Θεία Λένα
RetroJunkie
- Joined
- 21 Απρ 2017
- Μηνύματα
- 2.131
- Αντιδράσεις
- 4.736
Ο τελευταίος Ασπροκόρακας ( του Αλέξη Σολομού).
Κυρίως γνωστός ως σκηνοθέτης, ο Αλέξης Σολομός, υπήρξε κάποτε νεαρός... Και ηθοποιός στο νεοσύστατο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.
Την εποχή εκείνη - που η χώρα στέναζε κάτω από τη μπότα του κατακτητή που λέει και το τραγούδι- με παρότρυνση του Κουν ο Σολομός γράφει μια σάτιρα για την αστική οικογένεια.
Η παράσταση ανέβηκε από τους ηθοποιούς του Θεάτρου Τέχνης λίγο πριν την αποχώρηση των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων απ' την Αθήνα.
Οι κριτικοί της εποχής διχάστηκαν "όσο ποτέ άλλοτε" μας λέει ο Σολομός στην εισαγωγή που κάνει στο έργο του όταν αυτό ανέβηκε ως ραδιοφωνική παράσταση.
Υπόθεση:
Η αστική οικογένεια των Ασπροκορακα, με αρχηγίνα την αγέρωχη θεία Βιργινία, προσπαθεί να πείσει τον τελευταίο άρρεν απόγονο της να διακόψει το δεσμό του με μια καλλιτέχνιδα. Ο νεαρός βρίσκεται σε δίλημμα. Θα ακολουθήσει τις συμβουλές των θείων του; Θα συμμορφωθεί με "το βάρος του ονόματος" και θα απαρνηθεί την ερωμένη του ή θα ακούσει την καρδιά του;
Την κεντρική ιστορία πλαισιώνουν διάφορες χαριτωμένες ιστοριουλες, προχωρημένες για την εποχή που γράφτηκε το έργο.
( Αν και ίσως η σεμνοτυφία σε σινεμά και θέατρο να έγινε κανόνας γύρω στο 60).
Αν έχει την οποιαδήποτε σημασία η γνώμη μου βρήκα το έργο έξυπνο και με χιούμορ περισσότερο ευρωπαϊκό παρά ελληνικό, αλλά οπωσδήποτε με χιούμορ.
Μια ευχάριστη για μένα έκπληξη απ' τον δάσκαλο και διαλεχτό σκηνοθέτη του Εθνικού θεάτρου, Αλέξη Σολομό.
Κείμενο/σκηνοθεσία: Αλέξης Σολομός
Ακούγονται οι ηθοποιοί:
Ελένη Χατζηαργύρη: Βιργινία Ασπροκόρακα
Λυκούργος Καλλέργης: Κλεάνθης Ασπροκόρακας
Στέλιος Βόκοβιτς: Σώτος Ασπροκόρακας
Χρήστος Πάρλας: Νικηφόρος Ασπροκόρακας
Άννα Φόνσου:Ρόζα
Κάκια Παναγιώτου: Ροξάνη Ασπροκόρακα
Γιώργος Γεωγλερής: Φωτογράφος
Κλεοπάτρα Ροντήρη: Άννα Μαρία
Φωτεινή Μανέττα: Αλεξάνδρα
Μαρία Λιαπίκου: Ολυμπία
Γιάννης Αργύρης: Πρωθυπουργός
Ματίνα Καρρά: Μίτση
Θεοδόσης Ισαακίδης: Μετρ
Δημήτρης Τσούτσης: Μάγος Τσατσάρα
Κώστας Κανξίδης: Ανθυπολοχαγός Λώλης.
«…Στ’ απύθμενα βάθη του δραματουργικού μου μαρασμού θα μου απλώσει και πάλι το σωτήριο χέρι του ο Κουν. Θεωρεί, καθώς μου λέει, την κωμωδία μου “Ο τελευταίος Ασπροκόρακας» σαν το καλύτερο ελληνικό έργο απ’ όσα έχει διαβάσει τελευταία και θέλει να την ανεβάσει. Πολύ φοβάται αν το κοινό θα την καταλάβει, μα είναι έτοιμος να κάνει το τόλμημα. Να πούμε την αλήθεια, δεν είναι κι ο ίδιος ολότελα αμέτοχος στην έμπνευση της δραματικής ιδέας. Από τον καιρό που του διάβαζα τα παλαιότερα έργα μου, προσπαθούσε να με προσανατολίσει στην αστική σάτιρα, στη γελοιογράφηση της μπουρζουαζίας…Η κωμωδία τούτη – μια μασκαράτικη παρωδία βαρύγδουπου κοινωνικού δράματος ζωντανεμένη από ανθρώπινες μαριονέτες – μας “διδάσκει” πως μονάχα οι ξιπασμένοι λογαριάζουν τους εαυτούς τους άσπρους κόρακες, αντί μαύρους σαν όλους τους απλούς ανθρώπους. Δίκην Δον Κάρλος ή νεαρού Μπόργκμαν, ο τελευταίος γόνος της οικογένειας Ασπροκόρακα, ο Νικηφόρος, μεγαλωμένος κάτω από την καταπιεστική δόξα του νεκρού πατέρα του – πούχε ανακαλύψει… – επαναστατεί τελικά και, στο πείσμα της αγέρωχης κι αδιάλλαχτης φαμίλιας, παντρεύεται την… που ποθεί η καρδιά του. Με την παράσταση αυτή συντελείται το θεατρικό ντεμπούτο της Αλέκας Κατσέλη (τότε Μαζαράκη), του Γκιωνάκη, του Δημήτρη Νικολαΐδη σαν ρομαντικού ζεν-πρεμιέ και του Μάνου Χατζηδάκι, που συνθέτει τα πρώτα του θεατρικά τραγούδια, “Νικαράγουα” και “Το όνομά μου είναι Ρόζα”…Στην πλατεία έχουνε δώσει ραντεβού όλοι οι κουλτουριάρηδες των ημερών, εχθροί και φίλοι... Ωστόσο οι κριτικές της τότε παράστασης ήτανε διχασμένες…
- «Απ’ την πρώτη στιγμή αισθάνθηκα να διοχετεύεται μέσα μου, μαζί με μιαν αναζωογονητική έκπληξη, ένας ηλεκτρισμός, ένας μαγνητισμός, μια σατιρική και ποιητική πνοή εξαίρετης ποιότητας» (Ά. Θρύλος, Νέα Εστία).
- «Η πιο μεγάλη του αρετή είναι ο ασύγκριτος σατιρικός του οίστρος, ένα στοιχείο που ξεπερνάει τα συνηθισμένα μέτρα» (Ι.Στογιάννης, Βραδυνή)
- «Σε μερικά χρόνια ο συγγραφέας κι ο κ. Κουν θ’ απορούν με την τόλμη τους – από ευγένεια ας το πούμε τόλμη» (Θ. Καστανάκης, Σκέψη).
- «…είχα θαυμάσει το θάρρος του να σκίσει το έργο που ήταν έτοιμος ν’ ανεβάσει ο Αργυρόπουλος – και μακάρι να είχε κάνει το ίδιο και για τούτο» (Α. Μαμάκης, Αθηναϊκά Νέα)…
Νιώθω ένα τριπλό αίσθημα: ικανοποίηση για το έργο μου, ευγνωμοσύνη για όσους εργάστηκαν γι’ αυτό κι απογοήτεψη για τους θεατές εκείνους που το δέχτηκαν αρτηριοσκληρωτικά. Πολλοί από δαύτους είναι οι ίδιοι που κρατούνε σήμερα στα χέρια τους το θεατρικό status quo, χάρη στη μπομπότα που πουλάνε στο κοινό. Αυτοί είναι που κλείσανε το δύσμοιρο κι αγαθό κοινό στο ζωολογικόν κήπο και το κάνανε να ξεχάσει τη λευτεριά του δάσους».
Αλέξης Σολωμός
πηγη:http://idrymapoiisis.blogspot.com/2014/09/blog-post_32.html
Στη φωτογραφία ο Σολομός διαβάζει το έργο του που μεταδόθηκε απο το Α' πρόγραμμα της Ε.Ρ.Α. (αρχείο ΕΡΤ)

Κυρίως γνωστός ως σκηνοθέτης, ο Αλέξης Σολομός, υπήρξε κάποτε νεαρός... Και ηθοποιός στο νεοσύστατο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν.
Την εποχή εκείνη - που η χώρα στέναζε κάτω από τη μπότα του κατακτητή που λέει και το τραγούδι- με παρότρυνση του Κουν ο Σολομός γράφει μια σάτιρα για την αστική οικογένεια.
Η παράσταση ανέβηκε από τους ηθοποιούς του Θεάτρου Τέχνης λίγο πριν την αποχώρηση των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων απ' την Αθήνα.
Οι κριτικοί της εποχής διχάστηκαν "όσο ποτέ άλλοτε" μας λέει ο Σολομός στην εισαγωγή που κάνει στο έργο του όταν αυτό ανέβηκε ως ραδιοφωνική παράσταση.
Υπόθεση:
Η αστική οικογένεια των Ασπροκορακα, με αρχηγίνα την αγέρωχη θεία Βιργινία, προσπαθεί να πείσει τον τελευταίο άρρεν απόγονο της να διακόψει το δεσμό του με μια καλλιτέχνιδα. Ο νεαρός βρίσκεται σε δίλημμα. Θα ακολουθήσει τις συμβουλές των θείων του; Θα συμμορφωθεί με "το βάρος του ονόματος" και θα απαρνηθεί την ερωμένη του ή θα ακούσει την καρδιά του;
Την κεντρική ιστορία πλαισιώνουν διάφορες χαριτωμένες ιστοριουλες, προχωρημένες για την εποχή που γράφτηκε το έργο.
( Αν και ίσως η σεμνοτυφία σε σινεμά και θέατρο να έγινε κανόνας γύρω στο 60).
Αν έχει την οποιαδήποτε σημασία η γνώμη μου βρήκα το έργο έξυπνο και με χιούμορ περισσότερο ευρωπαϊκό παρά ελληνικό, αλλά οπωσδήποτε με χιούμορ.
Μια ευχάριστη για μένα έκπληξη απ' τον δάσκαλο και διαλεχτό σκηνοθέτη του Εθνικού θεάτρου, Αλέξη Σολομό.
Κείμενο/σκηνοθεσία: Αλέξης Σολομός
Ακούγονται οι ηθοποιοί:
Ελένη Χατζηαργύρη: Βιργινία Ασπροκόρακα
Λυκούργος Καλλέργης: Κλεάνθης Ασπροκόρακας
Στέλιος Βόκοβιτς: Σώτος Ασπροκόρακας
Χρήστος Πάρλας: Νικηφόρος Ασπροκόρακας
Άννα Φόνσου:Ρόζα
Κάκια Παναγιώτου: Ροξάνη Ασπροκόρακα
Γιώργος Γεωγλερής: Φωτογράφος
Κλεοπάτρα Ροντήρη: Άννα Μαρία
Φωτεινή Μανέττα: Αλεξάνδρα
Μαρία Λιαπίκου: Ολυμπία
Γιάννης Αργύρης: Πρωθυπουργός
Ματίνα Καρρά: Μίτση
Θεοδόσης Ισαακίδης: Μετρ
Δημήτρης Τσούτσης: Μάγος Τσατσάρα
Κώστας Κανξίδης: Ανθυπολοχαγός Λώλης.
«…Στ’ απύθμενα βάθη του δραματουργικού μου μαρασμού θα μου απλώσει και πάλι το σωτήριο χέρι του ο Κουν. Θεωρεί, καθώς μου λέει, την κωμωδία μου “Ο τελευταίος Ασπροκόρακας» σαν το καλύτερο ελληνικό έργο απ’ όσα έχει διαβάσει τελευταία και θέλει να την ανεβάσει. Πολύ φοβάται αν το κοινό θα την καταλάβει, μα είναι έτοιμος να κάνει το τόλμημα. Να πούμε την αλήθεια, δεν είναι κι ο ίδιος ολότελα αμέτοχος στην έμπνευση της δραματικής ιδέας. Από τον καιρό που του διάβαζα τα παλαιότερα έργα μου, προσπαθούσε να με προσανατολίσει στην αστική σάτιρα, στη γελοιογράφηση της μπουρζουαζίας…Η κωμωδία τούτη – μια μασκαράτικη παρωδία βαρύγδουπου κοινωνικού δράματος ζωντανεμένη από ανθρώπινες μαριονέτες – μας “διδάσκει” πως μονάχα οι ξιπασμένοι λογαριάζουν τους εαυτούς τους άσπρους κόρακες, αντί μαύρους σαν όλους τους απλούς ανθρώπους. Δίκην Δον Κάρλος ή νεαρού Μπόργκμαν, ο τελευταίος γόνος της οικογένειας Ασπροκόρακα, ο Νικηφόρος, μεγαλωμένος κάτω από την καταπιεστική δόξα του νεκρού πατέρα του – πούχε ανακαλύψει… – επαναστατεί τελικά και, στο πείσμα της αγέρωχης κι αδιάλλαχτης φαμίλιας, παντρεύεται την… που ποθεί η καρδιά του. Με την παράσταση αυτή συντελείται το θεατρικό ντεμπούτο της Αλέκας Κατσέλη (τότε Μαζαράκη), του Γκιωνάκη, του Δημήτρη Νικολαΐδη σαν ρομαντικού ζεν-πρεμιέ και του Μάνου Χατζηδάκι, που συνθέτει τα πρώτα του θεατρικά τραγούδια, “Νικαράγουα” και “Το όνομά μου είναι Ρόζα”…Στην πλατεία έχουνε δώσει ραντεβού όλοι οι κουλτουριάρηδες των ημερών, εχθροί και φίλοι... Ωστόσο οι κριτικές της τότε παράστασης ήτανε διχασμένες…
- «Απ’ την πρώτη στιγμή αισθάνθηκα να διοχετεύεται μέσα μου, μαζί με μιαν αναζωογονητική έκπληξη, ένας ηλεκτρισμός, ένας μαγνητισμός, μια σατιρική και ποιητική πνοή εξαίρετης ποιότητας» (Ά. Θρύλος, Νέα Εστία).
- «Η πιο μεγάλη του αρετή είναι ο ασύγκριτος σατιρικός του οίστρος, ένα στοιχείο που ξεπερνάει τα συνηθισμένα μέτρα» (Ι.Στογιάννης, Βραδυνή)
- «Σε μερικά χρόνια ο συγγραφέας κι ο κ. Κουν θ’ απορούν με την τόλμη τους – από ευγένεια ας το πούμε τόλμη» (Θ. Καστανάκης, Σκέψη).
- «…είχα θαυμάσει το θάρρος του να σκίσει το έργο που ήταν έτοιμος ν’ ανεβάσει ο Αργυρόπουλος – και μακάρι να είχε κάνει το ίδιο και για τούτο» (Α. Μαμάκης, Αθηναϊκά Νέα)…
Νιώθω ένα τριπλό αίσθημα: ικανοποίηση για το έργο μου, ευγνωμοσύνη για όσους εργάστηκαν γι’ αυτό κι απογοήτεψη για τους θεατές εκείνους που το δέχτηκαν αρτηριοσκληρωτικά. Πολλοί από δαύτους είναι οι ίδιοι που κρατούνε σήμερα στα χέρια τους το θεατρικό status quo, χάρη στη μπομπότα που πουλάνε στο κοινό. Αυτοί είναι που κλείσανε το δύσμοιρο κι αγαθό κοινό στο ζωολογικόν κήπο και το κάνανε να ξεχάσει τη λευτεριά του δάσους».
Αλέξης Σολωμός
πηγη:http://idrymapoiisis.blogspot.com/2014/09/blog-post_32.html
Στη φωτογραφία ο Σολομός διαβάζει το έργο του που μεταδόθηκε απο το Α' πρόγραμμα της Ε.Ρ.Α. (αρχείο ΕΡΤ)
