τις πιο μέτριες ταινίες της σειράς.

Πέρα από την πρώτη, που είναι καλή ταινία και όχι απλά καλή για Godzilla, περισσότερο αξίζουν τα Mothra Vs Godzilla, Destroy All Monsters, Godzilla Vs Biollante και η ιαπωνική version αυτής του 1984
 
Ο πρώτος Γκοτζίλλα διασκεθάστηκε και για την Αμερικανική αγορά, με την προσθήκη σκηνών στις οποίες έπαιζε τον κύριο ρόλο ένας αμερικανός επιστήμονας (Raymond Burr), ούτως ώστε ο βασικός "καλός" της ταινίας να είναι αμερικανός, όπως απαιτούν οι νόμοι της φύσης. Κάτι οι πρόσθετες σκηνές κάτι η ανεκδιήγητη μεταγλώττιση στα Αγγλικά (καμιά σχέση μεταξύ της κίνησης των χειλιών και των ήχων, ούτε καν στη διάρκεια), κατάστρεψαν τελείως το έργο ή μάλλον το έκαναν cult αλλά για λάθος λόγους.

Τα έργα με τη Mothra και το Rodan τα διασκέδασα, αλλά όταν μπήκε στη μέση το Γκοτζιλλάκι (παιγμένο από ηθοποιό σε μια φρικτή στολή) το οποίο μάλιστα μπορούσε να μιλάει με το αγοράκι που ήταν το βασικό του φιλαράκι παραέγιναν γελοία. Επίσης το τέρας αποκτούσε όλο και περισσότερες ικανότητες, ας πούμε το βάλανε να πετάει σαν αεριωθούμενο, βγάζοντας αέρια από το στόμα του (προωθητικό ρέψιμο!) και άλλα τέτοια, που επίσης γελοιοποίησαν την όλη ιδέα.
 
elephadas είπε:
Ο πρώτος Γκοτζίλλα διασκεθάστηκε και για την Αμερικανική αγορά, με την προσθήκη σκηνών στις οποίες έπαιζε τον κύριο ρόλο ένας αμερικανός επιστήμονας (Raymond Burr), ούτως ώστε ο βασικός "καλός" της ταινίας να είναι αμερικανός, όπως απαιτούν οι νόμοι της φύσης. Κάτι οι πρόσθετες σκηνές κάτι η ανεκδιήγητη μεταγλώττιση στα Αγγλικά (καμιά σχέση μεταξύ της κίνησης των χειλιών και των ήχων, ούτε καν στη διάρκεια), κατάστρεψαν τελείως το έργο ή μάλλον το έκαναν cult αλλά για λάθος λόγους.
Τα έργα με τη Mothra και το Rodan τα διασκέδασα, αλλά όταν μπήκε στη μέση το Γκοτζιλλάκι (παιγμένο από ηθοποιό σε μια φρικτή στολή) το οποίο μάλιστα μπορούσε να μιλάει με το αγοράκι που ήταν το βασικό του φιλαράκι παραέγιναν γελοία. Επίσης το τέρας αποκτούσε όλο και περισσότερες ικανότητες, ας πούμε το βάλανε να πετάει σαν αεριωθούμενο, βγάζοντας αέρια από το στόμα του (προωθητικό ρέψιμο!) και άλλα τέτοια, που επίσης γελοιοποίησαν την όλη ιδέα.
Έχεις δίκιο για την πρώτη ταινία, κυκλοφόρησε στην αμερικάνικη αγορά ως Godzilla King of Monsters μερικά χρόνια αργότερα. Δεν έχω δει την αμερικάνικη version αλλά από αυτά που λες και από όσα άλλα έχω διαβάσει φαίνεται ότι την κατέστρεψαν την ταινία. Το κακό είναι, ότι εξαιτίας της αμερικάνικης version και της πορείας που πήραν οι ταινίες της σειράς μετά, το κοινό ξέχασε ότι η πρώτη ταινία ήταν σοβαρή και καλή.

Για τη δεύτερη ταινία μάλλον πρέπει να αναφέρεσαι στο Godzilla's Revenge, εκεί που ο μικρός Godzilla αποκτά φιλία και βοηθά ένα παιδί που του την πέφτουν οι συμμαθητές του στο σχολείο. Τον μικρό Godzilla (Minilla) τον ερμηνεύει ένας νάνος με λαστιχένια στολή. Αστεία ταινία, ίσως η χειρότερη της σειράς
 
Πίσω
Μπλουζα