Μερικά ενσταντανέ ενδυματολογικού σουρρεαλισμού -γιατί στο θρεντ αυτό μιλάμε με ντοκουμέντα.
Στο πρώτο εξ αυτών ο Μαλατέστα
με τσαγανό θαμώνα των εσπρεσσάδικων της πλατείας Αγίου Μάρκου εξηγεί στους παρισταμένους τι έχει παιχτεί στο βυθό
(ή ο ημεδαπός υπόκοσμος του 1955 δεν είχε το νόου χάου για υποβρύχιες βρωμοδουλειές και χρειαζόταν τη συνδρομή του διεθνούς εγκλήματος
-αθώες εποχές-
ή ο Μαλατέστα, όπως μαρτυρά η εμφάνισή του, ήταν μπροστά από την εποχή του.
Σε κάθε περίπτωση προτιμάμε την πρώτη εκδοχή ως συνεπείς 80's ρετρομάνιαξ.)
Παρακάτω, έχει παιχτεί παρεξήγηση με Ξάνθο και ο συμπαθής Καραμήτρος σηκώνεται για τσαμπουκά με αποτέλεσμα να σκίσει όλα τα καλσόν της Ύδρας
(Τους χωρίζει ο Αποστόλου τελικά, αλλά η φράση "που πά', ρε Μαλατέστα" από 'κει προέρχεται, πάντως).
Στην επόμενη συνεχίζει απτόητος και ζητά με αέρα Ρώμης
(ενώ ο τύπος είναι φανερά απ' το Μπάρι, αλλά ας όψεται η ξενομανία μας)
από την κα Αργύρη να φάνε κάπου έξω για βράδυ (γι' αυτό έβαλε το φουτουριστικό έιτις συνολάκι, για εφφέ στη γκόμενα),
δευτερόλεπτα πριν δειπνήσει τελικά μόνος του το χυλό που του σέρβιρε.
Και κλείνω με ένα ακόμη μπουνιουελικό σκρίνσοτ από την άφιξη στην Ύδρα των 'Αλεξ, Μελαχρινού και Ντίνου,
ο εκ των οποίων Βαλτινός με ρέιμπαν και πλήρως ενημερωμένος (από τις 24 Ώρες) για το πόσες κάρτες συμπλήρωσε ο Ζάτετς κι αν θα παίξει ο Καφκενάρης την Κυριακή,
συναναστρέφεται τον αιφνιδίως μπελ επόκ Χρυσικάκο.
Την παρτίδα κερδίζει ως εκ τούτου ο Καρατζάς/Μελαχρινός,
ο οποίος φέρει την πουκαμίσα του συνταξιούχου σε ασθενές σιέλ του νοσοκομείου,
που είναι διαχρονικό ρούχο παλαίμαχου.
Είχε καταφανές δίκιο στις 24 Οκτωβρίου ο συνάδερφος Gryzor,
που έγραψε ότι το τράβηξαν όσο δεν πήγαινε, αφού κατά πάσα πιθανότητα αυτές οι απιθανιές έγιναν σε γυρίσματα εκτός αρχικού σχεδιασμού,
όταν είδαν ότι η σειρά είχε επιτυχία και αποφάσισαν να αυξήσουν τη διάρκειά της κρατώντας σταθερό το κόστος της
(με θύματα των περικοπών το μισθό του ενδυματολόγου, στυλίστα κλπ).
Άρα -νέο δίλημμα- ή ο Κακογιάννης κινηματογράφησε αυθεντικά την Ύδρα του '50 στο "κορίτσι με τα μαύρα" ή ο Τίμος.
Για τους ίδιους ανωτέρω λόγους επιλέγουμε τη δεύτερη εκδοχή
