panp είπε:
Χωρίς να θέλω να αποθαρρύνω, πιο πολύ θα με ενδιέφερε π.χ. τι αριθμό είχε ΠΑΛΙΟΤΕΡΑ η γραμμή του Ψυχικού ή του Ζωγράφου, γιατί το 222 ή το 235 φυσικά αντέξαν αρκετά χρόνια, τα πρόλαβα κι εγώ το 1993.
Ε, για πριν το 80 θυμάμαι κι εγώ.. τα μετά δεν τα έμαθα ποτέ.
Το βασικότερό μου ήταν το 41 (Άνω Ιλίσια), το οποίο μάλιστα τότε από Σόλωνος κατέβαινε Μασσαλίας διότι έκανε τέρμα στη νησίδα στην τελευταία θέση, οπότε δεν χρειαζότανε να πάει Ιπποκράτους. Με το μόνιμο μποτιλιάρισμα που επικρατούσε, αυτό μας γλύτωνε πολλή ώρα. Μάλιστα, επειδή το κόκκινο φανάρι στο τέλος της Μασσαλίας κρατούσε πολύ, συνήθως το λεωφορείο άνοιγε τις πόρτες του εκεί και κατεβαίναμε. Διότι ακόμη και η διαδρομή των 20 μέτρων από τέρμα Μασσαλίας ως την αφετηρία μπορούσε να πάρει από πεντάλεπτο και πάνω. Ήταν εποχή πριν τα μονά - ζυγά.
Παλιότερα η γραμμή είχε μόνο μία διαδρομή, αυτή από Μιχαλακοπούλου / Αυξεντίου. Αλλά όταν φτιάξανε τη φοιτητική εστία προθέσανε μια εναλλακτική διαδρομή, που πήγαινε από Κάραβελ και μετά Πανεπιστημιούπολη, από τον δρόμο που ονομάστηκε αργότερα Ούλοφ Πάλμε, τότε δεν είχε ταμπέλες οπότε ποτέ δεν είχα μάθει το επίσημο όνομά της, κι έστριβε Αυξεντίου λίγο πριν την τρίτη στάση. Πολύ πρωτότυπα, αυτό ονομάστηκε "Νέα διαδρομή" ενω η παλιά ονομάστηκε "Παλιά διαδρομή". Συνήθως η αναλογία ήταν δύο παλιά - ένα νέο, γιατί η νέα διαδρομή περνούσε από μέρη που ήταν ακόμη άχτιστα οπότε είχε λιγότερο κόσμο, ενώ η παλιά εξυπηρετούσε και τη Μιχαλακοπούλου (η πρώτη στάση στην οποία κατέβαζε ήταν ό Άγιος Χαράλαμπος). Το στέγαστρο της (κοινής και για τα δύο) αφετηρίας είχε και ένα δωματιάκι με σταθμάρχη μέσα, και από πάνω είχε μια επιγραφή που περιστρεφόταν με δύο αλυσσίδες που κρέμονταν, έβγαζε χέρι ο σταθμάρχης και τραβώντας την κατάλληλη αλυσσίδα γύρναγε την επιγραφή ώστε να δείχνει από πού θα πήγαινε το επόμενο. Εκεί να βλέπατε σκηνές απείρου κάλλους... Διότι όταν (επί τέλους) έφτανε το λεωφορείο όχι απλώς χυμούσε ένα έξαλλο πλήθος να μπει πατείς με πατώ σε, αλλά όσοι έβλεπαν ότι το λεωφορείο δεν ήταν της διαδρομής που θέλανε έμεναν στη θέση τους, οπότε όσοι από πιο πίσω ήθελαν να περάσουν έπρεπε να σπρώξουν και να τσαλαπατησουν/τσαλαπατηθούν για να φτάσουν την πολυπόθητη πόρτα. Η οποία συχνά τους έκλεινε στη μούρη, γιατί το λεωφορείο είχε γεμίσει. Αλλά μετά έμεναν μπροστά από αυτούς τους οποίους είχαν μόλις προσπεράσει, με αποτέλεσμα εκείνοι μεν να μπαίνουν στο επόμενο αλλά οι άλλοι να μένουν ξανά απ' έξω. Βρισίδια, καυγάδες, "δεν θα γίνουμε άνθρωποι ποτέ"...
Επειδή εγώ ήμουνα πάντα νομοταγής (ο μόνος που κρατούσε το εισιτήριό του ώσπου να βρει καλάθι αχρήστων αντί να το πετάξει στο δρόμο μόλις κατέβηκε, να φανταστείτε!) και αρνιόμουνα να παραβιάσω τη σειρά μου, έμενα μονίμως πίσω σαν να μην πω τι διότι θα λογοκριθεί. Καλά, για να βρω κάθισμα ούτε λόγος, άλλωστε υπήρχαν πάντα οι εξυπνάκηδες που έμπαιναν από μπροστά αν ο οδηγός δεν είχε κλείσει την πόρτα, οπότε και πρώτος να ήμουν στην ουρά δεν έβρισκα θέση, αλλά και να καθόμουνα θα σηκωνόμουνα οπωσδήποτε για να καθήσουν γερόντια. Οι περισσότεροι το κάναμε τότε, ήταν από αυτά που κάναμε διότι "έπρεπε" αν και συχνά ήμουν ψόφιος, σχολείο, φροντιστήριο, νηστικός, έτοιμος να πέσω κάτω αλλά "σηκώνεσαι να δώσεις τη θέση σου στους ηλικιωμένους" κι ας ήταν ξεκούραστοι.
Ακόμη πιο παλιά υπήρχαν "διπλές" διαδρομές. Για παράδειγμα το λεωφορείο των Άνω Ιλισίων λεγόταν "Γκύζη / Άνω Ιλίσια" και ερχόταν από του Γκύζη, δεν ξέρω ακριβώς τι διαδρομή έκανε αλλά αν θυμάμαι καλά (ήμουνα παιδάκι τότε) έκανε στάση στη Ζωδόχου Πηγής. Συνήθως οι διπλές γραμμές είχαν και διπλά νούμερα, αλλά τότε με κρατούσε από το χεράκι ο μπαμπάς μου κι έτσι δεν κοιτούσα νούμερα και δεν θυμάμαι αν τα Άνω Ιλίσια είχαν διπλό νούμερο.
Τότε μπαίνανε από πίσω, όπου ήταν και η καρέκλα του εισπράκτορα, και βγαίνανε από μπροστά - δεν είχε τρίπορτα λεωφορεία η γραμμή των Ιλισίων, σε αντίθεση με την "αντίζηλη" γραμμή Ζωγράφου για την οποία παρακάτω. Στην αφετηρία όμως ο εισπράκτορας ήταν μπροστά και όταν ξεκινούσε το λεωφορείο άρχιζε να πηγαίνει προς τα πίσω βγάζοντας εισιτήρια. Ήταν φορές που ήταν τόσο σαρδελλοποιημένοι οι επιβάτες που του ήταν αδύνατο να φτάσει στο καρεκλάκι του πριν φτάσουμε στο Χίλτον ή ακόμη και Άγιο Χαράλαμπο, όπου κατέβαζε για πρώτη φορά - που θα πει, αν δεν είχε φτάσει ακόμη πίσω ο εισπράκτορας και ο οδηγός δεν ήταν σαδιστής να αρνηθεί να ανοίξει την πίσω πόρτα να κατέβουν επιβάτες, όσοι κατέβαιναν δεν πλήρωναν εισιτήριο. Αν ο οδηγός ΗΤΑΝ σαδιστής, επικαλούμενος το νόμο που έλεγε ότι η κάθοδος ήταν από μπροστά, δεν άνοιγε την πίσω πόρτα, οπότε άκουγες κραυγές απόγνωσης, συνήθως από κυρίες που δεν μπορούσαν να σπρώξουν τόσο ώστε να φτάσουν μπροστά έγκαιρα, και που έμεναν όμηροι ώσπου να μπορέσουν να φτάσουν την πολυπόθητη πόρτα εξόδου, στάσεις μετά από εκεί που ήθελαν να βγούν κανονικά.
Μεγάλο μου βγήκε, γιατί μου ξύπνησε αναμνήσεις το θέμα. Οπότε το στέλνω αυτό και συνεχίζω για Ζωγράφου.
Πάμε τώρα στου Ζωγράφου (και όχι στον Ζωγράφο... οι συνοικίες δεν είχαν γίνει ακόμη όλες σε ονομαστική, ήταν ακόμη "του Ζωγράφου", "του Γκύζη", "του Παπάγου").
Τα λεωφορεία είχαν το νούμερο 40 και υπήρχαν πάλι δύο γραμμές, νεό και παλιό τέρμα (διότι σε αντίθεση με τα Άνω Ιλίσια όπου "νέο" και "παλιό" 41 είχαν ίδια αφετηρία και τέρμα αλλά διαφορετικό ένα τμήμα της διαδρομής, το 40 είχε κοινή διαδρομή ως ένα σημείο αλλά μετά χώριζαν χωρίς να ξανασυναντηθούν). Αυτά έκαναν τέρμα στο ίδιο ύψος περίπου με την αφετηρία του 41 αλλά στην άκρη της Ακαδημίας, όχι στη νησίδα όπως των Άνω Ιλισίων, κι έτσι αναγκαστικά κατέβαιναν Ιπποκράτους. Αν και είχαν ίδιο νούμερο, είχαν διαφορετικές αφετηρίες (τουλάχιστον την εποχή που τα χρησιμοποιούσα εγώ), συχνότερα λεωφορεία και πιο καινούρια (πολλά τρίπορτα και χωρίς τη μηχανή μέσα, ένα πράγμα σαν φέρετρο δίπλα στον οδηγό που έβγαζε ζέστα και καμιά φορά και καυσαέριο μέσα στο λεωφορείο).
Όταν ήμασταν παστωμένοι στην αφετηρία των Άνω Ιλισίων μάταια περιμένοντας το λεωφορείο μας, και βλέπαμε λεωφορεία του Ζωγράφουν να έρχονται και να φεύγουν το ένα πίσω απ΄ τ' άλλο μας έπιανε μεγάλη ζήλεια... βεβαίως όλοι κατηγορούσαν το δήμαρχο Ζωγράφου που παραμελούσε τα Άνω Ιλίσια, λες και ήταν θέμα δημάρχου πόσα και τι λεωφορεία θα είχε η γραμμή.
Για ένα διάστημα 3 περίπου χρόνων έμενα σε ένα σπίτι όπου με βόλευαν εξ ίσου τα 40 και τα 41, οπότε έπαιρνα όποιο μου έκανε κέφι. Συνήθως Ζωγράφου. Η συγκοινωνία ήταν όντως πιο συχνή, από την άλλη όμως το έξτρα κομμάτι της διαδρομής στην πηγμένη Σόλωνος από Μασσαλίας μέχρι Ιπποκράτους και η σχεδόν αδύνατη λόγω μποτιλιαρίσματος στροφή από Ιπποκράτους στην Ακαδημίας (ποτέ δεν άνοιγε στην Ιπποκράτους να κατέβουμε, σε αντίθεση με το 41 που συνήθως άνοιγε Μασσαλίας) πρόσθετε τουλάχιστον τέταρτο στη διαδρομή. Και για την επιστροφή έπρεπε να μαντέψεις ποιο θα έρθει πρώτο, νέο ή παλιό τέρμα, για να ξέρεις που να καθήσεις να περιμένεις. Τουλάχιστον στα Άνω Ιλίσια και τα δύο ξεκινούσαν από το ίδιο σημείο. Το περίεργο είναι ότι και στου Ζωγράφου τις αφετηρίες είχε στρίμωγμα και άπειρο κόσμο... πώς μας φαινόταν όταν περιμέναμε στη στάση των Άνω Ιλισίων ότι του Ζωγράφου είχαν τόσο συχνή συγκοινωνία που έφευγαν άδεια? Μάλλον διότι εκείνα που έφευγαν φίσκα στον κόσμο δεν τα προσέχαμε, ήταν η φυσιολογική κατάσταση.