Thor
RetroMasteR
- Joined
- 23 Μάρ 2012
- Μηνύματα
- 1.640
- Αντιδράσεις
- 530
Επόμενος σταθμός μας το τεύχος 30 (6 στην ελληνική έκδοση) που τιτλοφορείται Καλάμιτυ Τζέιν (1965/6, σε σενάριο Goscinny) και όπου θα συναντήσουμε (κυρίως) την ομώνυμη ηρωίδα της Δύσης, (Καλάμιτυ Τζέιν, 1852-1903) γνωστή από βιβλία, λαϊκά αναγνώσματα, κόμιξ και ταινίες.
Δεν είναι η πρώτη φορά που θα την δούμε σε ιστορία του Λούκυ Λουκ, καθώς ήταν σε μια από τις αφίσες επικηρυγμένων που είδαμε στο άλμπουμ οι Παράνομοι (6ο ή 50ο στην ελληνική έκδοση, δες ανάρτηση 1) το 1951 καθώς και στο άλμπουμ Εναντίον Τζος Τζέημον (11ο στα γαλλικά ή 46ο στα ελληνικά, δες ανάρτηση 2) το 1956 όπου ήταν μέλος του σώματος των ενόρκων που δίκασαν τον Λούκυ Λουκ. Και στις δυο περιπτώσεις η Καλάμιτυ Τζέιν εικονίζεται σαν παράνομος ενώ στο ομώνυμό της άλμπουμ εμφανίζεται, περίπου όπως ήταν και στην πραγματικότητα. Μια αθυρόστομη, δυναμική γυναίκα της δύσης με περιπετειώδες παρελθόν το οποίο διηγείται όποτε της δοθεί ευκαιρία προσθέτοντας αρκετή «σάλτσα». Πέρα από την αλλαγή στον χαρακτήρα της σε αυτό το άλμπουμ σε σχέση με τα προηγούμενα 2, υπάρχει και αλλαγή στην ζωγραφική απεικόνισή της. Είναι η πρώτη γυναίκα που θα συμπρωταγωνιστήσει σε ιστορία του Λούκυ Λουκ.
Μεγάλο μέρος των πληροφοριών μας για τη ζωή (κυρίως τη νεανική) της Καλάμιτυ Τζέιν προέρχεται από μια αναξιόπιστη αυτοβιογραφία της που εκδόθηκε το 1896. Γεννήθηκε το 1852 σαν Μάρθα Τζέιν Κάναρι στο Μισούρι. Ήταν το μεγαλύτερο από 6 παιδιά. Η οικογένεια Κάναρι μετακόμισε το 1865 ακολουθώντας τα καραβάνια των εποίκων για ακόμα δυτικότερα εδάφη. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού η μητέρα της θα πεθάνει στην Μοντάνα το 1866 από πνευμονία ενώ ο πατέρας με τα 6 παιδιά θα φτάσει στη Γιούτα το καλοκαίρι του ίδιου έτους όπου θα δουλέψει σαν αγρότης, πριν πεθάνει και ο ίδιος το 1867. Μετά από αυτό η δεκαπεντάχρονη Τζέιν θα πάρει τα μικρότερα αδέρφια της για μια ακόμα μετακίνηση στην αμερικανική Δύση και φύγουν για το Γουαϊόμινγκ το 1868. Εγκατεστημένη στην πόλη Πιεμόντ του Γουαιόμινγκ η νεαρή Τζέιν θα κάνει διάφορες δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει η ίδια και τα αδέρφια της. δούλεψε σαν λαντζέρισσα, σερβιτόρα, μαγείρισσα, χορεύτρια σε σαλούν, καουμπόισσα ενώ, απʼ ότι φαίνεται, εκδιδόταν περιστασιακά. Αυτό συνεχίστηκε ως το 1873 οπότε έπιασε δουλειά σαν ανιχνευτής για το οχυρό Ράσελ. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι είχε παρακολουθήσει μαθήματα κάποιου είδους οπότε θεωρείται ότι μάλλον ήταν αγράμματη, ενώ μαρτυρίες από εκείνη την εποχή την αναφέρουν σαν μια εξαιρετικά γοητευτική μαυρομάτα κοπέλα.
Ενώ υπηρετούσε στο οχυρό Ράσελ, ισχυρίζεται στην αυτοβιογραφία της ότι πήρε μέρος σε αρκετές αψιμαχίες και εκστρατείες ενάντια στους Ινδιάνους, όμως η συμβολή της δεν αναφέρεται σε άλλες πηγές, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες ότι δεν είχε πολεμική εμπειρία. Εκείνη την περίοδο αποκτά και το παρατσούκλι Καλάμιτυ (=συμφορά) για το οποίο δεν υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία για το πώς το πήρε. Το 1876 θα βρεθεί στο Φορντ Λάραμι και θα ακολουθήσει ένα καραβάνι αποίκων το οποίο θα συμπεριλαμβάνει τον Άγριο Μπιλ Χίκοκ (1837-1876), έναν άλλο θρύλο της Δύσης και θα βρεθεί στο Ντεντγουντ. Ήταν μόλις 24 ετών αλλά η νεανική της ομορφιά είχε αρχίσει να την εγκαταλείπει λόγω της σκληρής ζωής που είχε περάσει. Η Τζέιν θαύμαζε τον Μπιλ Χίκοκ (υπάρχουν μαρτυρίες ότι είχε πάθει πραγματική ψύχωση μαζί του) και ανέπτυξε φιλικές σχέσεις μαζί του και με τον καλό του φίλο Κολοράντο Τσάρλι (π. 1838-π.1912). Μετά τη δολοφονία του Χίκοκ τον Αύγουστο του 1876 θα ισχυριστεί ότι είχαν παντρευτεί και ότι ήταν ο πατέρας της κόρης που είχε γεννήσει το 1873 και είχε δώσει για υιοθεσία, όμως δεν υπάρχουν στοιχεία ότι υπήρξε γάμος μεταξύ της ίδιας και του Χίκοκ (που είχε παντρευτεί την Άγκνες Θάτσερ Λέικ τον Μάρτιο του 1876), ούτε καν ότι η Τζέιν γέννησε παιδί το 1873 όταν δούλευε για το στρατό και πιθανά δεν είχε συναντήσει ακόμα τον Χίκοκ. Ισχυρίστηκε ότι καταδίωξε και τον δολοφόνο του Χίκοκ για να τον εκδικηθεί, τον οποίο όμως δεν κατάφερε να συναντήσει.
Στο Ντεντγουντ θα γνωριστεί και με τη διάσημη «μαντάμ» της Δύσης Ντόρα ντου Φραν και κατά καιρούς θα εργαστεί στους οίκους ανοχής της. Θα παραμείνει στο Ντεντγουντ και μετά τη δολοφονία του Μπιλ Χίκοκ και θα βοηθήσει ένα καραβάνι που κινδύνευε από τους Ινδιάνους ενώ θα βοηθήσει σαν νοσοκόμα και κατά την επιδημία ευλογιάς που έπληξε την πόλη το 1878. Η φήμη της μεγάλωνε με αποτέλεσμα από το 1877 να ξεκινήσει να εμφανίζεται σαν ήρωας στα λαϊκά γουέστερν μυθιστορήματα του Έντουαρντ Λ. Γουίλερ (1854-1885).
Το 1881 αγόρασε ένα ράντσο στην Μοντάνα όπου ξεκίνησε να λειτουργεί ένα χάνι χωρίς επιτυχία. Το 1885 παντρεύτηκε τον τεξανό Κλίντον Μπουρκ, άλλος ένας γάμος για τον οποίο δεν υπάρχουν επίσημα έγγραφα με αποτέλεσμα να αμφισβητείται η τέλεσή του από πολλούς ιστορικούς. Πάντως είναι γεγονός ότι στα τελευταία χρόνια της η Καλάμιτυ Τζέιν χρησιμοποιούσε το επώνυμο Μπουρκ. Ο γάμος φέρεται να διήρκεσε τουλάχιστον 6 χρόνια και να γεννήθηκε ένα κορίτσι το 1887 που να δόθηκε για υιοθεσία μετά τη διάλυσή του.
Στα 1887 εμφανίστηκε άλλο ένα βιβλίο με τις υποτιθέμενες περιπέτειες της, ξανά ολότελα φανταστικές, και από το 1893 ξεκίνησε να εμφανίζεται στο περιοδεύον Σόου της Άγριας Δύσης του Μπούφαλο Μπιλ όπου αφηγούνταν τις περιπέτειές της ενώ έκανε και επίδειξη των ικανοτήτων της στην σκοποβολή και την ιππασία. Το 1896 εξέδωσε την επτασέλιδη αυτοβιογραφία της (η οποία από πολλούς θεωρείται ότι δεν έχει γραφεί από την ίδια καθώς δεν φαίνεται πιθανό ότι η Καλάμιτυ Τζέιν ήξερε να γράφει) σαν διαφήμιση για τις εμφανίσεις της στο περιοδεύον τσίρκο της Δύσης των Κολ και Μίντλετον. Λόγω του χρόνιου αλκοολισμού της (ήταν γνωστή για τις ποσότητες αλκοόλ που κατανάλωνε ήδη από τα πολύ νεανικά τις χρόνια) δεν μπορούσε να κάνει πια επιδείξεις σκοποβολής ή ιππασίας ενώ συχνά δεν ήταν σε θέση ούτε να αφηγηθεί τις ιστορίες της, τελειώνοντας σύντομα την επί σκηνής καριέρα της, που κράτησε μόλις έξι μήνες.
Το 1901 υποφέροντας από τον αλκοολισμό της αλλά και από κατάθλιψη εμφανίστηκε στην Παναμερικανική έκθεση. Μετά από την αποτυχία της να συνεχίσει σαν μέλλος περιοδεύοντος σόου θα αποσυρθεί στην Ντακότα όπου η παλιά της εργοδότρια ντου Φραν θα την προσλάβει σαν μαγείρισσα και καθαρίστρια σε ένα από τους οίκους ανοχής της. Τελικά θα πεθάνει το καλοκαίρι του 1903 κατά τη διάρκεια ταξιδιού από ανεξακρίβωτες αιτίες (αναφέρονται μεταξύ άλλων η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή η πνευμονία). Τελικά θα θαφτεί στο νεκροταφείο του Ντέντγουντ δίπλα στον τάφο του Μπιλ Χίκοκ.
Η Καλάμιτυ Τζέιν έζησε σε μια ανδροκρατούμενη εποχή και πέτυχε να αφήσει το χνάρι της σε μια από τις πιο εχθρικές για τις γυναίκες περιοχές του κόσμου. Και μόνο γι αυτό το γεγονός είναι αξιοθαύμαστη. Το προτελευταίο καρέ του άλμπουμ σαν επίλογος:
πηγές: 1, 2, 3, 4
Δεν είναι η πρώτη φορά που θα την δούμε σε ιστορία του Λούκυ Λουκ, καθώς ήταν σε μια από τις αφίσες επικηρυγμένων που είδαμε στο άλμπουμ οι Παράνομοι (6ο ή 50ο στην ελληνική έκδοση, δες ανάρτηση 1) το 1951 καθώς και στο άλμπουμ Εναντίον Τζος Τζέημον (11ο στα γαλλικά ή 46ο στα ελληνικά, δες ανάρτηση 2) το 1956 όπου ήταν μέλος του σώματος των ενόρκων που δίκασαν τον Λούκυ Λουκ. Και στις δυο περιπτώσεις η Καλάμιτυ Τζέιν εικονίζεται σαν παράνομος ενώ στο ομώνυμό της άλμπουμ εμφανίζεται, περίπου όπως ήταν και στην πραγματικότητα. Μια αθυρόστομη, δυναμική γυναίκα της δύσης με περιπετειώδες παρελθόν το οποίο διηγείται όποτε της δοθεί ευκαιρία προσθέτοντας αρκετή «σάλτσα». Πέρα από την αλλαγή στον χαρακτήρα της σε αυτό το άλμπουμ σε σχέση με τα προηγούμενα 2, υπάρχει και αλλαγή στην ζωγραφική απεικόνισή της. Είναι η πρώτη γυναίκα που θα συμπρωταγωνιστήσει σε ιστορία του Λούκυ Λουκ.
Μεγάλο μέρος των πληροφοριών μας για τη ζωή (κυρίως τη νεανική) της Καλάμιτυ Τζέιν προέρχεται από μια αναξιόπιστη αυτοβιογραφία της που εκδόθηκε το 1896. Γεννήθηκε το 1852 σαν Μάρθα Τζέιν Κάναρι στο Μισούρι. Ήταν το μεγαλύτερο από 6 παιδιά. Η οικογένεια Κάναρι μετακόμισε το 1865 ακολουθώντας τα καραβάνια των εποίκων για ακόμα δυτικότερα εδάφη. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού η μητέρα της θα πεθάνει στην Μοντάνα το 1866 από πνευμονία ενώ ο πατέρας με τα 6 παιδιά θα φτάσει στη Γιούτα το καλοκαίρι του ίδιου έτους όπου θα δουλέψει σαν αγρότης, πριν πεθάνει και ο ίδιος το 1867. Μετά από αυτό η δεκαπεντάχρονη Τζέιν θα πάρει τα μικρότερα αδέρφια της για μια ακόμα μετακίνηση στην αμερικανική Δύση και φύγουν για το Γουαϊόμινγκ το 1868. Εγκατεστημένη στην πόλη Πιεμόντ του Γουαιόμινγκ η νεαρή Τζέιν θα κάνει διάφορες δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει η ίδια και τα αδέρφια της. δούλεψε σαν λαντζέρισσα, σερβιτόρα, μαγείρισσα, χορεύτρια σε σαλούν, καουμπόισσα ενώ, απʼ ότι φαίνεται, εκδιδόταν περιστασιακά. Αυτό συνεχίστηκε ως το 1873 οπότε έπιασε δουλειά σαν ανιχνευτής για το οχυρό Ράσελ. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι είχε παρακολουθήσει μαθήματα κάποιου είδους οπότε θεωρείται ότι μάλλον ήταν αγράμματη, ενώ μαρτυρίες από εκείνη την εποχή την αναφέρουν σαν μια εξαιρετικά γοητευτική μαυρομάτα κοπέλα.
Ενώ υπηρετούσε στο οχυρό Ράσελ, ισχυρίζεται στην αυτοβιογραφία της ότι πήρε μέρος σε αρκετές αψιμαχίες και εκστρατείες ενάντια στους Ινδιάνους, όμως η συμβολή της δεν αναφέρεται σε άλλες πηγές, ενώ υπάρχουν μαρτυρίες ότι δεν είχε πολεμική εμπειρία. Εκείνη την περίοδο αποκτά και το παρατσούκλι Καλάμιτυ (=συμφορά) για το οποίο δεν υπάρχει αξιόπιστη μαρτυρία για το πώς το πήρε. Το 1876 θα βρεθεί στο Φορντ Λάραμι και θα ακολουθήσει ένα καραβάνι αποίκων το οποίο θα συμπεριλαμβάνει τον Άγριο Μπιλ Χίκοκ (1837-1876), έναν άλλο θρύλο της Δύσης και θα βρεθεί στο Ντεντγουντ. Ήταν μόλις 24 ετών αλλά η νεανική της ομορφιά είχε αρχίσει να την εγκαταλείπει λόγω της σκληρής ζωής που είχε περάσει. Η Τζέιν θαύμαζε τον Μπιλ Χίκοκ (υπάρχουν μαρτυρίες ότι είχε πάθει πραγματική ψύχωση μαζί του) και ανέπτυξε φιλικές σχέσεις μαζί του και με τον καλό του φίλο Κολοράντο Τσάρλι (π. 1838-π.1912). Μετά τη δολοφονία του Χίκοκ τον Αύγουστο του 1876 θα ισχυριστεί ότι είχαν παντρευτεί και ότι ήταν ο πατέρας της κόρης που είχε γεννήσει το 1873 και είχε δώσει για υιοθεσία, όμως δεν υπάρχουν στοιχεία ότι υπήρξε γάμος μεταξύ της ίδιας και του Χίκοκ (που είχε παντρευτεί την Άγκνες Θάτσερ Λέικ τον Μάρτιο του 1876), ούτε καν ότι η Τζέιν γέννησε παιδί το 1873 όταν δούλευε για το στρατό και πιθανά δεν είχε συναντήσει ακόμα τον Χίκοκ. Ισχυρίστηκε ότι καταδίωξε και τον δολοφόνο του Χίκοκ για να τον εκδικηθεί, τον οποίο όμως δεν κατάφερε να συναντήσει.
Στο Ντεντγουντ θα γνωριστεί και με τη διάσημη «μαντάμ» της Δύσης Ντόρα ντου Φραν και κατά καιρούς θα εργαστεί στους οίκους ανοχής της. Θα παραμείνει στο Ντεντγουντ και μετά τη δολοφονία του Μπιλ Χίκοκ και θα βοηθήσει ένα καραβάνι που κινδύνευε από τους Ινδιάνους ενώ θα βοηθήσει σαν νοσοκόμα και κατά την επιδημία ευλογιάς που έπληξε την πόλη το 1878. Η φήμη της μεγάλωνε με αποτέλεσμα από το 1877 να ξεκινήσει να εμφανίζεται σαν ήρωας στα λαϊκά γουέστερν μυθιστορήματα του Έντουαρντ Λ. Γουίλερ (1854-1885).
Το 1881 αγόρασε ένα ράντσο στην Μοντάνα όπου ξεκίνησε να λειτουργεί ένα χάνι χωρίς επιτυχία. Το 1885 παντρεύτηκε τον τεξανό Κλίντον Μπουρκ, άλλος ένας γάμος για τον οποίο δεν υπάρχουν επίσημα έγγραφα με αποτέλεσμα να αμφισβητείται η τέλεσή του από πολλούς ιστορικούς. Πάντως είναι γεγονός ότι στα τελευταία χρόνια της η Καλάμιτυ Τζέιν χρησιμοποιούσε το επώνυμο Μπουρκ. Ο γάμος φέρεται να διήρκεσε τουλάχιστον 6 χρόνια και να γεννήθηκε ένα κορίτσι το 1887 που να δόθηκε για υιοθεσία μετά τη διάλυσή του.
Στα 1887 εμφανίστηκε άλλο ένα βιβλίο με τις υποτιθέμενες περιπέτειες της, ξανά ολότελα φανταστικές, και από το 1893 ξεκίνησε να εμφανίζεται στο περιοδεύον Σόου της Άγριας Δύσης του Μπούφαλο Μπιλ όπου αφηγούνταν τις περιπέτειές της ενώ έκανε και επίδειξη των ικανοτήτων της στην σκοποβολή και την ιππασία. Το 1896 εξέδωσε την επτασέλιδη αυτοβιογραφία της (η οποία από πολλούς θεωρείται ότι δεν έχει γραφεί από την ίδια καθώς δεν φαίνεται πιθανό ότι η Καλάμιτυ Τζέιν ήξερε να γράφει) σαν διαφήμιση για τις εμφανίσεις της στο περιοδεύον τσίρκο της Δύσης των Κολ και Μίντλετον. Λόγω του χρόνιου αλκοολισμού της (ήταν γνωστή για τις ποσότητες αλκοόλ που κατανάλωνε ήδη από τα πολύ νεανικά τις χρόνια) δεν μπορούσε να κάνει πια επιδείξεις σκοποβολής ή ιππασίας ενώ συχνά δεν ήταν σε θέση ούτε να αφηγηθεί τις ιστορίες της, τελειώνοντας σύντομα την επί σκηνής καριέρα της, που κράτησε μόλις έξι μήνες.
Το 1901 υποφέροντας από τον αλκοολισμό της αλλά και από κατάθλιψη εμφανίστηκε στην Παναμερικανική έκθεση. Μετά από την αποτυχία της να συνεχίσει σαν μέλλος περιοδεύοντος σόου θα αποσυρθεί στην Ντακότα όπου η παλιά της εργοδότρια ντου Φραν θα την προσλάβει σαν μαγείρισσα και καθαρίστρια σε ένα από τους οίκους ανοχής της. Τελικά θα πεθάνει το καλοκαίρι του 1903 κατά τη διάρκεια ταξιδιού από ανεξακρίβωτες αιτίες (αναφέρονται μεταξύ άλλων η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή η πνευμονία). Τελικά θα θαφτεί στο νεκροταφείο του Ντέντγουντ δίπλα στον τάφο του Μπιλ Χίκοκ.
Η Καλάμιτυ Τζέιν έζησε σε μια ανδροκρατούμενη εποχή και πέτυχε να αφήσει το χνάρι της σε μια από τις πιο εχθρικές για τις γυναίκες περιοχές του κόσμου. Και μόνο γι αυτό το γεγονός είναι αξιοθαύμαστη. Το προτελευταίο καρέ του άλμπουμ σαν επίλογος:
πηγές: 1, 2, 3, 4
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή: