Chapter 4-2 The rose in the gray
[Η Πάτυ, η Άννυ και η Κάντυ κουβέντιαζαν κάτω από το δέντρο. Η Ελίζα τους κουτσομπόλευε πίσω από την πλάτη τους.]
Άκουσαν ένα γδούπο πίσω τους, κοίταξαν η μία την άλλη και ανασήκωσαν τους ώμους τους.
<Δεν το πιστεύω, η Άννυ δεν ενδιαφέρεται για τα κουτσομπολιά… έγινε πιο δυνατή...>
Η Κάντυ κοίταξε τη φίλη της γλυκά...
<και δείχνει ομορφότερη... νομίζω πως είναι υπέροχο να αγαπάς κάποιον.>
Ο Άρτσυ δέχτηκε ζεστά την Άννυ που έτρεμε και ανησυχούσε όπως ήταν αναμενόμενο.
Μετά την εξομολόγησή της, ο Άρτσυ της είπε γλυκά :
”Όπου και να μεγάλωσες Άννυ, είσαι αυτή που είσαι”...
Αυτά έλεγε η Άννυ στην Κάντυ και το πρόσωπό της έλαμπε
"Δεν καταλαβαίνω γιατί νοιαζόμουν τόσο για πράγματα ήσσονος σημασίας. Ο Άρτσυ ήταν τόσο τρυφερός. Θέλω να γίνω η γυναίκα που θα αγαπήσει ο Άρτσυ από τα βάθη της καρδιάς του..."
Η Άννυ έλαμπε ολόκληρη καθώς τα έλεγε αυτά και μπορούσε με βεβαιότητα να πει κανείς πως τον αγαπούσε πραγματικά. <...να αγαπάς κάποιον από τα βάθη της καρδιάς σου...>
Η Κάντυ προσπάθησε να φυλακίσει τις λέξεις στο μυαλό της.
Και τότε, η πλάτη, τα μαλλιά που κυμάτιζαν στον αέρα και η δυνατή του ματιά τριβέλισαν το μυαλό της...
Τέρρυ...
Προσπάθησε βιαστικά να βγάλει τις εικόνες από το μυαλό της.
[ Υποσχέθηκαν πως θα πάνε στο ζωολογικό κήπο του Blue River μαζί με τον Στήαρ και τον Άρτσυ.]
<Η Άννυ θα είναι με τον Άρτσυ και η Πάτυ με τον Στήαρ. Ωωωω! Δεν έχω παρτενέρ..>
Η Κάντυ στραβομουτσούνιασε.
<Τέρρυ... και αν του ζητούσα να έρθει... αναρωτιέμαι αν θα δεχτεί...>
Η Κάντυ θυμήθηκε τη μέρα που είχε συναντήσει τον Τέρρυ στον Κήπο.
Όπως και το γενονός πως λογομάχησαν για τον Άντονυ και χώρισαν μα ένιωθε σα να ήταν μια πολύ μακρινή στιγμή.
Το σούρουπο, η Κάντυ περπάτησε στο δάσος στα λαμπερά χρώματα του ηλιοβασιλέματος. Ήταν τόσο όμορφα και έτσι αποφάσισε να κάνει μια βόλτα προτού χτυπήσει το κουδούνι για το δείπνο.Στο ηλιοβασίλεμα, το δάσος φάνταζε πορτοκαλί. Στο διάβα της μικρά κλαδάκια τριζοβόλιζαν στην απογευματινή δροσιά. Ξαφνικά, άκουσε μελωδίες από πιάνο.
Η Κάντυ σταμάτησε.
"Τι υπέροχη μουσική... Έρχεται από την αίθουσα της μουσικής"
Τα βήματά της την οδήγησαν στην πέτρινη αίθουσα της μουσικής
.Ο ήχος του πιάνου ερχόταν από τον τρίτο όροφο.
<Ποιος να παίζει τόσο όμορφα?>
Η Κάντυ σκαρφάλωσε πάνω στο δέντρο φτάνοντας μέχρι τον όροφο απ΄ όπου ακουγόταν η μουσική και κράτησε την αναπνοή της.
Ο Τέρρυ καθισμένος στο πιάνο έτρεχε τα άσπρα του δάχτυλα πάνω στα πλήκτρα.
<Τέρρυ... Είναι υπέροχο.>
Η Κάντυ κάθισε στο κλαδί, γοητευμένη από τη μελωδία που παιζόταν.
Ο Τέρρυ ήταν έτσι όπως δεν τον είχε δει ποτέ.Ο Τέρρυ που έπαιζε στο πιάνο δεν έμοιαζε με τον Τέρρυ που καβάλαγε το άλογο ούτε με αυτόν που την κορόιδευε...
"Είναι εκπληκτικό που ακόμα και σε μία μαϊμού αρέσει να ακούει μουσική."
Ξαφνικά, ο ήχος του πιάνου σταμάτησε. Η Κάντυ στηριζόμενη στο δέντρο είχε μείνει έκπληκτη.
Ο Τέρρυ είχε γυρίσει προς το μέρος της και της χαμογελούσε.
"Τώρα θα δεις τι σου λέει η θυληκή μαϊμού!"
Η Κάντυ πήδηξε μέσα στο δωμάτιο.
"Συμπεριφέρεσαι ακριβώς όπως μια μαϊμουδίτσα.
Αλλά είναι ωραίο να βλέπεις μια μαϊμουδίτσα να φοράει την καλοσιδερωμένη πλισέ φούστα της."
"Ωχ!"
Η Κάντυ μάζεψε αμέσως τη φούστα της και το κόκκινο έβαψε τα μάγουλά της.
"Εξακολουθώ να πιστεύω πως είσαι μια μαϊμουδίτσα που κοκκινίζει. "
"Tέρρυ!"
Η Κάντυ τον αγριοκοίταξε.
"Μη φοράς το άγριο πρόσωπό σου… ακόμα και όταν έπαιζα εσένα σκεφτόμουν."
"Αλήθεια?"
Η Κάντυ χαμογέλασε. Ο Τέρρυ ήταν αρκετά κεφάτος.
"Πόσο απλή είσαι !"
Ο Τέρρυ έβγαλε ένα τσιγάρο από το πακέτο του γελώντας.
"Όχι!"
Η Κάντυ απότομα το πήρε από τα χέρια του.
"Με τρόμαξες."
O Tέρρυ κούνησε τους ώμους του.
"Αν θες οπωσδήποτε να καπνίσεις να δοκιμάσεις κάτι πιο ελαφρύ."
"Ναι, ναι σε άκουσα..."
Τα δυό παιδιά λούζονταν στο φως του ηλιοβασιλέματος.Ένιωθε την καρδιά της να πεταρίζει στο επίμονο βλέμμα του Τέρρυ.
"Πάντως, Τέρρυ παίζεις πιάνο πολύ καλά"
"Μόνο το «Νανούρισμα» του Μότσαρτ."
"Νανούρισμα? Γι αυτό κόντεψα να κοιμηθώ πριν από λίγο."
"Αν κοιμάσαι στα δέντρα θα γίνεις πράγματι μια μαϊμού τελικά."
Ο Τέρρυ έκλεισε το πιάνο.
"Συνήθιζε να μου το παίζει όταν ήμουν μωρό εκείνη..."
Το βλέμμα του πλανήθηκε στο κενό. “Εκείνη”...
Η Κάντυ κατάλαβε σε ποιάν αναφερόταν ακόμη και αν δεν είπε το όνομά της.
“Εκείνη” ήταν η Ελέηνορ Μπαίηκερ.
"Αυτή είναι και η μόνη ανάμνηση που έχω από αυτήν."
"Ζηλεύω."
'Η Κάντυ αναστέναξε βαθιά.
"Έχεις τουλάχιστον μια ανάμνηση, εγώ δεν έχω καμία."
Κοίταξε γλυκά το κατσουφιασμένο της μουτράκι.
<Ναι, είσαι τόσο μόνη... δε γνώρισες το πρόσωπο των γονιών σου ούτε καν το όνομά τους...>
"Με την ευκαιρία, τι θα κάνεις την ερχόμενη Κυριακή?"
Η Κάντυ τον ρώτησε διστακτικά.
"Γιατί? Σκοπεύεις να μου ζητήσεις να βγούμε ραντεβού ή κάτι τέτοιο ?"
"Όχι... τίποτα τέτοιο. Σκεφτόμουν... αν ήθελες να πάμε στον κήπο με τους φίλους μου..."
"Το "φίλοι μου" σημαίνει "γυαλάκιας" και "κομψευόμενος" ?"
"Στήαρ και Άρτσυ."
"Δε με ενιδαφέρει... Δεν υπάρχει λόγος για να πάω. Βλέπω και εδώ μια μαϊμουδίτσα."
Ο Τέρρυ γύρισε προς το μέρος της .
"Είσαι αγενής, αν και σε προσκάλεσα ευγενικά!"
Πιάνοντας το σηκωμένο χέρι της στον αέρα, ο Τέρρυ την κοίταξε μέσα στα μάτια.
"Θα ήθελα να πάω στον Κήπο, αλλά μ΄ενδιαφέρει περισσότερο να μάθω πως σκοπεύεις να περάσεις τις καλοκαιρινές σου διακοπές?"
"Καλοκαιρινές διακοπές?"
Η Κάντυ κατέβασε το χέρι της και έσκυψε το κεφάλι της.
"Δεν έχω αποφασίσει ακόμη. Ο Στήαρ, ο Άρτσυ και η Άννυ ίσως επιστρέψουν πίσω στην Αμερική... Η Πάττυ θα μείνει με τους γονείς της. Αναρωτιέμαι μήπως είναι καλύτερα να συμμετάσχω στα θερινά τμήματα της Σχολής..."
"Σκωτία..."
O Τέρρυ ακούμπησε το πιάνο.
Η Ακαδημία του Σαιντ Πωλ οργάνωνε τα θερινά της μαθήματα στη Σκωτία κάθε καλοκαίρι.
Τα παιδιά τα συνόδευαν οι Αδελφές. Δεν υπήρχε διαφορά από το συνηθισμένη αυστηρή σχολική ζωή. Γι’ αυτό και δεν ήταν και τόσο δημοφιλή στα παιδιά... Αλλά όσα δεν είχαν που να πάνε, δεν είχαν και άλλη επιλογή από το να ακολουθήσουν τα θερινά τμήματα.
"Το εξοχικό μου είναι στη Σκωτία."
Ο Τέρρυ κοίταξε επίμονα την Κάντυ.
"Έλα μαζί μου, αν θες..."
\ Έλα μαζί μου, αν θες....\
Τα λόγια του Τέρρυ αντηχούσαν με θέρμη στο μυαλό της...
\ Έλα μαζί μου, αν θες....\
\ Έλα μαζί μου, αν θες....\