Μας υποδέχεται στην πόρτα στηριγμένος σε ένα μπαστουνάκι και υποβασταζόμενος από τον γιο του. Η όψη του δεν θυμίζει πια τον λαϊκό ήρωα των πλατειών.
Καθόμαστε στο τραπέζι της κουζίνας, όπου κάθεται τις περισσότερες ώρες, όταν η υγεία του το επιτρέπει.
«Εδώ και ενάμιση χρόνο, από τότε που “έφυγε” εντελώς ξαφνικά η μητέρα μου, ο πατέρας μου κατέπεσε. Δεν έχει κουράγιο για τίποτα...» λέει.
......
Ο Χρήστος κρατάει το χέρι του πολυβασανισμένου πατέρα του, δίνοντάς του δύναμη, και ζητάει να σταματήσει η παραφιλολογία σχετικά με τη σύνταξή του.
«Κυκλοφορεί μια φήμη ότι ο Σαμψών δεν απέκτησε ποτέ σύνταξη. Είναι ψέμα. Ηταν πολύ νοικοκύρης, οικονόμος και φρόντισε να βγάλει σύνταξη και να μας σπουδάσει. Για 60 χρόνια ήταν αυτασφαλιζόμενος και περισσότερο μας στήριξε παρά τον στηρίξαμε οικονομικά. Δεν μας έλειψε τίποτα στη ζωή μας. Ακόμα και σήμερα, ο μπαμπάς δίνει στα εγγόνια του μικρά δώρα» λέει.
...................
Εγώ νομίζω απέκτησα δύναμη και από τη βάρβαρη εργασία που έκανα ως παιδί στα ανθρακορυχεία. Εγινα βράχος για να αντέξω και να επιβιώσω. »