laloshi

[QUOΗ Οδύσσεια ενός ξεριζωμένουTE=technikacosmos;181858]Η γενιά μου, η γενια του '70, έτυχε να δεί πάρα πολλά, είτε στο σινεμα είτε στη κοινωνική και πολιτική ζωή. Ολη μου η παιδική ηλικία πέρασε σχεδον μέσα στις κινηματογραφικές αίθουσες, μιας και τότε, στο νησί που μεγάλωσα, η τηλεόραση ήταν στα σπάργανα (ο κεντρικός αναμεταδότης πάντα χάλαγε όταν ο καιρός ήταν άσχημος) κι έτσι, τι να κάνουμε, πάμε σινεμά. Ενα απο τα κεντρικά πρόσωπα τότε, γενναίο κέντρισμα για να πάμε σινεμά με τους γονείς μου, ο Νίκος Ξανθόπουλος. Ο ηθοποιός που ενσάρκωσε τον εργάτη, τον φτωχό, τον κοινωνικά αδικημένο, που όλες οι φουρτούνες της ζωής τον είχαν βάλει στόχο κι εκείνος με σιδερένια θέληση, πάντα νικούσε.
Ηταν η πρωσοποποίηση του οράματος ενός ολόκληρου λαού! Ενος λαού βασανισμένου, φτωχού, ρακένδυτου, αμόρφωτου, ζαλισμένου και καταπονημένου απ τις ενδο-αμερικανο-εγγλεζικες σφαλιάρες και που προσπαθούσε μέσα απο ένα παρελθόν γεμάτο πολέμους, σφαγές, θυσίες, δικτατορίες, στιγνή εκμετάλλευση και διωγμούς, να βρεί ένα δρόμο για μια καλύτερη ζωή.
Το ελληνικό μελόδραμα, είχε σαφή ταυτότητα, σε σχεση με το αμερικάνικο ή το δυτικοευρωπαικό που συνήθως παλινδρομούσαν ανάμεσα στο νεο-κοινωνικό ή ερωτικό-υπαρξιακό. Το Ελληνικό Μελόδραμα, ήταν καθαρά ΛΑΙΚΟ. Με κύριο εκφραστή του, εναν μεγάλο ηθοποιό, καλλιτέχνη, στοχαστή και άνθρωπό. Κυρίες και κύριοι, ο Νίκος Ξανθόπουλος.
Μέχρι το '63 περίπου, το μελόδραμα είχε ως κύρια θεματολογία του γυναικείες "αμαρτίες" και ορφανά (ΑΜΑΡΤΗΣΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ, Η ΑΓΝΩΣΤΟΣ, ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΖΗΣΕΙ, Η ΑΓΝΗ ΤΟΥ ΛΙΜΑΝΙΟΥ, Ο ΜΕΘΥΣΤΑΚΑΣ, ΔΥΟ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ). Ο Απόστολος Τεγόπουλος, παραγωγός και σκηνοθέτης, γύριζε φτηνιάρικες ψευτοαστυνομικοκοινωνικές ταινίες που τα εισητήριά τους ήταν απογοητευτικά. Η επίδραση του αριστουργήματος ΚΑΤΗΦΟΡΟΣ του Γιάννη Δαλιανίδη ήταν καταλυτική σε πολλούς κινηματογραφιστές και σχεδόν όλοι γυρισαν αρκετές απομιμήσεις του. Ενας απ αυτόυς κι ο Τεγόπουλος. Στο πρόσωπο του Νίκου Ξανθόπουλου, βρήκε έναν τέλειο αντι-Κούρκουλο που τον πλάσαρε στους ρόλους των "κακών" στις ταινίες του, ενός κακού που στη συνέχεια μεταμελούσε (ΗΔΟΝΗ ΚΑΙ ΠΑΘΟΣ, Ο ΑΛΗΤΗΣ ΤΟΥ ΛΙΜΑΝΙΟΥ, ΟΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ, ΑΜΑΡΤΩΛΑ ΧΕΡΙΑ). Ο Ξανθόπουλος όμως, ήθελε να κάνει κάτι διαφορετικό, κάτι που να μιλούσε στη ψυχή του κόσμου. Ο Τεγόπουλος δεν ήθελε στην αρχή και παραλίγο ο Ξανθόπουλος να φύγει απ την εταιρεία του. Την τελευταία στιγμή όμως, μετά απο την παρότρυνση του Γιώργου Ολύμπιου, ο Τεγόπουλος αποφασίζει να κάνει ακόμη ένα πείραμα, γυρίζοντας το ΑΓΑΠΗΣΑ ΚΑΙ ΠΟΝΕΣΑ. Αυτό ηταν.
Το "Παιδί του Λαού" είχε μόλις γεννηθεί. Και μαζί μ αυτόν, και η "ΚΛΑΚ ΦΙΛΜΣ-Ταινίες για όλη την οικογένεια".
Ο Νίκος Ξανθόπουλος, δεν συμφωνούσε, παρ' ότι απίστευτα μορφωμένο άτομο, να κάνει ταινίες που το κοινό δεν θα καταλαβαινε. Δηλαδή να περάσει το μηνυμά του μέσα απο ταινίες του στυλ της ΣΤΕΛΛΑΣ. Ηθελε να ταυτίσει τον ευατό του με ήρωες καθημερινούς, της διπλανής ξύλινης πόρτας της φτωχής αυλής.
"Πάντα ήθελα ο κόσμος να βλέπει σε μένα το γιό, τον σύζυγο, τον εργάτη, τον τίμιο και ηθικό Ελληνα. Να παλέυει μέσα απο μένα και να νικά. Ολος αυτός ο κόσμος δεν έχει πάει σχολείο, δε ξέρει γράμματα, δε μιλά καλά τη γλώσσα μας. Αν του μιλήσω με αξάν Κολωνακίου, θα νομίζει πως τον κοροιδεύω!" Αυτά είχε πεί σε μια συνένευξή του στο
Ρομάντζο, περιοδικό της εποχής. Και κατά τη γνώμη μου ναί, είχε δίκιο. Ο Τεγόπουλος είχε βρεί τη κότα με τα χρυσά αυγά. Καθώς ούτε σκηνοθέτης ήταν, ούτε μόρφωση είχε, οι ταινίες με τον Νίκο σκηνοθετούνταν σχεδόν απο μόνες τους. Ο Νίκος εδώ ατύχησε. Αδικήθηκε. Γιατί, μέσα απ τη ντομπροσύνη του και το ήθος που τον διακατείχε, δεν ήθελε να αφήσει τον άνθρωπο που του έδωσε την ευκαιρία να εκφραστεί. Οι προτάσεις? Βροχή! Με πρώτο και καλυτερο τη Φίνος Φίλμ! Ο Φίνος διακαώς προσπαθούσε να τον εντάξει στο δυναμικό της εταιρείας του. Μάταια όμως. Ο Ξανθόπουλος είχε τόσο πολύ στενοχωρηθεί απο το πρώτο "όχι" του μεγάλου οραματιστή και παραγωγού, που δεν του το συγχώρεσε ποτέ. Μεγάλο λάθος Νικόλα! Μέγιστο!
Παραλίγο όμως να γίνει η μεγάλη στροφή, όταν ήταν να γυριστεί η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΕΝΟΣ ΞΕΡΙΖΩΜΕΝΟΥ. Η παραγωγή ήταν μεγάλη κι ο Τεγόπουλος φοβόταν. Απ την άλλη, δεν ήθελε να ανακατευτεί με τη Φίνος Φίλμ, γιατι υπήρχε κίνδυνος να του φύγει ο Ξανθόπουλος. Ενας εκπρόσωπος της εταιρείας του λοιπόν, πάει στο Φίνο για να του κάνει μια διερευνητική πρόταση σχετικά. Ο Φίνος λέει το "ναί", αρκεί το σενάριο να βγεί απ τη πέννα του Νίκου Φώσκολου (μανούλα ο Φώσκολος σε κάτι τέτοια) και τη σκηνοθεσία να αναλάβει ή ο Δημόπουλος ή ο νεαρός και πολλά υποσχόμενος, Σταυρος Τσιώλης. Μόλις ο Τεγόπουλος άκουσε την αντιπρόταση ουτε κάν το σκέφτηκε. την απέρριψε τελείως και το θέμα έκλεισε εκεί. Η ταινία είδαμε όλοι πώς φτιάχτηκε και με τί υλικά. Κι όμως, η φιγούρα του μεγάλου Νίκου σκέπαζε τα πάντα. Αποτέλεσμα? Το αδιαχώρητο στους κινηματογράφους των συνοικιών και της επαρχίας, 400.000 εισητήρια για μια ταινία που διαδραματιζόταν σε δύο χώρες (Ελλάδα-Τουρκία) ενώ γυρίστηκε στο στούντιο κατα 95% και με λίγες εξωτερικές σκηνές περιξ του...λεκανοπεδίου! Αυτός ήταν ο Τεγόπουλος και μ αυτόν τον άνθρωπο συνεργάστηκε ο Νίκος. Γι αυτό μιλάμε για ΤΗΝ μεγάλη Αδικία!
Και το πόσο τυχάρπαστος ήταν, το είδαμε στη συνέχεια, οταν πλέον η τελευταία ταινία του με το Νίκο, ΖΟΥΣΑ ΜΟΝΑΧΟΣ ΧΩΡΙΣ ΑΓΑΠΗ, είχε πιασει πάτο στα εισητήρια, αμέσως λύνει τη συνεργασία μαζί του και το γυρίζει στο σόφτ-πορνό! (ΜΠΑΡΜΠΑΡΑ, ΜΙΑ ΚΟΛΑΣΜΕΝΗ ΦΥΣΗ, ΑΜΑΡΤΩΛΕΣ ΕΡΩΜΕΝΕΣ, ΔΩΜΑΤΙΟ 69, ΚΟΛΑΣΜΕΝΕΣ ΨΥΧΕΣ ΣΤΑ ΔΥΧΤΙΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ)
Αν ορισμένες απ τις ταινίες του είχαν για παραγωγό τη Φίνος Φίλμ, αν είχαν έναν σκηνοθέτη του κύρους του Ντίνου Δημόπουλου, αν είχαν εναν σεναριογράφο του κύρους του Ιάκωβου Καμπανέλλη, ασφαλώς και σήμερα θα μιλάγαμε για την καλύτερη ίσως λαική κινηματογραφική τέχνη που έγινε ποτέ στην Ελλάδα! Παρ΄όλα αυτά όμως, η έντιμη προσπάθεια του Νίκου δεν είναι ανάξια προσοχής, το αντίθετο μάλιστα. Ο Ξανθόπουλος έδωσε τη ζωή του μέσα απ τις ταινίες του και δεν ήταν μόνος. Είχε δίπλα του εναν ογκόλιθο που λέγεται Μάνος Κατράκης, συνοδοιπόρος κι αυτός στο λαικό μελόδραμα μαζί με τον Νίκο, στηρίζοντάς τον μέσα απ τις ταινίες αυτές με τη συμμετοχή του και τη συνεισφορά του.