Τα μεσημέρια της Κυριακής

Τις Κυριακες μετα το μεσημεριανό φαγητο, αρχιζε να με πιανει μελαγχολια γιατί την αλλη μερα θα πηγαινα σχολειο. Ακομα και σημερα, εχω το ιδιο συναισθημα καθε Κυριακη.

Η μελαγχολία εδινε τη θεση της στη χαρα όταν ήταν να παμε επίσκεψη το απόγευμα σε συγγενικό ή φιλικό μας σπίτι ή να ερθει στο σπίτι μας μια επίσκεψη, ιδίως όταν ήταν κάποια οικογενεια με παιδιά.

Eπίσης και όταν τυχαινε να ειναι αργία την επόμενη ημερα, ήμουν χαρουμενη επειδή θα έμενα στο σπίτι μαζί με τα αγαπημένα μου προσωπα.
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Βαθύ τραύμα των παιδικών Κυριακών είναι ότι τα αθλητικά ήταν αργά, από εννιάμιση και μετά, και δε μας άφηναν να τα δούμε. Ωστόσο αποζημιωνόμασταν από το μεσημέρι, όταν με το τρανζιστοράκι στο χέρι αμολάγαμε ελεύθερα σε πλατείες και παγκάκια, και ρουφούσαμε τους αγώνες. Σχηματίζοντας, τις πιο πολλές φορές, με τη φαντασία μας τις περιγραφόμενες φάσεις -που δε θα βλέπαμε ποτέ...

Άντε, με τα πολλά παρακάλια, να βλέπαμε μόνο τις φάσεις της ομάδας μας (κι όσο πιο χαμηλά ήταν, τόσο πιο αργά προβάλλονταν, και τόσο καλύτερα !)
 
Την κυριακη πρωι πρωι σηκωνομασταν να πιασουμε στασιδι στην εκκλησια,καθ΄οτι ηταν ανεπιτρεπτο να λειπουμε,και μετα πηγαιναμε μια βολτα προς την Φιλαδελφεια και καθομασταν στον θρυλικο "Τιλα" να φαμε μια παστα,ενα εκμεκ ή ενα υποβρυχιο!!!Υστερα μας περιμενε η γιαγια μου σπιτι της να φαμε οπου ερχοντουσαν κι οι γονεις του πατερα μου κι ο αδελφος του πατερα μου με τα δυο του παιδια!!Θυμαμαι τρωγαμε παντα καποιο Πολιτικο φαγητο,διαφορετικο καθε Κυριακη κι υστερα καποιο γλυκο πολιτικο ή μικρασιατικο(Ακομα θυμαμαι αυτα τα αξεχαστα εκμεκ καταιφια και τους μπακλαβαδες της νενεκας μου).Εχοντας τελειωσει απο την προηγουμενη τα μαθηματα καθομασταν μεχρι αργα το απογευμα εκει,οι μεγαλοι ριχνανε και εναν υπνακο και μεις βρισκαμε ευκαιρια να κανουμε σκανταλιες!!Αξεχαστα χρονια!!!Ομως κι εγω με τις αδελφες μου εχω κρατησει αυτον τον θεσμο των κυριακατικων τραπεζιων και προσπαθουμε να τα κανουμε καθε βδομαδα ποτε στο σπιτι του ενος και ποτε στο σπιτι του αλλου!!
 
Μισούσα τις Κυριακές. Βαριόμουν αφόρητα καθώς δεν υπήρχε τίποτα να μου γεμίσει τη μέρα. Κι αυτή η "ακινησία" του κόσμου γενικά (όλα κλειστά-μαγαζιά και σπίτια-, ύπνος σχεδόν όλη μέρα, τηλεόραση, κτλ, με κούραζαν και με ξένιζαν. Ακόμα τη θεωρώ μία μέρα αδράνειας που πάει χαμένη. Το μόνο καλό ήταν ότι μπορούσα να παίζω με το game boy και τον υπολογιστή όλη μέρα δίχως διακοπές.
 
Πόσο μουντά εκείνα τα απογευματόβραδα της Κυριακής.Που όλα έξω ήταν κλειστά,που δεν βγαίναμε με τους φίλους μας και που έπρεπε να διαβάσουμε μετά από 2 μέρες παιχνιδιού και πρωινού ξυπνήματος για παιδικά και όχι για σχολείο.Πόσο γρήγορα περνούσε το παρασκευοσάββατο κι ερχόταν η Κυριακή που έφερνε την καταραμένη Δευτέρα.Εκείνο το πάπλωμα κάθε Δευτέρα ζύγιζε τόνους.
 
Ραδιοφωνάκια με ποδοσφαιρικούς αγώνες παντού...η μάνα μου να μου λέει συνέχεια να κάνω επανάληψη στα μαθήματα που δεν είχα διαβάσει ποτέ,κοτόπουλο με πατάτες στο ηλεκτρικό φουρνάκι που έκαιγε πιο πολύ ρεύμα και απο το θερμοσίφωνα,κλασσικά Ελληνική ταινία μεσημεράκι,και τον πατέρα μου να βρίζει γιατί έχασε το Προπό που είχε πίσω την ταινία σαν ένσημο,και το καρμπόν που γινόσουνα μαύρος,Κυριακές...
 
Οι Κυριακές όταν ήμουν μαθητής με μελαγχολούσαν έντονα με εξαίρεση την Κυριακή των Βαϊων που ήξερα ότι την επόμενη μέρα σχολείο δεν θα είχαμε με τίποτα μιας και ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα,ή τις Κυριακές που ξεκινούσε η εβδομάδα Χριστουγέννων ή όταν την επόμενη μέρα δεν θα είχαμε σχολείο για κάποιο λόγο (συμβούλιο, απεργία καθηγητών ή δασκάλων)....σταμάτησαν οι Κυριακές να με μελαγχολούν απ' τον Ιούνιο του 1995 που πλέον οι Δεύτερες θα ήταν ελεύθερες. Πάντως μου είχε φανεί παράξενη η Κυριακή της 10ης Σεπτεμβρίου που ήξερα ότι δεν θα πήγαινα την επόμενη μέρα σχολείο (μιας και στις 11 ξεκινούσε η νέα σχολική χρονιά τότε 1995-96).
 
Τα μεσημέρια της Κυριακής με την ραδιοφωνική μετάδοση από τα γήπεδα.
 
Οι Κυριακές όταν ήμουν μαθητής με μελαγχολούσαν έντονα με εξαίρεση την Κυριακή των Βαϊων που ήξερα ότι την επόμενη μέρα σχολείο δεν θα είχαμε με τίποτα μιας και ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα,ή τις Κυριακές που ξεκινούσε η εβδομάδα Χριστουγέννων ή όταν την επόμενη μέρα δεν θα είχαμε σχολείο για κάποιο λόγο (συμβούλιο, απεργία καθηγητών ή δασκάλων)....σταμάτησαν οι Κυριακές να με μελαγχολούν απ' τον Ιούνιο του 1995 που πλέον οι Δεύτερες θα ήταν ελεύθερες. Πάντως μου είχε φανεί παράξενη η Κυριακή της 10ης Σεπτεμβρίου που ήξερα ότι δεν θα πήγαινα την επόμενη μέρα σχολείο (μιας και στις 11 ξεκινούσε η νέα σχολική χρονιά τότε 1995-96).
Χμμμ…εννοείς ότι το σχολικό έτος 94-95 ήταν το τελευταίο σου ως μαθητής;…χεχεχε. Θυμάμαι και εγώ είχα νιώσει ένα κενό όταν ξεκίνησαν τα σχολεία γύρω στης 10 Σεπτέμβρη και εγώ ήμουν στο χωριό…

Επανερχόμενος στο θέμα, η Κυριακή για εμένα είχε ταυτιστεί και με την εφημερίδα. Ειδικότερα την περίοδο 1995-2000 έμπαινε μια, μπορεί και 2 Κυριακάτικες, με πλούσια ύλη και υψηλό περιεχόμενο στο σπίτι. «Το Βήμα» ήταν μακρά η πιο διαδεδομένη ενώ ακολουθούσε η ελευθεροτυπία. Τα χρόνια εκείνα που δεν υπήρχε η διαδικτυακή πληροφόρηση οι Κυριακάτικες ήταν κυρία πηγή πληροφόρησης. Συνεντεύξεις, επιφυλλίδες, απόψεις, αναλύσεις...πραγματικά άνοιγαν μυαλά και ορίζοντες. Οι εφημερίδες τις περιόδου εκείνης εξέπεμπαν δυναμισμό, αντανακλούσαν τι συνέβαινε στην κοινωνία…και έπειτα ήρθαν οι μέλισσες
 
Τα μεσημέρια της Κυριακής των παιδικών μου χρόνων μύριζαν κοκκινιστό! Με πιλάφι ή χοντρό μακαρόνι αλλιώς πατάτες τηγανιτές, πολύ συχνά και γιουβέτσι στον φούρνο. Τρώγαμε νωρίς γιατί μετά μπορεί να πήγαινα γήπεδο με τον πατέρα μου αλλιώς θα πήγαινα με την μαμά και τα αδέλφια μου στο Πεδίον του Άρεως για παιχνίδι. Ρακέτες, αμπάριζα, μήλα, με πολλά παιδιά κάτω από τον μεσημεριανό ήλιο. Φυσικά και τα κυριακάτικα μεσημέρια είναι συνυφασμένα με το τρανζιστοράκι κολλημένο στο αυτί για τις ποδοσφαιρικές μεταδόσεις. Παντού άκουγες τον μπερδεμένο ήχο των ερτζιανών.
Όταν ήμουν μεγάλη πια, Κυριακή μεσημέρι ίσον καφές, κυριακάτικη εφημερίδα, μπύρα ή ουζάκι με μεζέδες στην Δεξαμενή στον Λυκαβηττό περιμένοντας να περάσουν φίλοι σε ένα ραντεβού χωρίς ...ραντεβού! Εναλλακτικά και πολύ συχνά άραζα στα ουζερί πέριξ του Πεδίον του Άρεως μαζί με τις κολλητές μου και τα σκυλιά μου (και αυτές κολλητές μου ήταν) μετά την μαραθώνια σκυλοβόλτα. Τι ωραία που ήταν.
Το δράμα πάντα μα πάντα ήταν Κυριακή το απόγευμα. Υπάρχει το σύνδρομο της Αθλητικής Κυριακής. Πριν ήταν η ορθογραφία, μετά ήταν το σιδέρωμα των ρούχων και το φτιάξιμο φακέλλων τώρα είναι το σιδέρωμα βουνό...
Οικογένεια γαρ.
 
Χμμμ…εννοείς ότι το σχολικό έτος 94-95 ήταν το τελευταίο σου ως μαθητής;…χεχεχε. Θυμάμαι και εγώ είχα νιώσει ένα κενό όταν ξεκίνησαν τα σχολεία γύρω στης 10 Σεπτέμβρη και εγώ ήμουν στο χωριό…

Επανερχόμενος στο θέμα, η Κυριακή για εμένα είχε ταυτιστεί και με την εφημερίδα. Ειδικότερα την περίοδο 1995-2000 έμπαινε μια, μπορεί και 2 Κυριακάτικες, με πλούσια ύλη και υψηλό περιεχόμενο στο σπίτι. «Το Βήμα» ήταν μακρά η πιο διαδεδομένη ενώ ακολουθούσε η ελευθεροτυπία. Τα χρόνια εκείνα που δεν υπήρχε η διαδικτυακή πληροφόρηση οι Κυριακάτικες ήταν κυρία πηγή πληροφόρησης. Συνεντεύξεις, επιφυλλίδες, απόψεις, αναλύσεις...πραγματικά άνοιγαν μυαλά και ορίζοντες. Οι εφημερίδες τις περιόδου εκείνης εξέπεμπαν δυναμισμό, αντανακλούσαν τι συνέβαινε στην κοινωνία…και έπειτα ήρθαν οι μέλισσες
Ναι η σχολική χρονιά 1994-95 ήταν η τελευταία μου ...και πραγματικά μου είχε φανεί παράξενο που δεν θα πήγαινα ξανά σχολείο αλλά και ενοιωθα μια ανακούφιση ταυτόχρονα που δεν τα άκουγα ξανά το κουδούνι
 
Τα μεσημέρια της Κυριακής των παιδικών και νεανικών μου χρόνων χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες. Αυτά της σχολικής περιόδου και αυτά των καλοκαιρινών διακοπών. Τα πρώτα ήταν τα μελαγχολικά, τα δεύτερα ήταν τα ανέμελα.
Τα ανέμελα ήταν όπως όλα τα μεσημέρια των διακοπών και λίγο καλύτερα αν ήμασταν στο χωριό της μητέρας μου όπου παραθερίζαμε με άλλα τρία ξαδέλφια και τους γονείς τους. Τις Κυριακές όμως μας επισκέπτονταν και κάμποσα άλλα ξαδέλφια (τεράστιο το σόι γαρ) και δεν χορταίναμε παιγνίδι, κουβεντολόι και βόλτες. Το μεσημέρι μαζευόμασταν για φαγητό γύρω από ένα τεράστιο τραπέζι στην βεράντα, η γιαγιά είχε ψήσει στον ξυλόφουρνο μια ολόκληρη λαμαρίνα χοιρινό με πατάτες για "τον λόχο" όπως μας έλεγε, τα πειράγματα και τα γέλια έδιναν κι έπαιρναν και το γεύμα έκλεινε με καρπούζι/πεπόνι και τα γλυκά που είχαν φτιάξει οι θείες. Και πάνω που τελείωνε το γλυκό και οι θείες, η γιαγιά και η μάνα μου ψευτομάλωναν για το ποια θα πλύνει τα πιάτα του λόχου (γιατί όλες ήθελαν να πλύνουν! ) έπιανε ο παππούς τα καλαματιανά και τα τσάμικα και εμείς το τσούρμο στριμωχνόμασταν ποιος θα πρωτοχορέψει. Το γλέντι κρατούσε κανά μισάωρο μέχρι να αποχωρήσουν οι μεγάλοι για τον μεσημεριανό ύπνο. Εμείς μετά ή θα βλέπαμε ταινία ή θα παίζαμε επιτραπέζια, χαρτιά ή ζώο/φυτό στη βεράντα κάνοντας ταυτόχρονα σχέδια για το απογευματινό μπάνιο. Αχ, ατέλειωτες υπέροχες ώρες ανεμελιάς!
Από την άλλη, κατά τη σχολική περίοδο η μελαγχολία της Κυριακής ξεκινούσε από το πρωί που μετά την εκκλησία και το πρωινό ετοιμαζόμασταν να κατεβούμε στη γιαγιά και τους θείους στο χωριό του πατέρα μου για να φάμε όλοι μαζί. Το χωριό ήταν στο ένα τέταρτο απόσταση με το αυτοκίνητο μόνο που μέχρι τα 12 μου δεν υπήρχε αυτοκίνητο ακόμη στην οικογένεια και παίρναμε το αστικό, το οποίο λόγω Κυριακής είχε περιορισμένα δρομολόγια. Οι περισσότερες Κυριακές του φθινοπώρου και του χειμώνα ήταν βροχερές οπότε το όλο σκηνικό μιας οικογένειας που ξεσηκωνόταν με τέτοιο καιρό να πάρει το αστικό λεωφορείο μεσημέρι Κυριακής για να πάει σε ένα χωριό ενώ μπορούσε απλά να μείνει σπίτι, μόνο χαρούμενο δεν ήταν. Η γιαγιά η καημένη όμως περίμενε πώς και πώς την κάθε Κυριακή γιατί είχε μαγειρέψει κοκκινιστό με "εκλεκτό κρέας" όπως έλεγε πάντα και μακαρόνια με τρύπα και ήθελε να μας δει και να μας χαρεί. Οπότε πώς να της χαλάσεις το χατήρι; Μόνο που εγώ της το χαλούσα. Το κρέας ήταν αρνί! Δεν μπορούσα να το φάω με τίποτα. Είχε και σάλτσα μπολικη και με ανακάτευε. Και ενώ όλοι ευχαριστιόντουσαν το κορυφαίο κοκκινιστό της γιαγιάς, η μικρή Μπαχάρ την έβγαζε με σκέτα μακαρόνια με τυρί. Δε βαριέσαι, κι αυτό φαγητό είναι. Το υπόλοιπο μεσημέρι περνούσε με ελληνική ταινία και ποδόσφαιρο από το ραδιόφωνο. Οι γείτονες στο απέναντι σπίτι έβαζαν παλιά λαϊκά τα οποία μου άρεσαν και ίσως ήταν από εκείνες τις λίγες στιγμές που τα Κυριακάτικα μεσημέρια του χειμώνα δεν έμοιαζαν και τόσο μελαγχολικά. Για παιγνίδι ούτε κουβέντα. Ήμουν το μόνο κορίτσι (!) στη γειτονιά αυτή του χωριού οπότε αν δεν έβλεπα ταινία, διάβαζα μίκυ μάους ή λογοτεχνικά. Μετά τον απογευματινό καφέ των μεγάλων ετοιμαζόμασταν να επιστρέψουμε στην πόλη. Οπότε πάλι βροχή, κρύο, αναμονή κάτω από ένα υπόστεγο για το αστικό που καθυστερούσε (αλλά κι όταν πήραμε αυτοκίνητο ο καιρός τα ίδια χάλια είχε) και όταν επιτέλους φτάναμε σπίτι, άρχιζε το διάβασμα (ή ότι είχαμε αφήσει για διάβασμα από την προηγούμενη μέρα) για το σχολείο. Λίγες ώρες μετά άκουγα από την τηλεόραση το σήμα της αθλητικής Κυριακής και τότε η μελαγχολία είχε πια χτυπήσει κόκκινο. Τις Κυριακές (του χειμώνα) από παιδί τις σιχαινόμουν....

Τι ακούω απόψε...
 
Αρχη του '70 Κυριακη πρωι: εκκλησια (υποχρεωτικα πολλες φορες)
Μολις γυριζαμε (η μανα μας ηταν παντα στο σπιτι) ανοιγαμε το ραδιο και ακουγαμε Καραγκιοζη απο τον Ε.Σπαθαρη και γελουσαμε, μετα ειχε ''καλο φαγητο'' αρα κρεας και ο πατερας μου ακομη φορουσε τα καλα του που ειχε στην εκκλησια, η μανα μου του ελεγε να βγαλει εστω την γραβατα ''Οοοοχι,ειναι ο κανονσιμος'' της ελεγε, χρησιμοποιουσαμε πετσετες,ο καθενας την δικη του και στον κρικο ειχε ο καθενας χαραξει με μαχαιρι τα αρχικα του.
 
Τα ανέμελα ήταν όπως όλα τα μεσημέρια των διακοπών και λίγο καλύτερα αν ήμασταν στο χωριό της μητέρας μου όπου παραθερίζαμε με άλλα τρία ξαδέλφια και τους γονείς τους. Τις Κυριακές όμως μας επισκέπτονταν και κάμποσα άλλα ξαδέλφια (τεράστιο το σόι γαρ) και δεν χορταίναμε παιγνίδι, κουβεντολόι και βόλτες. Το μεσημέρι μαζευόμασταν για φαγητό γύρω από ένα τεράστιο τραπέζι στην βεράντα, η γιαγιά είχε ψήσει στον ξυλόφουρνο μια ολόκληρη λαμαρίνα χοιρινό με πατάτες για "τον λόχο" όπως μας έλεγε, τα πειράγματα και τα γέλια έδιναν κι έπαιρναν και το γεύμα έκλεινε με καρπούζι/πεπόνι και τα γλυκά που είχαν φτιάξει οι θείες. Και πάνω που τελείωνε το γλυκό και οι θείες, η γιαγιά και η μάνα μου ψευτομάλωναν για το ποια θα πλύνει τα πιάτα του λόχου (γιατί όλες ήθελαν να πλύνουν! ) έπιανε ο παππούς τα καλαματιανά και τα τσάμικα και εμείς το τσούρμο στριμωχνόμασταν ποιος θα πρωτοχορέψει. Το γλέντι κρατούσε κανά μισάωρο μέχρι να αποχωρήσουν οι μεγάλοι για τον μεσημεριανό ύπνο. Εμείς μετά ή θα βλέπαμε ταινία ή θα παίζαμε επιτραπέζια, χαρτιά ή ζώο/φυτό στη βεράντα κάνοντας ταυτόχρονα σχέδια για το απογευματινό μπάνιο. Αχ, ατέλειωτες υπέροχες ώρες ανεμελιάς!
Υπέροχες οι Κυριακές των διακοπών σας! Κάθε Κυριακή ήταν μια γιορτή!

Δεν θα ξεχάσω σε ένα Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης που το 1ο βραβείο πήρε το τραγούδι "Μελαγχολικές Κυριακές", με τον κόσμο να γιουχάρει απίστευτα τον τραγουδιστή όταν ανέβηκε να πάρει το βραβείο, και τον τραγουδιστή να δίνει πίσω το βραβείο! Το βρήκα στην wiki:
1985 Α’ βραβείο: «Μελαγχολικές Κυριακές» (Χρήστος Δάλκος / Χρήστος Δάλκος)

Δεν ξέρω γιατί τον είχαν γιουχάρει τόσο πολύ, αλλά οι "Μελαγχολικές Κυριακές" γράφτηκαν ανεξίτηλα στην μνήμη μου
 
Τελευταία επεξεργασία:
Πίσω
Μπλουζα