- Joined
- 11 Ιαν 2008
- Μηνύματα
- 13.685
- Αντιδράσεις
- 1.472
Παίζοντας με τις αναμνήσεις
Σαν τα παιδάκια που τα πηγαίνεις πρώτη φορά στο Λούνα Παρκ νιώσαμε και οι δύο με το που περάσαμε την πόρτα στο «Μουσείο Παιδικών Αναμνήσεων» του κου Βαβάτση. Σαν τα παιδάκια που τους αφήνει το χέρι ο γονιός τους και τους λέει «πήγαινε να παίξεις». Καθόμασταν και περιφέραμε τις ματιές μας μήπως και καταφέρουμε να χωρέσουμε όλους αυτούς τους θησαυρούς που αντικρίζαμε.
Στοργικός «πατέρας» ο κος Βαβάτσης μας υποδέχθηκε, μας καλοδέχθηκε, μας εμπιστεύτηκε και μοιράστηκε μαζί μας εμπειρίες ζωής. Ζηλέψαμε την κάθε εικόνα που μας μετέφερε, τη κάθε λέξη που μας είπε, το κάθε χαμόγελο που του ΄φερνε στα χείλη η όποια αναπόληση.
Ελάτε να παίξουμε λοιπόν …
Retromaniax: Πώς επιλέξατε το «επάγγελμα» του συλλέκτη αναμνήσεων;
B: Δεν πρόκειται για επάγγελμα. Αυτή η ιστορία των χαμένων αναμνήσεων είναι σαν παιχνίδι. Σαν τα παλιά εκείνα παιχνίδια που τα παίζαμε πάντα με παρέα. Δέστε το σαν ένα προσκλητήριο για τους χαμένους φίλους της γειτονιάς. Τυχαίνει πολλές φορές να τους ξανασυναντήσω στα κοινά μας σχολικά βιβλία, στα κοινά μας παιχνίδια, στα παιχνίδια της παρέας και έτσι ξαναγνωριζόμαστε, ίσως και σε κάποια φωτογραφία σχολική. Εξάλλου εάν ξεσκονίσουμε τον καθρέφτη της μνήμης μας βλέπουμε πως το μόνο δεδομένο μας είναι το ανέμελο παρελθόν. Μπορεί το σήμερα ή το αύριο να προσφέρει αυτή την αίσθηση;
R: Όντως δεν είναι «επάγγελμα». Από ένα σημείο και μετά εγώ πιστεύω περισσότερο ότι μιλάμε για λειτούργημα. Δηλαδή είναι κάποια επαγγέλματα τα οποία πρέπει να μοιράσουνε στις επόμενες γενιές τη γνώση, τις δικές μας εμπειρίες, των παλαιότερων τις εμπειρίες. Είναι κάτι που το κληρονομούμε και οφείλουμε να το κληροδοτήσουμε. Οπότε και γω δεν ξέρω αν μιλάμε για «επάγγελμα». Είναι κάτι βαθύτερο.
Β: Εξάλλου τα αντικείμενα που έχω στο παιδικό μουσείο, στο υποτιθέμενο παιδικό μουσείο διότι λόγω χώρου δεν μπορώ να αναδείξω τα χιλιάδες αντικείμενα που υπάρχουνε, δεν είναι προς πώληση. Ορισμένα διπλά που έχω, τότε προβληματίζομαι και μόνο όταν κρίνω ότι ο άνθρωπος που το θέλει θα το χαρεί - συγκινησιακά θα το χαρεί γιατί θα του θυμίσει κάτι - τότε μόνο το πουλάω σε μια συμβολική τιμή.
R: Πολλές φορές συζητάμε μεταξύ μας στο forum λέγοντας και εμείς ότι αν είναι να δώσουμε ένα παιχνίδι σε κάποιον να το δώσουμε σε κείνον που είτε θα του θυμίσει τα παιδικά του χρόνια, είτε θα το χαρεί, είτε θα το δώσει στα παιδιά του. Δηλαδή σε καμία περίπτωση δεν ενδιαφέρει κανέναν από εμάς το χρήμα, για τον απλό λόγο ότι εμείς μεγαλώσαμε με αυτά παιχνίδια. Είναι οι αναμνήσεις μας!
Β: Μου ʽχει τύχει αυτό πολλές φορές. Να έχουν έρθει νεαροί ή νεαρές κυρίες (νεαρές εννοώ 40 χρονών) και να ψάχνουν ένα συγκεκριμένο παιχνίδι. Είτε γιατί το πέταξε η μητέρα τους, είτε γιατί το πέταξε η γιαγιά τους....
R: Ααααα αυτό το έχουμε πάρα πολύ... Ξεκινάει π.χ. κάποιος μια συζήτηση στο forum και λέει «παιδιά βρήκα αυτό το παιχνίδι στο πατάρι μου» και το βγάζει μια φωτογραφία και λέει τις αναμνήσεις του από αυτό το παιχνίδι. Ακολουθούν από κάτω φράσεις μετά τύπου: «Πω πω! Το είχα και γω και μου το πέταξε η μαμά μου! Θυμάμαι να παίζω με τους φίλους / τις φίλες μας...» και παρατηρείς ότι τα παιχνίδια των περισσοτέρων παιδιών τα είχαν πετάξει οι μητέρες τους. Βέβαια έχουμε ακούσει και ότι «το πέταξε ο πατέρας μου γιατί δεν τα πήγα καλά στο σχολείο».
Β: Δεν νομίζω, γιατί συνήθως οι πατεράδες έπαιζαν με τα παιχνίδια των παιδιών τους. Εξάλλου το συμμάζεμα είναι γυναικεία δουλειά!!
R: Συνήθως ναι, αλλά έχει ειπωθεί ότι «Είχα φέρει τον έλεγχο και επειδή δεν τα είχα πάει καλά πήρε ο μπαμπάς μου τα παιχνίδια και τα πέταξε. Κούτες ολόκληρες.» Να τα λένε με παράπονο!!! Επίσης ο δικός μου πατέρας χάρισε χωρίς να μου το πει τα περισσότερά μου παιχνίδια κατά τη διάρκεια μιας μετακόμισης. Όταν τα έψαξα μετά και τον ρώτησα που είναι, μου είπε «Ε! μεγάλωσες τώρα πια. Τί θα τα κάνεις;»
Β: Θα σας πω 2 περιπτώσεις μια και μιλάμε για αυτό το θέμα. Ήμουν στην κυρίως δουλειά μου και ήταν μια κυρία εδώ (στο παλαιοπωλείο), μου τηλεφωνούν και μου λένε:
- Γιάννη είναι μια κυρία εδώ και θέλει μια κούκλα από κάτω.
- Δεν της εξήγησες ότι δεν είναι προς πώληση;
- Της το είπα αλλά επιμένει.
Ξαναλέω ότι δεν είναι προς πώληση και κλείνω το τηλέφωνο. Μετά από 5 λεπτά ξαναχτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν η κυρία και ήθελε να μου μιλήσει. Μου λέει «Σας παρακαλώ κύριε ελάτε, ελάτε. Θέλω μια κούκλα από κάτω.» Της λέω ότι δεν είναι προς πώληση και κλείνουμε το τηλέφωνο. Μετά από 5 λεπτά ξαναχτυπάει το τηλέφωνο. «Γιάννη είναι η κυρία έξω από το κατάστημα και περπατάει πάνω κάτω στο πεζοδρόμιο και κάθε τόσο έρχεται και μου λέει ξαναπάρτε τον τηλέφωνο». Ξαναμίλησα με την κυρία και κατάλαβα ότι ήταν συγκινησιακά φορτισμένη σε υπερβολικό βαθμό.
Από περιέργεια περισσότερο φεύγω από τη δουλειά μου, η οποία σημειωτέον, είναι αρκετά μακριά. Έρχομαι εδώ, βλέπω έξω μια κυρία γύρω στα 50, τσιγάρο παφ πουφ και πάνω - κάτω, πάνω – κάτω... Λέω πείτε μου τί θέλετε. Μου λέει μια κούκλα από κάτω όποια θέλετε εσείς. Ρωτάω από ποιά ενότητα και μου λέει από του '50-'60. Λέω θέλω να μου εξηγήσετε το λόγο που τη θέλετε. Μου λέει ότι της είχε φέρει η γιαγιά της μια κούκλα, από Γερμανία όταν δούλευε εργάτρια, ένα καλοκαίρι που ήρθαν διακοπές. Στην αρχή την είχαν στην κρεβατοκάμαρα, μετά την πήγαν στο δωμάτιό της και την έβαζαν πάνω στο κρεβάτι της και κάπου σε κάποια φάση της ζωής της την πέταξε η μητέρα της, γύρω στα 20 της. Δεν μπόρεσε να βρει κάποια στο διαδίκτυο. [Και όντως αυτές, ενώ είναι νεότερες, γιατί παλαιότερες βρίσκεις, αυτές της δεκαετίας του '50-'60 οι Μαρκησίες που τις λέγανε, με τα πλουμιστά φορέματα και τις βάζανε στα σαλόνια στον καναπέ ή στην κρεβατοκάμαρα, είναι δύσκολα κομμάτια.] Είχε βρει μόνο μια στην Κολομβία!
Πηγαίνουμε λοιπόν στο μικρό μου, παραγεμισμένο εκθετήριο της Αντικερί και μου λέει «Μια από αυτές. Όποια θέλετε εσείς» Εγώ τώρα για να την αποφύγω της λέω «Διαλέξτε ποια θέλετε». Διαλέγει μια. Λέω από μέσα μου, ότι θα της πω μια υπερβολική τιμή, για να μην την πάρει, γιατί δεν ήθελα να την πουλήσω. Λέω 500 ευρώ. «Αμάν! Έχω μαζί μου 400 ευρώ θα σας τα δώσω και θα πάω στην τράπεζα να φέρω τα υπόλοιπα 100» Την ήθελε πάρα πολύ. Αφού την είχε πάρει αγκαλιά και να! τα δάκρυα. Τότε λέω δώσε μου 20 ευρώ και κάθε φορά που θα την βλέπεις την κούκλα να με θυμάσαι.
Είναι ορισμένα πράγματα - ήταν και ο γιός μου στην πρώτη έκθεση, που κάναμε στο Μεσολόγγι -, φανταστείτε ότι από τα 12.500 αντικείμενα που υπάρχουν κάτω, έγινε μια επιλογή 240 περίπου κομματιών σε μια αίθουσα 300 τμ όμορφα στημένα. Όταν λοιπόν κάναμε τα εγκαίνια εκεί, δεν θα ξεχάσω ποτέ τις κυρίες - 80 χρονών, αρχόντισσες κυρίες φαινόντουσαν - να δακρύζουν, να μʼ αγκαλιάζουν και να με φιλάνε! Το θυμάμαι και δακρύζω!