Το θέμα - το καστ. Μια νεαρή κοπέλα η Άννα Βλασσοπούλου (
Άννα Βαγενά) με καταγωγή από τα Καλάβρυτα ζει εδώ και αρκετά χρόνια ως υπηρέτρια σε ένα μεσοαστικό σπίτι στην Αθήνα. Οι εργοδότες της με πρώτη την κυρά του σπιτιού (
Σμάρω Βεάκη) και τον γιο της Θόδωρο Μανωλόπουλο (
Κώστας Ρηγόπουλος) την έχουν συνηθίσει χρόνια τώρα κοντά τους να τους φροντίζει. Κάποια στιγμή η γυναίκα του Θόδωρου, Καίτη (
Μαρία Μαρτίκα), αναλαμβάνει να κάνει προξενιό στην Άννα αφού της προτάθηκε από έμπιστο άτομο, ένας νέος άντρας, ο Κοσμάς Ράπτης (
Σταύρος Καλάρογλου). Πράγματι, ο υποψήφιος γαμπρός έρχεται στο σπίτι και το πρώτο δείγμα γραφής αποδεικνύεται θετικό. Την ίδια μέρα μάλιστα ο Κοσμάς και η Άννα βγαίνουν μαζί για να γνωριστούν. Αν και συγκρατημένοι, οι δυο νέοι δείχνουν να ταιριάζουν και ο δεσμός τους φαντάζει ως η φυσιολογική κατάληξη. Όλο αυτό όμως το ενδεχόμενο προσκρούει στην αντίδραση της κυράς και του γιου της. Προφασιζόμενοι αστείες δικαιολογίες πιέζουν και στο τέλος καταφέρνουν να "πείσουν" την Άννα να μη δώσει συνέχεια στο αναδυόμενο ειδύλλιο. Παρόλη την πίκρα της η Άννα θα συμβιβαστεί με τη μοίρα της.
Ανάλυση. Πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες ταινίες των early '70s και ασφαλώς για μια παραγωγή με αρκετή διαφοροποίηση σε σχέση με τις συνήθεις παραγωγές της εποχής. Όντως ο σκηνοθέτης Παντελής Βούλγαρης στην πρώτη του εμφάνιση στην ελληνικά κινηματογραφικά δρώμενα κατορθώνει να ταράξει τα λίγο έως πολύ λιμνάζοντα νερά του χώρου.
Η κοινωνική αυτή ηθογραφία αποτυπώνει με αρκετή ειλικρίνεια το ελληνικό γίγνεσθαι των αρχών της δεκαετίας του '70. Μέσα σε ένα στενά ελεγχόμενο πολιτικό πλαίσιο, σε μια εποχή σχετικής αλλά υπό προθεσμία οικονομικής ανάπτυξης οι αντιλήψεις και τα ήθη των νεοελλήνων δεν δείχνουν να έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά. Η Αθήνα ως μοναδική διέξοδος στην ανέχεια και την εγκατάλειψη (βλέπε απόσπασμα) της επαρχίας ήδη μορφοποιεί το αστυφιλικό πρόσωπο της χώρας. Η πατροπαράδοτη θέση της γυναίκας στο σπίτι και το σχετικό περιοριστικό πλαίσιο το οποίο βέβαια είναι τόσο περισσότερο ασφυκτικό όσο το άτομο βρίσκεται σε χαμηλή-εξαρτώμενη κοινωνικοοικονομική θέση. Το χάσμα των γενεών υπονοείται ως υπαρκτό βέβαια αν και εκδηλώνεται υπόκωφα και χωρίς ιδιαίτερες εξάρσεις. Η περιχαράκωση των μικρομεσοαστών που δεν θέλουν μπελάδες στο κεφάλι τους και που όταν αντιληφθούν κίνδυνο (το ξεβόλεμα της οικογένειας με το φευγιό της Άννας) παίρνουν τα μέτρα τους.
Σε ένα τόσο ασφυκτικό περιβάλλον τα όνειρα και οι φιλοδοξίες (μικρά και τα δυο) των δύο ηρώων μοιάζουν να συνθλίβονται αλύπητα. Η ελπίδα για κάτι καλύτερο αναβάλλεται για το αόριστο μέλλον και η διατήρηση των κρατούντων (να μην αλλάξει τίποτα) αναδεικνύεται σε κυρίαρχο μέλημα.
Για όσους έχουν διαβάσει Μένη Κουμανταρέα θα αναγνωρίσουν φυσικά και εδώ τα γενικά χαρακτηριστικά των έργων του. Πάντα η Αθήνα εδώ, οι ήρωες με ετεροκαθορισμένη εν πολλοίς μοίρα μια κοινωνία που αρνείται πεισματικά να αλλάξει παρά τις επιμέρους μικροταραχές. Το αφήγημα μιας Ελλάδας που τη συνηθίσαμε από τον πόλεμο και μετά.
Ο Βούλγαρης γυρνάει την κάμερα μέσα στον κόσμο, δεν την αφήνει στατική, οι ήρωες δεν απαγγέλλουν αλλά λένε λόγια καθημερινά, "φυσιολογικά". Έτσι πετυχαίνει μια αμεσότητα στην επικοινωνία ηθοποιού - θεατή που δεν βρήκα παρά σε ελάχιστες ταινίες της περιόδου (πχ "Ναι μεν αλλά").
Δίκαια η ταινία μονοπώλησε τα βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1972. Θα πω μόνο ότι κατά τη γνώμη μου βραβείο άξιζε και η εξαιρετική ερμηνεία του Σταύρου Καλάρογλου ως Α' αντρικό ρόλο. Δυστυχώς δεν τιμήθηκε γι' αυτή. Επίσης να αναφέρω ότι η ταινία απέσπασε βραβείο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου του 1973.
Μικρά-μικρά. Σε κάποια διαφήμιση του ραδιοφώνου ακούγεται η παρουσίαση 4 μανεκέν σε κατάστημα στη γνωστή πλούσια περιοχή Δροσιά των Βορείων Προαστείων που υπονοεί ότι ήδη από εκείνη την περίοδο το προάστιο είχε αρχίσει να ακμάζει.
Αποσπάσματα
1. Ο Κοσμάς αναφέρει για τη ζωή στον Καναδά όπως την περιγράφει ο αδερφός του που ζει εκεί.
Κοσμάς: - Είναι χάος εκεί πέρα. Δύσκολα ονόματα. Οι άνθρωποι, οι δρόμοι…
Άννα: - Όμως κονομάνε…
Κοσμάς: - Ναι, δεν λέω… αλλά τι να το κάνεις; Ξένος στους ξένους. Ούτε ένα ποτήρι νερό δεν γυρίζουν να σου δώσουν.
Άννα: - Εσύ δεν σκέφτηκες να φύγεις;
Κοσμάς: - Στο χωριό δεν έμεινε ψυχή. Άλλος Αυστράλια άλλος Αμέρικα. Καμιά φορά μού ‘ρχεται και μένα να τα παρατήσω όλα...
2. Ο Θόδωρος καταφέρνει να τουμπάρει την Άννα να μείνει στο σπίτι.
Θόδωρος: - Έλα να της δώσουμε χαρά (της κυράς). Πόσα χρόνια θα είναι κοντά μας; Αύριο, μεθαύριο… Έλα ν’ αρχίσετε πάλι όπως και πρώτα. Τόσα χρόνια μαζί, πίκρες, χαρές… Όλα τα’ άλλα τ’ αναλαμβάνω εγώ, έλα μπράβο. Θα βρεθεί καλύτερος, να ‘σαι σίγουρη. Πες πως δεν τον γνώρισες…
Φωτογραφίες
1. Η Άννα διέσχισε την αερογέφυρα των γραμμών του τρένου και κατευθύνεται προς το σπίτι. Έχω την εντύπωση ότι μιλάμε για τη Λεωφόρο Ιωνίας στο ύψος 146 στα Κάτω Πατήσια, δείτε κι
εδώ σήμερα.

2. Η κουνιάδα του Θόδωρου, Βάσω (
Ειρήνη Εμιρζά) κοιτάει ένα περιοδικό μόδας.

3. Ο Θόδωρος με τον μπατζανάκη του, δικηγόρο Κωστή Ευσταθίου (
Αλέκος Ουδινότης) παίζουν μια παρτίδα τάβλι υπό το βλέμμα της κόρης του τελευταίου, Τάνιας (
Αθηνά Λαμπροπούλου).

4. Στο λεωφορείο. Σε πρώτο πλάνο η Άννα. Στο βάθος ο Κοσμάς κόβει εισιτήρια.

5. Ο Κοσμάς και η Άννα στη στοά Μπροντγουαίη στην Πατησίων πηγαίνοντας προς την έξοδο της οδού Κεφαλληνίας. Εδώ θα μπουν σε ένα υπόγειο μουσικό ταβερνείο για να διασκεδάσουν. Κάποια στοιχεία για την ιστορία της στοάς μπορείτε να διαβάστε
εδώ. Μια φωτογραφική σύγκριση του τότε με το τώρα μπορείτε να δείτε
εδώ.

Video. Σκηνές της ταινίας στο video που ακολουθεί.