ΟΙ ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Πάντα έτσι ήταν ο Κρητικός. Δεν έλεγε καλή κουβέντα παρά σπάνια. Όποτε έβρισκα κριτικές του τις διάβαζα με ενδιαφέρον (ήταν πάντα καλογραμμένες και το θάψιμο ήταν υψηλού επιπέδου) αλλά δεν τους έδινα μεγάλο βάρος ακριβώς γιατί ήταν τόσο μονόπλευρες. Αν έλεγε κάτι καλό (και δεν είχα λόγο να πιστεύω ότι είχε κάποιο προσωπικό συμφέρον να το κάνει) τότε του έδινα σημασία. Το αντίθετο απ' ό,τι έκανα με τις κριτικές του Μηνά Χρηστίδη ο οποίος δεν ήταν όσο αυστηρός θα ήθελα. Ίσως επειδή και ο ίδιος είχε την εμπειρία του ηθοποιού πάντα προσπαθούσε να βρει κάτι καλό να πει. Αν λοιπόν ο Χρηστίδης έθαβε παράσταση, το έπαιρνα σοβαρά υπ' όψη μου.
 
Πάντως δείχνει καταρτισμένος.. 

Είχε κ μια δημόσια κόντρα με το Χατζηδάκη κάποια στιγμή κ όχι μόνο. Πολλοί δημοσίευαν επιστολές κ τον κατηγορούσαν για κακεντρέχεια.

Ο Χρηστίδης ήταν γλύκας ο καημένος!! Τον συμπαθώ πολύ κυρίως γιατί σχεδόν όλοι του οι ρόλοι ήταν του απατημενου συζύγου ή η λύση ανάγκης για γκαστρωμενες και παραστρατημενες νέες.. καμία δεν τον αγάπησε το Μήνα Χρηστίδη.. 
 
Νομίζετε πως μόνο η Αλίκη Βουγιουκλάκη άκουσε τα σχολιανά της όταν καταπιάστηκε με το αρχαίο θέατρο; 
Το 1987 οι Καρέζη - Καζάκος ανεβάζουν την Ηλέκτρα του Σοφοκλή στην Επίδαυρο. Η παράσταση σήκωσε πολλές αντιδράσεις. Ανάμεσα σε άλλα το θεατρικό ζευγάρι μάλωσε εξαιτίας της με τον Αλέξη Μινωτή, που ήταν και κουμπάροι αφού είχε μαζί με την Παξινού βαφτίσει τον μοναχογιό τους. 
Ακολουθεί μια κριτική του μελιστάλαχτου Θ. Κρητικού για την Ελευθεροτυπία.
 
 
 
 
Στο βωμό του βεντετισμου


 
 
Υπάρχουν ένα σωρό καλοπροαίρετοι άνθρωποι που αναρωτιούνται τι το μεμπτό υπάρχει τάχα στην πρόσφατη εισβολή των βεντετων του κινηματογράφου και της εμπορικής σκηνής στα αρχαία θέατρα της χώρας και για ποιον αλήθεια λόγο ορισμένοι κύκλοι αντιμετωπίζουν τόσο αρνητικά τον όψιμο, έστω, αυτό προσηλυτισμό κάποιων απολωλοτων προβάτων στα δόγματα της υψηλής τέχνης. 
Υπάρχουν πολλοί απροκαταληπτοι θεατές που θεωρούν ελαφρώς ρατσιστικό τον στεγανό διαχωρισμό των ηθοποιών σε " εμπορικούς" και " καλλιτεχνικούς" και βρίσκουν σχεδόν αντιχριστιανική τη νοοτροπία που θέλει να στερήσει στους μετανοουντες αμαρτωλούς την κοινωνία με τα αχραντα μυστήρια της διονυσιακής λατρείας.
Γιατί να μην ικανοποιήσουν η Αλίκη Βουγιουκλάκη ή ο Κώστας Καρράς την ευγενική τους φιλοδοξία να παίξουν τους ρόλους της Λυσιστράτης και του Ορέστη, ρωτούν.
Γιατί να μην αναβαπτιστουν οι νουμεριστες της επιθεώρησης στα νάματα της αριστοφανικης ποίησης;
Η προχθεσινή παράσταση της Ηλέκτρας του Σοφοκλή στην Επίδαυρο, με τη Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο, κάτω από την καθοδήγηση του Γεωργιανού σκηνοθέτη Ρόμπερτ Στουρουα θα μπορούσε ενδεχομένως να χρησιμέψει σε πολλά της σημεία σαν απάντηση στις παραπάνω απορίες.
 
ΠΡΩΤΗ διαπίστωση, στην οποία καταλήγει κανείς από την άμεση επαφή με την πολυδιατυμπανισμενη καλλιτεχνική εξόρμηση είναι το ασυμβίβαστο της θιασαρχικης νοοτροπίας με το πνεύμα που απαιτεί η ερμηνεία της αρχαίας τραγωδίας.
Ας μην κοροιδευομαστε.
Το βεντετιλικι δεν είναι απλώς μια ιδιαίτερη σχέση ηθοποιού και θεατή, μια σφυρηλατημένη από τη συστηματική διαφήμιση μορφή επικοινωνίας ορισμένων καλλιτεχνών με το κοινό τους.
Είναι ένας ολόκληρος τρόπος ζωής, σκέψης και αντιμετώπισης της τέχνης.
Για τον αστέρα του εμπορικού κινηματογράφου και για τον θιασαρχη του βουλεβαρτου, της επιθεώρησης και των υπολοίπων ανάλογων θεαμάτων, η δραματική τέχνη αρχίζει και τελειώνει στο άτομο του.
Το έργο, η παράσταση και όλοι οι συντελεστές τους δεν υπάρχουν πάρα για να τον υπηρετούν, να τον προβάλλουν και να τον πλαισιώνουν στις δοσοληψίες του με την πλατεία.
Για την βεντέτα δεν υπάρχουν έργα.
Υπάρχουν μόνο ρόλοι.
Μεγάλοι ή μικροί καλοί ή κακοί. Ο Σοφοκλής, ο Ευρυπίδης και ο Ίψεν δεν είναι για αυτήν κορυφαίοι ποιητές, σοφοί οραματιστές και σχολιαστές της ανθρώπινης μοίρας. 
Είναι απλοί κατασκευαστές εντυπωσιακών και αβανταδορικων ρόλων, δηλαδή παραγωγοί υλικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση της αίγλης της και την παραπέρα προώθηση του δημοσίου ειδώλου της.
Η θέση τους τελικά είναι λίγο καλύτερη, αλλά όχι ουσιαστικά διαφορετική από εκείνη του κωμωτη της, της μοδίστρας της, της μανικιουριστα της ή του αισθητικού της χειρουργού.
Το να υπηρετειται μια βεντέτα από συγγραφείς παγκόσμιας ακτινοβολίας, είναι καμιά φορά το ίδιο βασικό, όσο και το να ντύνεται από διεθνώς αναγνωρισμένους μόδιστρους υψηλής ραπτικής.
 
Όσο φημισμένος κι αν είναι πάντως ο οίκος ραπτικής τα μοντέλα του θα προσαρμοστούν αναγκαστικά πριν αγοραστούν στα καπρίτσια και στα σωματικά κουσουρια της κοκετας που θα τα φορέσει.
Κι όσο φημισμένος κι αν είναι ο προμηθευτής ρόλων μιας βεντέτας τα κείμενα του θα διαμορφωθούν τελικά στις απαιτήσεις της.
Από την ταπεινωτική αυτή μοίρα δε γλίτωσε ούτε ο δύστυχος ποιητής της τραγωδίας που παίχτηκε προχθές στην Επίδαυρο.
Ένας θεός βέβαια ξέρει, ότι σε ολόκληρο το αρχαίο δραματολογιο δεν υπάρχει ρόλος περισσότερο χορταστικός, πιο αβανταδορικος, από εκείνον της Ηλέκτρας του Σοφοκλή. 
Η κεντρική ηρωίδα της τραγωδίας βρίσκεται σχεδόν ασταμάτητα στη σκηνή και μονοπωλεί το ενδιαφέρον του θεατή με τα αλλεπάλληλα ξεσπάσματα της 
Από την άποψη αυτή λοιπόν, αποτελεί ιδανικό όχημα για μια φιλόδοξη πρωταγωνίστρια, ότι καλύτερο θα μπορούσε να ορεχτει μια θεατρίνα ενταγμένη στο σύστημα του βεντετισμου.
Το έργο όμως παρουσιάζει κάποια άλλα προβλήματα.
Δεν παρέχει ένα αντάξιο όχημα για τον σύζυγό της βεντέτας. Καθώς δε γράφτηκε στην εποχή των θιασαρχικων ζευγαριών και του θεάτρου οικογενειακής επιχείρησης, παραβιάζει μερικούς από τους βασικότερους κανόνες του βουλεβαρτου.
Ποιο ρόλο θα μπορούσε να αναλάβει ο αρχηγός του οικογενειακού θιάσου Τζένης Καρέζη και Κώστα Καζάκου στην παράσταση της Ηλέκτρας;
Ο ρόλος του Ορέστη πέφτει λίγο μικρός στα χρόνια. Του παιδαγωγού του πέφτει μικρός στο μέγεθος....
Τελικά αποφάσισε να αναλάβει τον ωριμοτερο από τους δύο ήρωες ενισχύοντας όμως τις ατάκες του με μπόλικο υλικό κλεμμένο από το Χορό. 
Συγκεκριμένα ο κύριος Καζάκος σφετερίστηκε ολόκληρο το τρίτο Στάσιμο, καθώς και τα λόγια του Κορυφαίου στην Έξοδο του έργου, για να εξασφαλίσει τη μόνιμη παρουσία του στη σκηνή, από ένα σημείο της βραδιάς και πέρα. 
Στίχους του Χορού σφετερίστηκε και η κ. Καρέζη, όχι βέβαια για να μεγαλώσει τον ήδη γιγάντιο ρόλο της, αλλά για να κλείσει την παράσταση με τα μάτια των θεατών καρφωμένα πάνω της.
Στο βουλεβαρτο πάντα η πρωταγωνίστρια εκστομίζει την τελευταία ατάκα πριν από την αυλαία, για να εισπράξει προσωπικά το χειροκρότημα της πλατείας.
Αυτό είναι κάτι που δεν το ήξερε ο Σοφοκλής.
Κι έτσι το κείμενο του χρειάστηκε να διορθωθεί ελαφρώς για να συμμορφωθεί στις συμβάσεις της εμπορικής σκηνής.
 
Στο είδος του θεάτρου όμως που θητευουν η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος δεν είναι μόνο ο συγγραφέας που χρησιμοποιείται για να ενισχυθεί η αίγλη των θιασαρχων. Τον ίδιο στόχο υπηρετούν όπως είπαμε και οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης. 
Αφού λοιπόν εξασφαλίστηκαν βαρυγδουποι κλασικοί ρολοι και βαρυγδουπο αρχαίο θέατρο για την εξόρμηση, αναζητήθηκε και ανάλογου διαμετρήματος σκηνοθέτης να συμπληρώσει την τιμητική τους συνοδεία.
Η αναζήτηση ήταν αναπόφευκτο να οδηγήσει στις μεγάλες φίρμες του εξωτερικού. 
Αν η Κάτια Δανδουλάκη και η Μιμή Ντενίση ψωνίζουν τους σκηνοθέτες τους στο Λονδίνο, η κ. Καρέζη οφείλει να τους ψωνίσει από τα φημισμένα συγκροτήματα των σοσιαλιστικών χωρών. Ο διευθυντής και σκηνοθέτης του θεάτρου Ρουσταβελι της Γεωργίας, επιλέχθηκε να κοσμήσει το καλλιτεχνικό της λοφίο.
 
ΒΕΒΑΙΑ αν ο Ρόμπερτ Στουρουα είχε κάποιες γνωστές επιδόσεις στην αρχαία τραγωδία ή έστω αν είχε κάποιες συγκεκριμένες σχετικές ιδέες που αναζητούσαν ευκαιρία να εκφραστούν, η παρουσία του στην Επίδαυρο δε θα μπορούσε να θεωρηθεί διακοσμητική. 
Η παράσταση που οργάνωσε όμως ήταν σκηνοθετικά τόσο αβέβαιη και στερημένη απόψεων που δημιουργεί την υποψία ότι χρησιμοποιήθηκε απλώς σαν πρόφαση για ένα καλοκαιρινό ταξιδακι διακοπών στις δροσερές παραλίες του Αιγαίου.
 
Αντιμέτωπος με τη συμπαντικής διάστασης τραγική αγωνία της Ηλέκτρας, ο Γεωργιανός σκηνοθέτης κατέφυγε σε μια εκφραστική φλυαρία χειρονομιών, εντελώς ανίκανη να αποδόσει το συγκινησιακό και ιδεολογικό φορτίο του έργου. 
Οι ηθοποιοί λιποθυμούν και ξαναλιποθυμουν, αλληλοχαστουκιζονται, τρέχουν πάνω κάτω, σκαρφαλώνουν στους βωμούς! 
Η Κλυταιμνήστρα κοπαναει με ένα ματσουκι τον Παιδαγωγό στο κεφάλι και τον αναγκάζει να απαγγείλει τη λαμπρή περιγραφή της αρματοδρομίας στους Δελφούς, πιασμένος ανάσκελα, με την αιχμή του όπλου της καρφωμένη στο στήθος του! 
Ο Αίγισθος χαιδολογαει τις κοπέλες του Χορού, ψαχουλευει το μισογυμνο σώμα του Ορέστη και αποπειράται ανορεχτα να βιάσει την Ηλέκτρα, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να μας δείξει πόσο διεφθαρμένος και κακός είναι...
Αν τώρα λάβει κανείς υπόψη τα ρυθμικά χάσματα ( που σίγουρα οφείλονται στην αδυναμία του σκηνοθέτη να παρακολουθήσει τη γλώσσα των ηθοποιών του) και τον ξεπερασμένο εξπρεσιονιστικό φωτισμό της παράστασης, καταλαβαίνει γιατί πρέπει να την κατατάξουμε ανάμεσα στις λιγότερο ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις του καλοκαιριού.
 
ΔΕΝ ΑΞΙΖΕΙ να μιλήσουμε για τις ατομικές επιδόσεις των ηθοποιών ( Άννα Μακρακη, Πέμη Ζούνη, Τίμος Περλέγκας, Νίκος Παπαδόπουλος) που χωρίς ουσιαστική βοήθεια απ' τον σκηνοθέτη, αυτοσχεδιαζαν ασυντονιστα.
Πριν όμως κλείσουμε αυτόν τον μακρύ κατάλογο αστοχιών και αδεξιοτητων, καλό είναι να πούμε δύο λόγια για την πρωταγωνίστρια της βραδιάς.
Στα τελευταία χρόνια η κ. Καρέζη έχει πέσει θύμα ολεθριων συμβουλών κι έχει επιδοθεί σε έναν αδιέξοδο αγώνα, να αποδείξει σώνει και καλά οτι είναι τραγωδός.
Το διόλου ευκαταφρόνητο ταλέντο της βέβαια, είναι προορισμένο για διαφορετικού είδους επιτεύγματα. 
Και η μάταιη προσπάθεια της δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να φθείρει την ίδια και το κλασικό θέατρο στη συνείδηση του θεατή.
Η κ. Καρέζη δε διαθέτει συγκινησιακό όργανο μεγάλου εύρους και βάθους ή ανάλογης ευλυγισίας για να υπηρετήσει το τραγικό είδος.
Η λύση της λοιπόν είναι να φωνάζει απλώς.
Και να φωνάζει μονοχορδα. Σε ρόλους σαν της Ηλέκτρας και της Μήδειας, εξαντλεί, όπως είναι φυσικό, τα πενιχρά αποθέματα της από την πρώτη σκηνή κι εμφανίζεται απογυμνωμένη στο υπόλοιπο έργο, όταν απαιτείται μια φοβερή συγκινησιακή κλιμάκωση.
Τελικά, η παιδιάστικη αντίληψη, ότι η κωμωδία είναι είδος κατώτερο απ' την τραγωδία, κοντεύει να την αποξενώσει εντελώς απ' το φυσικό της χώρο, ενώ την ταλαιπωρεί σε δύσβατα εδάφη που δεν της ανήκουν.
Μήπως ήρθε πια η στιγμή να εγκαταλείψει τους ερασιτεχνισμους και να ξαναπιάσει τη μαστορικη που κατέχει; 
 
Θόδωρος Κρητικός
Ελευθεροτυπία 20 Ιουλίου 1987
 
 
Διαβάζουμε στη Lifo για την παράσταση: 
Το άνοιγμα στους Σοβιετικούς είχε αποδώσει τους πρώτους καρπούς κι έτσι η επόμενη πρόσκληση ήταν προς τον Γεωργιανό σκηνοθέτη Ρόμπερτ Στούρουα για να αναλάβει την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή στην Επίδαυρο. Αυτή η «Ηλέκτρα» θεωρήθηκε η πιο τολμηρή που είχε δει μέχρι εκείνη τη στιγμή το κοινό των Επιδαυρίων και ως εκ τούτου εξελίχθηκε στην πιο επεισοδιακή. Ο πρωτοποριακός Στούρουα έβαλε την Άννα Μακράκη που έπαιζε τον Αγγελιαφόρο να ανάβει τσιγάρο την ώρα του μονολόγου της κι αυτό ήταν αρκετό να ανάψει φωτιές. Ο σκηνοθέτης είχε διαπράξει μια ιεροσυλία στο αρχαίο θέατρο της Αργολίδας και έδωσε αφορμή για γιουχαΐσματα και πολλά πικρόχολα σχόλια. Ο Μινωτής ενοχλήθηκε με τα τερτίπια του Σοβιετικού κι έριξε το φταίξιμο στο ζεύγος με την επιλογή του να φέρει ξένο σκηνοθέτη για ελληνική τραγωδία. Έτσι έληξε μια μακρόχρονη φιλία.
Πηγή: https://www.lifo.gr/articles/san_simera/128899/1933-gennietai-sti-thessaloniki-i-tzeni-karezi
 
Το θυμάμαι το τσιγάρο της Μακράκη. Εϊχε γίνει μεγάλος ντόρος γι' αυτό και τότε ενημερωνόμουνα για τα καλλιτεχνικά και άλλα της Ελλάδας από εφημερίδες που μου έστελναν οι δικοί μου με κομμένα όλα όσα δεν με ενδιέφεραν (οικονομικά, αθλητικά, διαφημίσεις) για εξοικονόμηση βάρους. Οπότε διάβαζα εφημερίδες κάμποσων εβδομάδων μαζεμένα (ηρωικά χρόνια) και είχα παρακολουθήσει τους σχετικούς καυγάδες μαζεμένα.

Πάντως δεν αμιβάλλω ότι και επί Σοφοκλή υπήρχαν βεντέτοι ηθοποιοί που είχαν απαιτήσεις από τον συγγραφέα να γράψει κάτι στα μέτρα τους. Τους έχουμε ηρωοποιήσει, μην πω θεοποιήσει, τους αρχαίους ποιητές, αλλά δεν παύανε να είναι επαγγελματίες γραφιάδες και να θέλουνε να κάνουν καλή εντύπωση σε κοινό και κριτικούς για να πάρουνε βραβείο. Και δεν έπαθε τίποτε η Ηλέκτρα που την έπαιξε η Καρέζη ούτε η Αντιγόνη που την έπαιξε η Βουγιουκλάκη ούτε οι Βάκχες με τον Ρουβά και το βρακάκι του. Υποψιάζομαι βέβαια ότι τώρα πια τέτοιες παραστάσεις είναι λιγότερο σπάνιες από το 1980-90. Αλλά δεν πειράζει. Το κείμενο παραμένει κι ας το κακομεταχειρίζονται οι βεντέτες (πρέπει όμως να ήταν χάλια Ηλέκτρα η Καρέζη. Η γυναίκα ήταν εξαιρετική κομεντιέν αλλά στα δράματα ήταν σκέτο δράμα)
 
Ίσως γνωρίζετε πως για κάποια χρόνια ο Θόδωρος Αγγελόπουλος έγραφε κινηματογραφικές κριτικές στη Δημοκρατική Αλλαγή. Κάποια κομμάτια τους βρήκα και στη σελίδα της FF. 

Εδώ θα αντιγράψω δύο μικρά αποσπάσματα κριτικών του Αγγελόπουλου για τις ταινίες " Εκείνος κι εκείνη" και " Οι θαλασσιές οι χάντρες", που δημοσίευσε στο μπλογκ του ο κ. Σαραντάκος το 2012, με αφορμή τον θάνατο του σκηνοθέτη. 

Ολόκληρο το άρθρο εδώ: https://sarantakos.wordpress.com/2012/01/25/theo/#more-5728

Εκείνος κι εκείνη:

Δυστυχώς το «Εκείνος και εκείνη» δεν επαληθεύει την διαφημιστική εξαγγελία ότι «φέρνει τον ελληνικό κινηματογράφο είκοσι χρόνια μπροστά», κάτι που μοιάζουν, εν πάση περιπτώσει, να πιστεύουν οι κατασκευαστές της ταινίας και η εταιρεία παραγωγής.

Κάποια παρεξήγηση συμβαίνει. Ο ελληνικός κινηματογράφος είναι ακόμη στο έτος μηδέν.

Το γεγονός ότι ο Ανδρέου διαλέγει για να αφηγηθεί αυτή την αλλοπρόσαλλη και βλακώδη ιστορία με τους ψευδοποιητικούς διαλόγους, μια αφήγηση όπου ο χρόνος δεν έχει τη συνέχεια της κλασικής ανάπτυξης αλλά την αποσπασματικότητα μιας ανάμνησης, αυτό δεν σημαίνει ότι προωθείται η υπόθεση του ελληνικού κινηματογράφου, ούτε ότι αυτό είναι κάτι το καινούργιο έστω για τον ελληνικό χώρο. Άλλοι (Κανελλόπουλος, Κολλάτος) έχουν προηγηθεί. Το κοκτέιλ παρελθόντος-παρόντος είναι πολύς καιρός, εξάλλου, που έχει πάψει να ενδιαφέρει και το μυθιστόρημα και τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο. Πίνεται από καθυστερημένους του είδους και εν πάση περιπτώσει με καλύτερα υλικά. Ένα σενάριο κατ’ αρχήν υπαρκτότερο. Καμωμένη να συγκινήσει τις ευαίσθητες καρδιές αυτή η ιστορία της χαλασμένης γυναίκας της πόλης που έρχεται να αποτοξινωθεί στο περιβάλλον και τα χέρια ενός νεαρού χωριάτη, δεν έχει παρά μόνο δύο στιγμές δυνατές. Εξηγούμαστε: μουσικής ένεκα. Δυο τραγούδια του Μαρκόπουλου, εικονογραφημένα με έγχρωμο ρομαντισμό από τον σκηνοθέτη και τον φωτογράφο. Αυτές είναι και οι μόνες στιγμές που συγκαταβατικά κρατάμε από μια ταινία που λίγο πριν τα τραγούδια ήταν αφόρητη φλυαρία και λίγο μετά θα γινόταν φιλολογική συμφόρηση.

Οι θαλασσιές οι χάντρες:

Ο Αγγελόπουλος επικρίνει τον Δαλιανίδη ότι υπέκυψε στα κλισέ, ξεκαθαρίζει ότι κακώς χαρακτηρίστηκε μιούζικαλ, υποστηρίζει ότι η ταινία είναι εξαγώγιμο προϊόν, ένα γυαλιστερό κολλάζ με όλα όσα πίστευε ο Φίνος πως θα θάμπωναν τους θεατές στην Εσπερία. Ωστόσο, επαινεί κάτι στην ταινία:

Κρίμα γιατί μέσα σ’ όλη αυτή την ανομοιογένεια, το θετικότερο στοιχείο της ταινίας, η έγχρωμη φωτογραφία του πολύ νεαρού οπερατέρ Γιώργου Αρβανίτη, δεν βρίσκει το αντίκρισμα που θα της έπρεπε. Για πρώτη φορά είδαμε από Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας ποιότητα χρώματος, όπως το παστέλ των εξωτερικών -τραβηγμένων με συννεφιά- της διαδρομής του Γεωργίτση και της Λάσκαρη με το αυτοκίνητο.

Λίγο αργότερα, ήρθε η απριλιανή χούντα και έκλεισε τη Δημοκρατική Αλλαγή. Ο Αγγελόπουλος άρχισε να σκηνοθετεί ταινίες (φαντάζομαι βέβαια πως αυτό θα γινόταν έτσι κι αλλιώς), και από την πρώτη στιγμή, από την μικρού μήκους «Εκπομπή» (1968) είχε στο πλάι του, βασικό συντελεστή, τον «πολύ νεαρό οπερατέρ» Γιώργο Αρβανίτη ως διευθυντή φωτογραφίας.

{* Ότι δεν είναι στην κριτική του Αγγελόπουλου είναι σχόλια του κ. Νίκου Σαραντάκου.}
 
To oτι ο Αγγελοπουλος αναφερεται σε αλλοπροσαλλη και βλακωδη ιστορια στην κριτικη του, μου δινει το ερεθισμα να καταλαβω την πηγη των μελλοντικων του εμπνευσεων.
 
Εμένα μου άρεσαν πολύ κάποιες από τις ταινίες του Αγγελόπουλου. Λίγες, αλλά αυτές οι λίγες μου άρεσαν πολύ. 

Τώρα για την κριτική εδώ δε μπορώ να σχολιάσω, γιατί δε μπορώ να θυμηθώ την ταινία. Είναι πολλά τα χρόνια που την είδα. 

Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι ήταν πολύ όμορφη η Καρέζη. Και νομίζω δεν την είχα καταλάβει καλά; Δε μπορώ να θυμηθώ... Αλλά σαν να μου άφησε κενά... 

Θα την ξαναδώ να σχολιάσω 
 
Καλά μην κοιτάς...

Αλλά τα μάτια του λαγού ( Αγγελο) 

Άλλα της κουκουβάγιας ( karapiperim) 

????
 
Εμένα μου άρεσαν πολύ κάποιες από τις ταινίες του Αγγελόπουλου. Λίγες, αλλά αυτές οι λίγες μου άρεσαν πολύ. 
Αν και τις έχω δει όλες, λίγα είναι πλέον αυτά που κρατάω από τον Αγγελόπουλο. Σκηνοθεσία-φωτογραφία-τοποθεσίες και κάτι τεχνικά... σε αυτά οκ.

Ως προς την ουσία τους.. ποτέ δεν ήμουν υπέρ της στρατευμένης τέχνης..  
 
Δεν πιστεύω στη " στρατευμένη" τέχνη. Υπάρχουν καλές και κακές ταινίες. Όλες έχουν κάτι να πουν , ή προσπαθούν , αλλιώς δεν είναι ταινίες. Απ αυτή την άποψη όλα " στρατευμένα" είναι. 

Άλλωστε κι ο Βέγγος του οποίου υποθέτω είσαι θαυμαστής, έκανε ταινίες με πολιτικό περιεχόμενο. 

Γενικά, σε ότι με αφορά, δε μου είναι απαραίτητο να συμφωνώ 100% με την ιδεολογική τοποθέτηση σκηνοθετών κ κειμενογραφων για να αποφασίσω αν μ αρέσει μια ταινία. 

Σε ότι αφορά τον Αγγελόπουλο πιστεύω ακράδαντα πως είναι ο μόνος ή ένας από τους ελάχιστους σκηνοθέτες που μπόρεσε να βάλει στο πανί αυτό ακριβώς που είχε στο μυαλό του. 

Το πρόβλημα είναι πως τον μιμήθηκαν άνθρωποι που δεν μπόρεσαν να τον κατανοήσουν, αλλά αυτό συμβαίνει πάντα στην τέχνη
 
Δεν είναι όλα στρατευμένα, δεν είναι όλες οι ταινίες με πολιτικό/θρησκευτικό/κομματικό περιεχόμενο. Φυσικά και επηρεάζεται όμως ένας δημιουργός τόσο από την ιδεολογία του όσο και το κοινωνικό περιβάλλον και μπορεί να παράξει κάτι ποιοτικό και αισθητικά άρτιο.

Εμένα για να μου αρέσει μία ταινία περιμένω να έχει ουδέτερο πολιτικό πρόσημο ή να χειρίζεται τον πολιτικό παράγοντα με αρκετή μαεστρία. Ετσι απλά. Δεν βρίσκω το λόγο να δω ταινία με συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση. Αλλά άμα τη δω τότε θα την αξιολογήσω βάσει των γούστων μου αναλόγως.

Η ενασχόληση όμως του Αγγελόπουλου στις πιο πολλές ταινίες του με την μετεμφυλιακή νοοτροπία της αριστεράς και την ¨χαμένη¨ ευκαιρία  είναι βαρετή και η -υποκειμενικά- μεροληπτική οπτική του με κουράζει. Γιατί ναι μεν τεχνικά ο άνθρωπος κινηματογραφεί αλλά ταυτόχρονα -για εμένα- έχει στρατευθεί.

Θες με την ιδεαλιστική και ωραιοποιημένη άποψη του δημιουργού? Ναι. Είναι όμως στράτευση.

Θα την δω? Φυσικά και δεν τρέχει και τίποτα... αν και θα προτιμούσα κάτι πιο ¨εύπεπτο¨ πολιτικά. 

Τις ταινίες με πολιτικό περιεχόμενο του Βεγγου τις βαριέμαι. Είναι μεροληπτικές. Η εκπαίδευση του όμως στο καράτε είναι εξαιρετικά πετυχημένη και αστεία   :)
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
  • Like
Reactions: RIO
Τις ταινίες με πολιτικό περιεχόμενο του Βεγγου τις βαριέμαι. Είναι μεροληπτικές. Η εκπαίδευση του όμως στο καράτε είναι εξαιρετικά πετυχημένη και αστεία.
Καλα, αυτο δε χρειαζοταν να το γραψεις....Το βλεπουμε! :)
 
Η κριτική του Κ. Γεωργουσόπουλου για το Παντελόνι του Εθνικού, που έφερε τις λοιπές αντιδράσεις... 
 
 
ΤΟ ΦΙΑΣΚΟ
 

Επιθυμώ να ζητήσω εκ των προτέρων να με συγχωρέσουν οι αναγνώστες μου. Όσα ακολουθούν δεν αποτελούν βέβαια κριτική, αν και η κριτική είναι επιβεβλημένο να γίνεται και με οργή και με λεμόνια. Είναι στιγμές που νοσταλγεί κανείς το μαξιλάρωμα.
Αυτή τη βαθιά νοσταλγία την αισθανθήκαμε βλέποντας το "Πανταλόνι" του Ανούιγ και την παράσταση του στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου παρακαλώ! 
Ο Ανούιγ έγραψε το 1978 ένα βλακώδες έργο. Το θέατρο μωραίνει ον βούλεται απωλέσαι. Η περίπτωση ούτε σπάνια είναι ούτε ακατανόητη. Το γήρας δεν έρχεται πάντα μόνο. Ανεξάρτητα απο τις επιφυλάξεις που μπορεί να έχει κανείς για την υπερεκτίμηση του έργου του Ανούιγ ο συγγραφέας αυτός υπήρξε μια δόξα του Γαλλικού θεάτρου. Και οι Έλληνες είδαν αξιόλογα έργα του σε αξιόλογα ανεβάσματα. 
Έγραψε ένα βλακώδες έργο, ρηχό, αμήχανο, κουτοπόνηρο, γεροντοπορνό, προϊόν μιας γεροντικής κακεντρέχειας, φληνάφημα ξεκούτηδων καφενόβιων. Το ύφος θυμίζει φασκόμηλο, το ήθος ανάλατο λαπά χωρίς λεμόνι. Ένα κατάπλασμα, μια θερμοφόρα για την ποδάγρα. Η γραφή; Μπριγιαντίνι σε ψωροφαγωμένη περούκα. Το " Πανταλόνι" δεν είναι θεατρικό έργο. Είναι δημόσια έκθεση κεφαλής που πάσχει απο κασίδα και αλωπεκίαση. 
Ποιός αποφάσισε να εκθέσει στα χάχανα του κοσμάκη τη θλιβερή κατάντια ενός γέροντα που πάσχει πια απο θεατρική άνοια; Με ποιό ηθικό δικαίωμα ενήλικοι άνθρωποι οποιο πόστο κι αν κατέχουν, διάβασαν (;), ενέκριναν (;) και παραχώρησαν στη γελοιοποίηση ενός ανθρώπου, που στο κάτω κάτω έχει κάποια θέση στη μνήμη μας και κάποτε μας έδωσε ψωμί να φάμε; 
Ποιά ανθρωποφάγα ένστικτα πρυτάνευσαν, τι είδους ναρκισσισμοί επέβαλαν την άποψη πως πρέπει σώνει και καλά να διαλαλήσουμε πως ο Ανούιγ πάσχει απο θεατρική *****υνση.
Με τα λεφτά του φορολογούμενου ¨Ελληνα πολίτη ένας κρατικός οργανισμός έκρινε πως πρέπει να εξευτελίσει έναν συγγραφέα και μαζί να εξευτελίσει και τον ίδιο το θεσμό του κρατικού θεάτρου. Εκτός αν οι πονηροί άνθρωποι το πήγαν αλλού. Θέλησαν να εξευτελίσουν τη Γαλλία! τη στιγμή που το Εθνικό Θέατρο τιμώντας τη Γαλλική Κωμωδία παρουσιάζει  στο Παρίσι Αισχύλο και Ευριπίδη, το εδώ κλιμάκιο του θέλησε να τιμήσει τον μεγαλύτερο ζώντα Γάλλο συγγραφέα έτσι υπέμνησε στους κουτόφραγκους τη διαφορά που μας χωρίζει. 
Σέβομαι απεριόριστα την κ. Χαλκούση και το γνωρίζει. Τη συνδέει με τον Ανούιγ μακροχρόνια καλλιτεχνική συνοδοιπορία. Παραβλέπουμε όταν αγαπάμε. Κατανοώ την άμβλυνση του γούστου της. Μετέφρασε το έργο και το υπέβαλε στο Εθνικό. Κανένας δεν την προστάτευσε; Γιατί την άφησαν έκθετη όταν μάλιστα είναι ταυτόχρονα μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής που ενέκρινε το έργο;
Τιμώ τον κ. Κωστή Μιχαηλίδη. Ξόδεψε σαράντα χρόνια ζωής στο Εθνικό και το λάμπρυνε με καλές παραστάσεις. Ποιός θέλησε να τον εκθέσει ανεπανόρθωτα και του πάσαρε αυτήν την "ευκαιρία" για να ξαναεμφανιστεί ως σκηνοθέτης στη Κρατική Σκηνή; Ποιός είχε ανάγκη να την "πατήσει' ο Μιχαηλίδης;
Ο κ. Τζόγιας είναι ηθοποιός με πείρα και διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Πως θα ξαναποκτήσει την εμπιστοσύνη των μαθητών του ύστερα από την απαράδεκτη, μπαλαφάρικη, πέρα κι έξω απο κάθε υποκριτική, ανεκδιήγητη εμφάνιση του; 
Όσο για την "υπόκριση" της κ. Θ. Ιωαννίδου, πρέπει να δηλώσω πως ήταν πέρα για πέρα θετική από μια πλευρά! Είναι η έμπρακτη απόδειξη πως αύριο κιόλας πρέπει να καταργηθεί η " άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος του ηθοποιού". ΕΤΣΙ μπορεί να παίξει ο καθένας, πάντως σε καμία περίπτωση χειρότερα. Όταν θητεία με τόσα χρόνια στο επάγγελμά φτάνει κανείς ΕΚΕΙ, δεν καταλαβαίνω με ποιό δικαίωμα απαγορεύουμε σε κάποιον απο ΕΚΕΙ να αρχίζει.
Λυπάμαι απο καρδιάς όλους όσοι συνέργησαν σε αυτό το φιάσκο. 
Κάτι πρέπει πάντως να συμβεί. Αν η εποπτεύουσα αρχή διστάζει να επέμβει, είναι καιρός να ευαισθητοποιηθούν και καλλιτεχνικά τα συνδικαλιστικά όργανα. Συνδικαλισμός δεν είναι μόνο οι μισθοί και τα ωράρια. Κάποιος πρέπει να προστατέψει τη θεατρική παιδεία αυτού του λαού. 
Στο Διοικητικό Συμβούλιο του Εθνικού υπάρχουν συγγραφείς και ηθοποιοί. Θα ανεχθούν τη γελοιοποίηση ενός σεβαστού γέροντα και τη γελοιοποίηση της θεατρικής τέχνης;
 
Κ. Γεωργουσόπουλος
28/1/1981
Το Βήμα 
 
Οκτώβριος 1959

 
Οι κριτικοί υποδέχονται με θέρμη τη νέα πρωταγωνίστρια Μάρω Κοντού....
 
Η 25χρονη ηθοποιός, άγνωστη στο ευρύ κοινό, γίνεται πρωταγωνίστρια δίπλα στον Δημήτρη Χορν, ο οποίος την πρόσεξε όπως διαβάζουμε, μετά απο πρόταση του Άλκη Στέα. Κοινό και κριτικοί την ξεχώρισαν αμέσως κι η ηθοποιός 'εκμεταλεύτηκε' με τον καλύτερο τρόπο τη σπουδαία τύχη να παίξει δίπλα στον μεγάλο πρωταγωνιστή και να χτίσει μια σημαντικότατη καριέρα. 
 
Η ΜΑΡΩ ΚΟΝΤΟΥ ΗΘΟΠΟΙΌΣ ΕΝΟΣ ΈΤΟΥΣ ΚΑΤΈΚΤΗΣΕ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΏΤΗ ΤΗΣ ΕΜΦΆΝΙΣΗ ΤΟ ΑΘΗΝΑΪΚΌ ΚΟΙΝΌ
 
Στάθης Σπηλιωτόπουλος:
Το άλλο εντυπωσιακό στοιχείο του έργου είναι η νέα πρωταγωνίστρια του θιάσου. Η δεσποινίς Μάρω Κοντού, που η πρώτη της εμφάνιση πέρυσι στη Λυσιστράτη είχε επισημανθεί σ αυτή τη στήλη, είναι αυτό που ονομάζουν στον κινηματογράφο " εκρηκτικό" τύπο της καλλιτέχνιδος. 
Το Ρομανσερο έργο με έντονο αισθησιασμό, απαιτεί ακριβώς αυτό που διαθέτει η δις Κοντού. 
Η εκλογή της για το ρόλο της πρωταγωνίστριας σ αυτό το έργο είναι επιτυχία του κ. Χορν
 
Κλέων Παράσχος:
 
Η Μάρω Κοντού εκφράζει με θέρμη και ζωντάνια τα αισθήματα της γυναίκας που δεν πίστεψε παρά μόνο στη σάρκα, και δεν γνώρισε παρά μόνο τη σάρκα, ως τη στιγμή που ανακαλύπτει ότι υπάρχει και η ψυχή.
 
Ειρήνη Καλκάνη:
 
Η αποκάλυψη της βραδιάς ήταν η κ. Μάρω Κοντού. Δε νομίζω ότι το έργο θα μπορούσε να σταθεί χωρίς τη συμβολή της. Γιατί ενώ σκιτσαρισε με ζωντάνια και αλήθεια την προσωπικότητα της ιερόδουλης που ένιωθε υπερηφάνεια για το επάγγελμα της, έπαιξε με τόσες αποχρώσεις, με τόση δραματική δύναμη, το ρόλο της, που του έδωσε ποιότητα και αληθινή ευγένεια. 
Εύκολα, πολύ εύκολα, θα μπορούσε να κάνει αυτόν τον ρόλο αφόρητα χυδαίο. Κι όμως, ούτε για μια στιγμή δεν παραστρατησε. Με μιαν αδιάκοπη, χωρίς ανάσα προσπάθεια, του διατήρησε όλες τις βαθύτερες ανθρώπινες προεκτάσεις του.
 
Κώστας Οικονομίδης:
 
Νέα ηθοποιός, είχε την πρώτη φορά που πρωταγωνίστησε, την τύχη να δείξει τις ικανότητες της σε ένα ρόλο αληθινά συντριπτικό. Η Μάρω Κοντού με την ειλικρίνεια του παιξίματος της, με τη ζέστη φωνή της, με άλλα επίσης αξιόλογα προσόντα της, αντιμετώπισε ικανοποιητικά τη δοκιμασία και σε λίγες περιπτώσεις φάνηκε να λυγίζει κάτω από το βάρος της επιδοσεως που της εζητηθη.
 
Τι σας έχω;;; ΚΡΙ-ΤΙ-ΚΑ-ΡΑ!!!
Θεατρική βέβαια αλλά εξόχως ενδιαφέρουσα!! Την Υπογράφει ο Άλκης Θρύλος (ψευδώνυμο της Ελένης Ουράνη). Εδώ να σημειώσω πως οι κριτικές του Θρύλου (της Ουράνη), τουλάχιστον αυτές που έχω διαβάσει, μου φαίνονται όλες τόσο υποκειμενικές που πραγματικά απορώ πως κατόρθωσε να γίνει τόσο γνωστή κριτικός. Χώρια που έχω και ένσταση για το αρσενικό ψευδώνυμο, τέλοσπάντων ας περάσω στο ζουμί...

Βρισκόμαστε στο 1932. Είναι η χρονιά που το Εθνικό γίνεται Εθνικό κι αρχίζει τις παραστάσεις του υπο τον σπουδαίο Φώτο Πολίτη. Σπουδαίος γιατί το έχουν πει όλοι όσοι δούλεψαν μαζί του την εποχή εκείνη, απ τον Αλέξη Μινωτή και τον Δημήτρη Ροντήρη μέχρι τον Δημήτρη Χορν, τη Βάσω Μανωλίδου και τον Σολομό, δεν έχουμε καμία μαρτυρία από τότε που να μην υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα αυτού του ανθρώπου.
Με σκηνοθέτη λοιπόν τον Πολίτη ανεβάζει το Εθνικό την Άννα Κρίστι του Ο'Νιλ. Αρχικά ο Άλκης Θρύλος στάθηκε στην επιλογή του έργου και του συγγραφέα. Κακό το έργο, βαρετό, κοινότατο, χωρίς καλλιέργεια ο Ο'Νιλ (τι κι αν τρία μόλις χρόνια αργότερα χτύπησε Νόμπελ Λογοτεχνίας;):

Μια δήθεν θαλασσινή τραγωδία


"Τα γαλλικά θέατρα εμφανίζουν συστηματικά όλους τους συγγραφείς που προσφέρουν κάποιο ενδιαφέρον. Ο Ο’Νιλ δε θυμάμαι να παίχθηκε ποτέ σε κανένα γαλλικό θέατρο τουλάχιστον σε ένα θέατρο με κύρος.

Αι Αθήναι ανέλαβαν να τον διαφημίσουν. Τα τελευταία χρόνια κάθε σχεδόν θίασος φιλοδοξεί να ανεβάσει κι ένα έργο του Ο’Νιλ. Δεν ανακάλυψα σε κανένα έργο του κανένα εξαιρετικό προσόν, καμία βαθιά ουσία διέκρινα τουναντίον πολλές και σημαντικές ατέλειες και ελλείψεις. Ο Ο’Νιλ είναι ένας συγγραφεύς self-made, που δε στερείται φυσικά από ταλέντο, που έχει μια κάποια ρωμαλεότητα, μια κάποια πλαστική αυθόρμητη δύναμη, αλλά και μια ανυπόφορη πολυλογία. Οι ατελείωτοι διάλογοι στα έργα του δεν κινούν ούτε με μία φράση τη σκέψη, είναι ανιαροί και κουραστικοί, και διασκεδάζουν μόνο αν θαυμάσει κανείς τη θεία αφέλεια με την οποία προβάλλουν σαν ανακαλύψεις τις πιο χιλιοειπωμένες κοινοτυπίες. Ο Ο’Νιλ για την αντίληψη μου δεν προκαλεί τίποτα άλλο μόνο την περιέργεια, διακρίνει κανείς ένα ταλέντο και μια αισθητή έλλειψη καλλιέργειας, πιστοποιεί ότι το ταλέντο χωρίς την καλλιέργεια είναι ανεπαρκέστατο.

Τα ελεύθερα θέατρα έχουν το δικαίωμα και ακόμη και την υποχρέωση να πειραματίζονται και να παρουσιάζουν στο κοινό συγγραφείς που είναι απλά ιδιόρρυθμοι.


Δε νομίζω όμως ότι επιτρέπεται στο Εθνικό Θέατρο να ανεβάζει το έργο ενός συγγραφέως πέμπτης ή και δέκατης σειράς, και μάλιστα να διαφημίζει στα προγράμματα και στις εφημερίδες το έργο αυτό σαν αριστούργημα"


Και μετά τον συγγραφέα σειρά είχε ο ατάλαντος θίασος:

Ο συγκεκριμένου ρεπερτορίου Βεάκης:


"(….) Στον κινηματογράφο είχα πλήξει πολύ λιγότερο παρά στο θέατρο. Η κινηματογραφική ταινία είχε και το προσόν ότι παρουσίαζε έξοχους ηθοποιούς. Στο Εθνικό Θέατρο αναδείχθηκε μόνον ο κος Βεάκης.Του δόθηκε ένας ρεαλιστικός ρόλος κι απέδειξε ακόμη μια φορά ότι σε ρεαλιστικούς ρόλους, αλλά μόνο σ αυτούς, μπορεί να αναπτύξει μια σπάνια δύναμη και δημιουργικότητα."

Οι αστα να πάνε Μινωτής και Σαπφώ Αλκαίου:

"Ο κος Μινωτής τουναντίον δεν είναι πλασμένος για ρόλους ρεαλιστικούς. Έπαιξε με στόμφο, εξωτερικά και ψεύτικα. Η κα Αλκαίου ήταν ασύγκριτα κατώτερη από την αμερικανίδα συναδέλφη της… μα κι απ τον εαυτό της. Έπαιξε εντελώς μονοκόμματα ενώ συνήθως ξέρει να χρωματίζει. Η αμερικανίδα συναδέλφη της είχε εφεύρει διάφορες λεπτότατες αποχρώσεις οι οποίες πιθανόν και να ξεπερνούσαν την πρόθεση του συγγραφέως, αλλά πλούτιζαν το έργο. Κάθε μορφασμός της, κάθε κίνηση της ήταν μια δημιουργία που μου μένει αλησμόνητη. Η κα Αλκαίου αρκέστηκε να υπογραμμίσει χοντρά γελοιογραφικά σημεία του ρόλου."

και η χειρότερη όλων Κατίνα Παξινού η οποία δεν είχε η κακομοίρα τα προσόντα να γίνει ηθοποιός:


Η κα Παξινού ήταν καλύτερη παρά ως Κλυταιμνήστρα αλλά αυτό δε σημαίνει πολλά. Πολύ φοβούμαι ότι της λείπουν τα ουσιαστικότερα προσόντα του ηθοποιού. Το έργο παρόλη τη ρηχότητα του και τις ατέλειες του είχε μερικές σκηνές δραματικές, έστω κι επιφανειακά,που μπορούν να κάνουν εντύπωση.Η κα Παξινού δε μετέδωσε ούτε μια στιγμή κάποια δόνηση, κάποια συγκίνηση (..)



Νέα Εστία 1/1/1933 (με την καλή την κουβέντα στο στόμα πρωτοχρονιάτικα ο Θρύλος)
 
Τελευταία επεξεργασία:
Εγώ είχα την εντύπωση ότι ο θρύλος της Θρύλου ήταν δικαιολογημένος, διότι δεν είχα διαβάσει καμιά κριτική της. Αλλά πρόσφατα άκουσα ένα CD με ηχητικά ντοκουμέντα παλιών προσωπικοτήτων και είχε κριτική της Ουράνη και δεν πίστευα στ' αυτάκια μου με το πόσο αρτηριοσκληρωτική και οπισθοδρομική ήταν (πρέπει να ήταν πιο πρόσφατη από το 1933 για να έχει σωθεί ηχητικά). Διότι δεν είναι απλώς ότι δεν της άρεσε η συγκεκριμένη παράσταση ή έστω το έργο. Απέρριπτε συλλήβδην τον συγγραφέα και το έργο του (και τους συντελεστές της παράστασης, μη δεν θάψει ακριβοδίκαια). Και δεν κατάλαβα τι θα πει "Ο Ο’Νιλ είναι ένας συγγραφεύς self-made, " δηλαδή τι ήθελε? να κληρονομήσει το συγγραφιλίκι από τον μπαμπά του? Μοιάζει να λέει "Εμείς γράφαμε τραγωδίες την εποχή που οι πρόγονοι του απολίτιστου ακαλλιέργητου συγγραφέα κρέμονταν από τα δέντρα". Φυσικά το Νόμπελ δεν αξίζει τίποτε, διότι του το δώσανε άλλο απολίτιστοι βόρειοι βάρβαροι. Δεν ήταν Βραβείο της Ακαδημία Αθηνών για να έχει πραγματική αξία.
 
20220509_132951.jpg20220513_134208.jpg
Άρθρα - κριτικές για την ταινία Το χώμα βάφτηκε κόκκινο
1966
 
Η αναφορά στους Τούρκους και τις αλυσίδες στην κριτική της Ελένης Γαγάνη είναι τελείως άσχετη αλλά έτσι πονηρά διατυπωμένη (...αλυσίδες και στη Θεσαλία[sic] o...) δημιουργεί την εντύπωση ότι η Θεσσαλία (μέρος της Ελλάδας από το 1881) ανήκε ακόμη στην Οθωμανική αυτοκρατορία οπότε οι τσιφλικάδες βασίζονταν σ' αυτήν κι όχι στην Ελλάδα και τους νόμους της για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Οπότε ο Αντύπας (βοηθούντος και του χαρακτηρισμού "πατριώτης") δεν είναι πια τόσο κοινωνικός επαναστάτης αλλά εθνοαπελευθερωτικός. Σε ποια εφημερίδα ήταν αυτή η κριτική? Βλέπω ότι και η δεύτερη μιλάει για τη μισή Ελλάδα λευτερωμένη από τους Τούρκους. Ήταν εισαγωγικό μπλα-μπλα της ταινίας? (Δεν την έχω δει ούτε σκοπεύω).

Όποιος διάβασε την κριτική της "Διπλοπενιές" δεν είχε λόγο να δει την ταινία αφού η λεπτομερέστατη περιγραφή αποκαλύπτει τα πάντα μέχρι και τον αριθμό των κουτσούβελων. Κάτι ξέρανε τα παλιά μπλε δισέλιδα προγράμματα κινηματογράφων που είχαν 3 σειρές περιγραφή υπόθεσης και μετά "Η συνέχεια επί της οθόνης". Φανταστείτε την "κριτική" του/της κ. Θ.Κ. για το Ψυχώ!! Μέχρι τη για τη μούμια της μαμάς θα μας μίλαγε.
 
Πίσω
Μπλουζα