Ποιήματα ξεχασμένα στα αναγνωστικά

αριαδνη

candy fan
Joined
29 Μάρ 2010
Μηνύματα
14.252
Αντιδράσεις
15.829
Παιδιά θυμόσαστε ένα ποιημα του Ιωαννη Πολέμη ''ποτε δεν θα πληγωσω τα ζώα τα καημένα, τι ταχα σαν και μενα και κεινα δεν πονούν, θα τα προσέχω πάντα, προστάτης τους θα γινω..''σε ποιο αναγνωστικό το είχαμε η σε ποια γλωσσα; πάντως το είχαμε νομίζω αν και τοσα χρόνια που πέρασαν που να θυμάται κανείς με σιγουριά.

Επίσης εδώ μπορει να γράφουμε ποιήματα από γλώσσες, αναγνωστικά και παλιά βιβλία σχολικά πάντα που μας έκαναν εντύπωση ή εχουμε απορίες για το που ηταν ;)
 
Εγώ θυμάμαι το κυκλάμινο του Ρίτσου, μου είχε κάνει εντύπωση η ωραία εικόνα του βιβλίου και φυσικά το ίδιο το ποίημα.
 
Το ποίημα αυτό καθώς και πολλά άλλα, μου τα έλεγε η μητέρα μου όταν ήμουν μικρός.

Έψαξα λίγο σε ένα blog που έχει αναρτήσει όλα τα αναγνωστικά αλλά έλιωσα στο ψάξιμο (εκεί που πίστευα ότι θα το βρω) αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Συνεχίστε όποιος μπορεί :D Εδώ είναι η πηγή.
 
To ποίημα ξεκινούσε "Μικρό πουλί τριανταφυλλί..." και είχε μία ζωγραφιά με κυκλάμινο, έχω την εντύπωση πως ήταν σε αναγνωστικό της Β' η Γ' δημοτικού
 
PT8 είπε:
Το ποίημα αυτό καθώς και πολλά άλλα, μου τα έλεγε η μητέρα μου όταν ήμουν μικρός.
Έψαξα λίγο σε ένα blog που έχει αναρτήσει όλα τα αναγνωστικά αλλά έλιωσα στο ψάξιμο (εκεί που πίστευα ότι θα το βρω) αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Συνεχίστε όποιος μπορεί :D Εδώ είναι η πηγή.
λες τελικά να μην ήταν σε αναγνωστικό, να το θυμαμαι και εγω από μνημης ! αλλα αν είναι είναι σιγουρα μετα το 80'
 
Όχι, είναι σίγουρο πως έμπαιναν σε αναγνωστικά, απλά εικάζω πως τα ποιήματα αυτά ήταν σε αναγνωστικά περιόδου '45-'65 αλλά λογικά ξαναμπήκαν και σε άλλα, μεταγενέστερης περιόδου.
 
είναι σιγουρα μεταγενέστερης τοτε για να το θυμαμαι :)
 
Μεταξύ μας, κάποια από αυτά τα ποιηματάκια καλύτερα είναι ξεχασμένα. Ειδικά την παλιότερη εποχή οι καλύτεροι ποιητές ήταν εξοβελισμένοι από τα αναγνωστικά για πολιτκούς λόγους. Ρίτσος? Ούτε κατά διάνοια. Έτσι μπαίνανε αρκετά δευτερευόντων ποιητών που δεν άξιζαν και πολύ να ανασυρθούν από τη λήθη. Και δεν μιλάω μόνο για τις πρώτες τάξεις του δημοτικού αλλά και αργότερα.

Το "Κυκλάμινο" του Ρϊτσου είναι από τα "18 Λιανοτράγουδα της Πικρής Πατρίδας" και δεν το σκέφτηκα ποτέ για "παιδικό" ποίημα, αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι, γιατί όχι? Αυτό του Πολέμη το θυμάμαι κι εγώ, το είχαμε μάθει, αλλά μπορεί να μην ήταν σε αναγνωστικό. Υπήρχαν ανθολογίες τέτοιων ποιημάτων όπου βρίσκαμε και ποιήματα για διάφορες σχολικές γιορτές.
 
To "Κυκλάμινο",τουλάχιστον ως τραγούδι, συγχέεται με το "Κουβέντα μ' ένα λουλούδι", που ξεκινάει με το στίχο "Κυκλάδινο κυκλάμινο", πάλι με τη φωνή του Νταλάρα. "Κυκλάμινο" είναι σωστά το "Μικρό πουλί τριανταφυλλί".

Από ποιήματα,τώρα,που δεν ξέρω αν ήταν σε αναγνωστικά ή κάπου αλλού :

- "Ωσάν γλυκόπνοο δροσάτο αεράκι,μέσα στ' απόβραδο, κειό το παιδάκι, την ύστερη άφησε γλυκιά πνοή" (μπρρρ... Σολωμός,πάντως)

- "Ποια είναι εκείνη που κατεβαίνει ασπροντυμένη οχ το βουνό;" Δ.Σολωμός, επίσης

- "Πόσα χρόνια πέρασα, κι άσπρισα, και γέρασα, πάνω στα ψηλώματα, βόσκοντας τα πρόβατα" Ζαχ. Παπαντωνίου

- "Θέλω να χτίσω ένα σπιτάκι,στη μοναξιά και τη σιωπή. Ξέρω μια πράσινη ραχούλα. Δε θα το χτίσω εκεί". Κ.Παλαμάς

και άλλα...

Τα περισσότερα από τα ποιήματα αυτά, επειδή είναι στην "κλασική" σύνταξη με ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία, διατηρούνται στη μνήμη για χρόνια...
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Το αρνάκι ασπρο και παχύ το είχαμε στο αναγνωστικό της α'δημοτικού, την ξανθούλα στην β'δημοτικού :)
 
Ωραίο θέμα άνοιξες Αριάδνη! Εγώ θυμάμαι πόσο μου άρεσε ένα ποιήμα της Διαλεχτής Ζευγώλης-Γλέζου, από τη γλώσσα του δημοτικού, δεν θυμάμαι σε ποιά τάξη ήταν. Έχει μία γλυκιά μελαγχολία που πάντα με τρέλαινε. Είναι αυτό:

ΒΟΥΒΟΙ ΔΡΟΜΟΙ

Στην πόλη εδώ δεν έχει μονοπάτια, να καρτεράς να ʼρθουν οι αγαπημένοι,

να σου γεμίσουν φως τα δυο σου μάτια.

Μια λαχτάρα την ψυχή μου πλημμυράει γλυκιά ως το μέλι…

Πού ξάγναντο να πάω και νʼ αγναντέψω,

αν έρχεται ο καλός ο κύρης μου απʼ τʼ αμπέλι;

Πού ξάγναντο να πάω να περιμένω

να φανείτε αδερφούλες μου, απʼ τη βρύση

με το κορμί στον πλατύ αιθέρα όλο γραμμένο;

Στην πόλη εδώ βουβοί, τυφλοί ʼναι οι δρόμοι κι όλο λύπη,

στην πόλη εδώ δεν έχει μονοπάτια,

να καρτεράς τη μάνα σου, άμα λείπει.

Άγιε παππού μου, εσέ πού να καθίσω

να καρτερέψω αργά τον ερχομό σου

και μες στο μούχρωμα να σε μαντέψω απά στο ζό σου;

Και τον καλό τον αδερφό απʼ ταʼ αλώνι

κι απʼ το χωράφι, που εζευγάριζε όλη μέρα,

πού να πάμε να τον δούμε, άμα ζυγώνει;

Πού νʼ απλωθεί στα μάτια αντήλιο η παλάμη,

το σύντροφό σου ως πέρα να ζητήσεις

στο λόφο ή στη ραχούλα ή στο ποτάμι;

Και πού να δεις εδώ στα πέρα μονοπάτια

το γαλανό, το ηλιόχαρο παιδάκι, το ακριβό σου,

πού να το ιδείς να σου χαρούν τα μάτια;

Ποιο μονοπάτι εδώ την τρυφερή γιαγιά μπορεί να φέρει,

σκυφτή μέσα στο φως το αποσπερνό,

μʼ ένα κουκί βασιλικό για φύτεμα στο άσαρκο χέρι;

Στην πόλη εδώ βουβοί, τυφλοί ʼναι οι δρόμοι.

Πού ξάγναντο να πάω και ν'αγναντέψω;

γιατί δεν ήρθαν οι καλοί μου ακόμη;




Επίσης ένα ποιήμα της Ρίτας Μπούμη-Παπά, αυτό ήταν από ανθολόγιο:

 


Ο ΜΑΡΤΗΣ ΚΑΙ Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ

 


Τον γνωρίζετε το Μάρτη,



τον τρελό και τον αντάρτη;



Ξημερώνει και βραδιάζει



κι εκατό γνώμες αλλάζει.


 


Βάζει η μάνα του μπουγάδα,



σχοινί δένει στη λιακάδα,



τα σεντόνια της νʼ απλώσει,



μια χαρά να τα στεγνώσει.


 


Νά που ο Μάρτης μετανιώνει



και τα σύννεφα μαζώνει



και να μάσει η μάνα τρέχει



τα σεντόνια, γιατί βρέχει!


 


Νά ο ήλιος σε λιγάκι,



φύσηξε το βοριαδάκι,



κι η φτωχή γυναίκα μόνη



τα σεντόνια ξαναπλώνει.


 


Μια βροντή κι ο ήλιος χάθη



μες στης συννεφιάς τα βάθη,



ρίχνει και χαλάζι τώρα,



ποποπό, τι άγρια μπόρα!


 


Ώς το βράδυ φορές δέκα



άπλωσε η φτωχή γυναίκα



την μπουγάδα, κι όρκο δίνει



Μάρτη να μην ξαναπλύνει.


 


Αυτό του Ζαχαρία Παπαντωνίου, από ανθολόγιο πάλι, το οποίο έχει μελοποιηθεί:


 


Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ

 


Σαν έμαθε τη λέξη καλησπέρα


ο παπαγάλος, είπε ξαφνικά:



«Είμαι σοφός,



γνωρίζω ελληνικά



τι κάθομαι εδώ πέρα!»


 


Την πράσινη ζακέτα του φορεί



και στο συνέδριο των πουλιών πηγαίνει,



για να τους πει μια γνώμη φωτισμένη.



Παίρνει μια στάση λίγο σοβαρή,



ξεροβήχει, κοιτάζει λίγο πέρα



και τους λέει: καλησπέρα!


 


Ο λόγος του θαυμάστηκε πολύ.



Τι διαβασμένος, λένε, ο παπαγάλος!



Θα ʽναι σοφός αυτός πολύ μεγάλος,



αφού μπορεί κι ανθρώπινα μιλεί!


 


Απʼ τις Ινδίες φερμένος, ποιος το ξέρει



πόσα βιβλία μαζί του να ʽχει φέρει,



με τι σοφούς εμίλησε, και πόσα



να ξέρει στων γραμματικών τη γλώσσα!


 


«Κυρ- παπαγάλε, θα ʽχουμε την τύχη



ν᾿ ακούσουμε τι λες και πάρα πέρα;»



Ο παπαγάλος βήχει, ξεροβήχει,



μα τι να πει; Ξανάπε: καλησπέρα!


 

 

 

 

 





 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Όσοι προλάβαμε τα "Ανθολόγια", όλο και κάποιο ποιηματάκι θα έχουμε καλά εντυπωμένο στο βάθος του μυαλού μας. Εγώ έχω τρία.

Αρνούμαι πεισματικά να γκουγκλάρω για να τα βρω ολόκληρα και θα παραθέσω ό,τι θυμάμαι, ό,τι απήγγειλα, παραλλαγμένο ίσως από την παιδική μου ματιά.

Το πρώτο ήταν ένα ποίημα που μιλούσε για τον Χριστό όταν ήταν παιδί. Το ότι θυμάμαι και τον ποιητή σημαίνει πως ήμουν μεγαλούτσικη όταν το διάβασα. Ο Σικελιανός το έγραψε λοιπόν και περιέγραφε μία απογευματινή μπόρα και τον μικρό Χριστό να παίζει στη λάσπη και να φτιάχνει δώδεκα, χωμάτινα πουλιά. Και συνέχιζε:

"... Αργά φτασμένος ο Ιωσήφ με σύνεργα στον ώμο

Στις λάσπες βλέπει ανάμεσα σκυμμένο το παιδί

Και με φωνές το πετιμά σκληρές από τον δρόμο

"σήκω γοργά απ' τα χώματα μην πάρω το ραβδί"

Έλεγα και ξανάλεγα αυτή τη στροφή γιατί μου φαινόταν τόσο σπάνιο και όμορφο η εικόνα ενός μικρού Ιησού που είναι παιδί και παίζει με τα χώματα και ενός "πατέρα", έστω θετού, που το μαλώνει όπως θα έκανε ο καθένας κουρασμένος πατέρας με το παιδί του που λερώθηκε ή ξεχάστηκε παίζοντας.

Επίσης, ακόμα απορώ τι σημαίνει "πετιμά" αλλά καταλήγω πως κάτι άλλο έλεγε το ποίημα και το θυμάμαι λάθος.

Τα άλλα δύο μιλούσαν για την παιδική εργασία και βαλάντωνα στο κλάμμα κάθε φορά που τα απήγγειλα. Το έκανα μπροστά σε άλλους, μόνη μου στο δωμάτιο, παίρνοντας δραματική πόζα και απολαμβάνοντας τα δάκρυά μου :D . Ήταν ο "Κολιός" και η "Αννιώ". Ο πρώτος χτίστης, η δεύτερη νεροκουβαλήτρα.

"Τον πήραν τον Κολιό, τον πήραν οι μαστόροι

Παιδί απ' το σκολειό, να μάθει πηλοφόρι ..."

Τι απόγνωση για τη μοίρα αυτού του έρημου Κολιού που απ' το σκολειό του βγήκε στη βιοπάλη :( Και τι ανακούφιση που ο δικός μου ο μπαμπάς και η δική μου η μαμά δεν είχαν τέτοιες απαιτήσεις από μένα για να συνεισφέρω στο οικογενειακό εισόδημα :cool:

Η "Αννιώ" ήταν όμως το απόλυτο highlight!

"Νεροκουβαλήτρα η μικρή Αννιώ

Νεροκουβαλήτρα κι ειν' τριώ χρονώ

Με μικρό σταμνάκι στη βρυσούλα πα

Πέφτει το σταμνάκι καταγής και σπα

Και δεν είν' η πρώτη για η στερνή φορά

Και δεν είν' η πρώτη γι' αυτό κλαίει πικρά

Κλαίει, μαλλιοτραβιέται, λέει "τι θα γενώ;"

Κλαίει, μαλλιοτραβιέται κι ειν' τριώ χρονώ"

Αυτό κι αν μου προκαλούσε σύγκρυο. Είχα πλάσει μάλιστα ολόκληρη ιστορία. Ότι και καλά υπάρχει κακιά μητριά που τη στέλνει την Αννιώ για νερό στη βρύση και τώρα να, έσπασε η στάμνα και θα τη δείρει κιόλας κι είναι τόσο μικρούλα η καημένη και φοράει και κουρέλια κι είναι αδύνατη και ... και ...

Το απόλυτο έμμετρο δράμα της παιδικής μου ηλικίας :)
 
retrofan είπε:
...Και με φωνές το πετιμά σκληρές από τον δρόμο

...

Επίσης, ακόμα απορώ τι σημαίνει "πετιμά" αλλά καταλήγω πως κάτι άλλο έλεγε το ποίημα και το θυμάμαι λάθος.
Από το νόημα, πρέπει να σήμαινε "επιτιμά". Δεν ξέρω αν έλεγε το ποίημα "Με φωνές το 'πιτιμά" και θυμάσαι λάθος η αν απο "επιτιμώ" έγινε "πετιμώ" στην συχνά ιδιωματική δημοτική γλώσσα του Σικελιανού.

Το ποιηματάκι για τη μικρή Αννιώ έχει γίνει και τραγούδι παλιά, όχι παιδικό. Έχω μάλιστα έντονη την εντύπωση ότι το έλεγε η Καίτη Χωματά. Δεν είναι όμως από τις "Ανθολογίες" του Σπανού, που είναι τα πρώτα άλμπουμ που έρχονται στο μυαλό μου όταν σκέφτομαι ποίηση και Χωματά. Την εποχή εκείνη που θυμάμαι το τραγούδι, ο συνθέτης Γιώργος Γεωργιάδης (που είχε και μια εκπομπή "Ποίηση και Μελωδία" στην τηλεόραση) είχε μελοποιήσει πολλά ποιήματα και, από το στυλ της μουσικής (που τη φέρνω ακόμη στο μυαλό μου) θα μπορούσε να είναι και δικό του. Επειδή δεν έχω πρόβλημα να σκαλίζω στο Γκουγκλ, πάω να το ρωτήσω.

Χμμμ.... ο Γεωργιάδης όντως φέρεται να έχει γράψει ένα τραγούδι με τίτλο "Αννιώ" αλλά δεν βρίσκω άλλες πληροφορίες. Ίσως να είναι αυτό.
 
'Ενα ποίημα του Δροσίνη "Παπαρούνες" που άρχιζε "Οι παπαρούνες λυγερές, στον κάμπο σαν κοπέλες.....". Υπήρχε σε κάποιο αναγνωστικό ;
 
Η ξανθουλα :

Τὴν εἶδα τὴν Ξανθούλα,

τὴν εἶδα ψὲς ἀργά,

ποὺ μπῆκε στὴ βαρκούλα,

νὰ πάει στὴν ξενητιά.

Ἐφούσκωνε τ᾿ ἀέρι

λευκότατα πανιά,

ὡσὰν τὸ περιστέρι

ποὺ ἁπλώνει τὰ φτερά.

Ἐστέκονταν οἱ φίλοι

μὲ λύπη, μὲ χαρά,

καὶ αὐτὴ μὲ τὸ μαντήλι

τοὺς ἀποχαιρετᾶ.

Καὶ τὸ χαιρετισμό της

ἐστάθηκα νὰ ἰδῶ,

ὥσπου ἡ πολλὴ μακρότης

μοῦ τὄκρυψε κι αὐτό.

Σ᾿ ὀλίγο σ᾿ ὀλιγάκι

δὲν ἤξερα νὰ πῶ,

ἂν ἔβλεπα πανάκι,

ἢ τοῦ πελάγου ἀφρό.

Καὶ ἀφοῦ πανί, μαντήλι,

ἐχάθη στὸ νερό,

ἐδάκρυσαν οἱ φίλοι,

ἐδάκρυσα κι ἐγώ.
 
H Ξανθούλα υπήρχε στο ανθολόγιο που είχαμε στο δημοτικό (γ' ή δ', δεν θυμάμαι ακριβώς) και είναι μελοποιημένη κιόλας σαν καντάδα νομίζω. jumping-smiley-014.gif
 
'Ενα ποίημα που έλεγε "Τον πήραν τον Κολιό, τον πήραν οι μαστόροι, παιδί από το σκολειό, να μάθει πιλοφόρι...", στο ανθολόγιο ήταν ή σε αναγνωστικό ;
 
Εκτιμώ πως ίσως υπάρχει στο κλασσικό πράσσινο ανθολόγιο που είχαμε, όπως και τα παραπάνω ποιήματα. Αν έχει ξεμείνει σε κανέναν και μπορεί να μπει στον κόπο να ρίξει μια ματιά, θα μας διαφώτιζε.

Αυτό που θυμάμαι σε μεγαλύτερες τάξεις είναι ο αγαπημένος Βάρναλης.
 
Τον Κολιο τον θυμαμαι και την μανα με τους 9 σου γιους και με την μια σου κορη :) και ένα δραματικο ποιημα για το γιοφυρι της αρταςποίημα-αγαπω τα Ξ¶ωα-πολΞµΞΌΞ·Ο.jpgνα το βρηκα του Πολεμη να ηταν αυτή η σελιδα του αναγνωστικου;

κοιταξτε και αυτό, το είχαμε σιγουρα

[h=4]Ντίλι ντίλι ντίλι[/h]Ντίλι-ντίλι-ντίλι,

ντίλι το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

ντίλι-ντίλι-ντίλι.

Ήρθε ο ποντικός,

πήρε το φιτίλι

μέσʼ από το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

ντίλι-ντίλι-ντίλι.

Ήρθε και η γάτα,

έφαγε τον ποντικό

που πήρε το φιτίλι

μέσʼ από το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

ντίλι-ντίλι-ντίλι.

Ήρθε και ο σκύλος

κι έπνιξε τη γάτα

που έφαγε τον ποντικό

που πήρε το φιτίλι

μέσʼ από το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

ντίλι-ντίλι-ντίλι.

Ήρθε και το ξύλο

και σκότωσε το σκύλο

που έπνιξε τη γάτα

που έφαγε τον ποντικό

που πήρε το φιτίλι

μέσʼ από το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

ντίλι-ντίλι-ντίλι.

Ήρθε κι η φωτιά

κι έκαψε το ξύλο

που σκότωσε το σκύλο

που έπνιξε τη γάτα

που έφαγε τον ποντικό

που πήρε το φιτίλι

μέσʼ από το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

ντίλι-ντίλι-ντίλι.

Ήρθε και το ποτάμι

κι έσβησε τη φωτιά

που έκαψε το ξύλο

που σκότωσε το σκύλο

που έπνιξε τη γάτα

που έφαγε τον ποντικό

που πήρε το φιτίλι

μέσʼ από το καντήλι

που έφεγγε και κένταγε

η κόρη το μαντίλι,

[h=4]Η Μάγια

Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης

Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης[/h]

Η Πούλια που ʽχει εφτά παιδιά

μέσ' απ' τους ουρανούς περνά,

κάποτε λίγο σταματά

στο φτωχικό μου και χτυπά.

-Γεια σας τι κάνετε, καλά;

-Καλά, πώς είναι τα παιδιά;

-Τι να σας πω εκεί ψηλά

τα τρώει τ' αγιάζι κι η ερημιά.

-Γι' αυτό πικραίνεσαι κυρά;

Δε μου τα στέλνεις εδώ, να.

-Ευχαριστώ, μα είναι πολλά,

θα σου τη φάνε τη σοδειά.

-Δώσε μου καν την πιο μικρή

τη Μάγια την αστραφτερή.

-Παρ' τη λοιπόν κι έχε στο νου

πως θα 'σαι ο άντρας τ' ουρανού.

Είπε και πριν βγάλω μιλιά,

μου την καρφώνει στα μαλλιά.

Λάμπουνε γύρω τα βουνά

τα χέρια μου βγάζουν φωτιά.

Κι η Πούλια που ʽχει εφτά παιδιά

φεύγει και μ' αποχαιρετά.
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Πίσω
Μπλουζα