Μπα? Κοίτα που η εποχή μου ήταν πιο multimedia από την τωρινή! Διότι οι μικρές χαλκομανίες για τα αυγά ήταν πολύ συνηθισμένες την εποχή που θυμάμαι να βάφει η μητέρα μου, δηλαδή χοντρικά λίγα χρόνια πριν και μετά το 1970 (πιο πριν ήμουν πολύ μικρός για να θυμάμαι, και μετά πολύ μεγάλος για να ασχολούμαι). Και μάλιστα παλιότερα θυμάμαι μόνο αυτές και μόνο αργότερα άρχισε να χρησιμοποιεί και την κάλτσα με τα φύλλα (ήταν προκαλσονική εποχή). Αν και το κόκκινο ήταν το βασικό χρώμα και με αυτά τσουγκρίζαμε, για ένα διάστημα έβαφε και λίγα σε άλλα χρώματα για διακόσμηση περισσότερο.
Μια χρονιά θυμάμαι είχε χρησιμοποιήσει μια παραλλαγή της μεθόδου με το καλσόν. Τύλιγε κάθε αυγό σφιχτά με εμπριμέ πολύχρωμο ύφασμα και τα έβραζε σε σκέτο ξιδόνερο νομίζω... το αποτέλεσμα πάντως ήταν αυγά πολύχρωμα και ελαφρώς ψυχεδελικά. Αλλά η μεταφορά δεν πετύχαινε πάντα (ήταν θέμα βαφής και υφάσματος, ξέρω τώρα) και έτσι η ιδέα εγκαταλείφθηκε. Γενικά οι νοικοκυρές αντάλλασσαν τέτοια κόλπα μεταξύ τους.
Για να επανέλθω στις χαλκομανίες, η μεταφορά τους στα αυγά για χρόνια είχε ανατεθεί σε μένα, δεν ξέρω γιατί αφού ούτε μου άρεσε ούτε εγώ γενικά ανακατευόμουνα σε ο,τιδήποτε κουζινικό (αγόρι εκείνη την εποχή?). Το μισούσα! Αλλά η μαμά-elephadas ήταν σκέτος επιλοχίας σε κάτι τέτοια. Δεν ρώταγε, διάταζε. Τώρα ξέρω ότι είναι αδύνατο να εφαρμόσει ακριβώς ένα επίπεδο (η χαλκομανία) πάνω σε μία καμπύλη επιφάνεια, οπότε αναπόφευκτα θα έμενε κάποια ζάρα, αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι το είχα καταλάβει αυτό στα 10 μου. Και ήταν πολύ δύσκολη δουλειά η μεταφορά γιατί δεν ήταν απλά αυτοκόλλητα. Έπρεπε να μουλιάσει η χαλκομανία σε νερό, μετά να ξεκολλήσει η άκρη της, να εφαρμόσει (ίσια και συμμετρικά) στο αυγό και με ταχυδακτυλουργικό τρόπο να τραβήξεις το αποκάτω χαρτάκι χωρίς να ζαρώσει κι άλλο το μαλακό διαφανές πλαστικό με την εικονίτσα, και να το εφαρμόσεις όσο το δυνατόν καλύτερα στο αυγό και να το ισιώσεις. Και αυτό να πρέπει να γίνει σε μερικές ντουζίνες αυγά. Μου έρχεται ίλιγγος και μόνο που το ξαναθυμάμαι. Και με ενοχλούσε η μυρωδια, ανάκατα μπογιά και ξιδίλας. Μπλιαχ.