Μετανιώσατε που πήγατε στον πόλεμο;
Z.X. Δεν μετάνιωσα καθόλου για τα 4 χρόνια που πολέμησα στην έρημο, την οποία έχω φάει με το κουτάλι, γιατί εμένα μου άρεσε η περιπέτεια, και φυσικά είχα φύγει γιατί δεν μπορούσα και τον ζυγό των Γερμανών
Οπότε κάποια στιγμή όταν τελείωσε ο πόλεμος επιστρέψατε στην Ελλάδα και ασχοληθήκατε με τις οικογενειακές επιχειρήσεις.
Ζ.Χ. Ε ναι (γέλια), πήγαινα έπαιρνα λεφτά και έφευγα, δεν ήμουν πρόσωπο για δουλειές εγώ παρόλο που μετά είχα αγοράσει τα βαπόρια κυρίως με δικά μου χρήματα.
Στην διάρκεια της κατοχής λειτουργούσαν οι αποθήκες με τα υφάσματα;
Ο πατέρας μου είχε κρύψει τα εμπορεύματα των εβραίων έμπορων (τα έχτισε για να μην τα βρουν οι Γερμανοί) τους οποίους ήταν φίλοι και συνεργάτες, τα οποία στην συνέχεια μετά τη κατοχή επιστράφηκαν στον ραβίνο της συναγωγής για αυτούς που δεν επιβίωσαν και στους κατόχους τους τα υπόλοιπα. Στην διάρκεια του συμμοριτοπόλεμου αμέσως μετά όμως η επιχείρηση είχε αρχίσει να έχει μεγάλο παθητικό μιας που οι αποστολές των εμπορευμάτων στην επαρχία δεν έφταναν ποτέ στον τελικό προορισμό τους εξαιτίας των ανταρτών οι οποίοι σταματούσαν τα φορτηγά με τα εμπορεύματα. Βέβαια εγώ βλέποντας αυτή την κατάσταση είχα επισημάνει στον πατέρα μου ότι δεν θα μπορούσαμε να λειτουργήσουμε την επιχείρηση έτσι με τέτοιες μεγάλες ζημιές όπως αυτές που είχαμε τότε.
Κεφάλαιο γυναίκες - Αυτό μάλλον δεν είναι κεφάλαιο, είναι βιβλίο ολόκληρο θα έλεγα. Είναι γνωστή στους πάντες η αγάπη σας για το ωραίο φύλο. 5 γάμοι και πολλές φιλενάδες ανά τον κόσμο. Αλήθεια πόσο χρονών παντρευτήκατε για πρώτη φορά;
Z.X. Στην Βυρηττό παντρεύτηκα με μια Γαλλίδα η οποία ήταν κόρη ενός Γάλλου στρατηγού, σε μια εποχή που η Συρία και ο Λίβανος ήταν Γαλλικό προτεκτοράτο. Ο πεθερός μου ήταν διοικητής Συρίας - Λιβάνου. ΄Ημουν βέβαια αρκετά μικρός τότε.
Από όλους αυτούς τους γάμους αποκτήσατε ένα παιδί. Ήταν δική σας επιλογή αυτό;
Z.X. Για να πούμε εδώ την αλήθεια και δεν προέκυψε, αλλά και εγώ δεν ήμουν έτσι πολύ με τα παιδιά, κυρίως με την νοοτροπία με την οποία μεγαλώνουν τα Ελληνόπουλα. Ένα παιδί έκανα, με την δεύτερη γυναίκα μου μόλις γύρισα από τον πόλεμο. Την κόρη μου την έκανα με την Δανάη την Κύρου που η οικογένεια της ήταν οι ιδιοκτήτες της εφημερίδας ''Εστία'' στην οποία αρθρογραφώ τα τελευταία 12 χρόνια.
Είναι αλήθεια ή φήμη ότι τρέχατε σε ράλι όταν γεννούσε η γυναίκα σας;
Z.X. Έτρεχα στο Μόντε Κάρλο όταν γεννήθηκε η κόρη μου το οποίο το έχω κάνει 4-5 φορές από την Γιουγκοσλαβία μέσα από κάτι δρόμους, (ο Θεός να τους κάνει δρόμους) τότε που τρέχαμε στα ράλι.
Όπως βλέπεται εκεί απέναντι είναι όλα τα αυτοκίνητα και αρκετές από τις γυναίκες που γνώρισα, κάποιες από τις οποίες και παντρεύτηκα. Είχα ξοδεύψει πολλά λεφτά για να φέρω όλα αυτά τα αυτοκίνητα από το εξωτερικό, είχα Alfa Romeo, Austin Healey, είναι 2 Ferrari, Lancia Aurelia και κάποια άλλα.
Ποιό ήταν το αγαπημένο σας;
Ζ.Χ. Οι Ferrari ήταν από τα αγαπημένα μου αυτοκίνητα λίγο περισσότερο από τα άλλα. Να ναι καλά ο μπαμπάς μου που πλήρωνε και αγόραζα ότι ήθελα.
Έχετε σήμερα στην κατοχή σας κάποια από αυτά τα αυτοκίνητα;
Ζ.Χ. Όχι δεν έχω κανένα από αυτά πλέον, αλλά αν τα είχα θα ήμουν πολύ πλούσιος γιατί η Αμερική σήμερα θα πλήρωνε πολλά χρήματα για αυτά τα αυτοκίνητα.
Εκτός από το ράλι του Μόντε Κάρλο τρέχατε και σε άλλους αγώνες;
Ζ.Χ. Έτρεχα και σε αγώνες στην Ελλάδα φυσικά αλλά εκεί μας περνούμε ο Πεσματζόγλου γιατί εμείς τα κάναμε από την τσέπη μας όλα, ενώ αυτός είχε τις αντιπροσωπίες την Chevrolet και την Cadillac, είχε πάρα πολλά λεφτά και ταυτόχρονος ήταν και τσιγκούνης φοβερός. Αυτός λοιπόν είχε 4 συνεργεία σε όλη την διαδρομή, είχε δηλαδή όλη την υποδομή οτιδήποτε χρειαζόταν, και έτσι βέβαια ερχόταν πάντα πρώτος, ενώ από την άλλη εμείς αν παθαίναμε 2 φορές λάστιχο μέχρι να βγάλει ο συνοδηγός την σαμπρέλα να τρέξει σε συνεργείο να την κολλήσει και να την φουσκώσει περνούσε κάποιος χρόνος και αρκετός ορισμένες φορές.
Τότε οι αγώνες αυτοκινήτου δεν είναι όπως είναι σήμερα που κάνεις μια διαδρομή, σταματάς, πηγαίνεις για φαγητό, κοιμάσαι, και συνεχίζεις μετά, μιας και πληρώνουν οι διάφορες εταιρίες, με τις χορηγίες που κάνουν. Τότε το ράλι ήταν 3,5 μέρες και έπρεπε να καλύψουμε 2000 χιλιόμετρα, με όλα τα έξοδα δικά μας, ακόμα και την βενζίνη εμείς την πληρώναμε. Τα δε αυτοκίνητα μετά από τέτοια δοκιμασία είχαν διαλυθεί και τα πετούσες γιατί τι να πρωτοδιορθώσεις σ αυτά
Έχω και ένα περιστατικό σε ένα αγώνα που τρέχαμε στην Βέροια (από την οποία κατάγεστε). Ήμουν με ένα φίλο μου και ξεκινάμε τον αγώνα έχοντας πάρει στο πίσω κάθισμα ένα μηχανικό (αχρείαστος να είναι - για παν ενδεχόμενο). Αυτός φοβόταν την ταχύτητα και μας έλεγε συνέχεια να πηγαίνουμε σιγότερα γιατί φοβόταν. Ειδικά όταν περνούσαμε την Κατάρα μετά τα Γιάννενα έβλεπε τον γκρεμό στην μια πλευρά του δρόμου λίγα εκατοστά παραδίπλα μας και μας έλεγε ''Σιγά βρε παιδιά κηδεία με κιάλια θα μας κάνουν'' Η κούραση που είχαμε από ένα σημείο και μετά ήταν εξαντλητική, άυπνοι και οι δυό μας, προσπαθούσαμε να μείνουμε ξύπνοι με διάφορους τρόπους. Ήμασταν έξω από την Βέροια, και έχοντας μείνει μόνο το κομμάτι Βέροια - Αθήνα που είναι μια ευθεία ο δρόμος δίνουμε το τιμόνι σ αυτόν και πέφτουμε εμείς να κοιμηθούμε λιγάκι. Μπαίνοντας στην Βέροια είχε ο δρόμος μια διχάλα, και αυτός παίρνει λάθος δρόμο. Μας ξύπνησε 3 ώρες μετά και μας λέει ''Βρε παιδιά εδώ που είμαστε δεν μιλούν Ελληνικά, τι κάνουμε;''. Eίχαμε φτάσει στην Αλβανία, στα σύνορα τέρμα επάνω. Βέβαια αμέσως το πιάσαμε εμείς το αυτοκίνητο και τρέχαμε σαν τους τρελλούς, αλλά άμα έχεις χάσει 3 ώρες αγώνα............... Τα αυτοκίνητα ήταν το μεγάλο μου πάθος
Τα αυτοκίνητα και οι ωραίες γυναίκες
Ζ.Χ. Άμα δεν έβλεπα ωραία γυναίκα δεν πλησίαζα, όλες οι γυναίκες που ήμουν μαζί τους ήταν ωραίες.
Ποιό ήταν όμως το μυστικό της επιτυχίας σας με τις γυναίκες. Τι πιστεύετε ότι τις τραβούσε πάνω σας;
Ζ.Χ. Δεν ξέρω αν αυτό ήταν το μυστικό αλλά εγώ ήμουν αδιάφορος με τις γυναίκες, τουλάχιστον δεν έδειχνα φανερά το ενδιαφέρον μου, αλλά είχα και πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση . Αυτό μάλλον τραβούσε τις γυναίκες πάνω μου καθώς και ήμουν και είμαι πάντα ευγενής με αυτές, αλλά και με όλο τον κόσμο. Θέλω να πω πως δεν πείραξα, ούτε προσέβαλα ποτέ κανένα αν δεν το έκανε πρώτος αυτός. Ακόμα όμως και στις περιπτώσεις μου με πείραζαν εγώ έβρισκα τον τρόπο να του το ανταποδώσω πάντοτε όμως με ευπρέπεια και χωρίς να γινόμουν ποτέ χυδαίος.
Ζηλεύατε τις γυναίκες που ήσασταν μαζί;
Ζ.Χ. Εκείνες με ζήλευαν, μου έκαναν μαύρη τη ζωή με τις ζήλιες τους, αλλά και εγώ βέβαια δεν καθόμουν ήσυχος, ήμουν αρκετά ζωηρός.
Όπως για παράδειγμα με την Τζένη Καρέζη;
Ζ.Χ. Και η Τζένη με άρχισε να με ζηλεύει από ένα σημείο και μετά. Την είχα γνωρίσει στο Λονδίνο στο σπίτι μιας φίλης μου στο οποίο ήταν και η Μελίνα Μερκούρη η οποία ήταν και αυτή φίλη μου και συμμαθήτρια της αδερφής καθώς μείναμε για μια εποχή δίπλα δίπλα. Η Μελίνα λοιπόν μου σύστησε με την Τζένη. Ήταν η εποχή που εγώ έμεινα στο Παρίσι και ήμουν παντρεμένος με μια Ρουμάνα πριγκίπισσα.
Από το Παρίσι φύγατε εξαιτίας της Καρέζη;
Z.X. Κάποια στιγμή όταν χώρισα με την Ρουμάνα και αφού είχα πουλήσει την επιχείρηση που είχα στο Παρίσι τις μετοχές της εταιρίας που ήμουν, γιατί ενώ μπορεί να έβγαζα αρκετά χρήματα από τις δουλειές μου εκεί, δεν ήμουν όμως ικανοποιημένος, δεν μου άρεζε αυτή η δουλειά. Πήρα τα χρήματα, επέστρεψα στην Ελλάδα και με τα λεφτά αυτά αγόρασα τα βαπόρια.
Στο μεταξύ είχατε παντρευτεί με την Καρέζη;
Ζ.Χ. Εγώ την Καρέζη ούτε την κυνήγησα, ούτε τίποτα, επιστρέφοντας στην Ελλάδα αρχίσαμε και βγαίναμε κάποιες φορές, όπου δεν άργησα να καταλάβω το ενδιαφέρον της για μένα. Για να μην τα πολυλογώ σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αποφασίσαμε να παντρευτούμε.
Τα βαπόρια τα είχατε ήδη;
Ζ.Χ. Τότε που επρόκειτο να πάρω τα βαπόρια ήμουν παντρεμένος με την Τζένη, αλλά ήμουν συνεχώς σε ένα αεροπλάνο ταξίδευα συνέχεια από την μια τράπεζα στην άλλη, από την Νορβηγία ως την Κίνα όπου δεν μπορούσα να μπω λόγω του Μάο, και είχα κάνει ένα γραφείο στο Χόνγκ Κογκ στο οποίο πηγαινοερχόμουν. Άμα δεν είσαι Γουλανδρής στην ναυτιλία με παράδοση τριών γενιών και με αμέτρητα λεφτά, πρέπει να τρέχεις.
Πως βιώσατε την εμπειρία σας με την ναυτιλία;
Ζ.Χ. Η ναυτιλία είναι ωραία δουλειά άμα ξεχρεώσεις τα δάνεια και εισπράττεις κάθε μήνα. Εγώ όμως είχα και ατυχίες με τα βαπόρια, καθώς είχε πτωχεύσει η τράπεζα με την οποία συνεργαζόμουν τότε (κάθε 200 χρόνια πτωχεύει μια τράπεζα), έπεσα στην περίπτωση δηλαδή. Μετά έκλεισε και το Σουέζ με τον πόλεμο των 7 ημερών και παρέμεινε κλειστό για αρκετά χρόνια. Είχα εκείνη την εποχή 3 βαπόρια εγώ από τα οποία τα 2 ήταν δικά μου, ενώ το τρίτο το πρακτόρευα στην Κίνα. Μετά το κλείσιμο του Σουέζ λόγω μεγέθους τα βαπόρια δεν μπορούσαν να περάσουν από το Κέιπ Τάουν και το ακρωτήριο της καλής ελπίδας όπου έχει 11 μέτρα κύματα εκεί που συναντούνται οι δύο ωκεανοί. Έτσι έμειναν εκεί που ήταν, επαναστάτησαν τα πληρώματα, κα έτσι χάθηκαν τα βαπόρια.
Γνωριμία με Αριστοτέλη Ωνάση;
Ζ.Χ. Εκείνη την εποχή που ασχολήθηκα με την ναυτιλία τον είχα γνωρίσει στο σπίτι του Σοφοκλή του Βενιζέλου όπου είχαμε πάει με την Τζένη Καρέζη κάποιες φορές για φαγητό. Θυμάμαι πως με αποκαλούσε συνέχεια ''Νεαρέ''
Νεαρός ήσασταν τότε σε σχέση μ αυτόν. Τι άνθρωπος ήταν;
Ζ.Χ. Δεν ξέρω πως ήταν στις δουλειές του, πάντως σαν παρέα και σαν συντρόφια ήταν έξω καρδιά, με το γέλιο του και το καλαμπούρι του. Μας έλεγε τις διάφορες περιπέτειες του με τις γυναίκες, αλλά είχε ένα στόμα ο άτιμος....
Για να επανέλθουμε στις σχέσεις σας με τις γυναίκες, τις αντέχατε εσείς ή αυτές εσάς;
Ζ.Χ. Μετά από ένα χρονικό διάστημα τις βαριόμουνα, γιατί άμα περνούμε ο έρωτας άρχιζε η γκρίνια και οι ζήλιες. Έγώ δεν τα μπορούσα αυτά τα πράγματα, ούτε τις εντάσεις ούτε τίποτα, σηκωνόμουν και έφευγα. Έτσι οι γάμοι μου είχαν μια διάρκεια ως τα τέσσερα το πολύ χρόνια, και αυτό λόγω του χαρακτήρα και της νοοτροπίας που είχα. Αλλά ακόμα και μετά που χώριζα συνέχιζα να έχω καλές σχέσεις με τις γυναίκες μου, όπως είχε συμβεί και με την Τζένη Καρέζη όπου συνεχίσαμε και βγαίναμε μαζί έξω.
Σας ζήλευε και αυτή;
Ζ.Χ. Πολλές φορές τις έβαζαν και λόγια ότι έχω διάφορες φιλενάδες και εγώ δεν ξέρω που, στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στο Όσλο κλτ. Ήμουν αναγκασμένος λόγω των βαποριών να ταξιδεύω πολύ ανά τον κόσμο, και τiς έλεγα της Τζένης πως είναι δυνατόν να τις βολεύω όλες αυτές τις φιλενάδες ανά τον κόσμο και εσένα μαζί. Τελικά κάποιες τέτοιες φήμες ήταν η αιτία που χωρίσαμε.
Σας ενοχλούσε η δημοσιότητα που είχε;
Z.X. Όχι καθόλου δεν με πείραζε, άλλωστε και εγώ ήμουν γνωστός στην Αθήνα στους κοσμικούς κύκλους, και δεν είχα τέτοιου είδους κόμπλεξ γιατί δεν στερήθηκα τίποτα, και ποτέ δεν ζήλεψα στην ζωή μου. Υπάρχουν κάποια ''επεισόδια'' τα οποία τα έχω γράψει και στα βιβλία μου, και γελούσα όταν που συνέβαιναν τέτοιου είδους πράγματα. Ένα βράδυ πάω να πάρω την Τζένη από το θέατρο όπως το συνήθιζα, και αυτή ήθελε να πάμε στην Argentina όπου εκείνο το βράδυ είχε πρεμιέρα η Μαρινέλλα. Χάλαγε ο κόσμος εκείνη την εποχή με την Μαρινέλλα. Βέβαια η ώρα ήταν ήδη 12.30 και της λέω της Τζένης ότι τέτοια ώρα όχι καρέκλα δεν θα βρούμε να καθίσουμε μα μήτε και σκαμνί. ''Δεν είσαι καλά χρυσό μου, θα πάω εγώ μπροστά και θα καθίσουμε'' ήταν η απάντηση της Τζένης. Τέλος πάντων δεν ήθελα να της χαλάσω το χατίρι και έτσι πήγαμε. Περιττό να σας πω ότι χαλούσε ο κόσμος στο μαγαζί, εμάς δε ούτε που να μας φτύσουν. Καθίσαμε κάτω από μια κολώνα και περιμέναμε, η δε Τζένη ήταν έξαλλη που κανείς δεν γύριζε να μας κοιτάξει, μέχρι που κάποια στιγμή πέρασε ένα παλιό γκαρσόνι, ο Παναγιώτης που με ήξερε, μας βλέπει και μου λέει ''κύριε Ζάχο κάτσε εδώ και θα σε βολέψω''. Πράγματι το γκαρσόνι ''έκανε θαύματα'' εκείνη τη βραδιά, άρχισε να σπρώχνει μια παρέα 8-10 ατόμων παραδίπλα, μια άλλη παρέα την μετακίνησε μισό μέτρο πιο εκεί και βάζει ένα τραπέζι ανάμεσά τους μπροστά μπροστά και μας κάνει νόημα να πάμε να καθίσουμε. Η Καρέζη προχώρησε πρώτη με ένα ύφος, ένα τουπέ και πάει και κάθετε, ενώ εγώ είχα κατεβάσει το μούτρα μου γιατί ήξερα ότι όλοι μας βρίζουν από μέσα τους. Αισθάνθηκα την ανάγκη να ευχαριστήσω το γκαρσόνι για την διάθεσή του να μας εξυπηρετήσει με τον τρόπο που το έκανε, και γυρίζει και μου λέει ''ε αλίμονο, για σας, 25 χρόνια σας σερβίρω κύριε Καρέζη'', και μας πιάνουν κάτι γέλια εμένα και την Τζένη.
Με το γράψιμο και την δημοσιογραφία πότε ξεκινήσατε;
Ζ.Χ. Αφού είχαν χαθεί και τα βαπόρια, με πλησίασε η Ελένη Βλάχου της Καθημερινής (στην οποία είδα δώσει κάποια πράγματα που είχα γράψει, τα οποία της άρεσαν) και μου πρότεινε να πάω στην εφημερίδα. Μεσολάβησε η περίοδος της χούντας όπου η Ελένη Βλάχου είχε φύγει για το Λονδίνο. Στην διάρκεια της χούντας είχα γράψει ένα γράμμα στο evening standar (που ήταν η πιό δημοφιλής εφημερίδα στο Λονδίνο) στο οποίο περιέγραφα την κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα. Είχα στείλει το γράμμα στην Ελένη Βλάχου προκειμένου να το δημοσιεύσει εκεί, το οποίο για κάποιο άγνωστο λόγο το περιεχόμενο του διέρρευσε και έγινε γνωστό στην χούντα. Χτυπάει μια μέρα το τηλέφωνο και με ενημερώνουν ότι με ζήτησε προσωπικά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης ο ταξίαρχος Παττακός, ο οποίος όπως και όλοι οι στρατιωτικοί είχαν μια συμπάθεια και ένα σεβασμό για όλους αυτούς που πολέμησαν όπως εγώ. Αν ήταν άλλος στην θέση μου θα τον έβαζαν στην φυλακή αμέσως. ''Γιατί το έκανες αυτό με ρωτάει'' και αρχίζω να του απαντώ εξηγώντας τους λόγους αυτού του γράμματος λέγοντας ότι ως δημοσιογράφος προσπαθώ να είμαι αντικειμενικός περιγράφοντας την εδώ κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί την οποία εγώ τη έβλεπα αλλιώς, και αλλιώς την έβλεπαν αυτοί, χωρίς να είμαι υβριστικός στο κείμενο αυτό (πράγμα που μου το αναγνώρισε), και στο κάτω κάτω ούτε σκότωσα, ούτε πρόδωσα κανέναν του εξήγησα.
Είχατε επιπτώσεις από αυτή σας την ενέργεια;
Ζ.Χ. Έδωσε μόνο εντολή στις εφημερίδες να μου κόψουν την δουλειά σαν δημοσιογράφος, αναγκάζοντας με να αρχίσω να γράφω στίχους για τον Ξαρχάκο και για τον Ζαμπέτα. Ακόμα μου στέλνουν κάτι φραγκοδίφραγκα από τα δικαιώματα για τους στίχους που είχα γράψει τότε. Βέβαια και τότε είχα βρει τον μπελά μου, μιας που μας κάλεσαν εμένα και τον Ζαμπέτα στην λογοκρισία η οποία ήταν στα παλιά ανάκτορα, εκεί που είναι σήμερα η βουλή.
Είχα γράψει στίχους για 5-6 δίσκους στον Ξαρχάκο και στον Ζαμπέτα. Σε ένα δίσκο που τον έβγαλε ο Ζαμπέτας και είχε κάνει μεγάλη επιτυχία μας κάλεσαν στην λογοκρισία, που ήταν στα παλιά ανάκτορα εκεί που είναι η βουλή σήμερα. Πάμε οι δυό μας εκεί όπου ήταν ένας βλάχος ταγματάρχης ο οποίος άρχισε να μας φωνάζει για έναν από τους στίχους του δίσκου και απειλούσε ότι θα τον απαγορεύσει. Ο Ζαμπέτας εκεί έλεγε διάφορα, έλεγε ότι ήθελε, φώναζε, πως την γλυτώσαμε εκείνη την φορά και δεν μας βάλαν μέσα και εγώ δεν ξέρω. Αρχίζει ο ταγματάρχης να διαβάζει τον στίχο ο οποίος έλεγε ''Τα μάτια της τον ήλιο φέρναν στην Δραπετσώνα, και η αναπνοή της ζέσταινε τις νύχτες του χειμώνα'', ένας στίχος ερωτικός όσο δεν γίνεται, απορούσα τι ήταν αυτό που τους ενόχλησε τόσο πολύ.
''Η Ελλάς έχει απόθεμα πετρελαίου για 40 χρόνια, μπορούμε να ζεστάνουμε όλη την Ευρώπη'', όχι η αναπνοή της να ζεστάνει..........Το πήγε εκεί, αυτό τους ενόχλησε το οτι δηλαδή είμαστε φτωχοί και ότι με την αναπνοή μας ζεσταινόμαστε. Ήταν αδύνατον να συνεννοηθούμε ήταν βλάχος ο άνθρωπος. Τελικά μας έδιωξε με τις κλωτσιές από το γραφείο του εμένα και τον Γιώργο.