Ανθολόγια Δημοτικού

  • Έναρξη μίζας Έναρξη μίζας Hera
  • Ημερομηνία έναρξης Ημερομηνία έναρξης
Το Ανθολογιο μου δημιουργουσε μια απορια, την οποια και εξεφρασα πιο παλια στο συγκεκριμενο θρεντ, λιγες σελιδες νωριτερα. Ποια ηταν η διαφορα του Ανθολογιου απο τη Γλωσσα μου; Γιατι ηταν ξεχωριστο βιβλιο για το ιδιο μαθημα; Ή ήταν ξεχωριστο μαθημα; Και γιατι δεν απευθυνοταν σε συγκεκριμενεη ταξη, αλλα ηταν χωρισμενο σε 2 μερη "Για τα παιδια του Δημοτικου";
 
Wally είπε:
Ωραιος! Σκαναρε κανα 2 σελιδες ακομα να θυμηθουμε πραγματακια

Να και μερικές φωτό....

attachment.php
attachment.php


attachment.php
attachment.php


attachment.php
attachment.php
 
Rakeesh είπε:
Το Ανθολογιο μου δημιουργουσε μια απορια, την οποια και εξεφρασα πιο παλια στο συγκεκριμενο θρεντ, λιγες σελιδες νωριτερα. Ποια ηταν η διαφορα του Ανθολογιου απο τη Γλωσσα μου; Γιατι ηταν ξεχωριστο βιβλιο για το ιδιο μαθημα; Ή ήταν ξεχωριστο μαθημα; Και γιατι δεν απευθυνοταν σε συγκεκριμενεη ταξη, αλλα ηταν χωρισμενο σε 2 μερη "Για τα παιδια του Δημοτικου";
Το ανθολόγιο του δημοτικού ήταν ό,τι και τα Κείμενα στο γυμνασιολύκειο. Ήταν εξτρά ώρες από το μάθημα των Νέων Ελληνικών, για την επαφή των μαθητών με την ελληνική λογοτεχνία. Στο δημοτικό, στις πρώτες τάξεις, τα κείμενα και τα ποιήματα που κάναμε στο ανθολόγιο ήταν περισσότερο συνοδευτικά και τα αξιοποιούσαμε για καμιά αντιγραφή ή ορθογραφία. Όσο πέρναγαν οι τάξεις, στα κείμενα και στα ποιήματα του ανθολόγιου κάναμε και λίγη θεωρία, δηλαδή βλέπαμε ομοιοκαταληξίες στα ποιήματα, κάναμε περιλήψεις στα κείμενα, τα χωρίζαμε σε θεματικές ενότητες, κλπ. Παρόμοια μπορεί να κάναμε και στη γλώσσα, αλλά στη γλώσσα η δασκάλα στεκόταν περισσότερο στα γραμματικοσυντακτικά φαινόμενα, και λιγότερο στα πιο τεχνικά.

Ψέματα... Ομοιοκαταληξίες παίζει να βλέπαμε και από πρώτη δημοτικού...

Αυτή την "Αγία Τριάδα" των ανθολογίων την είχα κι εγώ, και ήταν ακριβώς έτσι! Μας έβαζε η δασκάλα να κολλάμε μια κορδελίτσα στο οπισθόφυλλο του ανθολόγιου, ώστε να την έχουμε για σελιδοδείκτη, όπως τα παλιά βιβλία. Είχα και τους τρεις τόμους μέχρι και την πέμπτη δημοτικού. Αλλά όταν πήγαμε στην έκτη, μας έδωσαν το καινούριο, το οποίο ήταν τεράστιο, σε μέγεθος Α4, και δε βόλευε καθόλου. Ήταν πιο αναβαθμισμένο από άποψης ύλης, με πιο σύγχρονα λογοτεχνικά κείμενα (βλέπε Αστραδενή), αλλά δύσχρηστο. Μόνο το ανθολόγιο να παιρνες μαζί σου, γέμιζε η τσάντα... Πού να συγκριθεί μπροστά στο παλιό, πρακτικό ανθολόγιο που χώραγε άνετα. Κάπου πρέπει να τα έχω κρατήσει και τα τέσσερα.
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Να σας θυμίσω μια αγαπημένη ιστορία από το Ανθολόγιο? Από τις πολύ δυνατές αναμνήσεις μου...

[TABLE=width: 566]

[TR]

[TD]Ο Γιαννάκης και ο Φλοξ[/TD]

[TD=align: right]Γεωργία Ταρσούλη[/TD]

[/TR]

[/TABLE]

[TABLE=width: 566]

[TR]

[TD]
printoff.gif
[/TD]

[/TR]

[/TABLE]

[TABLE=width: 565]

[TR]

[TD]Γιαννάκη, είπε η θεία Σοφία, μη βασανίζεις πια τον καημένο το σκύλο!


Ο Γιαννάκης καθόταν καταγής κι έπαιζε με τον Φλοξ, ένα ωραίο λυκόσκυλο που ήταν ακόμα κουτάβι.



– Μα δεν τον βασανίζω, είπε. Παίζω μαζί του!



– Πήγαινε να του φέρεις ένα κουπάκι γάλα. Το καημένο το σκυλάκι θα είναι καταπεινασμένο!



– Ας περιμένει και λιγάκι, είπε ο Γιαννάκης. Δεν μπορώ δα να γίνω και υπηρέτης του σκύλου!



Η θεία Σοφία ξανάπιασε τη δουλειά της.



– Τι του κάνεις πάλι; ρώτησε σε λίγο, ακούγοντας τον Φλοξ να κλαίει.



– Τίποτε, θεία. Τον έζεψα στο αμαξάκι μου, που το φόρτωσα με πέτρες, και ο Φλοξ θα μου τις κουβαλήσει ώς την άκρη του κήπου για να χτίσω ένα σπιτάκι.



– Ένας σκύλος, και μάλιστα ένα τόσο μικρό σκυλάκι, δεν μπορεί να σέρνει πέτρες, είπε η θεία. Και πάλι σου λέω, μην τον βασανίζεις!



– Μα δεν τον βασανίζω! Παίζουμε, σου λέω, και είναι πολύ ευχαριστημένος!



– Εμένα μου λες! Σένα θα σʼ άρεσε να σέρνεις ένα αμάξι με πέτρες;



– Τα παιδιά δεν είναι σκύλοι.



– Ήθελα να σʼ έβλεπα να γίνεις σκύλος για κάμποσον καιρό, για να ιδείς αν θα σʼ άρεσε.



– Μα ούτε να παίξει κανείς να μην μπορεί! μουρμούρισε ο Γιαννάκης.



Και κάθισε στον καναπέ, ενώ η θεία Σοφία αντίκρυ του έραβε πάντα.



Έξαφνα του φάνηκε πως λίγο λίγο η θεία Σοφία μίκραινε, μίκραινε, ενώ η βελόνα της μάκραινε, μάκραινε και χόντραινε κι έμοιαζε μʼ ένα μακρουλό ραβδί. Άρχισε να ʼρχεται προς το μέρος του και τον κοίταζε παράξενα κι έγειρε το ραβδί της κι άγγιξε τον Φλοξ.



Και ξαφνικά, τι παράξενο! Το πέτσινο κολάρο του σκυλιού έγινε ένα άσπρο γιακαδάκι, το κορμί του σκεπάστηκε μʼ ένα κοστούμι όμοιο με του Γιαννάκη, και σε μια στιγμή ο Φλοξ μεταμορφώθηκε σε παιδί, ίδιο κι απαράλλαχτο με τον μικρό του κύριο.



Ο Γιαννάκης πήγε να βγάλει μια χαρούμενη φωνή, βλέποντας τούτη τη μεταμόρφωση, μʼ αντί για φωνή, βγήκε από το λαρύγγι του ένα γάβγισμα!



Έσκυψε το κεφάλι του και κοιτάχτηκε. Αλλά αντί για το γαλάζιο του μπλουζάκι και το παντελόνι του, είδε τον εαυτό του σκεπασμένον όλον με τρίχες μαύρες και σταχτιές. Τα χέρια του είχαν γίνει τριχωτά κι είχαν μακριά νύχια στις άκρες τους.



Έξαφνα βρέθηκε με τέσσερα πόδια.



Η ευχή της θείας Σοφίας είχε γίνει αληθινή. Είχε μεταμορφωθεί σε σκύλο, και ο Φλοξ είχε μεταμορφωθεί σε παιδί!



Θέλησε να δείξει πόσο στενοχωρημένος ήταν γιʼ αυτό το πάθημά του, μα δεν μπόρεσε να βγάλει λέξη από το στόμα του. Μόνο να γαβγίζει μπορούσε και τίποτε άλλο!



– Σώπα, του είπε τότε ο Φλοξ-παιδί, μου πήρες το κεφάλι με τα γαβγίσματά σου! και τον χτύπησε μʼ ένα ραβδί.



– Μη χτυπάς το σκύλο σου! είπε η φωνή της θείας Σοφίας.



– Μπα, τι πειράζει; Τα σκυλιά δεν είναι παιδιά!



Για να γλιτώσει κι άλλο ξύλο, ο καημένος ο Γιαννάκης-σκυλί κρύφτηκε κάτω από τον καναπέ. Σε λίγο όμως άρχισε να τον θερίζει η πείνα και βγήκε κι άρχισε να τρίβεται στα πόδια του μικρού του αφέντη, με την ελπίδα πως θα του έδινε λίγο ψωμί ή λίγο γαλατάκι.



– Φύγε από δω! είπε το παιδί και τον κλότσησε δυνατά.



Και το δυστυχισμένο τετράποδο, που είχε άλλοτε δυο πόδια, έφυγε ουρλιάζοντας στον κήπο.



Ο κύριός του τού έριξε μια πέτρα που το χτύπησε στο πόδι.



Ο Γιαννάκης έβαλε ακόμα μεγαλύτερες φωνές κι έτρεξε να κρυφτεί μες στα χαμόκλαδα.



– Περίμενε και θα ιδείς! Τώρα θα πάω να βρω μια κατσαρόλα και θα τη δέσω στην ουρά σου, και τότε θα ιδείς πώς θα γαβγίζεις!



Ακούγοντας τούτη τη φοβέρα, ο Γιαννάκης έτρεξε και κρύφτηκε σε μια γωνιά του κήπου για να γλιτώσει απʼ το κακό αφεντικό του.



Όταν νύχτωσε, το δυστυχισμένο ζώο ξαναγύρισε στο σπίτι. Σηκώθηκε στα μπροστινά του πόδια κι απʼ το παράθυρο είδε πως είχαν κιόλας στρώσει το τραπέζι για το βραδινό φαγητό. Κι είχε μια πείνα…



Έβγαλε ένα δειλό γάβγισμα. Άκουσε τότε μια φωνή, που ήταν σαν της θείας Σοφίας, να λέει:



– Νά ο Φλοξ, ζητάει να μπει μέσα. Άνοιξέ του!



– Ας περιμένει! Δεν μπορώ εγώ να σηκώνομαι όλη την ώρα για να κάνω τον υπηρέτη του σκυλιού μου!



Πέρασε ένα λεπτό, κι ύστερα άλλο λεπτό, έπειτα μισή ώρα, έπειτα μία, κι ο άμοιρος ο σκύλος ήταν ακόμα έξω και νηστικός.



– Μπα, τον λησμόνησα, έκανε ο Ψευτογιαννάκης ενώ πλάγιαζε στο αναπαυτικό του κρεβατάκι. Τι να γίνει, ας τα καταφέρει όπως μπορεί!



Ο καημένος ο αληθινός Γιαννάκης-σκύλος ξαναγύρισε στον κήπο, όπου ύστερα από πολλήν ώρα –γιατί η κοιλιά του ήταν άδεια– κατάφερε να κοιμηθεί.



Πόσο κράτησε ο ύπνος του αυτός; Κανένας δε θα ήξερε να το πει. Όταν ξύπνησε, άρχισε να τρίβει τα μάτια του. Κι αφού τα έτριψε καλά, τʼ άνοιξε, και τι είδε;



Είδε τη θεία Σοφία με το φως αναμμένο να ράβει πάντα πλάι στη λάμπα. Είδε τον Φλοξ πλαγιασμένο στα πόδια του. Και το πιο ευχάριστο: δεν είδε πια τρίχες στα χέρια του. Τα μάγια είχαν λυθεί, δεν ήταν πια σκύλος, είχε ξαναγίνει παιδί.



Το πρώτο που έκανε ήταν να τρέξει στην κουζίνα, να γεμίσει ένα κουπάκι γάλα και να το φέρει του Φλοξ. Κι από την ημέρα εκείνη, η θεία Σοφία ποτέ πια δεν ξαναείπε στον Γιαννάκη:



– Μην πειράζεις δα τον καημένο το σκύλο!


 

 


[/TD]

[/TR]

[TR]

[TD]
line.jpg
[/TD]

[/TR]

[TR]

[TD](από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος πρώτο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975) [/TD]

[/TR]

[/TABLE]

πηγή: http://www.snhell.gr/kids/content.asp?id=164&cat_id=6
 
Τη θυμαμαι την ιστορια αυτη. Ωραιο το μηνυμα αλλα μου φαινοταν πολυ εφιαλτιη. Στα καλα καθουμενα δηλαδη εκει που κανεις κατι που δεν ειναι σωστο, καποια αορατη μαγικη δυναμη να σε μεταμορφωσει στη θεση του θυματος :xm:
 
Και εμένα με είχε φοβίσει πολύ αυτή η ιστορία. Εντελώς twilight zone... :D

Μια άλλη χαρακτηριστική ιστορία που θυμάμαι, ήταν με μια θεία έλεγε ένα παραμύθι στα ανήψια της, όσο περίμεναν για να πάνε στην λειτουργία της Ανάστασης. Εκεί που η ιστορία έφθανε στην κορύφωση, χτυπούσε η καμπάνα, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μείνει με την αγωνία..
 
RIO είπε:
Μια άλλη χαρακτηριστική ιστορία που θυμάμαι, ήταν με μια θεία έλεγε ένα παραμύθι στα ανήψια της, όσο περίμεναν για να πάνε στην λειτουργία της Ανάστασης. Εκεί που η ιστορία έφθανε στην κορύφωση, χτυπούσε η καμπάνα, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να μείνει με την αγωνία..
Δεν ήταν θεία, αλλά γιαγιά και διηγούνταν μια παραλλαγή του παραμυθιού για τους δώδεκα μήνες.

Έχει ήδη αναφερθεί εδώ :

http://www.retromaniax.gr/vb/showthread.php?27214-Οι-12-μήνες-Twelve-Months-(1980)-quot-Sekai-meisaku-dowa-Mori-wa-ikiteiru-quot

Θυμάμαι τα περισσότερα κείμενα, ωστόσο αξέχαστες ιστορίες ήταν "Το Πάσχα τη γιαγιάς" και

"Της φτώχειας τα στερνά".

-
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
V.I.Smirnov είπε:
Δεν ήταν θεία, αλλά γιαγιά και διηγούνταν μια παραλλαγή του παραμυθιού για τους δώδεκα μήνες.Έχει ήδη αναφερθεί εδώ :

http://www.retromaniax.gr/vb/showthread.php?27214-Οι-12-μήνες-Twelve-Months-(1980)-quot-Sekai-meisaku-dowa-Mori-wa-ikiteiru-quot

-
Nα λοιπόν που δεν ήμουν ο μόνος που έμεινε με την απορία... :)
 
Μιας και λετε για cliffhangers και αναπαντητες αποριες, θυμαμαι μια αλλη ιστορια, με κατι παιδια που ο πατερας τους κρατουσε κρυμμενο ενα χαρτοφυλακα και αναρωτιοντουσαν τι εχει μεσα, αλλα τους ειχαν απαγορευσει να τον ανοιξουν. Στο τελος της ιστοριας τελειωνει "ο πολεμος" και πλεον κανενας δε θυμαται το χαρτοφυλακα, οποτε δεν ανοιγει ποτε. Τωρα δεν ξερω αν εννοειται απο τα συμφραζομενα τι μπορει να ειχε ο χαρτοφυλακας, αλλα εγω ως παιδακι δεν ξερω αν επρεπε να καταλαβω κατι που δεν αναφερεται, και μου εμεινε η γευση της αποριας. Τη θυμαται κανενας;

(βασικα μπορει να κανω λαθος και να ηταν στη Γλωσσα αυτο το κειμενο)
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Rakeesh είπε:
Μιας και λετε για cliffhangers και αναπαντητες αποριες, θυμαμαι μια αλλη ιστορια, με κατι παιδια που ο πατερας τους κρατουσε κρυμμενο ενα χαρτοφυλακα και αναρωτιοντουσαν τι εχει μεσα, αλλα τους ειχαν απαγορευσει να τον ανοιξουν. Στο τελος της ιστοριας τελειωνει "ο πολεμος" και πλεον κανενας δε θυμαται το χαρτοφυλακα, οποτε δεν ανοιγει ποτε. Τωρα δεν ξερω αν εννοειται απο τα συμφραζομενα τι μπορει να ειχε ο χαρτοφυλακας, αλλα εγω ως παιδακι δεν ξερω αν επρεπε να καταλαβω κατι που δεν αναφερεται, και μου εμεινε η γευση της αποριας. Τη θυμαται κανενας;
(βασικα μπορει να κανω λαθος και να ηταν στη Γλωσσα αυτο το κειμενο)
Το κείμενο στο οποίο αναφέρεσαι ήταν από το α' τεύχος της Γλώσσας για την Ε' Τάξη, ο τίτλος του ''Η βαλίτσα του ξένου''.

Σώτος Σώτος είπε:
Να σας θυμίσω μια αγαπημένη ιστορία από το Ανθολόγιο? Από τις πολύ δυνατές αναμνήσεις μου...
[TABLE=width: 566]

[TR]

[TD]Ο Γιαννάκης και ο Φλοξ

[/TD]

[TD=align: right]Γεωργία Ταρσούλη

[/TD]

[/TR]

[/TABLE]

[TABLE=width: 566]

[TR]

[TD]
printoff.gif


[/TD]

[/TR]

[/TABLE]

[TABLE=width: 565]

[TR]

[TD]Γιαννάκη, είπε η θεία Σοφία, μη βασανίζεις πια τον καημένο το σκύλο!


Ο Γιαννάκης καθόταν καταγής κι έπαιζε με τον Φλοξ, ένα ωραίο λυκόσκυλο που ήταν ακόμα κουτάβι.



– Μα δεν τον βασανίζω, είπε. Παίζω μαζί του!



– Πήγαινε να του φέρεις ένα κουπάκι γάλα. Το καημένο το σκυλάκι θα είναι καταπεινασμένο!



– Ας περιμένει και λιγάκι, είπε ο Γιαννάκης. Δεν μπορώ δα να γίνω και υπηρέτης του σκύλου!



Η θεία Σοφία ξανάπιασε τη δουλειά της.



– Τι του κάνεις πάλι; ρώτησε σε λίγο, ακούγοντας τον Φλοξ να κλαίει.



– Τίποτε, θεία. Τον έζεψα στο αμαξάκι μου, που το φόρτωσα με πέτρες, και ο Φλοξ θα μου τις κουβαλήσει ώς την άκρη του κήπου για να χτίσω ένα σπιτάκι.



– Ένας σκύλος, και μάλιστα ένα τόσο μικρό σκυλάκι, δεν μπορεί να σέρνει πέτρες, είπε η θεία. Και πάλι σου λέω, μην τον βασανίζεις!



– Μα δεν τον βασανίζω! Παίζουμε, σου λέω, και είναι πολύ ευχαριστημένος!



– Εμένα μου λες! Σένα θα σʼ άρεσε να σέρνεις ένα αμάξι με πέτρες;



– Τα παιδιά δεν είναι σκύλοι.



– Ήθελα να σʼ έβλεπα να γίνεις σκύλος για κάμποσον καιρό, για να ιδείς αν θα σʼ άρεσε.



– Μα ούτε να παίξει κανείς να μην μπορεί! μουρμούρισε ο Γιαννάκης.



Και κάθισε στον καναπέ, ενώ η θεία Σοφία αντίκρυ του έραβε πάντα.



Έξαφνα του φάνηκε πως λίγο λίγο η θεία Σοφία μίκραινε, μίκραινε, ενώ η βελόνα της μάκραινε, μάκραινε και χόντραινε κι έμοιαζε μʼ ένα μακρουλό ραβδί. Άρχισε να ʼρχεται προς το μέρος του και τον κοίταζε παράξενα κι έγειρε το ραβδί της κι άγγιξε τον Φλοξ.



Και ξαφνικά, τι παράξενο! Το πέτσινο κολάρο του σκυλιού έγινε ένα άσπρο γιακαδάκι, το κορμί του σκεπάστηκε μʼ ένα κοστούμι όμοιο με του Γιαννάκη, και σε μια στιγμή ο Φλοξ μεταμορφώθηκε σε παιδί, ίδιο κι απαράλλαχτο με τον μικρό του κύριο.



Ο Γιαννάκης πήγε να βγάλει μια χαρούμενη φωνή, βλέποντας τούτη τη μεταμόρφωση, μʼ αντί για φωνή, βγήκε από το λαρύγγι του ένα γάβγισμα!



Έσκυψε το κεφάλι του και κοιτάχτηκε. Αλλά αντί για το γαλάζιο του μπλουζάκι και το παντελόνι του, είδε τον εαυτό του σκεπασμένον όλον με τρίχες μαύρες και σταχτιές. Τα χέρια του είχαν γίνει τριχωτά κι είχαν μακριά νύχια στις άκρες τους.



Έξαφνα βρέθηκε με τέσσερα πόδια.



Η ευχή της θείας Σοφίας είχε γίνει αληθινή. Είχε μεταμορφωθεί σε σκύλο, και ο Φλοξ είχε μεταμορφωθεί σε παιδί!



Θέλησε να δείξει πόσο στενοχωρημένος ήταν γιʼ αυτό το πάθημά του, μα δεν μπόρεσε να βγάλει λέξη από το στόμα του. Μόνο να γαβγίζει μπορούσε και τίποτε άλλο!



– Σώπα, του είπε τότε ο Φλοξ-παιδί, μου πήρες το κεφάλι με τα γαβγίσματά σου! και τον χτύπησε μʼ ένα ραβδί.



– Μη χτυπάς το σκύλο σου! είπε η φωνή της θείας Σοφίας.



– Μπα, τι πειράζει; Τα σκυλιά δεν είναι παιδιά!



Για να γλιτώσει κι άλλο ξύλο, ο καημένος ο Γιαννάκης-σκυλί κρύφτηκε κάτω από τον καναπέ. Σε λίγο όμως άρχισε να τον θερίζει η πείνα και βγήκε κι άρχισε να τρίβεται στα πόδια του μικρού του αφέντη, με την ελπίδα πως θα του έδινε λίγο ψωμί ή λίγο γαλατάκι.



– Φύγε από δω! είπε το παιδί και τον κλότσησε δυνατά.



Και το δυστυχισμένο τετράποδο, που είχε άλλοτε δυο πόδια, έφυγε ουρλιάζοντας στον κήπο.



Ο κύριός του τού έριξε μια πέτρα που το χτύπησε στο πόδι.



Ο Γιαννάκης έβαλε ακόμα μεγαλύτερες φωνές κι έτρεξε να κρυφτεί μες στα χαμόκλαδα.



– Περίμενε και θα ιδείς! Τώρα θα πάω να βρω μια κατσαρόλα και θα τη δέσω στην ουρά σου, και τότε θα ιδείς πώς θα γαβγίζεις!



Ακούγοντας τούτη τη φοβέρα, ο Γιαννάκης έτρεξε και κρύφτηκε σε μια γωνιά του κήπου για να γλιτώσει απʼ το κακό αφεντικό του.



Όταν νύχτωσε, το δυστυχισμένο ζώο ξαναγύρισε στο σπίτι. Σηκώθηκε στα μπροστινά του πόδια κι απʼ το παράθυρο είδε πως είχαν κιόλας στρώσει το τραπέζι για το βραδινό φαγητό. Κι είχε μια πείνα…



Έβγαλε ένα δειλό γάβγισμα. Άκουσε τότε μια φωνή, που ήταν σαν της θείας Σοφίας, να λέει:



– Νά ο Φλοξ, ζητάει να μπει μέσα. Άνοιξέ του!



– Ας περιμένει! Δεν μπορώ εγώ να σηκώνομαι όλη την ώρα για να κάνω τον υπηρέτη του σκυλιού μου!



Πέρασε ένα λεπτό, κι ύστερα άλλο λεπτό, έπειτα μισή ώρα, έπειτα μία, κι ο άμοιρος ο σκύλος ήταν ακόμα έξω και νηστικός.



– Μπα, τον λησμόνησα, έκανε ο Ψευτογιαννάκης ενώ πλάγιαζε στο αναπαυτικό του κρεβατάκι. Τι να γίνει, ας τα καταφέρει όπως μπορεί!



Ο καημένος ο αληθινός Γιαννάκης-σκύλος ξαναγύρισε στον κήπο, όπου ύστερα από πολλήν ώρα –γιατί η κοιλιά του ήταν άδεια– κατάφερε να κοιμηθεί.



Πόσο κράτησε ο ύπνος του αυτός; Κανένας δε θα ήξερε να το πει. Όταν ξύπνησε, άρχισε να τρίβει τα μάτια του. Κι αφού τα έτριψε καλά, τʼ άνοιξε, και τι είδε;



Είδε τη θεία Σοφία με το φως αναμμένο να ράβει πάντα πλάι στη λάμπα. Είδε τον Φλοξ πλαγιασμένο στα πόδια του. Και το πιο ευχάριστο: δεν είδε πια τρίχες στα χέρια του. Τα μάγια είχαν λυθεί, δεν ήταν πια σκύλος, είχε ξαναγίνει παιδί.



Το πρώτο που έκανε ήταν να τρέξει στην κουζίνα, να γεμίσει ένα κουπάκι γάλα και να το φέρει του Φλοξ. Κι από την ημέρα εκείνη, η θεία Σοφία ποτέ πια δεν ξαναείπε στον Γιαννάκη:



– Μην πειράζεις δα τον καημένο το σκύλο!


 

 




[/TD]

[/TR]

[TR]

[TD]
line.jpg


[/TD]

[/TR]

[TR]

[TD](από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος πρώτο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)

[/TD]

[/TR]

[/TABLE]

πηγή: http://www.snhell.gr/kids/content.asp?id=164&cat_id=6

Είχα διαβάσει το κείμενο αυτό στο Ανθολόγιο τότε και μου είχε φανεί τρομακτική, επειδή είμαι φιλόζωη με λυπούσε το γεγονός ότι το παιδάκι δεν αγαπούσε το σκύλο.
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Rakeesh είπε:
Το Ανθολογιο μου δημιουργουσε μια απορια, την οποια και εξεφρασα πιο παλια στο συγκεκριμενο θρεντ, λιγες σελιδες νωριτερα. Ποια ηταν η διαφορα του Ανθολογιου απο τη Γλωσσα μου; Γιατι ηταν ξεχωριστο βιβλιο για το ιδιο μαθημα; Ή ήταν ξεχωριστο μαθημα; Και γιατι δεν απευθυνοταν σε συγκεκριμενεη ταξη, αλλα ηταν χωρισμενο σε 2 μερη "Για τα παιδια του Δημοτικου";
το Ανθολόγιο αποτελούσε συμπλήρωμα του βιβλίου της Γλώσσας στο Δημοτικό. Σε κάθε βιβλίο της Γλώσσας στο τέλος κάποιου μαθήματος υπήρχε η ένδειξη ''Αύριο Ανθολόγιο''. Στο Ανθολόγιο περιέχονταν πολλά λογοτεχνικά κέιμενα και στόχος ήταν η μύηση των μαθητών στην ελληνική λογοτεχνία. Στην τάξη μας γινόταν επεξργασία του κειμένου (ανάγνωση, σημασία άγνωστων λέξεων, περίληψη/νόημα, δινόταν ένα μέρος για αντιγραφή και ορθογραφία για το επόμενο μάθημα). Στα κριτήρια αξιολόγησης της Γλώσσας για την Ε' τάξη (κυκλοφόρησαν σε χωριστό υλικό), υπήρχε γραπτή επεξεργασία κειμένων από το Ανθολόγιο της Ε'-ΣΤ' τάξης (γ' τεύχος).
 
Στο ανθολόγιο με το κίτρινο εξώφυλλο ήταν και "Οι βόλοι" αν θυμάμαι σωστά τον τίτλο. Ήταν ένα απόσπασμα απο τον "Τρελαντώνη" της Π.Δέλτα και μού είχε κεντρίσει τόσο πολύ το ενδιαφέρον που αγόρασα το βιβλίο και αφού το διάβασα και το ταλαιπώρησα αρκετά,το ξαναπήρα σε νεότερη έκδοση για να το έχω άριστο...

Μερικά που μού έρχονται στο μυαλό είναι "Τα κρεμμύδια","Ο κύριος κανείς","Η αλεπού 10 χρονών & το αλεπουδάκι 11".....(πιστεύω να είναι σωστοί οι τίτλοι) τα θυμάται κανένας?
 
Δεν μπορω να εντοπισω το Δευτερο Μερος του Ανθολογιου.

Ψαχνωντας ειδα οτι ειχε κυκλοφορησει και ενα Τριτο Μερος που ομως (ως μαθητης) δεν θυμαμαι να το διδαχθηκα ποτε...

Βοηθεια :)
 
Wally είπε:
Ψαχνωντας ειδα οτι ειχε κυκλοφορησει και ενα Τριτο Μερος που ομως (ως μαθητης) δεν θυμαμαι να το διδαχθηκα ποτε...
Βοηθεια :)
Ναι, τα ανθολόγια ήταν τρία. Το πρώτο μέρος είχε καφέ εξώφυλλο, και το κάναμε στην πρώτη και τη δευτέρα δημοτικού. Το δεύτερο μέρος είχε κίτρινο εξώφυλλο, και το κάναμε στην τρίτη και την τετάρτη δημοτικού. Το τρίτο μέρος (αυτό που βρήκες) είχε στο εξώφυλλο παιδιά που πετούσαν χαρταετό, και το κάναμε στην πέμπτη και την έκτη δημοτικού. Όταν έφτασα στην έκτη, κι ενώ είχαμε ήδη το τρίτο μέρος από την πέμπτη, μας μοίρασαν το τότε καινούριο ανθολόγιο, που λεγόταν "Με λογισμό και μ' όνειρο", οπότε το τρίτο μέρος των παλιών ανθολόγιων το κάναμε μόνο στην πέμπτη.

Δες εδώ ;)
 
Το ανθολόγιο ήτανε ένα εξαιρετικό βιβλίο (πραγματικό ανθολόγιο) που έφερνε τα παιδιά σε επαφή με τα σπουδαιότερα κείμενα της λογοτεχνίας μας και

της ποίησης. Έδινε την ευκαιρία και σε παιδιά που μπορεί να μη συνήθιζαν από το σπίτι τους να διαβάζουν λογοτεχνία ή ποιήση να μαθουν τουλάχιστον τα βασικά, ενώ παράλληλα διατηρούσε και συνέχιζε την πολιτιστική μας κληρονομιά.

Ως παιδιά τότε δεν μπορούσαμε φυσικά να το εκτιμήσουμε αυτό. Με λύπη μαθαίνω πάντως ότι σήμερα δε διδάσκεται πια το ανθολόγιο και δεν έχει αντικατασταθεί με κάτι άλλο αντίστοιχο.
 
butch_cassidy είπε:
Με λύπη μαθαίνω πάντως ότι σήμερα δε διδάσκεται πια το ανθολόγιο και δεν έχει αντικατασταθεί με κάτι άλλο αντίστοιχο.
Καταργήθηκε; Γιατί σίγουρα είχε βγει καινούρια φουρνιά ανθολόγιων. Τη σαιζόν 2001-2002 τουλάχιστον είχε γίνει η αλλαγή με τα "καινούρια" (πάνε και 15 χρόνια από τότε...). Πήγαινα έκτη τότε και μας τα μοίρασαν, για να κάνουμε από εκεί κείμενα, αντί για το παλιό ανθολόγιο που είχαμε στην πέμπτη.
 
Ακόμα έχουν ανθολόγια αλλά... καμία σχέση με τα παλιά!

Μάλιστα της Α' και Β' Δημοτικού έχει τίτλο "Το δελφίνι"
 
Kambia είπε:
Ακόμα έχουν ανθολόγια αλλά... καμία σχέση με τα παλιά!Μάλιστα της Α' και Β' Δημοτικού έχει τίτλο "Το δελφίνι"

Δε θα σταθώ στην επιλογή κειμένων, που μπορεί να είναι αξιόλογη. Αλλά θα σταθώ στο μέγεθος.

Θα μου πεις, το μέγεθος σε πείραξε;

Ναι!

Δυστυχώς το τότε καινούριο ανθολόγιο ήταν σε μέγεθος σαν Α4, και ογκώδες. Καμία σχέση, δηλαδή, με το μικρό και βολικό ανθολόγιο που όλοι είχαμε συνηθίσει.

Εντελώς φάουλ κίνηση, γιατί αφενός ήταν δύσχρηστο, συγκριτικά με το παλιά, αφετέρου δε σου έδινε την αίσθηση του "βιβλίου".

Το παλιό ανθολόγιο χωρούσε ακόμα και στην πιο γεμάτη με τετράδια και ντοσιέ τσάντα. Μπορούσες να το στριμώξεις στο πλάι και να χωρέσει. Το καινούριο ανθολόγιο έπρεπε αναγκαστικά να το βάλεις πίσω πίσω στην τσάντα, μπροστά από τα ντοσιέ, οπότε και στριμώχνονταν τα μπροστινά βιβλία και τσίτωνε η τσάντα.

Επιπλέον, το μέγεθος του παλιού ανθολόγιου ήταν πιο κοντά στην αίσθηση που είχαν τα παιδιά για το βιβλίο. Τα λογοτεχνικά βιβλία είναι στην πλειοψηφία τους μικρά σε μέγεθος, το πολύ σε μέγεθος τετραδίου (ως προς τις διαστάσεις της σελίδας, όχι ως προς το πάχος). Οπότε το ανθολόγιο έδινε την αίσθηση στα παιδιά σαν να διαβάζουν ένα λογοτεχνικό βιβλίο. Το μεγάλο μέγεθος του νέου ανθολόγιου παρέπεμπε κατ' ευθείαν σε σχολικό εγχειρίδιο ή σε πιο τεχνικό/επιστημονικό βιβλίο, και έχανε αυτή τη λογοτεχνική αίσθηση.
 
Kambia είπε:
Ακόμα έχουν ανθολόγια αλλά... καμία σχέση με τα παλιά!Μάλιστα της Α' και Β' Δημοτικού έχει τίτλο "Το δελφίνι"
...Της Γ'-Δ' ταξης εχει τιτλο ''Στο σχολείο του κοσμου''

και της Ε'-ΣΤ' ταξης ''Με λογισμό και μ' όνειρο''...
 
Πολυ καλα νεα

Απο την επομενη Κυριακη η εφημεριδα Το Βημα θα εχει τα Ανθολογια, θα δοθουν τα τρια τευχη σε τρεις φορες... :D

 

 


[edit] Το κοκκινα γραμματα χρησιμοποιουνται μονο απο τους mod / admin για edit στα post! [edit]
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Πίσω
Μπλουζα