Η Τρούμπα του Πειραιά και οι ελληνικές ταινίες

Η διήγηση μιας γυναίκας που δούλεψε στην Τρούμπα τις δεκαετίες 50s-60s με το ψευδώνυμο "Γιούλα".

Η συνέντευξη αυτή είχε δοθεί στο συγγραφέα-ερευνητή Βασίλη Πισιμίση πριν μερικά χρόνια, όταν η "Γιούλα" ήταν ήδη πλεον σε προχωρημένη ηλικία. Το πιθανότερο σήμερα να μην βρίσκεται εν ζωή καθώς (σύμφωνα με τα λεγόμενα της) ήταν γεννημένη το 1930 στη Σάμο κι ξεκίνησε να δουλεύει στην Τρούμπα σε ηλικία 19 ετών (1949).
Είχε 4 αδελφές κι στο νησί υπήρχε φτώχεια. Ενας θείος της (που ήταν προιστάμενος σε εργοστάσιο) την έφερε στην Αθήνα κι την έβαλε εσώκλειστη υπηρέτρια στο σπίτι του αφεντικού του, αναλαμβάνοντας την εποπτεία κι την κηδεμονία της επειδή ήταν ανήλικη (η ενηλικίωση τότε γινόταν στα 21).
Η ιστορία της τόσο κλισέ αλλά κι τόσο αληθινή, θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν σενάριο κάποιας παλιάς ελληνικής ταινίας...

Απόσπασμα από την συνέντευξη:

《Κάθε Τετάρτη είχα ρεπό κι ο θείος ερχότανε να με βγάλει βόλτα: "Μισή μέρα τη βδομάδα έχεις ρεπό, πρέπει να βγαίνεις έξω που είσαι μικρή" έλεγε. Εκείνος μ΄ έπαιρνε από το σπίτι κι εκείνος μ΄ επέστρεφε. Τις πρώτες εβδομάδες όλα ήταν καλά. Με πήγαινε στις ταβέρνες, τρώγαμε και με πίεζε να πίνω κρασί για να δυναμώσω. Με πρόσεχε κι ήμουν ευχαριστημένη. Μετά από λίγο μου έμαθε και το τσιγάρο: "Μόνο η κυρά σου θα καπνίζει;"
Μου αγόραζε κι φορέματα, αλλά που να πάει ο νους μου στο πονηρό. Στραβάδι απονήρευτο ήμουν από χωριό. Μια Τετάρτη αφού φάγαμε και είχα ήδη μισοζαλιστεί από το κρασί, μου πρόσφερε ένα τσιγάρο που το είχε ανάποδα από τα άλλα. Δεν μου φάνηκε ύποπτο, αλλά μόλις τράβηξα δυο ρουφηξιές όλα άρχισαν να γυρίζουν κι ένιωσα ανήμπορη. Με πήγε στο σπίτι ενός φίλου του και μου πήρε την π@ρθ@νι@. Από εκείνο το βράδυ ξεκίνησε ο κατήφορος.
Την επόμενη Τετάρτη ήταν και ο φίλος του στο σπίτι. Εγώ του ζήτησα να φύγουμε, αλλά εκείνος άρχισε να με βρίζει μπροστά στον φίλο. Συμπέρασμα, έπρεπε να κάτσω και στο φίλο.
Ήθελα να γυρίσω στο χωριό μου αλλά ο θείος με απείλησε ότι θα με ρεζιλέψει σε όλο το νησί. Ποιον θα πίστευαν; εμένα ή αυτόν;
Στο σπίτι το αφεντικό άρχισε τις χειρονομίες όταν δεν έβλεπε η κυρία, βλέπεις το πρωί στο εργοστάσιο αυτοί οι δυο συζητούσαν για μένα. Ένα πρωί, η κυρά μου έφυγε να πάει σε μια ξαδέλφη της και ο κύριος είπε ότι είχε πονοκέφαλο και ήθελε να κάτσει σπίτι. Άρχισε να μου ρίχνεται και του είπα ότι είναι ντροπή του. Μου είπε: "Η ντροπή είναι δική σου! Πήγες με δύο κι ένας τρίτος θα σε βλάψει;" Μου πέσαν τα μούτρα! Τι να έλεγα, ότι δεν είναι έτσι; Έκατσα λοιπόν και στο γέρο. Έκανα μπάνιο, έβαζα δέκα φορές σαπούνι και όμως ένιωθα τη μυρωδιά τους.
Την άλλη μέρα στα ψώνια συνάντησα τη Μαριώ υπηρέτρια κι αυτή. Της είπα τα δεινά μου και ζήτησα τη βοήθειά της. Μου είπε: "Εγώ θα εγκαταλείψω την κυρά μου και θα πάω να μείνω με τον Πέτρο το φίλο μου, είναι κιμπάρης, πλουσιόπαιδο, δεν θα ξαναδουλέψω πια. Ελα να μείνεις μαζί μας μέχρι να βρεις νέα δουλειά". Πίστεψα ότι σώθηκα, τα κανόνισε η Μαριώ και σε δύο μέρες ήμασταν στο σπίτι του Πέτρου. Από τον Πέτρο γνώρισα τον Άρη, από τον Άρη δεν θυμάμαι καν ποιον κι σε τέσσερις μήνες βρεθήκαμε και οι δύο μας να κάνουμε κονσομασιόν στην Τρούμπα. Σε δύο χρόνια ήμουν πόρνη με τη βούλα, δηλωμένη με χαρτιά και δούλευα σε οίκο ανοχής.
Καμιά φορά σκέφτομαι ότι έπρεπε να ΄χα βρει τη δύναμη να φύγω. Αναρωτιέμαι μήπως τα ήθελε και ο κ@λος μας. Συνηθίσαμε και συμβιβαστήκαμε. Με βοήθησε ο Θεός που δεν έκανα παιδιά να ντρέπονταν για μένα, όπως έκαναν πολλές στην Τρούμπα》.

Ολόκληρη η συνέντευξη εδω: https://www.mixanitouxronou.com.cy/...i-imoun-daskala-pou-na-ixere-oti-imoun-poutn/
 
Τελευταία επεξεργασία:
Το μπαλκόνι που δείχνει στη φωτογραφία ήταν το Hotel Φαίδρα. Στην γωνία ήταν το Moulin Rouge και το Tony's bar τα οποία λειτουργούσαν (και όμως) μέχρι τις αρχές του 2000!

Το πρωί φαίνονταν σαν να έχουν κλείσει για δεκαετίες και το βράδυ τα έβλεπες ανοιχτά με τις φωτιζόμενες ταμπέλες που τις περιτριγύριζαν άσπρα λαμπάκια.

Στην είσοδο ήταν καθε βράδυ ένας γεράκος που καθόταν πάντα σε μια καρέκλα και αριστερά και δεξιά του στην είσοδο είχε μαυρόασπρες φωτογραφίες απο την εκείνη την εποχή με όμορφες χορεύτριες απο διάφορα σόου στην πίστα του μαγαζιού.

Εγώ τα θυμάμαι αυτά λόγω της εργασίας του μακαρίτη πατέρα μου σε κάποια ναυτιλιακή εταιρεία εκεί απέναντι (απο το 1984).

Αργότερα είχαμε εκεί και τα δικά μας γραφεία. Όταν έφευγα πολλές φορές το βράδυ απο το γραφείο όλα εκεί τριγύρω ήταν ανοιχτά.

Ακόμα θυμάμαι εκείνη την έντονη μυρωδιά τής υγρασίας που έβγαζε λόγω της παλαιότητας του κτηρίου και που μύριζε απο το εσωτερικό έως την είσοδο του μαγαζιού και το δρόμο εκεί μπροστά..
 
Τελευταία επεξεργασία:
Εχει πολυ ενδιαφερον οτι στις ταινιες ηταν σκηνικα. Αναρρωτιεμαι ποσο καλα επιαναν το κλιμα της περιοχης, ισως καθολου

Δεν αναφερθηκε οτι η τρουμπα επαιζε και στο Β κυκλο των Αγριων Μελισσων. Εκει πρεπει να ηταν η χειροτερη εξομοιωση της τρουμπας εβερ. Ενα σκοτεινο στουντιο που εκανε μπαμ οτι ηταν στουνιο, και ταμπελες με φωτα.... led

(Οι Άγριες Μέλισσες δεν ειναι ρετρό κι συμφωνα με τους κανονισμούς του φόρουμ δεν θα μπορούσε να αναφερθεί... :( )
 
Τελευταία επεξεργασία:
Και λογικό ήταν να μη γινόταν το γύρισμα σε φυσικό χώρο. Έχει αναφερθεί ήδη πόσο επικίνδυνο ήταν ένα τέτοιο εγχείρημα σε αυτή την περιοχή. Νομίζω πάντως στις ταινίες ότι δεν ήταν τεράστια η διαφορά με την πραγματικότητα άλλωστε ήδη ήταν ένα ζωντανό κομμάτι της πόλης όταν γίνονταν τα γυρίσματα, οπότε μπορούσε κάποιος οποιαδήποτε ώρα να κάνει μια επιτόπια έρευνα και να αποτυπώσει την ατμόσφαιρα όσο μπορούσε καλύτερα. Αλλά βέβαια αυτό επαφίετο και στην οπτική του εκάστοτε σκηνοθέτη.
Απο έρευνα στο διαδικτυο αλλά κι απο εκπομπές στην tv για την Τρούμπα, η διαφορά με την πραγματικότητα φαινεται οτι ήταν αρκετα μεγάλη.
Στις ταινίες το περιβάλλον, το κλίμα κι οι άνθρωποι της Τρούμπας παρουσιάζονται "light". Μια κατάσταση ωραιοποιημένη κι εξιδανικευμένη. Λίγο ρομαντική, λίγο συναισθηματική, λίγο κωμική, έως κι εξωπραγματική πολλές φορές καθώς τα κορίτσια παρουσιάζονται μέχρι κι μωρές παρθένες παρά το βούρκο στον οποίο ζουν (όπως η Λίζα στο Καλώς ήρθε το δολλάριο)
Η αληθινή Τρούμπα όμως δεν ήταν "καλώς τα ναυτάκια τα ζουμπουρλούδικα". Η πραγματικότητα ήταν πολλή αγρια που δεν μπορούσε να αποτυπωθεί στο πανί γιατι θα προκαλούσε.

Για παράδειγμα..
Οι πατρόνες δεν είχαν καμία σχέση με την Μαντάμ Παρί των Κόκκινων Φαναριών. Η Μαντάμ Παρί ήταν αγιογραφία των τσατσάδων. Οι αληθινές πατρόνες ήταν αδίστακτες γυναίκες (για αυτό είχαν κι τα ηνία, δεν μπορούσε οποιαδήποτε να γίνει τσατσά) οι οποίες πέρα από την οικονομική εκμετάλλευση των κοριτσιών ήταν άκρως κακοποιητικές με ξύλο, ασιτεία, εξευτελισμούς, εκδίκηση κ.α. Μια τσατσά σαν την Μαντάμ Παρή "τα κορίτσια μου, τα κορίτσια μου" δεν μπορούσε να επιβιώσει ως πατρόνα οίκου. Χαρακτηριστικο παράδειγμα πατρόνας ήταν η Ντουντού των Βούρλων η οποία είχε το προσωνύμιο "δράκαινα".

Ακόμη χειρότεροι ήταν οι αγαπητικοί-νταβατζήδες-προστάτες. Ο Ντόρης κι ο Μιχαήλος των Κόκκινων Φαναριών, ο Μάνος στο Κάθαρμα ήταν άγιοι μπροστα στους αληθινούς νταβατζήδες της Τρούμπας. Οταν η κοπέλα έλεγε όχι στην επιθυμια του νταβατζή, εκείνος δεν την απειλούσε με χωρισμό όπως έκανε ο Ντόρης στην Μαρίνα, για να συρθεί εκείνη μετά στα πόδια του "μη με αφήνεις θα φαρμακωθώ". Η ανυπακοή πληρωνόταν με σουγιαδιά στο πρόσωπο, η οποια πέρα από το φυσικο πόνο που προκαλούσε, ήταν η "σφραγίδα" οτι αυτή είναι πόρνη. Η γυναίκα με σημαδεμένο μάγουλο δεν μπορούσε έκτοτε να κρύψει την ιδιότητα της μέχρι το τέλος της ζωής της...
Αλλά κι οι ίδιοι νταβατζήδες μεταξύ τους γάζωναν ο ένας τον άλλον με σφαιρες, όπως στην περίπτωση του Μάπα κι του Κεφάλα.
 
Τελευταία επεξεργασία:

Η Αλεξάνδρα Λαδικού για τα Κόκκινα Φανάρια στο 5.07 του βίντεο.

"Η ατμόσφαιρα της ταινίας δεν είχε καμία σχέση με την αληθινή Τρούμπα. Η ταινία ήταν επηρρεασμένη από το Hollywood κι είχε πολλή χρυσόσκονη. Δεν ήταν η πραγματικότητα της Τρούμπας αυτή. Μετά τα πρώτα γυρίσματα κι έτσι όπως ήμουν βαμμένη, παρακάλεσα τον άντρα μου να με πάει να τη δω. Έβγαιναν οι γυναίκες στη πόρτα τους με κάτι φτηνοδιάφανα νυχτικά κι έλεγαν 'να! ήρθε μια καινούργια'. Η ατμόσφαιρα ήταν άκρως απελπιστική".
 
Πίσω
Μπλουζα