ARETARA
RetroNuts!
- Joined
- 1 Σεπ 2010
- Μηνύματα
- 2.192
- Αντιδράσεις
- 2.544
Μια σημαντική ταινία του Ελληνικού Κινηματογράφου εξετάζω στο παρόν. Είναι ο "Ιωάννης ο βίαιος", σε σενάριο, παραγωγή και σκηνοθεσία Τώνιας Μαρκετάκη.
Το θέμα - το καστ. Αθήνα, Μάιος 1973. Μια γυναίκα, η Ελένη Χαλκιά (Μίκα Φλωρά) βρίσκεται δολοφονημένη σε συνοικιακή περιοχή (Μεταμόρφωση) τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες. Από το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα θα εξεταστούν αρκετοί μάρτυρες οι οποίοι θα δώσουν συχνά αντικρουόμενες καταθέσεις. Η εικόνα του δράστη αλλάζει δραματικά και η ασυνέχεια αυτή προβληματίζει τον αρμόδιο αστυνόμο Γιαννόπουλο (Βαγγέλης Καζάν). Κι ενώ η υπόθεση οδηγείται σε τέλμα, θα έρθει ο από μηχανής θεός να δώσει τη λύση. Η θεία (Ζωζώ Ζάρπα) ενός νεαρού, του Γιάννη Ζάχου (Μανόλης Λογιάδης) θα ενημερώσει την αστυνομία ότι ο τελευταίος παραδέχτηκε τον φόνο της Χαλκιά. Τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους και μετά την έρευνα των αστυνομικών δεν θα μείνει καμιά αμφιβολία για το ποιος είναι ο δράστης. Το ερώτημα όμως παραμένει, είναι ο Ζάχος σχιζοφρενής ή όχι; Η απόφαση των ενόρκων του δικαστηρίου θα ξεκαθαρίσει τα πράγματα.
Ανάλυση. Πιστεύω ότι η ταινία αυτή είναι μία από τις πιο "πυκνογραμμένες" παραγωγές και με αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ειδωθεί. Θέλω να πω ότι δεν είναι δυνατόν να εξαντληθεί σε μια παρουσίαση αλλά μπορεί και πρέπει να γίνει αντικείμενο διαλόγου ακόμα και να μελετηθεί επισταμένα. Προσωπικά είδα την ταινία 3 φορές για να μπορέσω να ξεδιαλύνω κάποια θέματα. Έχοντας υπόψη τα προηγούμενα προχωρώ σε μία κατά το δυνατόν περιεκτική ανασκόπηση.
Η Τώνια Μαρκετάκη εμφανίζεται κυρίαρχος του έργου καθόσον κατέχοντας το πακέτο παραγωγή - σενάριο - σκηνοθεσία ορίζει καταλυτικά το πλαίσιο όπου θα κινηθεί. Και αυτό τη βοηθά να προβάλλει τη δική της άποψη για μια υπόθεση η οποία βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό - εμπειρία από μία φίλη της, σκριπταρισμένο όμως σε ένα "κατάλληλο" κατά την κινηματογραφική άποψη πλαίσιο.
Το χωρικό πλαίσιο είναι για ακόμη μια φορά η Αθήνα. Η Αθήνα του γκρίζου και όχι μόνο λόγω του ασπρόμαυρου φιλμ, η Αθήνα των μικροαστικών περιοχών και των μικροαστών ανθρώπων. Των ανθρώπων της βιοπάλης που δεν έχουν χρόνο και χρήμα για μπουζούκια και διασκεδάσεις που κατά κόρον μας δίδαξαν οι ταινίες της περιόδου. Τα βγάζουν δύσκολα πέρα και δεν μπορούν να δουν πέρα από την επόμενη μέρα. Συμβατικές ζωές και σχέσεις με ορίζοντα μια κρεβατοκάμαρα και μια κουζίνα. Και μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο εκτυλίσσονται μικρές παράλληλες ιστορίες ή μυθιστορίες των ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Η πόρνη που μαζεύει τους πελάτες στο σπίτι της. Ο ιδιοκτήτης του καφενείου, η ιδιοκτήτρια του καθαριστηρίου, ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος, η θεατρίνα, ο τελειόφοιτος φοιτητής και άλλοι ορίζουν το περίγραμμα της κοινωνίας του 1973. Μιας περιόδου δύσκολης (και ποια δεν είναι άλλωστε) και καταλυτικής για την πορεία της Ελλάδας.
Ιδιαίτερα στέκεται ο φακός στην περιγραφή της σχέσης του ζευγαριού της δολοφονημένης Χαλκιά με τον αρραβωνιαστικό της. Μια εικόνα μπορεί να δώσει η περιγραφή του τελευταίου στην αστυνομία απόσπασμα από την οποία παρουσιάζεται παρακάτω. Μας δίνεται η ευκαιρία να δούμε συνήθειες και δομές στην νεοελληνική κοινωνία όπως την κοινή συγκατοίκηση συγγενών κάτω από την ίδια στέγη ελέω οικονομικής στενότητας. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1973 ήταν η χρονιά της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης που έβλαψε τα μέγιστα και την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων. Ακόμα βλέπουμε το συντηρητικό πλαίσιο αξιών (η γυναίκα να είναι "αγνή" προ του γάμου της), τις παρωχημένες αντιλήψεις των μεγαλυτέρων και άλλα.
Μετά την περιγραφή του γενικού πλαισίου ο φακός στρέφεται μοιραία στο δια ταύτα και φωτίζει την προσωπικότητα του δράστη. Ενός ανθρώπου ψυχικά ασθενούς που ωστόσο αυτό δεν τον εμποδίζει να είναι ευφυέστατος. Στην πάλη με τους προσωπικούς του δαίμονες ο Ζάχος παρουσιάζεται με δύο πρόσωπα: Από την μια στις προσωπικές του στιγμές προσπαθεί να βρει λύσεις στα αδιέξοδά του και στην σεξουαλική του έλλειψη πραγμάτωσης συχνά καταγγέλλοντας τον εαυτό του. Από την άλλη απέναντι στους ανθρώπους λειτουργεί κατά περίπτωση είτε δίνοντας το προφίλ του σχιζοφρενούς σε αυτούς που δεν μπορούν να τον καταλάβουν είτε μιλώντας σαν φυσιολογικός άνθρωπος σε ανθρώπους που θεωρεί ότι μπορούν να τον αναγνώσουν. Αυτή η διττή συμπεριφορά προβληματίζει και αφήνει στον θεατή μια νεφελώδη αίσθηση της πραγματικής "τρέλας" του Ζάχου. Είναι τελικά ή όχι;
Η λύση του δράματος εμφανίζεται στο τρίτο μέρος της ταινίας (το πρώτο είναι η έρευνα της αστυνομίας και το δεύτερο η εξέταση του Ζάχου από την αστυνομία) στην αίθουσα των δικαστηρίων. Εκεί που πράγματι διαπιστώνουμε πράγματα που δεν είχαμε συνηθίσει. Τους ενόρκους να κάνουν ενδιαφέρουσες ερωτήσεις και τους ψυχιάτρους να δίνουν ανάλογες απαντήσεις. Στιγμές έντασης κι εδώ θα ανεβάσουν το ενδιαφέρον και την προσοχή του θεατή. Οι αγορεύσεις των συνηγόρων θα δώσουν τη διάσταση της πάλης μεταξύ του ηθικού και του νόμιμου, της αξίας της ανθρώπινης ζωής και του ακαταλόγιστου λόγω σχιζοφρένειας. Η Μαρκετάκη δεν μένει ουδέτερη στο δίλημμα και το δείχνει με κάθε τρόπο.
Ερχόμενος στα credits νομίζω ότι είναι από τις λίγες φορές που θα εστιάσω πρωταρχικά στη δημιουργό του έργου. Είναι πραγματικά η ψυχή της ταινίας που δίνεται ολοκληρωτικά σε κάθε της στιγμή όχι γιατί είναι μια δουλειά που πρέπει να κάνει καλά αλλά γιατί είναι κάτι που το ζει. Πράγματι η Μαρκετάκη είναι εδώ μόλις 31 ετών και παρόλο που αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα (βλέπε και σχετικό video) κατάφερε με το πείσμα της να ανταπεξέλθει. Και μόνο γι' αυτό της αξίζουν συγχαρητήρια.
Εξαιρετική ερμηνεία για τον πρωταγωνιστή Μανόλη Λογιάδη που ζει τον ρόλο του ολοκληρωτικά. Οι συναισθηματικές του μεταπτώσεις και το εναλλασσόμενο ύφος πείθουν απόλυτα για τον ψυχισμό του ήρωα που ενσαρκώνει. Δεν γνωρίζω τι απέγινε ο καλός ηθοποιός που φαίνεται να έκανε λίγες δουλειές, αλλά νομίζω ότι άξιζε για περισσότερα.
Από εκεί και πέρα νομίζω ότι όλοι οι ηθοποιοί πήγαν περίφημα. Ιδιαίτερα θα σταθώ σε τρεις: Στον Βαγγέλη Καζάν που δίνει τον δικό του τόνο στον ρόλο του αξιωματικού της αστυνομίας που ανέλαβε την υπόθεση. Στη Μαίρη Μεταξά στο ρόλο της γιαγιάς της ξαδέλφης του Γιάννη. Τέλος, στον σύζυγο της δολοφονηθίσας Ηρακλή Σταυρόπουλο (Νίκος Γκλαβάς) που άρεσε ιδαίτερα.
Η ταινία χαρακτηρίζεται από το φαίνομενο της πρώτης παρουσίας αρκετών καταξιωμένων ηθοποιών. Έτσι βλέπουμε να εμφανίζονται οι Κώστας Αρζόγλου, Γιώργος Παρτσαλάκης, Κώστας Τσάκωνας, Μηνάς Χατζησάββας και φυσικά ο Μανόλης Λογιάδης. Εμφάνιση ακόμα πραγματοποιεί ο γνωστός μας κριτικός κινηματογράφου Κώστας Μπακογιαννόπουλος στον ρόλο ενός εκ των τριών ψυχιάτρων.
Εξαιρετική η φωτογραφία των Γιώργου Αρβανίτη και Γιώργου Πανουσόπουλου.
Διακρίσεις. Η ταινία έλαβε τις ακόλουθες διακρίσεις στο 14ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1973. Καλύτερου σεναρίου (Τώνια Μαρκετάκη), καλύτερης σκηνοθεσίας (Τώνια Μαρκετάκη), καλύτερου α' ανδρικού ρόλου (Μανόλης Λογιάδης). Επίσης τιμητική διάκριση έλαβε ο Γιώργος Αρβανίτης για το επίπεδο της φωτογραφίας (μαζί με τις ταινίες Ο βάλτος, Τόπος κρανίου και Ο μεγάλος ερωτικός)
Απόσπασμα 1.
Ο Ηρακλής αφηγείται τη μικρή του ιστορία:
"Ο πατέρας μου σκοτώθηκε στον πόλεμο κι η μάνα μου έγινε παραδουλεύτρα για να μας μεγαλώσει την αδερφή μου κι εμένα. Άφησα το σχολείο για να δουλέψω και τώρα ξανάρχισα να πηγαίνω σε νυχτερινό για να τελειώσω το Γυμνάσιο μήπως μπορέσω και φτιάξω κάτι στη ζωή μου. Η αδερφή μου έγινε πωλήτρια κι είχαμε αρχίσει κάπως να ανασαίνουμε όταν γνώρισε τον Μήτσο Σουλτανή και τον αρραβωνιάστηκε. Ο Μήτσος έλεγε δεν θέλει προίκα αλλά θα έπρεπε να καθυστερήσουν τον γάμο για να κάνουν μερικές οικονομίες και να στήσουν το σπιτικό τους. Στο μεταξύ όμως η αδελφή μου έμεινε έγκυος και μου το ομολόγησε κι ο Μήτσος έλεγε πως δεν μπορούσε να παντρευτεί έτσι χωρίς τίποτα. Εζήτησε προίκα ένα δωμάτιο και κουζίνα και τα έπιπλά τους, μια κρεβατοκάμαρα και 10.000 σε μετρητά για ν' ανοίξει ένα μαγαζί, κι εν τω μεταξύ είχε πάρει δάνειο από την τράπεζα γι' αυτό τον σκοπό. Πήγαμε τότε με τη μητέρα μου στην Αίγινα και πουλήσαμε το πατρικό της σπίτι και πήραμε 40.000 δραχμές. Έδωσα 20.000 δραχμές για το οικόπεδο και υπέγραψα γραμμάτια των 1.500 τον μήνα. Με τα υπόλοιπα θα έχτιζα το δωμάτιο για την αδελφή μου. Ο Μήτσος όμως είπε δεν πειράζει, θα μείνουμε λίγο καιρό όλοι μαζί. Καλύτερα να αναλάβεις να πληρώνει τα γραμμάτια στην τράπεζα που ήταν άλλες 1.000 τον μήνα. Έδωσα επίσης 3.000 προκαταβολή για τα έπιπλα, μια κρεβατοκάμαρα και υπέγραψα γραμμάτια των 500 τον μήνα και στο μεταξύ η αδελφή μου γέννησε και με τα έξοδα της κλινικής ξοδεύτηκαν και τα υπόλοιπα χρήματα από το πατρικό σπίτι της μητέρας μου κι η αδελφή μου σταμάτησε να εργάζεται λίγο καιρό πριν από τον γάμο. Εργάζομαι σε εστιατόριο και κερδίζω 4.000 δραχμές τον μήνα και δίνω τις 3.000 για τα χρέη....
Η Ελένη ήθελε να παντρευτούμε κύριε Γιαννόπουλε. Πώς να παντρευτούμε με τέτοιες συνθήκες; Φυσικό είναι, κάτι έπρεπε να κάνει κι αυτή για την προίκα της. Η ίδια δεν παραπονέθηκε ποτέ πως της έπαιρνα τα λεφτά της.
Απόσπασμα 2
Από ρεπορτάζ εφημερίδας για την υπόθεση (διαβάζει ο Γιάννης Ζάχος):
"Το βαρύ πέπλον του μυστηρίου εξακολουθεί να σκεπάζει τον φόνον της ωραίας Ελένης και το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ευρίσκεται εις το αποκορύφωμα. Το θύμα έζει διπλήν ζωήν; Συγγενείς της από το χωριόν απεκάλυψαν ότι συζούσε με κάτοικον του χωρίου της και ότι επίσης συνεδέετο με έναν χασάπην ή ιχθυοπώλην που της έδινε τζάμπα μπριτζόλες. Μήπως αυτός ήτο που την εξεβίαζε, ο χασάπης που την έσφαξε; Ως γνωστόν, ο βραδυνός Κήρυξ αθλοθέτησεν 30.000 δραχμές. Ερευνάται η πληροφορία αναγνώστου μας ότι η Ελένη συνεδέετο με κάτοικο Κουκουβαούνων ο οποίος έφερε πάντοτε επάνω του μαχαίρι. Αληθής επίσης η πληροφορία του Κήρυκος ότι κάτοχος καθαριστηρίου παρέδωσεν εις την Αστυνομίαν ματωμένο κουστούμι. Απεδείχθη όμως ότι το αίμα ανήκε εις τον κάτοχόν του, έναν ανάπηρον από την Καισαριανήν, τον οποίον εγρονθοκόπησεν αγρίως ένας Αρμένης και τον πέταξε από το παράθυρον. Εν τω μεταξύ η Αστυνομία διέψευσε το αναγραφέν εις απογευματινήν εφημερίδα ότι η Ελένη εθεάθη το απόγευμα του φόνου εις παραθαλάσσιον κέντρον μετ' άτινος Κορσικανού."
Απόσπασμα 3
Ανάλυση του φόνου της Ελένης από τον Ζάχο στους συγγενείς του:
"Όλη η ιστορία έχει γραφτεί από δολοφόνους. Απ' τον Δαυίδ ως τον Ορέστη κι απ΄ τον Μέγα Αλέξανδρο ως τον Άγιο Κωνσταντίνο και τον Μέγα Ναπολέοντα όλοι τους ήταν δολοφόνοι. Για να σκοτώσεις χρειάζεται δύναμη κι αυτοί την είχαν. Οι γεννημένοι μεγάλοι άντρες ήταν γεννημένοι φονιάδες. Μα αν δεν έχεις τη δύναμη είσαι χαμένος, δεν γίνεσαι παρά ο άγνωστος στρατιώτης ο οποίος πεθαίνει την ώρα της μάχης. Αυτός δεν έχει τη δύναμη, την ιδιοφυΐα του φόνου. Αυτόν τον αναγκάζουν άλλοι να σκοτώσει κι όταν το κάνει νιώθει τύψεις, αισθάνεται ένοχος και προσπαθεί να βρει μια δικαιολογία, μια αφορμή για να σκοτωθεί και να τιμωρηθεί....
Video.
1. Στιγμές της ταινίας στο video που ακολουθεί. Το βασίλειό μου για το παλτό του Παρτσαλάκη.
Φωτογραφίες.
1. Κολάζ από κάποιους μάρτυρες που καταθέτουν ενώπιον του αστυνόμου Γιαννόπουλου.
2. Το κατάστημα των αδερφών Τσιτσόπουλων (ΑΤΕΝΕ) στη Σταδίου όπου εργαζόταν η Ελένη. Για την ιστορία το κατάστημα αυτό κάηκε (πυρπολήθηκε) στις 3/6/1981
3. Η Ελένη πωλήτρια στο ΑΤΕΝΕ.
4. Ο Γιάννης με τη θεία του διασχίζουν κάποιον μεγάλο δρόμο του κέντρου (ίσως την Πατησίων).
5. Η συλλογή με βιβλία και περιοδικά του Γιάννη, μεταξύ των οποίων βλέπουμε και Ιστορίες από την Κρύπτη.
6. Ο Γιάννης μεταφέρεται στα δικαστήρια του Αρσακείου στην Πανεπιστημίου.
7. Οι 3 ψυχίατροι που έχουν αναλάβει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης για την υπόθεση του Ζάχου.
Το θέμα - το καστ. Αθήνα, Μάιος 1973. Μια γυναίκα, η Ελένη Χαλκιά (Μίκα Φλωρά) βρίσκεται δολοφονημένη σε συνοικιακή περιοχή (Μεταμόρφωση) τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες. Από το αρμόδιο αστυνομικό τμήμα θα εξεταστούν αρκετοί μάρτυρες οι οποίοι θα δώσουν συχνά αντικρουόμενες καταθέσεις. Η εικόνα του δράστη αλλάζει δραματικά και η ασυνέχεια αυτή προβληματίζει τον αρμόδιο αστυνόμο Γιαννόπουλο (Βαγγέλης Καζάν). Κι ενώ η υπόθεση οδηγείται σε τέλμα, θα έρθει ο από μηχανής θεός να δώσει τη λύση. Η θεία (Ζωζώ Ζάρπα) ενός νεαρού, του Γιάννη Ζάχου (Μανόλης Λογιάδης) θα ενημερώσει την αστυνομία ότι ο τελευταίος παραδέχτηκε τον φόνο της Χαλκιά. Τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους και μετά την έρευνα των αστυνομικών δεν θα μείνει καμιά αμφιβολία για το ποιος είναι ο δράστης. Το ερώτημα όμως παραμένει, είναι ο Ζάχος σχιζοφρενής ή όχι; Η απόφαση των ενόρκων του δικαστηρίου θα ξεκαθαρίσει τα πράγματα.
Ανάλυση. Πιστεύω ότι η ταινία αυτή είναι μία από τις πιο "πυκνογραμμένες" παραγωγές και με αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ειδωθεί. Θέλω να πω ότι δεν είναι δυνατόν να εξαντληθεί σε μια παρουσίαση αλλά μπορεί και πρέπει να γίνει αντικείμενο διαλόγου ακόμα και να μελετηθεί επισταμένα. Προσωπικά είδα την ταινία 3 φορές για να μπορέσω να ξεδιαλύνω κάποια θέματα. Έχοντας υπόψη τα προηγούμενα προχωρώ σε μία κατά το δυνατόν περιεκτική ανασκόπηση.
Η Τώνια Μαρκετάκη εμφανίζεται κυρίαρχος του έργου καθόσον κατέχοντας το πακέτο παραγωγή - σενάριο - σκηνοθεσία ορίζει καταλυτικά το πλαίσιο όπου θα κινηθεί. Και αυτό τη βοηθά να προβάλλει τη δική της άποψη για μια υπόθεση η οποία βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό - εμπειρία από μία φίλη της, σκριπταρισμένο όμως σε ένα "κατάλληλο" κατά την κινηματογραφική άποψη πλαίσιο.
Το χωρικό πλαίσιο είναι για ακόμη μια φορά η Αθήνα. Η Αθήνα του γκρίζου και όχι μόνο λόγω του ασπρόμαυρου φιλμ, η Αθήνα των μικροαστικών περιοχών και των μικροαστών ανθρώπων. Των ανθρώπων της βιοπάλης που δεν έχουν χρόνο και χρήμα για μπουζούκια και διασκεδάσεις που κατά κόρον μας δίδαξαν οι ταινίες της περιόδου. Τα βγάζουν δύσκολα πέρα και δεν μπορούν να δουν πέρα από την επόμενη μέρα. Συμβατικές ζωές και σχέσεις με ορίζοντα μια κρεβατοκάμαρα και μια κουζίνα. Και μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο εκτυλίσσονται μικρές παράλληλες ιστορίες ή μυθιστορίες των ανθρώπων της διπλανής πόρτας. Η πόρνη που μαζεύει τους πελάτες στο σπίτι της. Ο ιδιοκτήτης του καφενείου, η ιδιοκτήτρια του καθαριστηρίου, ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος, η θεατρίνα, ο τελειόφοιτος φοιτητής και άλλοι ορίζουν το περίγραμμα της κοινωνίας του 1973. Μιας περιόδου δύσκολης (και ποια δεν είναι άλλωστε) και καταλυτικής για την πορεία της Ελλάδας.
Ιδιαίτερα στέκεται ο φακός στην περιγραφή της σχέσης του ζευγαριού της δολοφονημένης Χαλκιά με τον αρραβωνιαστικό της. Μια εικόνα μπορεί να δώσει η περιγραφή του τελευταίου στην αστυνομία απόσπασμα από την οποία παρουσιάζεται παρακάτω. Μας δίνεται η ευκαιρία να δούμε συνήθειες και δομές στην νεοελληνική κοινωνία όπως την κοινή συγκατοίκηση συγγενών κάτω από την ίδια στέγη ελέω οικονομικής στενότητας. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1973 ήταν η χρονιά της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης που έβλαψε τα μέγιστα και την οικονομική κατάσταση των Ελλήνων. Ακόμα βλέπουμε το συντηρητικό πλαίσιο αξιών (η γυναίκα να είναι "αγνή" προ του γάμου της), τις παρωχημένες αντιλήψεις των μεγαλυτέρων και άλλα.
Μετά την περιγραφή του γενικού πλαισίου ο φακός στρέφεται μοιραία στο δια ταύτα και φωτίζει την προσωπικότητα του δράστη. Ενός ανθρώπου ψυχικά ασθενούς που ωστόσο αυτό δεν τον εμποδίζει να είναι ευφυέστατος. Στην πάλη με τους προσωπικούς του δαίμονες ο Ζάχος παρουσιάζεται με δύο πρόσωπα: Από την μια στις προσωπικές του στιγμές προσπαθεί να βρει λύσεις στα αδιέξοδά του και στην σεξουαλική του έλλειψη πραγμάτωσης συχνά καταγγέλλοντας τον εαυτό του. Από την άλλη απέναντι στους ανθρώπους λειτουργεί κατά περίπτωση είτε δίνοντας το προφίλ του σχιζοφρενούς σε αυτούς που δεν μπορούν να τον καταλάβουν είτε μιλώντας σαν φυσιολογικός άνθρωπος σε ανθρώπους που θεωρεί ότι μπορούν να τον αναγνώσουν. Αυτή η διττή συμπεριφορά προβληματίζει και αφήνει στον θεατή μια νεφελώδη αίσθηση της πραγματικής "τρέλας" του Ζάχου. Είναι τελικά ή όχι;
Η λύση του δράματος εμφανίζεται στο τρίτο μέρος της ταινίας (το πρώτο είναι η έρευνα της αστυνομίας και το δεύτερο η εξέταση του Ζάχου από την αστυνομία) στην αίθουσα των δικαστηρίων. Εκεί που πράγματι διαπιστώνουμε πράγματα που δεν είχαμε συνηθίσει. Τους ενόρκους να κάνουν ενδιαφέρουσες ερωτήσεις και τους ψυχιάτρους να δίνουν ανάλογες απαντήσεις. Στιγμές έντασης κι εδώ θα ανεβάσουν το ενδιαφέρον και την προσοχή του θεατή. Οι αγορεύσεις των συνηγόρων θα δώσουν τη διάσταση της πάλης μεταξύ του ηθικού και του νόμιμου, της αξίας της ανθρώπινης ζωής και του ακαταλόγιστου λόγω σχιζοφρένειας. Η Μαρκετάκη δεν μένει ουδέτερη στο δίλημμα και το δείχνει με κάθε τρόπο.
Ερχόμενος στα credits νομίζω ότι είναι από τις λίγες φορές που θα εστιάσω πρωταρχικά στη δημιουργό του έργου. Είναι πραγματικά η ψυχή της ταινίας που δίνεται ολοκληρωτικά σε κάθε της στιγμή όχι γιατί είναι μια δουλειά που πρέπει να κάνει καλά αλλά γιατί είναι κάτι που το ζει. Πράγματι η Μαρκετάκη είναι εδώ μόλις 31 ετών και παρόλο που αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα (βλέπε και σχετικό video) κατάφερε με το πείσμα της να ανταπεξέλθει. Και μόνο γι' αυτό της αξίζουν συγχαρητήρια.
Εξαιρετική ερμηνεία για τον πρωταγωνιστή Μανόλη Λογιάδη που ζει τον ρόλο του ολοκληρωτικά. Οι συναισθηματικές του μεταπτώσεις και το εναλλασσόμενο ύφος πείθουν απόλυτα για τον ψυχισμό του ήρωα που ενσαρκώνει. Δεν γνωρίζω τι απέγινε ο καλός ηθοποιός που φαίνεται να έκανε λίγες δουλειές, αλλά νομίζω ότι άξιζε για περισσότερα.
Από εκεί και πέρα νομίζω ότι όλοι οι ηθοποιοί πήγαν περίφημα. Ιδιαίτερα θα σταθώ σε τρεις: Στον Βαγγέλη Καζάν που δίνει τον δικό του τόνο στον ρόλο του αξιωματικού της αστυνομίας που ανέλαβε την υπόθεση. Στη Μαίρη Μεταξά στο ρόλο της γιαγιάς της ξαδέλφης του Γιάννη. Τέλος, στον σύζυγο της δολοφονηθίσας Ηρακλή Σταυρόπουλο (Νίκος Γκλαβάς) που άρεσε ιδαίτερα.
Η ταινία χαρακτηρίζεται από το φαίνομενο της πρώτης παρουσίας αρκετών καταξιωμένων ηθοποιών. Έτσι βλέπουμε να εμφανίζονται οι Κώστας Αρζόγλου, Γιώργος Παρτσαλάκης, Κώστας Τσάκωνας, Μηνάς Χατζησάββας και φυσικά ο Μανόλης Λογιάδης. Εμφάνιση ακόμα πραγματοποιεί ο γνωστός μας κριτικός κινηματογράφου Κώστας Μπακογιαννόπουλος στον ρόλο ενός εκ των τριών ψυχιάτρων.
Εξαιρετική η φωτογραφία των Γιώργου Αρβανίτη και Γιώργου Πανουσόπουλου.
Διακρίσεις. Η ταινία έλαβε τις ακόλουθες διακρίσεις στο 14ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1973. Καλύτερου σεναρίου (Τώνια Μαρκετάκη), καλύτερης σκηνοθεσίας (Τώνια Μαρκετάκη), καλύτερου α' ανδρικού ρόλου (Μανόλης Λογιάδης). Επίσης τιμητική διάκριση έλαβε ο Γιώργος Αρβανίτης για το επίπεδο της φωτογραφίας (μαζί με τις ταινίες Ο βάλτος, Τόπος κρανίου και Ο μεγάλος ερωτικός)
Απόσπασμα 1.
Ο Ηρακλής αφηγείται τη μικρή του ιστορία:
"Ο πατέρας μου σκοτώθηκε στον πόλεμο κι η μάνα μου έγινε παραδουλεύτρα για να μας μεγαλώσει την αδερφή μου κι εμένα. Άφησα το σχολείο για να δουλέψω και τώρα ξανάρχισα να πηγαίνω σε νυχτερινό για να τελειώσω το Γυμνάσιο μήπως μπορέσω και φτιάξω κάτι στη ζωή μου. Η αδερφή μου έγινε πωλήτρια κι είχαμε αρχίσει κάπως να ανασαίνουμε όταν γνώρισε τον Μήτσο Σουλτανή και τον αρραβωνιάστηκε. Ο Μήτσος έλεγε δεν θέλει προίκα αλλά θα έπρεπε να καθυστερήσουν τον γάμο για να κάνουν μερικές οικονομίες και να στήσουν το σπιτικό τους. Στο μεταξύ όμως η αδελφή μου έμεινε έγκυος και μου το ομολόγησε κι ο Μήτσος έλεγε πως δεν μπορούσε να παντρευτεί έτσι χωρίς τίποτα. Εζήτησε προίκα ένα δωμάτιο και κουζίνα και τα έπιπλά τους, μια κρεβατοκάμαρα και 10.000 σε μετρητά για ν' ανοίξει ένα μαγαζί, κι εν τω μεταξύ είχε πάρει δάνειο από την τράπεζα γι' αυτό τον σκοπό. Πήγαμε τότε με τη μητέρα μου στην Αίγινα και πουλήσαμε το πατρικό της σπίτι και πήραμε 40.000 δραχμές. Έδωσα 20.000 δραχμές για το οικόπεδο και υπέγραψα γραμμάτια των 1.500 τον μήνα. Με τα υπόλοιπα θα έχτιζα το δωμάτιο για την αδελφή μου. Ο Μήτσος όμως είπε δεν πειράζει, θα μείνουμε λίγο καιρό όλοι μαζί. Καλύτερα να αναλάβεις να πληρώνει τα γραμμάτια στην τράπεζα που ήταν άλλες 1.000 τον μήνα. Έδωσα επίσης 3.000 προκαταβολή για τα έπιπλα, μια κρεβατοκάμαρα και υπέγραψα γραμμάτια των 500 τον μήνα και στο μεταξύ η αδελφή μου γέννησε και με τα έξοδα της κλινικής ξοδεύτηκαν και τα υπόλοιπα χρήματα από το πατρικό σπίτι της μητέρας μου κι η αδελφή μου σταμάτησε να εργάζεται λίγο καιρό πριν από τον γάμο. Εργάζομαι σε εστιατόριο και κερδίζω 4.000 δραχμές τον μήνα και δίνω τις 3.000 για τα χρέη....
Η Ελένη ήθελε να παντρευτούμε κύριε Γιαννόπουλε. Πώς να παντρευτούμε με τέτοιες συνθήκες; Φυσικό είναι, κάτι έπρεπε να κάνει κι αυτή για την προίκα της. Η ίδια δεν παραπονέθηκε ποτέ πως της έπαιρνα τα λεφτά της.
Απόσπασμα 2
Από ρεπορτάζ εφημερίδας για την υπόθεση (διαβάζει ο Γιάννης Ζάχος):
"Το βαρύ πέπλον του μυστηρίου εξακολουθεί να σκεπάζει τον φόνον της ωραίας Ελένης και το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ευρίσκεται εις το αποκορύφωμα. Το θύμα έζει διπλήν ζωήν; Συγγενείς της από το χωριόν απεκάλυψαν ότι συζούσε με κάτοικον του χωρίου της και ότι επίσης συνεδέετο με έναν χασάπην ή ιχθυοπώλην που της έδινε τζάμπα μπριτζόλες. Μήπως αυτός ήτο που την εξεβίαζε, ο χασάπης που την έσφαξε; Ως γνωστόν, ο βραδυνός Κήρυξ αθλοθέτησεν 30.000 δραχμές. Ερευνάται η πληροφορία αναγνώστου μας ότι η Ελένη συνεδέετο με κάτοικο Κουκουβαούνων ο οποίος έφερε πάντοτε επάνω του μαχαίρι. Αληθής επίσης η πληροφορία του Κήρυκος ότι κάτοχος καθαριστηρίου παρέδωσεν εις την Αστυνομίαν ματωμένο κουστούμι. Απεδείχθη όμως ότι το αίμα ανήκε εις τον κάτοχόν του, έναν ανάπηρον από την Καισαριανήν, τον οποίον εγρονθοκόπησεν αγρίως ένας Αρμένης και τον πέταξε από το παράθυρον. Εν τω μεταξύ η Αστυνομία διέψευσε το αναγραφέν εις απογευματινήν εφημερίδα ότι η Ελένη εθεάθη το απόγευμα του φόνου εις παραθαλάσσιον κέντρον μετ' άτινος Κορσικανού."
Απόσπασμα 3
Ανάλυση του φόνου της Ελένης από τον Ζάχο στους συγγενείς του:
"Όλη η ιστορία έχει γραφτεί από δολοφόνους. Απ' τον Δαυίδ ως τον Ορέστη κι απ΄ τον Μέγα Αλέξανδρο ως τον Άγιο Κωνσταντίνο και τον Μέγα Ναπολέοντα όλοι τους ήταν δολοφόνοι. Για να σκοτώσεις χρειάζεται δύναμη κι αυτοί την είχαν. Οι γεννημένοι μεγάλοι άντρες ήταν γεννημένοι φονιάδες. Μα αν δεν έχεις τη δύναμη είσαι χαμένος, δεν γίνεσαι παρά ο άγνωστος στρατιώτης ο οποίος πεθαίνει την ώρα της μάχης. Αυτός δεν έχει τη δύναμη, την ιδιοφυΐα του φόνου. Αυτόν τον αναγκάζουν άλλοι να σκοτώσει κι όταν το κάνει νιώθει τύψεις, αισθάνεται ένοχος και προσπαθεί να βρει μια δικαιολογία, μια αφορμή για να σκοτωθεί και να τιμωρηθεί....
Video.
1. Στιγμές της ταινίας στο video που ακολουθεί. Το βασίλειό μου για το παλτό του Παρτσαλάκη.
Φωτογραφίες.
1. Κολάζ από κάποιους μάρτυρες που καταθέτουν ενώπιον του αστυνόμου Γιαννόπουλου.
2. Το κατάστημα των αδερφών Τσιτσόπουλων (ΑΤΕΝΕ) στη Σταδίου όπου εργαζόταν η Ελένη. Για την ιστορία το κατάστημα αυτό κάηκε (πυρπολήθηκε) στις 3/6/1981
3. Η Ελένη πωλήτρια στο ΑΤΕΝΕ.
4. Ο Γιάννης με τη θεία του διασχίζουν κάποιον μεγάλο δρόμο του κέντρου (ίσως την Πατησίων).
5. Η συλλογή με βιβλία και περιοδικά του Γιάννη, μεταξύ των οποίων βλέπουμε και Ιστορίες από την Κρύπτη.
6. Ο Γιάννης μεταφέρεται στα δικαστήρια του Αρσακείου στην Πανεπιστημίου.
7. Οι 3 ψυχίατροι που έχουν αναλάβει τη διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης για την υπόθεση του Ζάχου.
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή: