Στη μάχη της Κρήτης (1970)
Retro link: www.retrodb.gr/wiki/index.php/Στη_μάχη_της_Κρήτης
Υπόθεση:
Απρίλιος 1941. Με την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα, η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων κλείνει και ο πρωτοετής εύελπις Νικηφόρος Καλλέργης επιστρέφει στην πατρίδα του Κρήτη με το νοσοκομειακό πλοίο «Νηρεύς». Στην πραγματικότητα όμως το πλοίο είναι καμουφλάζ, καθώς στα αμπάρια του δεν μεταφέρει φαρμακευτικό υλικό αλλά τον χρυσό της Τράπεζας Ελλάδος προκειμένου να μην πέσει στα χέρια των Γερμανών. Παρά την επικινδυνότητα και τις δυσκολίες κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, το πλοίο φτάνει τελικά στην Κρήτη. Με την άφιξη του όμως αρχίζει και η επιχείρηση κατάληψης του νησιού από τους Γερμανούς με ρίψη αλεξιπτωτιστών. Ο πατέρας του Νικηφόρου, ο καπετάν-Μανούσος, αναλαμβάνει να οδηγήσει την αποστολή μέσα από κρυφά μονοπάτια του Ψηλορείτη στα νότια του νησιού όπου περιμένει υποβρύχιο. Ανάμεσα τους όμως υπάρχει κατάσκοπος που προδίδει κάθε κίνηση. Το νησί καταλαμβάνεται τελικά απο τους Γερμανούς παρά την σθεναρή αντίσταση των Κρητικών, όμως η αποστολή στέφεται με επιτυχία και ο ελληνικός χρυσός φυγαδεύεται εκτός Κρήτης.
Παίζουν:
εύελπις Νικηφόρος Καλλέργης: Χρήστος Πολίτης
καπετάν-Μανούσος Καλλέργης (πατέρας Νικηφόρου): Fernando Sancho
πλωτάρχης Ανδρεάδης (κυβερνήτης του πλοίου «Νηρεύς»): Στέφανος Στρατηγός
Βob Turner (επικεφαλής Άγγλος ταγματάρχης της αποστολής): Paolo Kazela
Miss Gordon (Γερμανίδα κατάσκοπος): Μaria Pia Konte
Antony Fletser (άγγλος λιποτάκτης): Γιώργος Τζώρτζης
Μαρία Καλλέργη (αδερφή Νικηφόρου): Γιώτα Σοϊμοίρη
Ρόζα (φιλενάδα του Antony): Αννα Μαντζουράνη
υπάλληλος Τράπεζας Ελλάδος: Γιώργος Μσχίδης
Έλληνες αξιωματικοί: Γρηγόρης Βαφιάς - Γιώργος Γρηγορίου - Γιώργος Ζαϊφίδης - Γιάννης Πάχης - Γιώργος Σίσκος
Άγγλοι αξιωματικοί: Cordon Taylor - Mike Verner
Γερμανοί αξιωματικοί: Δημήτρης Μπισλάνης - Γιώργος Μπάρτης - Γιάννης Κανδήλας - Κώστας Πολίτης
διοικητής Τράπεζας Ελλάδος: Κώστας Αγαλιάνος
διοικητής Σχολής Ευελπίδων: Ανδρέας Βεντουράτος
εύελπις (συμμαθητής Νικηφόρου): Γιάννης Κατράνης
Σκηνοθεσία: Βασίλης Γεωργιάδης
Παραγωγός: Τζέιμς Πάρις
Σενάριο: Σταμάτης Φιλιππούλης
Τα αληθινά γεγονότα
Η ταινία διαπραγματεύεται το αληθινό γεγονός της φυγάδευσης του ελληνικού χρυσού εκτός Ελλάδος στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πόλεμου.
Στο «Χρονικό της Τράπεζας της Ελλάδος» (1955) το οποίο επιμελήθηκε ο Ηλίας Βενέζης υπάρχουν τα επίσημα ιστορικά ντοκουμέντα για τον ελληνικό χρυσό.

Ο τότε διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος Γιώργος Μαντζαβίνος περιγράφει στο βιβλίο:
«Αμέσως μόλις έγινε κατάδηλη η πρόθεση της Γερμανίας να βοηθήσει την Ιταλία στον αγώνα ενάντια στην Ελλάδα, λάβαμε μέτρα για να μεταφερθεί ο χρυσός από τα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Ελλάδος σε ασφαλές μέρος έξω από την Αθήνα. Προκρίθηκε η Κρήτη, το υποκατάστημα Ηρακλείου, όπου είχαμε αρκετά ασφαλή χρηματοκιβώτια. Η μεταφορά έγινε Φεβρουάριο, ήταν Καθαρά Δευτέρα».
Ο ελληνικός χρυσός, που ανερχόταν σε ουγκιές καθαρού βάρους 610.796 υπό μορφή ράβδων και λιρών, τοποθετήθηκε σε κιβώτια και μεταφέρθηκε με τα αντιτορπιλικά «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα» στο Ηράκλειο της Κρήτης.
«Όταν όμως άρχισε να διαγράφεται ως επικείμενη η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, αρχίσαμε να προνοούμε για τη μετακίνησή έξω από την Ελλάδα για να τον μεταφέρουμε σε ασφαλή χώρα».
Έτσι από το Ηράκλειο, ο ελληνικός χρυσός μεταφέρεται στη Σούδα με το βρετανικό πλοίο «Salvia» και εκεί φορτώνεται στο βρετανικό καταδρομικό «Dido» για την Αίγυπτο. Τη στιγμή της φόρτωσης, το λιμάνι της Σούδας βομβαρδίζεται από Γερμανικά «στούκας» με αποτέλεσμα ένα από τα κιβώτια να σπάσει στο κατάστρωμα, το οποίο γέμισε με λίρες. Στη διαδρομή προς την Αίγυπτο, εν πλω, βρέθηκαν όλες εκτός από μία.
Το «Dido» φτάνει στην Αίγυπτο και ο ελληνικός χρυσός μεταφέρεται προς φύλαξη στην Κεντρική Τράπεζα της Αιγύπτου.
Καθώς όμως η Γερμανική στρατιά του Ρόμελ προελαύνει στην Βόρεια Αφρική, ο χρυσός πρέπει για μια ακόμη φορά να μεταφερθεί σε ασφαλές μέρος. Έτσι μεταφέρεται στην αγγλοκρατούμενη Νότια Αφρική, στην Πρετόρια, όπου και εναποτέθηκε στα θησαυροφυλάκια της South African Reserve Bank. Από τη νέα τήξη, προέκυψε χρυσός καθαρότητας βάρους 608.350 ουγκιών. Σε αυτό το σημείο τελειώνει και το ιστορικό της φυγάδευσης του ελληνικού χρυσού στο «Χρονικό» του Βενέζη.
Έκτοτε τα σενάρια και οι εκδοχές για την τύχη του ποικίλλουν και συζητιούνται μέχρι σήμερα. Μια από τις εκδοχές είναι, ότι μετά την απελευθέρωση, όταν η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε την επιστροφή του ελληνικού χρυσού, η απάντηση από την Βρετανία ήταν: «χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη των εξόδων του Ελληνικού Στρατού στη Μέση Ανατολή και έτσι το Βρετανικό Στέμμα δεν οφείλει τίποτα για επιστροφή στην Ελλάδα».




Retro link: www.retrodb.gr/wiki/index.php/Στη_μάχη_της_Κρήτης
Υπόθεση:
Απρίλιος 1941. Με την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα, η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων κλείνει και ο πρωτοετής εύελπις Νικηφόρος Καλλέργης επιστρέφει στην πατρίδα του Κρήτη με το νοσοκομειακό πλοίο «Νηρεύς». Στην πραγματικότητα όμως το πλοίο είναι καμουφλάζ, καθώς στα αμπάρια του δεν μεταφέρει φαρμακευτικό υλικό αλλά τον χρυσό της Τράπεζας Ελλάδος προκειμένου να μην πέσει στα χέρια των Γερμανών. Παρά την επικινδυνότητα και τις δυσκολίες κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, το πλοίο φτάνει τελικά στην Κρήτη. Με την άφιξη του όμως αρχίζει και η επιχείρηση κατάληψης του νησιού από τους Γερμανούς με ρίψη αλεξιπτωτιστών. Ο πατέρας του Νικηφόρου, ο καπετάν-Μανούσος, αναλαμβάνει να οδηγήσει την αποστολή μέσα από κρυφά μονοπάτια του Ψηλορείτη στα νότια του νησιού όπου περιμένει υποβρύχιο. Ανάμεσα τους όμως υπάρχει κατάσκοπος που προδίδει κάθε κίνηση. Το νησί καταλαμβάνεται τελικά απο τους Γερμανούς παρά την σθεναρή αντίσταση των Κρητικών, όμως η αποστολή στέφεται με επιτυχία και ο ελληνικός χρυσός φυγαδεύεται εκτός Κρήτης.
Παίζουν:
εύελπις Νικηφόρος Καλλέργης: Χρήστος Πολίτης
καπετάν-Μανούσος Καλλέργης (πατέρας Νικηφόρου): Fernando Sancho
πλωτάρχης Ανδρεάδης (κυβερνήτης του πλοίου «Νηρεύς»): Στέφανος Στρατηγός
Βob Turner (επικεφαλής Άγγλος ταγματάρχης της αποστολής): Paolo Kazela
Miss Gordon (Γερμανίδα κατάσκοπος): Μaria Pia Konte
Antony Fletser (άγγλος λιποτάκτης): Γιώργος Τζώρτζης
Μαρία Καλλέργη (αδερφή Νικηφόρου): Γιώτα Σοϊμοίρη
Ρόζα (φιλενάδα του Antony): Αννα Μαντζουράνη
υπάλληλος Τράπεζας Ελλάδος: Γιώργος Μσχίδης
Έλληνες αξιωματικοί: Γρηγόρης Βαφιάς - Γιώργος Γρηγορίου - Γιώργος Ζαϊφίδης - Γιάννης Πάχης - Γιώργος Σίσκος
Άγγλοι αξιωματικοί: Cordon Taylor - Mike Verner
Γερμανοί αξιωματικοί: Δημήτρης Μπισλάνης - Γιώργος Μπάρτης - Γιάννης Κανδήλας - Κώστας Πολίτης
διοικητής Τράπεζας Ελλάδος: Κώστας Αγαλιάνος
διοικητής Σχολής Ευελπίδων: Ανδρέας Βεντουράτος
εύελπις (συμμαθητής Νικηφόρου): Γιάννης Κατράνης
Σκηνοθεσία: Βασίλης Γεωργιάδης
Παραγωγός: Τζέιμς Πάρις
Σενάριο: Σταμάτης Φιλιππούλης
Τα αληθινά γεγονότα
Η ταινία διαπραγματεύεται το αληθινό γεγονός της φυγάδευσης του ελληνικού χρυσού εκτός Ελλάδος στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πόλεμου.
Στο «Χρονικό της Τράπεζας της Ελλάδος» (1955) το οποίο επιμελήθηκε ο Ηλίας Βενέζης υπάρχουν τα επίσημα ιστορικά ντοκουμέντα για τον ελληνικό χρυσό.

Ο τότε διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος Γιώργος Μαντζαβίνος περιγράφει στο βιβλίο:
«Αμέσως μόλις έγινε κατάδηλη η πρόθεση της Γερμανίας να βοηθήσει την Ιταλία στον αγώνα ενάντια στην Ελλάδα, λάβαμε μέτρα για να μεταφερθεί ο χρυσός από τα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Ελλάδος σε ασφαλές μέρος έξω από την Αθήνα. Προκρίθηκε η Κρήτη, το υποκατάστημα Ηρακλείου, όπου είχαμε αρκετά ασφαλή χρηματοκιβώτια. Η μεταφορά έγινε Φεβρουάριο, ήταν Καθαρά Δευτέρα».
Ο ελληνικός χρυσός, που ανερχόταν σε ουγκιές καθαρού βάρους 610.796 υπό μορφή ράβδων και λιρών, τοποθετήθηκε σε κιβώτια και μεταφέρθηκε με τα αντιτορπιλικά «Βασιλεύς Γεώργιος» και «Βασίλισσα Όλγα» στο Ηράκλειο της Κρήτης.
«Όταν όμως άρχισε να διαγράφεται ως επικείμενη η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, αρχίσαμε να προνοούμε για τη μετακίνησή έξω από την Ελλάδα για να τον μεταφέρουμε σε ασφαλή χώρα».
Έτσι από το Ηράκλειο, ο ελληνικός χρυσός μεταφέρεται στη Σούδα με το βρετανικό πλοίο «Salvia» και εκεί φορτώνεται στο βρετανικό καταδρομικό «Dido» για την Αίγυπτο. Τη στιγμή της φόρτωσης, το λιμάνι της Σούδας βομβαρδίζεται από Γερμανικά «στούκας» με αποτέλεσμα ένα από τα κιβώτια να σπάσει στο κατάστρωμα, το οποίο γέμισε με λίρες. Στη διαδρομή προς την Αίγυπτο, εν πλω, βρέθηκαν όλες εκτός από μία.
Το «Dido» φτάνει στην Αίγυπτο και ο ελληνικός χρυσός μεταφέρεται προς φύλαξη στην Κεντρική Τράπεζα της Αιγύπτου.
Καθώς όμως η Γερμανική στρατιά του Ρόμελ προελαύνει στην Βόρεια Αφρική, ο χρυσός πρέπει για μια ακόμη φορά να μεταφερθεί σε ασφαλές μέρος. Έτσι μεταφέρεται στην αγγλοκρατούμενη Νότια Αφρική, στην Πρετόρια, όπου και εναποτέθηκε στα θησαυροφυλάκια της South African Reserve Bank. Από τη νέα τήξη, προέκυψε χρυσός καθαρότητας βάρους 608.350 ουγκιών. Σε αυτό το σημείο τελειώνει και το ιστορικό της φυγάδευσης του ελληνικού χρυσού στο «Χρονικό» του Βενέζη.
Έκτοτε τα σενάρια και οι εκδοχές για την τύχη του ποικίλλουν και συζητιούνται μέχρι σήμερα. Μια από τις εκδοχές είναι, ότι μετά την απελευθέρωση, όταν η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε την επιστροφή του ελληνικού χρυσού, η απάντηση από την Βρετανία ήταν: «χρησιμοποιήθηκε για την κάλυψη των εξόδων του Ελληνικού Στρατού στη Μέση Ανατολή και έτσι το Βρετανικό Στέμμα δεν οφείλει τίποτα για επιστροφή στην Ελλάδα».



