Θυμάμαι που μαζευόμασταν το απογευμα, όλα τα παιδιά της γειτονίας, χωρίς να δώσουμε ραντεβού, και παιζαμε μεχρι αργα το βραδυ, οτι παιχνιδια μπορεις να φανταστεις, σκοινακι, κρυφτό, τρέξιμο κτλ. Εμεις τα κορίτσια, τα καλοκαίρια μαζευόμασταν και άλλες ώρες, συνηθως τα μεσημερια, οπου η καθε μια μας, ειχε και απο ένα κεντημα. Ετοιμαζαμε την προίκα μας! Το κέντημα εμπαινε στην γωνια καθε φθινοπωρο, και το ξαναπιάναμε παλι, το επόμενο καλοκαιρι. Τις γυναικες στην γειτονια, που αργα τα απογευματα αφού τελειώναν τις δουλειές, βγαιναν και τα λεγαν μεταξυ τους, ενω προσπαθουσαν, φωναζοντας μας, να μας μαζεψουν απο το παιχνίδι. Το πανηγύρι του χωριου, που ήταν τον Ιούνη, το περιμεναμε πως και πως. Την παραμονή της γιορτης, τα μαγαζιά, καλουσαν κλαρίνα, και οι μεγαλοι διασκεδαζαν με αυτά. Εμεις παλι με το λούνα-παρκ, και μεταξύ μας. Μας αρκουσε που γινοταν το νταβαντούρι. Που βρισκομασταν παρεα. Που είχαν τελειωσει τα μαθήματα. Ήταν το μόνο βράδυ που ξενυχτούσαμε μέχρι το πρωί.
Τον πατέρα μου, που φυσικά κάθε μεσημερι τρωγαμε όλοι μαζι, και που το βράδυ, όταν ήθελε και αυτος να δει τους φιλους του, τους συναντουσε στον καφενέ του χωριου. Στον οποίο καφενέ, οταν τυχαινε να περασω, και να με φωναξει να με κεράσει κάτι, το αγαπημενο μου ήταν : Βυσσιναδα!. Το καφενειο, ειχε πλατάνια για ισκιο, και αργά το απογευμα, ακουγες τα πουλιά, που κουρνιαζαν πανω του.
Το βραδυ τα καλοκαιρια, κοιμομαστε με τα παράθυρα και τις πορτες ανοιχτα. Και δεν ήμαστε οι μόνοι! Πολλοι, εστρωναν ραντζο, και κοιμοταν και στην αυλη, λόγω ζέστης!
Σαν παιδί με θυμαμαι να περιμενω απο την μαμα, καθε Παρασκευή να μου αγοράσει την Καντυ-καντυ, και τον μπαμπά να μου φερει το πρωι, την κουκουρουκου, που μου ειχε αγορασει απο το καφενειο το προηγούμενο βράδυ. Έκανα συλλογή τα αυτοκόλητα!