Μπα? Κι εσύ επιζήσασα σιδηροδρομικού δυστυχήματος? Εγώ εκτροχιάστηκα! Τον Φεβρουάριο του 1973, σε τραίνο που δεν πήγαινε για Κυπαρισσία αλλά είχε ξεκινήσει από αυτήν. 16άρης, μόλις είχαν τελειώσει οι εξετάσεις του εξαμήνου και πήγαινα επίσκεψη στην αδερφή μου, πρωτοετή στο Μαθηματικό της Αθήνας. Τότε τα τραίνα έκαναν κάπου 11 ώρες (η ταχεία, φαντάσου να ήταν βραδεία). Είχε καθυστέρηση, κάπου 9 τη νύχτα ήτανε, και μεταξύ Κινέτας και Μεγάρων σε περιοχή όπου το όριο ήταν 40 χμ/ώρα ο σωφέρ το είχε γκαζώσει και το τραίνο έτρεχε με την ιλιγγιώδη ταχύτητα των 70 χμ/ώρα και σε μια στοφή του φύγανε τα 3 τελευταία βαγόνια. Το έσχατο σκαρφάλωσε στον διπλανό βράχο και παρά λίγο θα έπεφτε σε μεγάλο γκρεμό από την άλλη μεριά αλλά έμεινε στην άκρη του γκρεμού ξαπλωμένο στο πλάι. Τα άλλα δύο απλώς έγειραν και σύρθηκαν στο πλάι του βράχου, δεν τον σκαρφάλωσαν. Υπήρξαν μπόλικοι νεκροί, κυρίως στο τελευταίο βαγόνι φαντάζομαι, εγώ όμως δεν έπαθα τίποτε εκτός που μου ήρθε στο δοξαπατρί ένα χαρτόκουτο με φαγώσιμα εκ μητρός προς αδελφή που ήταν στη σχάρα πάνω από το κάθισμα. Το κεφάλι μου δεν έκανε καρούμπαλο, αλλά το χαρτόκουτο βούλιαξε. Το υπόλοιπο τραίνο έφτασε Μέγαρα, άδειασε, και ήρθε να μας πάρει. Φυσικά πήγαινε σημειωτόν, και στην παραμικρή στροφή και τρανταγματάκι ακούγονταν ουρλιαχτά τρόμου "σιγά θα μας σκοτώσεις". Από Μέγαρα πήγαμε Αθήνα με λεωφορείο, και για την επιστροφή μου πήρα λεωφορείο (ας με ζάλιζε, καλύτερα κοτόπουλο παρά πτώμα). Δεν θυμάμαι πόσον καιρό μου πήρε να ξαναμπώ σε τραίνο, όχι χρόνια βέβαια, μήνες, αλλά έτρεμε το φυλλοκάρδι μου. Σε λίγους μήνες ανέβηκα κι εγώ Αθήνα για φροντιστήριο, και άρχισα να χρησιμοποιώ τον Ηλεκτρικό οπότε αναγκαστικά συνήλθα, διότι ο Ηλεκτρικός έτρεχε και τράνταζε πολύ οπότε δεν μπορούσες να δοατηρήσεις τέτοιες ευαισθησίες.