Αναμνήσεις, παιδικά χρόνια Θεσσαλονίκη

SMUGGLER_75

RetroNoob
Joined
27 Σεπ 2022
Μηνύματα
4
Αντιδράσεις
10
ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΜΟΥ

Σύμφωνα με κάποιες στατιστικές, η γενιά μου πιθανόν δεν θα έπρεπε να είχε επιζήσει. Τα πατώματα είχαν μωσαϊκό που σου περόνιαζε τα κόκαλα κι οι κρεβατοκάμαρες ξύλινα πατώματα που τα γυάλιζαν με παρκετίνη, οι κούνιες μας ήταν βαμμένες με γυαλιστερή λαδομπογιά με βάση το μόλυβδο.

Οι παιδικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Κάθε τόσο κι ένας φίλος ή συμμαθητής πάθαινε ιλαρά, κοκίτη, μαγουλάδες, ανεμοβλογιά. Δεν είχαμε καπάκια ασφαλείας στα μπουκάλια με τα φάρμακα, ούτε καπάκια στις πρίζες του δωματίου, εκείνες τις σκούρες τις φτιαγμένες από βακελίτη σε πολλές περιπτώσεις. Ζεσταινόμασταν με σόμπες πετρελαίου και σπάνια σε κάποια ποιο σύγχρονα σπίτια με καλοριφέρ.
Που κινητό τότε! όταν ήσουν έξω, τηλέφωνο είχε ή σε κανένα θάλαμο του ΟΤΕ με κερματοδέκτη με εκείνες τις μάρκες αρχικά τις χαραγμένες, ή στο περίπτερο της γειτονιάς, που είχε κρεμασμένα με μανταλάκια τα περιοδικά μας για τους λίγο πιο παλιούς ο Μικρός Ήρωας κι ο Μικρός Σερίφης, αργότερα μπλέικ, Λούκι λουκ, σούπερ Κατερίνα κι ακόμα το Ρομάντζο, το Πάνθεον, το Ντόμινο, η Βεντέτα και άλλα.

Ακόμα θυμάμαι το Γλειφιτζούρι κοκοράκι, το μαλλί της γριάς στα πρόχειρα Λούνα Παρκ, το φρεσκοψημένο ποπ κορν , τις καραμέλες γάλακτος τις τυλιγμένες στο χρυσό χαρτί, τις κατακόκκινες καραμέλες τσάρλεστον ,το πεστίλι πέτσα βερίκοκο , το αυθεντικό παστέλι, και το κάτασπρο μαντολάτο. Ακόμα θυμάμαι τη γεύση απ το καλαμπόκι και τα κάστανα και συγκινούμαι όταν βλέπω λίγους πια καστανάδες στην Τσιμισκή ή στην Πλατεία Αριστοτέλους τον χειμώνα . Και καλαμποκάδες σε κάνα πάρκο τυχαία το καλοκαίρι.
Τα κόκκινα, πράσινα και αργότερα μπλε αστικά λεωφορεία που κάποια από αυτά Βόγκαγαν κάθε φορά που ο οδηγός άλλαζε ταχύτητα, που υπήρχε και εισπράκτορας στριμωγμένος δίπλα στην πίσω πόρτα με το κλασσικό καπέλο με το γείσο, ένα πρωτόγονο μικρόφωνο κι έλεγε τις στάσεις ή φώναζε; Θυμάστε εκείνες τις κερματοθήκες που έβαζε τα κέρματα και που τώρα τελευταία ξανάγιναν της μόδας;

Ποιος είχε τότε Ι.Χ λίγοι ήταν αυτή που αγόραζαν VW σκαραβαίους, ή μεταχειρισμένα Consoul Cortina, Wartburg, FIAT 1100, Opel Olympia λίγο παλιότερα. Και αργότερα θυμάστε τα, Chrysler Simca 1308 τα Renault 12 ή το Autobianchi abarth, με τα ανύπαρκτα καλοριφέρ και τα λινά λάστιχα;
Στα χρόνια των γονιών μου (και στα δικά μου στο χωρίο τότε τα καλοκαίρια) το γάλα το έφερνε ο γαλατάς ή μέσα σε γυάλινα μπουκάλια με αλουμινένια καπάκια ή το άδειαζε από μεγάλες καρδάρες στην κατσαρόλα στην εξώπορτα.
Οι παπλωματάδες, οι καρεκλάδες και οι ακονιστές πλανόδιοι τότε ακόμα!. Σε κάποια γωνιά σε μια καμαρούλα 2Χ2 ήταν και το βασίλειο του τσαγκάρη με εκείνο το περίεργο καλαπόδι που έβαζε ανάποδα το παπούτσι και το κόλλαγε και το κάρφωνε με εκείνες τις μαύρες πρόκες με το πλατύ κεφάλι και διάχυτη η μυρωδιά της βενζινόκολλας.

Γιαούρτια και παγωτά σε ψυγεία με μαύρα λαστιχένια καπάκια και κάπου σε μια γωνιά σ’ ένα ράφι μεταλλικά κουτιά με γυάλινο επάνω μέρος και μέσα μπισκότα γεμιστά με κρέμα γεύση βανίλια σοκολάτα φράουλα.
Στο κομμωτήριο της γειτονιάς οι μανάδες μας ψηνόντουσαν με τις ώρες κάτω απ τις κάσκες σεσουάρ με τα μαλλιά πασαλειμμένα τυλιγμένα σε ρόλλει κι όλα μαζί σκεπασμένα με δίχτυ και τα αυτιά σκεπασμένα με κοκάλινα καπάκια. Η μανικιουρίστα καθάριζε τα πετσάκια και έβαφε τα νύχια με κατακόκκινο μανό που μύριζε ασετόν από δέκα μέτρα μακριά.

Ο καφές στα καφενεία που σύχναζαν οι πατεράδες μας ήταν μόνο Ελληνικός. Δεν υπήρχε και πολύ διάδοση στον Νες ούτε τόσο στον φραπέ ούτε καπουτσίνο ούτε εσπρέσο ούτε καν φίλτρου γαλλικός. Μόνο σε κανένα ζαχαροπλαστείο κάτω από την Έκθεση Θεσσαλονίκης δίπλα στον παλιό ζωολογικό κήπο έβρισκες γαλλικό και βέβαια τον πλήρωνες πανάκριβα. Με πόση χαρά ακολουθούσαμε κάποιες Κυριακές τον πατέρα στο καφενείο και απολαμβάναμε επί ώρες μια κουταλιά βανίλια, το γνωστό υποβρύχιο μέσα σε ένα ποτήρι παγωμένο νερό; ή τρώγαμε το μεζέ του ούζου και του αφήναμε το ούζο ξεροσφύρι; κι ύστερα με το ποδήλατο πάνω κάτω στο πεζοδρόμιο κι εκείνος να μας ρίχνει κλεφτές ματιές κάθε που σήκωνε το κεφάλι του απ’το τραπέζι;

Πίναμε νερό απ το λάστιχο του κήπου (τι εμφιαλωμένα και πράσινα άλογα), τρώγαμε λουκουμάδες με ζάχαρη συν κακάο. Και κουλούρι ή τριγωνική τυρόπιτα ή με κασέρι απ’τον πλανόδιο κουλουρά έξω απ την εκκλησία, αμφίβολης καθαριότητας τυρόπιτες και σάμαλι (Δεν έχω ξαναδοκιμάσει από τότε τέτοια νοστιμιά), κοκ και κορνέ με σαντιγύ, και πάστες νουγκατίνες σοκολατίνες και σεράνο στα ζαχαροπλαστεία της γειτονίας. Γευόμασταν μαρμελάδες σπιτικές και σπιτικά γλυκά κουταλιού συκαλάκι, περγαμόντο, βύσσινο και πορτοκάλι, νερατζάκι,(σε πολλά από αυτά να είναι καλά και οι γιαγιάδες μας) και φαγητά που δεν τα φτιάχνουν τώρα γιατί είναι κουραστικά. Ροστ μπήφ, μελιτζάνες παπουτσάκια, ιμάμ, παστίτσια, μουσακάδες. Τρώγαμε τόνους κεφτέδες με πατάτες τηγανιτές αλλά ποτέ δεν ήμασταν υπέρβαροι γιατί γυρνάγαμε όλη μέρα στους δρόμους και τις αλάνες παίζοντας!
Μοιραζόμασταν με τους φίλους μας μια πορτοκαλάδα ή γκαζόζα απ το ίδιο μπουκάλι και ποτέ κανένας μας δεν έπαθε τίποτε!. Δεν πολύ αρρωσταίναμε , αλλά αν τύχαινε να αρρωστήσουμε πάντα υπήρχε μια καλή μάνα ή γιαγιά να μας δώσει λίγο φιδέ ή ασπιρίνη διαλυμένη στο κουταλάκι μαζί με ζάχαρη, μας μέτραγε την θερμοκρασία με κάτι θερμόμετρα γυάλινα του πεντάλεπτου και πιο ύστερα μας διάβαζε κανένα παραμυθάκι για να αποκοιμηθούμε.

Όταν πάλι τα καλοκαίρια κάναμε ποδήλατο δεν φορούσαμε κράνος και στην πίσω ρόδα βάζαμε πάντα χαρτόνι από πακέτο τσιγάρα πιασμένο με ξύλινο μανταλάκι έτσι για να κάνει θόρυβο και να μας θυμίζει μηχανάκι , μόνιμα τα ποδήλατα τότε χωρίς φρένα που λεφτά για φρένα με το λίγο χαρτζιλίκι, μόνο πίσω για να κάνουμε κόντρες και πηγαίναμε με το πλάι για ατελείωτα μέτρα και πέφταμε ή καταλήγαμε πολλές φορές σε θάμνους ή σε δέντρα και πληγώναμε τα γόνατά μας και κάναμε ευμεγέθη καρούμπαλα στο κέντρο του μετώπου μας κι αν τα αποκτούσαμε τα πατάγαμε με εκείνα τα μεγάλα εικοσάδραχμα για να μη φουσκώσουν.
Φεύγαμε απ το σπίτι το πρωί και παίζαμε όλη μέρα ελεύθεροι αρκεί να γυρίζαμε πίσω μόλις άρχιζε να σκοτεινιάζει, ή όταν η μάνα μας έβαζε τις φωνές απ το μπαλκόνι ή ερχόταν στο πάρκο και μας έλεγε να τσακιστούμε να πάμε για διάβασμα. Δεν είχαμε βιντεοπαιχνίδια ούτε καν σε πολλές περιπτώσεις έγχρωμη τηλεόραση, (χαρακτηριστικό ήταν θυμάμαι όταν βγήκε ο Ιππότης της Ασφάλτου το πρώτο επεισόδιο το είχα δει στην ασπρόμαυρη ακόμα τηλεόραση μας) ούτε κινητά ούτε υπολογιστές ή Internet …

Είχαμε φίλους αυθεντικούς!.. Βγαίναμε στο δρόμο και τους βρίσκαμε, παίζαμε μπάλα και κυνηγητό στους δρόμους. Τα δοκάρια στα αυτοσχέδια γήπεδα (πάρκα ή αλάνες) ήταν οι σχολικές τσάντες ή τα πουλόβερ κι οι ζακέτες μας κουβαριασμένες. Καμιά φορά κατέληγε η μπάλα στις βιτρίνες τον μαγαζιών στο πάρκο, δεν ήταν λίγες η φορές που σπάγαμε και από κανένα τζάμι και εξαφανιζόμασταν όλοι μαζί αφήνοντας τη μπάλα στα χέρια κάποιου συνταξιούχου που την έσκιζε με το σουγιά και την πέταγε στο δρόμο. Ο βρωμόγερος!
Παίζαμε κουτσό μαζί με τα κορίτσια, έπειτα χαρτάκια ή κυνηγητό, τζαμί, 123 κόκκινο φως, κάναμε παραστάσεις αυτοσχέδιες με τον καραγκιόζη στο πάρκο της γειτονιάς μας, πηγαίναμε στα σπίτια των φίλων μας χτυπούσαμε το κουδούνι , ανεβαίναμε πάνω, παίζαμε όλοι μέρα μας έφτιαχναν τοστ οι μανάδες τους και πολλές φορές μας κρατούσαν για φαγητό το μεσημέρι. Όλα αυτά χωρίς να ρωτήσουμε ποιο πριν, να ανεβούμε;

Πέφταμε από δέντρα, κοβόμασταν, πληγώναμε τα γόνατα μας σπάγαμε και κανένα χέρι και οι γονείς μας, μας κατσάδιαζαν κι αυτό ήταν όλο.
Τσακωνόμασταν και παίζαμε μπουνιές και μαυρίζαμε και μελανιάζαμε χέρια και πόδια και πάλι φιλιώναμε, παίζαμε ξιφομαχίες με αυτοσχέδια ξύλινα σπαθιά. Τα ακόντια μας ήταν τα κοντάρια απ τις σκούπες ειδικά από εκείνες που τύλιγαν με μια μαξιλαροθήκη και ξαράχνιαζαν τα ταβάνια. Οι ασπίδες μας ήταν τα καπάκια απ τις μεγάλες κατσαρόλες .
Ο πρώτος μας έρωτας ήταν συνήθως αδελφή ή εξαδέλφη του καλύτερου φίλου μας. Θυμόσαστε το χτυποκάρδι αλήθεια; Την αγωνία μη μας πάρουν χαμπάρι. Το πρώτο φιλί. Τα ξαναμμένα μάγουλα, οι καντάδες κάτω από το παράθυρο της αγαπημένης μας πιτσιρίκας στο πάρκο που παίζαμε όλοι μέρα, το ίχνος μουστακιού σαν χνούδι πάνω απ το χείλος μας;

Θυμάστε τα πάρτι γενεθλίων με 15 αγόρια και δύο κορίτσια; (Ποιος να αφήσει την κόρη του να πάει). Αργότερα λίγο μεγαλύτερη τις άπειρες φορές που χορεύαμε το ίδιο μπλούζ σε συνεννόηση με τον υπεύθυνο του πικάπ, έτσι για να μένουμε πιο πολλή ώρα αγκαλιασμένοι με το κορίτσι των ονείρων μας. Την απίστευτη φράση ΤΑ ΦΤΙΑΞΑΜΕ. Τι φτιάξαμε ο Θεός κι η ψυχή μας!
Υπήρχαν τέσσερις εποχές διακριτές μεταξύ τους. Τα φύλλα των δέντρων έπεφταν το φθινόπωρο και τα μπουμπούκια των λουλουδιών άνθιζαν την άνοιξη. Υπήρχαν δέντρα και κήποι όπου υπήρχαν ακόμα παλιά σπίτια με αυλές, γεμάτα γλάστρες και φυτά ήταν και στα μπαλκόνια μας που επειδή ήταν μικρά σε μέγεθος όλο σκοντάφταμε και σπάγαμε τις γλάστρες και μας κυνηγούσε η μαμά. Και το χώμα, πως μύριζε μετά από την βροχή! Θυμάστε τους πανσέδες; Τα σκυλάκια; Τα χρυσάνθεμα;

Τις πλεχτές ζακέτες που βάζαμε κάπου μετά το Πάσχα. Τα καλοκαιρινά βράδια τα βγάζαμε ή στα σκαλιά παρέες παρέες, ή παίζοντας κρυφτό ή στα καλοκαιρινά σινεμά στις διακοπές του καλοκαιριού με τα χαλίκια, τις καρέκλες με το πλαστικό σκοινί, τις μπουκαμβίλιες στη μάντρα; Αξέχαστα χρόνια!
Οι γενιά αυτή έβγαλε μερικούς καλούς ανθρώπους με όμορφες αναμνήσεις, έβγαλε γιατρούς, μηχανικούς, ανθρώπους εργατικούς και τίμιους οικογενειάρχες και πολλούς άλλους. Τα τελευταία σαράντα χρόνια έγινε έκρηξη σε καινοτομίες και νέες ιδέες. Είχαμε επιτυχίες, αποτυχίες, υπευθυνότητα αλλά και ανευθυνότητα. Και μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε όλα. Μεγαλώσαμε σαν παιδιά με τις χαρές και τις λύπες μας. Ζήσαμε!..
...Και θα εξακολουθήσουμε να ζούμε όσο μας δίνει ο Θεός, σε πείσμα όλων αυτών που μας πλαστικοποίησαν τη ζωή με τις δικές τους ιδέες και για το δικό τους όφελος..!!!!
 

Συνημμένα

  • FB_IMG_1664455680244.jpg
    FB_IMG_1664455680244.jpg
    50,8 KB · Προβολές: 4
Έτσι ακριβώς! Αυτή ήταν η Ελλάδα μας φίλε Στέλιο!

Όμορφα χρόνια μακάρι να ξαναέρθουν τέτοιες εποχές..
 
Τα βλέπουμε και με ροζ γυαλιά βέβαια (δεν ήταν όλα όμορφα, συνέχεια μαθαίναμε για δηλητηριάσεις από μαγκάλια, φορητές σόμπες πετρελαίου και τέτοια, ας πούμε) αλλά έτσι ήταν. Αλλά αναρωτιέμαι, τα τωρινά παιδιά που μεγαλώνουν όπως μεγαλώνουν θα ήθελαν να μεγάλωναν όπως εμείς? Ήταν αντικειμενικά καλύτερες οι εποχές εκείνες (ώστε να λέμε "μακάρι να ξανάρθουν") ή απλώς τις λέμε καλύτερες γιατί είναι οι δικές μας εποχές? Δεν ξέρω την απάντηση.
 
Όπως λέει και ένα γνωμικό λίγο παραφρασμένο...
'Μη λυπάσαι που οι παλιές αγαπημένες εποχές των αναμνήσεών σου πέρασαν...
...να χαίρεσαι που τις έζησες και τις θυμάσαι...'
Είμαι χαρούμενος που βίωσα σχεδόν τα πάντα απο όσα έγραψες...
 
Πίσω
Μπλουζα