ΟΙ ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Θεία Λένα

RetroJunkie
Joined
21 Απρ 2017
Μηνύματα
2.010
Αντιδράσεις
4.322
Την ιδέα για το θέμα μου την έδωσε μια περιπλάνηση στη σελίδα της Φίνος Φιλμ

 
Οι κριτικοί του κινηματογράφου αποτελούν μια ξεχωριστή σελίδα και παράμετρο της εποχής της άνθισης του ελληνικού σινεμά. Πολλοί εξ αυτών ήταν διανοούμενοι, συγγραφείς και οι ίδιοι και άνθρωποι του πνεύματος. 
Κριτικές που σήμερα ξαφνιάζουν - αφού μιλάμε για αγαπημένες ταινίες και πλέον κλασικές- , άλλες σκληρές, άλλες υπερβολικές, άλλες λογικές. 
Ας εξερευνήσουμε λοιπόν πως υποδέχθηκαν οι κριτικοί της εποχής αγαπημένες ή και όχι ελληνικές ταινίες.


 
Το θέμα είναι ιδιαίτερο και αρκετά δύσκολο γι'αυτό για τον εμπλουτισμό του παρακαλώ όλους τους φίλους που έχουν αρχείο να ψαχτούν και να προσθέσουν. Πιστεύω μπορούν να βγουν ωραίες συζητήσεις.
 
 
Η πρώτη κριτική που θα ανεβάσω είναι για μια απο τις αγαπημένες ταινίες του φόρουμ, τον Εφιάλτη, του Ερρίκου Ανδρέου. Την αντιγράφω από απόκομμα εφημερίδας που είναι δημοσιευμένο στο http://www.nikolinakos.com/                     .
Δυστυχώς δεν διακρίνεται  συντάκτης ή έντυπο. 
 
" Πολλές αναφομοίωτες επιδράσεις χαρακτηρίζουν την πρώτη αυτή ταινία του Ερρίκου Ανδρέου. Κατ' αρχήν υπάρχει πολύς Χίτσκοκ. Ύστερα έντονη επίδραση αγγλικών αστυνομικών ταινιών και γαλλικών ψυχολογικών δραμάτων ατμόσφαιρας. Ο νεαρότατος σκηνοθέτης του " Εφιάλτη" βρίσκεται στην περίοδο που δεν έχει ακόμη αφομοιώσει αισθητικά και πλαστικά ότι του προκάλεσε κάποια συγκίνηση. 
Ωστόσο, πέρα απο τις αδυναμίες του, πέρα απ' την 'φιλολογικότητα' στην κινηματογραφική αφήγηση υπάρχει ένας σκηνοθέτης προικισμένος με αναμφισβήτητο ταλέντο και με θετικές γνώσεις της κινηματογραφικής τέχνης. Ο 'Εφιάλτης' σαν ντεκουπάρισμα πλάνων, σαν τεχνική επεξεργασία και σαν ατμόσφαιρα, είναι απ' τις αρτιότερες ελληνικές ταινίες που είδαμε ως τώρα. Σ' αυτή συντελεί πολύ και η υποδειγματική, η άψογη φωτογραφία του Αριστείδη Καρύδη. 
Ο κινηματογραφικότατος Μιχάλης Νικολινάκος πραγματοποιεί την πιο ενδιαφέρουσα εμφάνιση του, ενώ η Βούλα Χαριλάου αποδεικνύει οτι είναι προικισμένη με αναμφισβήτητο κινηματογραφικό ταλέντο και με πολλή ευαισθησία. Απ' τους άλλους ηθοποιούς αναφέρουμε την επιβλητική παρουσία της Αθηνάς Μιχαηλίδου και τη γοητευτική εμφάνιση της Ντέπη Μαρτίνι. Θετική η μουσική συμβολή του Μίμη Πλέσσα στο γενικό αγαθό αποτέλεσμα."
 
 
 
Ο Βίων Παπαμιχάλης έγραφε την ίδια εποχή για τον Ατσίδα του Δαλιανίδη:
 
"Στα γνώριμα πλαίσια κινείται η καινούρια κωμωδία της Φίνος Φιλμ, ο Ατσίδας που εσκηνοθέτησε ο Γιάννης Νταλ.
Πρωταγωνιστούν ο Ντίνος Ηλιόπουλος, πάντα φίνος και χαριτωμένος σ'οτιδήποτε κι αν κάνει, ο παντελής Ζερβός, η Ζωή Λάσκαρη και ο Θανάσης Βέγγος"
 
 
 
 
Τι κι αν έφτασαν ως τα Όσκαρ; 

Ο Ζορμπάς και το Χώμα που βάφτηκε κόκκινο δεν έτυχαν της πιο θερμής υποδοχής από κάποιους Έλληνες κριτικούς -όχι πάντως από όλους-

Zorba the Greek
Κριτική του Δημήτρη Ψαθά για τα ΝΕΑ, 29/3/1965
 
"Ζορμπάς ο Τούρκος"
 
Αν ήμουν ξένος κι έβλεπα αυτήν την ταινία για τους άνδρες της Ελλάδας, θα σχημάτιζα τη γνώμη πως είναι ποταποί και άνανδροι, για τις γυναίκες δε πως είναι ελεεινές και ψεύτρες. Ο κινηματογράφος δε μπορεί, αδυνατεί να δώσει το κείμενο του Καζαντζάκη. Έδωσε μόνο τις εντυπωσιακές σκηνές και χάρη στο σκηνοθέτη μάλιστα με τρόπο μεγαλειώδη και συγκλονιστικό. 
Αυτές δηλαδή που κατεξευτελίζουν τον Έλληνα και την Ελλάδα, αυτές μονάχα εντυπωσιάζουν και συγκλονίζουν τον θεατή. Πολύ περισσότερο γιατί η ταινία ως ταινία είναι καλή. Καταπληκτικός ο Άντονι Κουίν, συγκλονιστικός σκηνοθέτης ο Κακογιάννης, ο μοναδικός μας σε διεθνές πεδίο, υπέροχη και ασύγκριτη νεαρή χήρα η Ειρήνη Παπά, καλή η Κέντροβα, ο Φούντας και οι άλλοι. 
Όλοι αυτοί όμως βρέθηκαν να συνεργούν με το ταλέντο τους, αθέλητα βέβαια, σ' ένα σωστό έγκλημα κατά του τόπου μας. Ο ξένος θεατής μοιραία θα συμπεράνει πως έχουν δίκιο οι Τούρκοι, αφού μονάχοι τους οι Έλληνες μας δείχνουν ποιοι είναι
 
 
 
 

Το χώμα βάφτηκε κόκκινο
Κριτική του Βασίλη Ραφαηλίδη  στη Δημοκρατική Αλλαγή,1965
 
Το χώμα βάφτηκε κόκκινο λοιπόν, και τα άλογα....πράσινα!
 
Ο ελληνικός κινηματογράφος μας συνήθισε πια στις ουρανομήκεις ανοησίες,αλλά, τουλάχιστον, εκ των προτέρων ξέρουμε το εκάστοτε μέγεθος της ανοησίας και, το σπουδαιότερο, περισσότερο από εμάς την ξέρουν οι ίδιοι οι 'κατασκευαστές', οι οποίοι εν γνώσει τους πλασάρουν σκαρτο 'εμπόρευμα'. 
Τα πράγματα όμως αποκτούν μια χροιά ιλαροτραγική, όταν οι 'κατασκευαστές' δεν έχουν ίχνος επίγνωσης για το τι λένε και κάνουν. Με άλλα λόγια όταν ξεκινούν με προθέσεις (;) κατασκευής 'αριστουργημάτων", σαν το προκείμενο. 
Θα θέλαμε λοιπόν να ρωτήσουμε αυτούς που είχαν τη φαεινή ιδέα να καπηλευτούν τον αγώνα των Θεσσαλών αγροτών για το μοίρασμα της γης, αν βασάνισαν λιγάκι το μυαλουδάκι τους προτού αναλάβουν 'έργον'.
Το υποδειγματικά βλακώδες σενάριο ξεκινάει απο ένα θέμα καυτό, για να καταλήξει προτού καν αρχίσει, σε μια ιστορία οικογενειακής διαμάχης, όπου ο 'καλός' κι ο 'κακός' υιός παίζουν γροθιές στους βάλτους, σε στυλ καουμπόικης ταινίας,αγαπούν την ίδια γυναικα σε στυλ δανέζικου κοσμικού δράματος και φιλιώνουν την τελευταία στιγμή στο χείλος (κυριολεκτικά) του γκρεμού όπως ακριβώς στη μακάρια εποχή του Επίθεση κατά της ιεραποστολής στην Κίνα ( το έχουν δει άραγε οι κ.κ. σκηνοθέτης και σεναρίστας;)
Ενδιάμεσα απαγάγουν αρχηγίνες και αναπαριστούν με λεπτομέρειες την ευαγγελική παραβολή του ασώτου, ενώ δίπλα τους ένα πωρωμένο αγοροκόριτσο ξεγυμνώνεται με απίθανη ευκολία στους αχερώνες, στα λιβάδια και (μειδιάστε παρακαλώ) σε μπανιέρες -  βαρέλια, όπως ακριβώς στα γουέστερν.
Θέλετε κι άλλα ευτράπελα; Ιδού!
Οι αγρότες θερίζουν τραγουδώντας μια σαχλή μελωδία σε άψογο χορωδιακό στυλ αλά Καβαλερία Ρουστικάνα, ο κακός βγάζει λόγο απο... σέλας αλόγου και ο καλός με δεύτερο 'ανθρωπιστικό' λόγο κανοναρχεί σε ύφος Μαρκαντωνίου ( ταλαίπωρε Σαίξπηρ!)
Και το ηθικό δίδαγμα: Επανάσταση σημαίνει αίμα.
Οι αγρότες έχουν μεν δικαίωμα να διεκδικήσουν μια θέση στον ήλιο, αλλά προσοχή στα αίματα.
Προτιμότερη θα ήταν μια συμβιβαστική λύση και μια αρμονική συνεργασία ανάμεσα στους κολίγους και τους φεουδάρχες.
'Οταν μάλιστα ο φεουδάρχης τυχαίνει να είναι ελαφρώς ανθρωπιστής και ιδεολόγος, όλα πάνε καλά στον καλύτερο των κόσμων, τη στιγμή μάλιστα που δέχεται να παντρευτεί την 'αρχηγίνα'.
Ω, της μωρίας! Δεν πρόκειται πια για 'λάθος', αλλά για καθαρή και σκέτη κακοήθεια.
Γιατί είναι αδύνατο να συλλάβουμε την ύπαρξη άγνοιας τέτοιου μεγέθους σ οτι αφορά την ιστορική στιγμή στην οποία αναφέρεται η 'ιστορία', στην ερμηνεία αυτής της ιστορίας, στο χώρο που τοποθετείται κλπ.
Αν η ταινία ήταν φτιαγμένη με κάποιο, έστω και στοιχειώδες γούστο,θα μπορούσαμε να την τοποθετήσουμε οπουδήποτε αλλού, εκτός απο τη Θεσσαλία, ακόμα και στο Τέξας. 
Έτσι που είναι, μόνο σαν εξωφρενικό δειγματολόγιο 'στυλ' και εποχών μπορεί να θεωρηθεί.
Οι πρωταγωνιστές μιλούν 'αθηναίικα', προσαρμορσμένα σε ύφος Περεσιάδη, οι κομπάρσοι 'θεσσαλικά', οι πάντες είναι ντυμένοι μ' όλη την ποικιλία που μπορεί να προσφέρει ένα εθνολογικό μουσείο κλπ.
Το πιο διασκεδαστικό όμως είναι η τερατώδης σαλάτα κινηματογραφικών ειδών: απο το γουέστερν,περνάμε στο δράμα, από το δράμα στην ιστορική περιπέτεια,απ' αυτήν στο μιούζικαλ,απ' το μιούζικαλ στο ψυχολογικό (;) δράμα κι από κει στο πολιτικό δράμα.
Μόνο η τραγωδία γλιτώνει. Αυτή όμως παίχτηκε πίσω απ' την κάμερα, στους εγκεφάλους των ανυποψίαστων 'επιχειρηματιών'.
 
 

( Κάποιος πολύ μερακλής οπωσδήποτε έφτιαξε βιντεάκι την κριτική του Ραφαηλίδη και την ανέβασε στο ΥΤ με τη μουσική του ροζ πάνθηρα!!  Αφήνω εδώ το σύνδεσμο για όποιον ενδιαφέρεται )

 
Μα του Ψαθά η κριτική ήταν "καλή" με την έννοια ότι αναγνώριζε πως η ταινία ήταν εξαιρετική ως ταινία. Διαφωνούσε με το πώς παρουσίαζε τους "Έλληνες" γενικά (έστω κι αν οι διάφορες περιοχές της Ελλάδας είχαν διαφορετικά ήθη κι έθιμα, και η ταινία όπως και το βιβλίο αναφέρεται στην προπολεμική Κρήτη ειδικά). Μα παρόλο που συμφωνώ με τον Δ.Ψ. ότι η ταινία δεν μπορούσε να αποδώσει πλήρως το βιβλίο και έμεινε σε επιφανειακή διήγηση γεγονότων (πρόβλημα γενικό σε κινηματογραφικές αποδόσεις σπουδαίων μυθιστορημάτων έτσι κι αλλιώς), ούτε το βιβλίο παρουσίαζε τους χωριανούς σε πολύ καλό φως, και απ' όσο ξέρω είχαν υπάρξει πολλές αντιδράσεις από τοπικιστές Κρητικούς της εποχής (οι Κρητικοί που ήταν κριτικοί μου φέρνουν στο νου τη "Μήδεια" του Μποστ - άσχετο :) ). Αλλά την εποχή που έγραφε την κριτική αυτή ο Ψαθάς ο Καζαντζάκης ήταν πια καθαγιασμένος και ιδιαίτερα στους μη-δεξιούς κύκλους, οπότε το βιβλίο ήταν υπεράνω κριτικής. Άλλωστε ο Ζορμπάς-βιβλίο έγινε παγκόσμια γνωστό στο ευρύτερο κοινό μετά την ταινία, κι έτσι μπορεί κανείς να πει ότι το ελληνικό βιβλίο ήταν "μεταξύ μας" και δεν πείραζε τόσο, ενώ η ταινία έδειξε τις μπομπές μας στους ξένους και μας "ξεφτίλισε" διεθνώς. Βάλαμε και λίγο Τούρκους μέσα (που κολλάγανε εκεί μέσα? Αλλά ο Ψαθάς ήταν Μικρασιατικής καταγωγής, απ' όσο θυμάμαι, και σίγουρα πολύ αντι-τούρκος, και το 1965 λόγω Κύπρου και Πόλης ήταν και οξυμμένα τα πνεύματα. Το εθνικό μας κόμπλεξ "τι θα πουν οι ξένοι" ή "μας εκθέτει διεθνώς" ζει και βασιλεύει άλλωστε.

Η κριτική του Ραφαηλίδη έχει κοινό με αυτήν του Ψαθά το ότι είναι "πολιτικές". Μπορεί βεβαίως να έχει και συγκεκριμένες "καλλιτεχνικές" ενστάσεις (δεν την έχω δει κι έτσι δεν έχω γνώμη για το αν είναι βάσιμες), αλλά ένας κριτικός που θα συμφωνούσε με το πολιτικό μήνυμα της ταινίας θα αγνοούσε αυτά τα σημεία και θα τόνιζε άλλα θετικά. Και πολιτικό μήνυμα είχε η ταινία (από αυτά που διαβάζω εδώ) ακόμη κι αν δεν ήταν αυτός ο σκοπός του σκηνοθέτη της. Όπως είχαν ας πούμε το "Η κόρη μου η σοσιαλίστρια" (με την οποία μοιάζει να έχει πολλά κοινά!)  και, πολύ πιο ανοιχτά, το "Ξύπνα Βασίλη". Έτσι δεν είναι καλλιτεχνική κριτική αλλά πολιτική, και οι καλλιτεχνικές διαφωνίες είναι απλώς πυρομαχικά. Σημειωτέον, δεν διαφωνώ με αυτή την αντιμετώπιση ταινιών ή βιβλίων, αρκεί βεβαίως τα επιχειρήματα να βασίζονται σε πραγματικά στοιχεία των κρινόμενων έργων και όχι σε υποθέσεις ή σε επιλεκτική απομόνωση στοιχείων που διαστρεβλώνουν τι πραγματικά δείχνουν / λένε.
 
Μια κι έπαιξε αυτές τις μέρες στην ελληνική Τιβι περιμένω  να διαβάσω και τις τότε κριτικές :gyros: ορισμένων για την ΄"Στέλλα" 
 

1@elephadas[/USER]

Δεν ανεβαζω μόνο κακές κριτικές αλλά ότι βρίσκω. Αν έχει βέβαια κ το απαραίτητο " ζουμί" ακόμη καλύτερα.

Νομίζω ο Καζαντζάκης δεν είχε το 65 την καθιέρωση που έχει σήμερα. 

Προσωπικά να πω την αμαρτία μου - και μη βγει παραεξω- δε μ αρέσει ο Καζαντζάκης. Έγραφε κάπως δημοσιογραφικά και για μένα δεν είχε την εσωτερικότητα των μεγάλων συγγραφέων πχ του Τολστόι. Πολλά λόγια για απλά πράγματα. Πω πω θα με πάρετε για ψώνιο...Παρά ταύτα την ταινία τη βρίσκω καλή. 

Πιο πολύ την κριτική την διάλεξα ανάμεσα σε άλλες επειδή ήταν του γνωστού σε όλους μας Ψαθά. 

1@Nemo[/USER]

Απ ότι θυμάμαι η πλειοψηφία των κριτικών έγραψε θριάμβους για τη Στέλλα. Κάτι πρέπει να έχω. Θα γράψω. 

 
Αν βρεις πουθενά την κριτική του Ψαθά το 1963 για τη "Σιωπή" του Μπέργκμαν θα σε παρακαλούσα να τη βάλεις εδώ κι ας μην αναφέρεται σε ελληνική ταινία :)   Την είχα διαβάσει τη δεκαετία του 70, όταν είχα δει την ταινία που τότε πια είχα πάψει να θεωρείται τολμηρή και σκανδαλιστική, αλλά στην εποχή της είχε κάνει πάταγο λόγω κάποιων ερωτικών σκηνών, τελείως δευτερευουσών μεν, αλλά οι οποίες είχαν συγκεντρώσει το ενδιαφέρον του γενικού κοινού και τα πυρά συντηρητικών κριτικών. Ο Ψαθάς, που ήταν πολύ πουριτανός, την είχε θάψει, αλλά τότε που την διάβασα την κριτική φαινόταν πια αστεία. Αλλά δεν τη θυμάμαι.
 

1@Nemo[/USER] κριτικές της " Στέλλας" απο το βιβλίο του Μ. Κακογιάννη

Ροζίτα Σώκου: 

Η Στέλλα για την ελληνική κινηματογραφία είναι αφορμή δικαιολογημένης περηφάνειας κι έχει τονώσει το ηθικό όχι μόνο όσων ασχολούνται με τον κινηματογράφο αλλά και του κοινού που παρακολούθησε με μεγάλο ενδιαφέρον την περιπέτεια δύο Ελλήνων και μιας ταινίας στη ζούγκλα του διεθνούς κινηματογραφικού εμποροπαζαρου που είναι το Φεστιβάλ των Καννών, γιατί εκεί πέρασε η Στέλλα το βάπτισμα του πυρός.
Την άνοιξη του '55 περίπου ένα μήνα πριν από την έναρξη του Φεστιβάλ, μια μικρή ομάδα ανθρώπων στην Αθήνα βγαίνουν από τη δοκιμαστική προβολή της Στέλλας, της καινούργιας ελληνικής ταινίας που θα αποτελέσει την επίσημη συμμετοχή της Ελλάδας στη διεθνή αυτή κινηματογραφική επίδειξη. Για πρώτη φορά η συγκίνηση είναι φανερή ενώ ο ενθουσιασμός δεν έχει ψεύτικους τόνους. Η Στέλλα άρεσε και ελπίζουμε πως θα αρέσει και εκεί.
 
Ελένη Βλάχου:
 
Είναι αλήθεια ότι είχε αναλαμπές τα τελευταία χρόνια ο ελληνικός κινηματογράφος και μερικοί σκηνοθέτες, ο Γ. Τζαβέλλας, ο Ν. Κούνδουρος, ο Μ. Κακογιάννης, ξεκίνησαν να τον οδηγήσουν στο σωστό δρόμο μακριά από όλα τα δακρυβρεχτα δράματα με τις ανύπαντρες μητέρες που κατόρθωναν να συγκεντρώσουν απίθανες ποσότητες σαχλας, αγουστιας, προστυχιας και ανοησιας. Και η Στέλλα, θερμή ταινία και συναρπαστική σχεδόν, μας φέρνει σε ωριμότητα καλοκαιριού διότι έχει παλμό, ζωντάνια, κέφι και πιστευτές ερωτικές και δραματικές συγκρούσεις. Δεν είναι έργο με απαιτήσεις ανωτέρας τέχνης, νεορεαλιστικης ή υπερσύγχρονης ή οπωσδήποτε αλλιώς βαφτισμενης, είναι ένα καλοφτιαγμένο μελόδραμα που διηγείται με ευφυΐα και αίσθημα την ιστορία μιας ατιθασης, υπερήφανης και αρκετά άτακτης κοπέλας, της Στέλλας, που ζητεί να συνδυάσει τον έρωτα και την ελευθερία και να βρει μια ευτυχία χωρίς δεσμούς.
 
Νέστορας Μάτσας: 
 
Χρωστάμε ένα είδος ευγνωμοσύνης στη Στέλλα, το πρώτο ελληνικό φιλμ που συζητήθηκε σοβαρά στο εξωτερικό, αποκαλύπτοντας σε ένα ευρύτερο και πολύ δύσκολο κοινό ότι υπάρχει στην Ελλάδα κάποια σοβαρή κινηματογραφική κίνηση εντελώς διαφορετική από αυτή που ήξεραν ως τώρα. 
Μ αυτή λοιπόν τη βασική προϋπόθεση πρέπει να δούμε τη Στέλλα, που σέρνοντας πίσω της ένα διαφημιστικό θρύλο δυσανάλογο προς την πραγματική της αξία, προβάλλεται αυτή την εβδομάδα στους περισσότερους αθηναϊκούς κινηματογράφους.
 
Και τέλος, ο πρύτανης τότε των καλλιτεχνικών συντακτών, Αχιλλέας Μαμακης, έγραφε στο Έθνος, στις 22/11/55:
 
Τέσσερις κινηματογράφοι προβάλλουν από χθες τη Στέλλα, τη δεύτερη ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη και την πρώτη της Μελίνας Μερκούρη.
Πρέπει να πω απεριφραστως από την πρώτη στιγμή: 
Η Στέλλα είναι η καλύτερη μέχρι τώρα επίτευξη του ελληνικού κινηματογράφου, η καλύτερη ταινία της εγχώριας παραγωγής, όχι διότι προεβληθη εις τις Κάννες και έκανε και εκεί εντύπωση και έδωσε αφορμή να γίνει ευμενεστατος λόγος για ελληνική ταινία στο εξωτερικό. Βέβαια αυτό δεν είναι λίγο, απεναντίας είναι σημαντικό. Όμως οι ξένοι μπορούν να κατανοούν την ποιότητα της και να μιλούν με ενθουσιασμό για τη Μελίνα, δεν έχουν εντούτοις τη δυνατότητα να την αξιολογούν συγκριτικά. Εδώ όμως, στον τόπο μας, μπορούμε να αποδώσουμε αυτό το ιδιαίτερο ευσημο εις τον Κακογιάννη, έναν πραγματικό σκηνοθέτη του κινηματογράφου που μόνο ο Τζαβέλλας μπορεί να του παραταχθεί ως ουσιαστικός αντίπαλος απ όλη την άλλη χορεία των ημι- σκηνοθετων, των ερασιτεχνών που ταλαιπωρούν το ελληνικό στούντιο. 
Ο Κακογιάννης λοιπόν, παίρνοντας για βάση ένα απαικτο θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, έφτιαξε ένα αρκετά καλό σενάριο, σενάριο που για πρώτη φορά σε ελληνικό φιλμ επιχειρεί όχι απλώς να πει μια ιστορία με εικόνες αλλά να δώσει μια ψυχογραφια, να ζωντανέψει ένα χαρακτήρα, να παρουσιάσει έναν τύπο. 
 
( Της Ροζίτας φαίνεται πως εκείνη την εποχή της άρεσε η Μερκούρη...)
 
1@elephadas[/USER]
Θα έχω κατά νου, έκανα και μια πρόχειρη έρευνα μήπως βρω κάποια απάντηση στην κριτική του Ψαθά, αλλά το θεωρώ δύσκολο. 
Δυστυχώς οι μεγάλες μας εφημερίδες παρότι πρέπει να έχουν ψηφιοποιήσει το αρχείο τους ( και ακόμα και στις περιπτώσεις που έχει παρέλθει η πεντηκονταετία για τα πνευματικά δικαιώματα) δεν τα έχουν ανοιχτά στο ίντερνετ. Οι εξαιρέσεις είναι δυστυχώς ελάχιστες. 
 
Χμμμ... κι εγώ έχω διαβάσει ότι κάποιοι κριτικοί είχαν θάψει τη Στέλλα τότε και είχα διαβάσει και αποσπάσματα, αλλά δεν θυμάμαι ονόματα. Ωστόσο και μερικά από τα πιο πάνω είναι λίγο σφάξιμο με το βαμβάκι, ας πούμε της Βλάχου " Δεν είναι έργο με απαιτήσεις ανωτέρας τέχνης, νεορεαλιστικης ή υπερσύγχρονης ή οπωσδήποτε αλλιώς βαφτισμενης, είναι ένα καλοφτιαγμένο μελόδραμα", λες και τι "Στέλλα" τί "Αγνή του λιμανιού" (στο κάτω κάτω και τα δυο είχαν μουσική Χατζιδάκι και σπουδαίους ηθοποιούς), και ο Μάτσας γράφει "σέρνοντας πίσω της ένα διαφημιστικό θρύλο δυσανάλογο προς την πραγματική της αξία". Ουσιαστικά λένε και οι δύο "δεν είναι δα και καμιά σπουδαία ταινία, αλλά σε σύγκριση με τα σκουπίδια που φτιάχνουν οι άλλοι είναι καλή". Η Σώκου στο απόσπασμα αυτό τουλάχιστον δεν λέει τίποτε για την ταινία, απλώς είναι εθνικώς υπερήφανη που μια ελληνική ταινία διακρίθηκε (*). Μόνο ο Μαμάκης γράφει ξεκάθαρα επαινετικά λόγια.

(*) Η εκνευριστική νεοελληνική ξενομανία για την οποία έχω γκρινιάξει κι άλλες φορές, είτε είναι για κάτι θετικό ("Μας κάνει υπερήφανους", λες και είναι συλλογικό κατόρθωμα κι όχι δημιούργημα των συντελεστών του) είτε αρνητικό ("μας εκθέτει διεθνώς")
 
Κριτικές για τις ταινίες:

- Αιχμάλωτοι του πεπρωμένου

- Να ζει κανείς ή να μη ζει

- Γαβριέλλα η αμαρτωλή της Αθήνας

(δυστυχώς ανυπόγραφες)

ΟΙ ΤΑΙΝΊΕΣ ΠΟΥ ΕΙΔΑΜΕ:

 
Στροφή 180 μοιρών στα δακρυβρεχτα θέματα του κινηματογράφου μας γίνεται με την ταινία " Η Ξανθούλα" εμπνευσμένη από το πασίγνωστο ποιήμα του Σολωμού που προβάλλεται με τον πιο εμπορικό τίτλο " Αιχμάλωτοι του πεπρωμένου". 
Το σενάριο γεμάτο συγκίνηση, ποίηση κι ευαισθησία κατακτά το θεατή και πολλά μαντηλάκια φέρνουν στα μάτια τους οι ευαίσθητες υπάρξεις. 
Ο σκηνοθέτης και παραγωγός Στ. Τατασόπουλος έδωσε τον καλύτερο εαυτό του, ενώ ο Μάνος Κατράκης, η Μιράντα, ο Χρ. Νέζερ κι ο Μορίδης δημιουργούν συγκλονιστικές ερμηνείες.
Χαριτωμένη και απαλή η Άννα Ιασωνίδου ως Ξανθούλα κι εξαίρετος ο Μπριόλας στον καλύτερο ρόλο του. 
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τη μουσική του Γ. Μαλλιδη.
Ταινία με πολιτισμό, με ανθρωπιά που γράφεται στο ενεργητικό του κινηματογράφου μας 
 
 
" Να ζει κανείς ή να μη ζει" λέγεται η άλλη ταινία της εβδομάδας, παραγωγή της εταιρείας "Λαζαρίδη κλπ". 
Εδώ υπάρχει ένα "Γιατί".
Εξηγουμεθα:
Κομεντί πολιτισμένη, φίνα, η καλύτερη ταινία μετά τον " άνθρωπο για όλες τις δουλειές" της παραγωγού εταιρείας, με θαυμάσιο παίξιμο από τους Κωνσταντάρα, Ηλιόπουλο, με κομψή και ραφινάτη την Μηνιάτη, με δημιουργική τη Ρίτα Μουσούρη. 
Όλοι αυτοί συνέθεσαν ένα λαμπρό αποτέλεσμα και ξαφνικά......
Την καλή εντύπωση που διαδέχεται πικρία για την ανίερη, την παράλογη σάτιρα που γίνεται στο πρόσωπο των Εβραίων με το ρόλο που ερμηνεύει ο λαμπρός ηθοποιός κ. Μουστάκας. 
Έξι εκατομμύρια νεκροί, σατιρίζονται με μια ανύπαρκτη, κάκιστη φιγούρα που δεν έχει θέση ούτε στο τελευταίο επαρχιακό μπουλούκι, και λέει ότι " εγώ δεν έγινα σαπούνι γιατί ήμουν αδύνατος" γελοιοποιωντας ψυχές ηρώων.
Όχι κ  Λασκο. Όχι πολύ περισσότερο κ.κ. παραγωγοί. Ούτε οι Εβραίοι ούτε οι Αρμένιοι είναι πια θύματα σάτιρας. Να είσαστε βέβαιοι ότι τα ταμεία δε γεμίζουν έτσι. Κρίμα γιατί μια τόσο όμορφη δουλειά έπεσε σε τόσο χαμηλά επίπεδα. Κρίμα....
 
 
Για την ταινία " Γαβριέλα η αμαρτωλή της Αθήνας" μια λέξη ταιριάζει. " Ντροπή". 
Τι αγωνίζεσθε κύριοι ιδεολόγοι του κινηματογράφου μας, όταν υπάρχουν σκηνοθέτες που γυρίζουν ακόμη τέτοια ανοσιουργηματα; 
Φυσικά για τις ανύπαρκτες φιλοδοξίες και τις κάποτε άλλοτε διατυπωθεισες ικανότητες της κ. Ζετας Αποστόλου ούτε λόγος δε γίνεται πια, πολύ περισσότερο για τα αμφίβολα "προσόντα" του κ Π.Λιαρου.
Τι ήθελε ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς μας σαν τον Ανέστη Βλάχο εκεί μέσα, άγνωστον.
Καημένη έβδομη τέχνη τι τραβάς.....
 
Εμπρός, 12 Μαρτίου 1966
 
Χμμμ... για να βάζει τα "προσόντα" του Λιάρου σε εισαγωγικά υποψιάζομαι ότι εννοεί τα προσόντα που θα εννοούσαμε κι εμείς, δεδομένου του τίτλου της ταινίας, αλλα αναρωτιέμαι πώς είναι σε θέση να αποφανθεί ότι είναι αμφίβολα αφού μιλάμε για ταινία κανονική του 1966 όχι τσόντα οπότε πολύ αμφιβάλλω αν τα εξέθετε σε κοινή θέα. Αλλά γιατί "ανύπαρκτες φιλοδοξίες". Το ταλέντο της μπορεί να ήταν ανύπαρκτο, αλλά αν είχε φιλοδοξίες αυτές ήταν υπαρκτότατες έστω και υπερβολικά αισιόδοξες. Τι εννοεί ο κριτικός?

Αναρωτιέμαι τι σχέση είχε η ηρωίδα της ταινίας με την πραγματική Γαβριέλλα (Ουσάκοβα). Ελάχιστη, υποπτεύομαι, εκτός ίσως από το επάγγελμα.
 

1@elephadas[/USER]

Χωρίς να έχω δει την ταινία (διάβασα μόνο την υπόθεση) δε φαντάζομαι να υπάρχει σχέση με την πραγματική Γαβριέλλα, η οποία και ζούσε φυσικά όταν γυρίστηκε το φιλμ. Αυτό που σκέφτομαι είναι πως το όνομα της ήταν τόσο γνωστό που χρησιμοποιήθηκε μάλλον ως διαφημιστικό τρικ για να προσελκύσει κόσμο. Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι πως -απ ότι διάβασα- στην ταινία δεν υπάρχει Γαβριέλλα, την Αποστόλου τη λένε Ινέζ,οπότε πρόκειται ίσως για χοντρό φούμαρο των σκηνοθετοπαραγωγών. 

Να σημειώσω επίσης πως έχω παρατηρήσει πως όταν οι κριτικοί της εποχής γράφαν καλά για κάποιον τον αποκαλούσαν με το όνομα του σκέτο. Όταν όμως επρόκειτο να ρίξουν χοντρό κράξιμο τους λέγανε κυρίους και κυρίες...?

Σήμερα θα σας ανεβάσω μια κριτική για τη "Συνοικία το Όνειρο".

Από τις δεκάδες κριτικές που έχω διαβάσει της εποχής εκείνης, πρέπει να πω πως ξεχωρίζω αυτές του Μάριου Πλωρίτη. Κατά τη γνώμη μου ήταν ο πιο διαβασμένος, αντικειμενικός και 'του δε πόιντ' που λέμε κριτικός. Η αίσθηση μου είναι πως πίσω από πολλές κριτικές κρύβονται κι άλλα πράγματα -αντιπάθειες, πολιτικές διαφορές, ως και κακεντρέχεια σε κάποιες περιπτώσεις. Ο Πλωρίτης θεωρώ πως στις περισσότερες περιπτώσεις στάθηκε πάνω απο αυτά, πράγμα όχι εύκολο. 

Συνοικία το όνειρο

 
Η ομάδα των νέων καλλιτεχνών που γύρισε αυτήν την ταινία, θέλησε να ξεφύγει από την τρέχουσα "εμπορική" συνταγή και να προσφέρει ένα έργο γνήσιο σε θέμα, ανθρώπους και πλαίσιο, υπηρετώντας ταυτόχρονα και το γνήσιο κινηματογράφο.
Για τις προθέσεις της αυτές της αξίζει κάθε έπαινος.
Για το αποτέλεσμα υπάρχουν και ενθουσιασμοι, αλλά και επιφυλάξεις.
Η βασικότερη από τις τελευταίες είναι αυτό τούτο το σενάριο. Όχι σαν πλαίσιο βέβαια - όπως ισχυρίστηκαν γελοιωδεστατα μερικοί εθναμυντορες, που ανατριχιασαν επειδή η ταινία παρουσιάζει την άθλια ζωή μιας αθηναϊκής συνοικιας.
Σύμφωνα με τη λογική τους θα ήταν αντεθνικο κάθε έργο που τολμάει να ισχυριστεί πως υπάρχει Ελλάδα και πέρα από τον Παρθενώνα, τη λεωφόρο Σουνίου και τ " Αστέρια".
Σύμφωνα με τη λογική τους, το μέγιστο μέρος της παγκόσμιας ρεαλιστικής λογοτεχνίας θα έπρεπε να παραδοθεί στη γεεννα του πυρός. 
Σύμφωνα με τη λογική τους μερικά απ' τα καλύτερα δημιουργήματα του γαλλικού, γερμανικού, ιταλικού ακόμα και του αμερικανικού κινηματογράφου, θα έπρεπε να γίνουν πρώτη ύλη για τσατσαρες....
Αλλά αυτά είναι αστεία. Κάθε τέχνη έχει το δικαίωμα - και την υποχρέωση- να εικονίζει τη ζωή σ όλες τις αποχρώσεις της. Φτάνει να την εικονίζει αληθινά.
Το "Όνειρο" έχει συλλάβει την όψη της άθλιας ζωης, χρησιμοποιώντας ατόφιο το μοναδικό "ντεκόρ" που προσφέρει η αθηναϊκή συνοικία του Ασυρμάτου. Στην αποτύπωση αυτής της "όψης" εξαίρετη είναι η εργασία του Δήμου Σακελλαρίου, που η φωτογραφία του αναπλασε τις χαμοκελες, τα σοκάκια, και τη μιζέρια του συνοικισμού, με λαμπρή πλαστικότητα, με εκφραστικούς φωτισμούς και χωρίς τη χρησιμοποίηση κανενός εντυπωσιακού "εφφέ".
Πολύ λιγότερο πειστικοί είναι οι άνθρωποι που κατοικούν τη Συνοικία του Ονείρου. 
Αυτό το " λούμπεν προλεταριάτο", που την ιστορία του διηγούνται ο Κ. Κοτζιάς και ο Τ. Λειβαδίτης είναι μια ομάδα άθλιων ανθρώπων που τα όνειρα τους είναι άθλια και οι αποδόσεις τους αθλιοτερες. 
Ο απόφοιτος των φυλακών ονειρεύεται μια διάρρηξη, η λαϊκή κοκκοτουλα ένα σπιτωμα από πλουσιόπαιδο, ο αδύναμος ανθρωπάκος ένα οικοπεδακι που το απαρνιεται για να πάρει μέρος σε λαθρεμπόριο...
Όλοι πλανταζουν μέσα στη μιζέρια, στη λασπουρια, τη γκρίνια, αλλά κανένας δεν πλάθει ένα άξιο όνειρο.
Για να γλιτώσουν απ' την κακομοιριά ονειρεύονται την ατιμία, την κλοπή, την πορνεία, τον εύκολο δρόμο, την ευρεία πύλη.
Η δουλειά η τίμια μοιάζει να τους είναι άγνωστη. 
Και ξαφνικά μεμιάς, εξαγγελιζονται όλοι.
Οι διαρρηκτες μεταμορφώνονται σε φιλάνθρωπους και σώζουν το θύμα τους, η κοκκοτουλα γνωρίζει τον εαυτό της και τον έρωτα, κι ένας πενταπλουμιστος χαρταετός ανεμίζει πάνω από τη συνοικία του ονείρου. ...
Σίγουρα οι σεναριστες θέλουν να υποδηλώσουν πως οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι " κακοί" στο βάθος και πως οι περιστάσεις, το περιβάλλον, η κοινωνία τους εξωθούν στην κακοτητα.
Αλλά ούτε η εσωτερική τους αντίδραση σ αυτήν την εξώθηση δικαιώνεται ούτε η ομαδική μεταστροφή τους είναι πειστική. 
Τα κύρια πρόσωπα του έργου μιλούν και κινούνται πολύ περισσότερο " κατ επιταγήν " των συγγραφέων παρά σαν αυτόνομοι, αυθυπαρκτοι χαρακτήρες....
Με το " Όνειρο" κάνει το ντεμπούτο του σαν κινηματογραφικός σκηνοθέτης ο Αλ. Αλεξανδράκης, που παίζει κιόλας τον κύριο ρόλο του έργου. 
Σαν σκηνοθέτης δείχνει απρόσμενη ωριμότητα και οδηγεί το φακό και τους ηθοποιούς με σημαντική αίσθηση του κινηματογραφικού " δέοντος" και με συστηματική αποφυγή κάθε μελοδραματικης ευκολίας.
Κάνει έτσι μιαν αρχή που επιτρέπει πολλήν αισιοδοξία για τη νέα του αυτή επίδοση.
Σαν ηθοποιός πετυχαίνει την καλύτερη κινηματογραφική ερμηνεία του, σ ένα ρόλο χωρίς μεγάλα προβλήματα βέβαια, αλλά που θα μπορούσε να παρασύρει έναν άλλο σε οικτρους τραμπουκισμους. Ο Αλεξανδράκης μένει απλός, εσωτερικός, κινηματογραφικοτατα εκφραστικός. 
Κοντά του, ο Μάνος Κατράκης πλάθει έναν τύπο αλήτη λιγότερο κινηματογραφικό, αλλά πολύ γραφικό.
Η Αλίκη Γεωργούλη παίζει ζουμερα και χιουμοριστικά τη λαϊκή κοκκοτα.
Η Αλέκα Παιζη κι ο Αλέκος Πετσος είναι ένα ζευγάρι ανθρώπων γεμάτο λιτότητα κι ειλικρινή συγκίνηση. 
Η μουσική του Μ. Θεοδωράκη δεν είναι βέβαια καθαυτό κινηματογραφική μουσική - χρησιμοποιεί βασικά δύο τρία γνωστά τραγούδια του, κι όχι πάντα σωστά τοποθετημένα.
Σαν ανεξάρτητη απ' το έργο έχει φυσικά πολλή γοητεία....
M. Πλωρίτης 
18/10/1961
Ελευθερία
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Αν δεν είχα δει την ταινία την οποία αφορούν οι παρακάτω κριτικές θα έσπευδα να τη δω. Τόσος ο ενθουσιασμός γνωστών προσώπων της εποχής... Έχοντας δει βέβαια την ταινία να πω πως δε συμμερίζομαι  τη θριαμβευτική υποδοχή... Εσείς τι λέτε; 

Αν όλες οι γυναίκες του κόσμου.. 

σενάριο : οι  Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη σε ελεύθερη κινηματογραφική διασκευή

σκηνοθεσία: Νέστορας Μάτσας

Παίζουν: Λ. Κωνσταντάρας, Α. Λαδικού, Χ. Νέζερ, Ε. Μπριόλας, Μ.Μυράτ, Μ. Καλαντζοπούλου.

https://www.retrodb.gr/wiki/index.php/Αν_όλες_οι_γυναίκες_του_κόσμου

-ΑΝ ΟΛΕΣ ΟΙ ΓΥΝΑΊΚΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
 
Για την ταινία αυτή, που κορυφαίοι άνθρωποι των Γραμμάτων και της Τέχνης χαιρετίζουν σαν την καλύτερη ελληνική ταινία, παραθέτουμε φράσεις από τις ενθουσιώδεις κριτικές των.
 
Δ. Ψαθάς: Ο Νέστορας Μάτσας επεστρατευσε τον Αριστοφάνη κατά της... ατομικής βόμβας. Πρωτότυπη η έμπνευση του αλλά καλοπροσδεκτη και αξία επαίνου, προπάντων για τον υψηλό αντιπολεμικό στόχο της
 
ΚΥΒΕΛΗ: Ταινία εξαιρετικά πρωτότυπη.. Όλοι οι ηθοποιοί είναι θαυμάσιοι. Η φωτογραφία παρά πολύ καλή, οι κοπέλες που παίζουν πολύ όμορφες... Μια ταινία που πρέπει να τη δουν όλοι... Έχει αλήθεια κι ομορφιά.. 
 
ΡΟΖΊΤΑ ΣΩΚΟΥ: Μια χαριτωμένη ταινία με σφιχτοδεμένο σενάριο, αδιαπτωτο κεφι, αλλεπάλληλα ευρήματα.
 
ΠΑΎΛΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΟΣ:  Βαθύτατα ανθρώπινο, λιτό, κλασικό, προσφέρει μέσα από τη χαρά πηγαία συγκίνηση.
 
ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΕΩΡΓΙΆΔΗΣ: Είναι μια όαση μέσα στην εφετινή παραγωγή αυτή η τόσο έξυπνη ταινία του Νέστορα Μάτσα, πλαισιωμένη με τόσο διαλέκτους ηθοποιούς. Ένας Κωνσταντάρας απολαυστικός, μια Λαδικού ευαίσθητη, φωτογραφημένη περίφημα και μια ολοδροση Μίρκα Καλαντζοπούλου, που με το ζωντανό παίξιμο της σου μεταδίδει τη χαρά της ζωής. Μπράβο.
 
ΒΙΩΝ ΠΑΠΑΜΙΧΑΛΗΣ:  Μια ταινία γεμάτη χιούμορ και συγκίνηση, ανθρωπιά και πίστη σε ένα καλύτερο αύριο χωρίς πολέμους. 
 
Εμπρός
21/1/1967
 
Ακριβώς. Ο Ψαθάς αγνοεί τελείως την ταινία και επικεντρώνει την "κριτική" του στους ευγενείς αντιπολεμικούς στόχους (δεν λέει καν "αντιπολεμικό μήνυμα", μόνο "στόχους"), Μα σε μια ταινία ή οποιαδήποτε άλλη δουλειά δεν μετράνε μόνο οι στόχοι, μετράει και το αποτέλεσμα. Κι εγώ είμαι εναντίον του πολέμου και της ατομικής βόμβας αλλά αυτό δεν θα πει ότι θα φτιάξω μια ταινία που θα βλέπεται αν με κάτσεις σε μια καρέκλα σκηνοθέτη και μου βάλεις τη σχετική ντουντούκα στο χέρι.

Έχουν περάσει χρόοοονια από την εποχή που είδα την ταινία, αλλά θυμάμαι ότι παρά τους στόχους της τη βρήκα μάλλον χαλαρή και λίγο βαρετή στο σενάριο αλλά και στη σκηνοθεσία (διάλογοι, ταχύτητα"δράσης", πλοκή - τελείως αντίθετη γνώμη από της Σώκου). Ο Νέστορας Μάτσας ήταν συμπαθέστατος και μου άρεσαν αρκετά οι εκπομπές του αλλά νομίζω ότι οι φιλοδοξίες του στην ταινία ξεπερνούσαν τις δυνατότητές του. Και θυμάμαι ότι δεν μου άρεσε η Λαδικού. Όμορφη γυναίκα και καλή ηθοποιός γενικά αλλά δεν της ταίριαζε ο ρόλος.

Αλλά δεν καταλαβαίνω πώς μπορούν να λένε ότι η έμπνευση ήταν πρωτότυπη και στην ίδια πρόταση να αναφέρονται στον Αριστοφάνη. Άρα την πρωτότυπη έμπνευση την είχε αυτός, όχι ο Μάτσας.

Συμφωνώ με τους μη-τεχνικούς χαρακτηρισμούς (ανθρωπιά, ευαισθησία, πίστη σε καλύτερο αύριο χωρίς πολέμους, αντιπολεμική, όμορφες κοπέλες), αλλά όλα αυτά ήταν αναγκαίες συνθήκες για να είναι καλή μια ταινία με αυτό τον στόχο. Όχι ικανές. Χρειάζονταν κι άλλα που έλειπαν. Όχι ότι η ταινία ήταν κακή, απλώς μέτρια.

Αν και πολύ πιο φιλόδοξη παραγωγή, εξ ίσου μέτρια κατά τη γνώμη μου ήταν και η "Λυσιστράτη" του Σκαλενάκη λίγα χρόνια μετά. Ίσως ο Αριστοφάνης να μην προσφέρεται για κινηματογραφικές μεταφορές.
 
Ή ίσως οι Σκαλενακης και Μάτσας να μην ήταν τέτοιου επιπέδου σκηνοθέτες...

Απ την άλλη αφού ήθελαν σώνει κ ντε Αριστοφάνη δεν έφερναν το Σολομό με την Αρώνη να δουν θεού πρόσωπο;; 

(Το ζευγάρι Κωνσταντάρας - Λαδικού είναι από τα λιγότερο ταιριαστά που έχω δει στο σινεμά)
 
Θα κάνω μια εξαίρεση και θα ανεβάσω μια θεατρική κριτική για μια παράσταση που δημιούργησε μεγάλο ντόρο.

Το 1990 η Αλίκη Βουγιουκλάκη αποφασίζει να ανεβάσει Αντιγόνη. Επίδαυρος. Σκηνοθέτης ο Βολανάκης.

Τα νταούλια είχαν αρχίσει να βαράνε με την ανακοίνωση της παράστασης. Οι συντελεστές δεν πτοήθηκαν. Το θέατρο γέμισε. Η Βουγιουκλάκη πήρε ίσως τις χειρότερες κριτικές της καριέρας της. Η ίδια πάντως υπερασπίστηκε την επιλογή της. 

Θόδωρος Κρητικός ο κριτικός. Αρθρογραφούσε στον Ταχυδρόμο και στην Ελευθεροτυπία. Είχε πάμπολλες διαμάχες για τις κριτικές του. Η αλήθεια είναι πως δε χρωστούσε καλή κουβέντα σε άνθρωπο...Δεν έχω δει τις παραστάσεις για να πω αν ήταν δίκαιος. Πάντως ήταν... φαρμακερός...

Αν κάποιος έχει παρακολουθήσει την παράσταση ας μας γράψει τη γνώμη του.

Νιάου νιάου η Αντιγονούλα.....

(......) Έρχομαι με κομμένη την ανάσα από το αρχαίο θέατρο να σας αφηγηθώ μια ιστορία τραγικής ύβρεως και πτώσης, ικανή να σταλάξει τον ελεο και το φόβο στην ψυχή και του πιο αμετανόητου ακόμη οιηματία.

Η παράσταση πρέπει τουλάχιστον να βοήθησε και τους αφελέστερους ακόμη να κατανοήσουν τους βαθύτερους λόγους για τους οποίους η κ. Βουγιουκλάκη είναι εκ προοιμίου ακατάλληλη για την αρχαία τραγωδία.
Πρέπει να τους βοήθησε να συνειδητοποιήσουν ότι το πρόβλημα της είναι πολύ πιο ουσιαστικό, από το αν διαθέτει ή όχι επαρκές υποκριτικό ταλέντο, τραγικό κύρος, φωνητική δεξιοτεχνία. Ότι έχει να κάνει με την περί θεάτρου νοοτροπία που αυτή εκπροσωπεί και που βρίσκεται σε διαμετρική αντίθεση με εκείνη της τραγωδίας. 
(.....) Άνθρωποι σαν την κ. Βουγιουκλάκη από την άλλη μεριά είναι φορείς μιας απροσχηματιστης κερδοσκοπικής αντίληψης του θεάτρου. Χρησιμοποιούν τη σκηνή σα βιτρίνα ή σαν πασαρέλα μέσω της οποίας εμπορεύονται ένα " ίματζ" που έχει προσεκτικά σχεδιαστεί, με περίσσιο ναρκισσισμό και όχι λίγη όρεξη χρηματικών απολαβών.
Άνθρωποι σαν την κ Βουγιουκλάκη δεν έρχονται στην ορχήστρα ενός αρχαίου θεάτρου με στόχο να υπηρετήσουν το όραμα ενός μέγιστου ποιητή. Έρχονται για να βάλουν το Σοφοκλή να υπηρετήσει το φανταχτερό όραμα της δικής τους δημόσιας προσωπικότητας, του ειδώλου που συστηματικά καλλιεργούν και προωθούν προς τις μάζες. Ούτε στιγμή δε θα σταθούν να αναρωτηθούν αν το ερμηνευτικό τους ταλέντο έχει κάτι να προσφέρει στην ποιητική μορφή της Αντιγόνης.
Εκείνο που τους απασχολεί είναι το μπορεί να προσφέρει η Αντιγόνη σ αυτούς.
Πως μπορούν να εκμεταλλευτούν ένα φημισμένο κείμενο, ένα επιβλητικό αρχαίο θέατρο και ένα καταξιωμένο φεστιβάλ, για να βελτιώσουν παραπέρα το " ίματζ" που πουλούν στο κοινό.
Η παράσταση στο σύνολο της κι όλα τα επιμέρους στοιχεία της, η σκηνοθεσία, τα κοστούμια, η μουσική, η διανομή των ρόλων, δε νοούνται παρά μόνο σαν ένα είδος πακέτου, σαν το γυαλιστερό περιτύλιγμα του παραπάνω εμπορεύματος. 
(.....) Ο κ. Βολανάκης επωμίστηκε τελικά και την ευθύνη της μετάφρασης του κειμένου ψιμυθιωντας ακόμη μια φορά, με τη γνωστή του ναρκισσευομενη καλλιέπεια, τον άμεσο απέριττο λόγο της τραγωδίας.
Οι φανταχτερές του φράσεις, η υπέρμετρη έμφαση και η αυτάρεσκη περιπάθεια, οι φορτικές συνηχήσεις και οι αλλεπάλληλοι φιόγκοι των κοσμητικών επιθέτων, ταπείνωσαν το στίχο του Σοφοκλή, κατεβάζοντας τον στο επίπεδο διαφημιστικού σλόγκαν.
Το πακέτο περιείχε και μια ετερόκλητη συνάθροιση ηθοποιών, ανθρώπων διαφορετικής καλλιτεχνικής προέλευσης, ύφους, αναστήματος και ιδιοσυγκρασίας, που βρέθηκαν διαθέσιμοι για τη βιαστική στελέχωση του εγχειρήματος.
Στον κεντρικό ρόλο του Κρέοντα, ο Πέτρος Φυσσούν έκανε μια από τις θλιβεροτερες εμφανίσεις της σταδιοδρομίας του, η οποία εδώ και χρόνια ακολουθεί σταθερά καθοδική πορεία. 
Απαγγέλοντας μηχανικά και ανόρεχτα στίχους, τους οποίους όχι μόνο δεν έδειχνε να κατανοεί, αλλά για τους οποίους δεν έδειχνε να διαθέτει καν στοιχειώδες ενδιαφέρον, αρκέστηκε να εναποθέσει όλες τις ελπίδες του για την κατάκτηση κάποιου τραγικού μεγέθους στις υπερυψωμένες σόλες των παπουτσιών του και μόνο.
Το ίδιο μηχανικός εμφανίστηκε στο ρόλο του Αίμονα και ο Αντώνης Θεοδωρακόπουλος, του οποίου η συχνά εξεζητημένη απαγγελία προσέγγιζε τα όρια του στομφου.
Ευπρεπείς, αλλά ασήμαντες, οι επιδόσεις της Αθηνάς Τσιλύρα ( Ισμήνη) και του Τιμου Περλεγκα ( φύλακας), παραχωρούσαν στον Στέφανο Κυριακίδη ( Άγγελος) τον τιμητικό τίτλο της ειλικρινεστερης και πιο ολοκληρωμένης προσπάθειας. 
Και η πρωταγωνίστρια; 
Πως διεκπεραίωσε τελικά η κ. Βουγιουκλάκη τον άθλο, στον οποίο βρέθηκε με τόση ελαφρότητα μπλεγμένη;
Μα φυσικά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που αντιμετωπίζει όλους τους αλλοπροσαλλους άθλους προς τους οποίους την σπρώχνει η ακατασίγαστη καλλιτεχνική της ανασφάλεια. 
Με τον ίδιο τρόπο που αντιμετώπισε κατά καιρούς τη βιεννέζικη οπερέτα, τη ροκ όπερα, την αριστοφανική κωμωδία. Δηλαδή με την αφελή προσπάθεια εξωτερικής μίμησης κάποιων στοιχείων που την έχουν εντυπωσιάσει στις επιδόσεις των πραγματικών επαγγελματιών του είδους.
Το έχω γράψει αρκετές φορές, αλλά είμαι υποχρεωμένος να το γράψω και πάλι.
Η κ. Βουγιουκλάκη δεν είναι πραγματικός ηθοποιός - ούτε καν κακός ηθοποιός. Είναι απλώς μίμος.
Δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει να βιώνει ένας καλλιτέχνης το ρόλο του. Ξέρει μόνο να " καμώνεται", σαν τα παιδιά.
Συλλαμβάνει την τέχνη της υποκριτικής σαν μια σειρά από εντυπωσιακά " καμώματα" - γέλια, δάκρυα, τσαχπινιές, πόζες, περιγραφικές χειρονομίες....
Η προσέγγιση των ρόλων της γίνεται στο ίδιο πνεύμα, με το οποίο ένας δεξιοτέχνης του βαριετέ εκτελεί τα νούμερα του.
Σαν μια σειρά από εντυπωσιακά κόλπα μηχανικής αντιγραφής των εξωτερικών στοιχείων ενός προτύπου, που σκοπό έχουν να καταπλήξουν το κοινό. Όχι να επικοινωνήσουν μαζί του ψυχικά.
Έχει πραγματικά μεγάλο γούστο να παρακολουθεί κανείς το Αλικακι να εκτελεί το νούμερο της " μεγάλης τραγωδού".
Με τη φωνή της τοποθετημένη αφύσικα στα βάθη του στέρνου, με το κεφάλι ψηλά και το στήθος προτεταμένο σε στάση αγέρωχου μεγαλείου, να τραγουδάει παράφωνα τις γραμμένες στο γόνατο μελωδίες του Μίκη Θεοδωράκη.
Ή να ανεμίζει τα χεράκια της πάνω και κάτω, σαν κυριευμένη από πατριωτικό μένος μαθήτρια σε σχολική απαγγελία της 25ης Μαρτίου.....
Πριν από είκοσι περίπου χρόνια είχα προβλέψει ( στο ρόλο του Τειρεσία τότε και όχι του Αγγελιοφόρου) πως η εμπλοκή της αναβίωσης του αρχαίου δράματος στη χώρα μας με την τουριστική μας βιομηχανία δε θα μας έβγαινε σε καλό.
Πρέπει να ομολογήσω, πως ούτε στους χειρότερους εφιάλτες μου δε μπορούσα να φανταστώ, που θα κατέληγε το πράγμα.
9 Ιουλίου 1990 
Ελευθεροτυπία.
 
* Εχω κόψει δυο τρεις παραγράφους απο την κριτική. Λίγα στην εισαγωγή κι ένα "λούσιμο" του Βολανάκη. 
 
* Στο ΥΤ κυκλοφορεί ένα μικρό απόσπασμα της παράστασης. 
 

 
Ο Κρητικός ήταν αυστηρός κριτικός, αλλά το απόσπασμα του Youtube νομίζω τον δικαιώνει. Ανεκδιήγητο παίξιμο (προσέξτε πώς χωρίζει τη φράση "στερνές αχτίδες του Ήλιου" με παύση μετά το αχτίδες και πώς τονίζει το "Ήλιου" λες και το σπουδαίο είναι ότι οι αχτίδες είναι του Ήλιου (αντί του Άλφα Κενταύρου, ας πούμε) και όχι ότι είναι οι στερνές. Και το τραγούδι είναι τελείως άσχετο.

Τώρα που έγραψα τραγούδι θυμήθηκα κάτι από την Αλικική "Λυσιστράτη" που ενισχύει τον ισχυρισμό του Κρητικού ότι η σταρ δεν υπηρετούσε το κείμενο αλλά το χρησιμοποιούσε. Πρόκειται για τον πασίγνωστο "Μύθο" του Χατζιδάκι. Είναι διάλογος μεταξύ του χορού των γερόντων (πρώτο τμήμα του) και του χορού των γραιών ("Για τον μύθο που μας λέτε...").  Αλλά τι ήξερε ο Αριστοφάνης από θέατρο? Έτσι η Βουγιουκλάκη τον βελτίωσε, τραγουδώντας η ίδια το γυναικείο κομμάτι (και το τραγούδησε και χάλια, σε αντίθεση με τον άντρα τραγουδιστή που ήταν πολύ καλός, αλλά δεν έχει σημασία, και ωραία να το έλεγε το πρόβλημα ήταν η οικειοποίηση του χορικού, όχι η κυριολεκτική και μεταφορική εκτέλεσή του). Κα μη μου πει κανείς ότι ήταν θέμα σκηνοθέτη, διότι ο σκηνοθέτης εκανε αυτό που ήθελε η Βουγιουκλάκη όχι το αντίθετο. Σιγά μην άφηνε η Α.Β. μια ασήμαντη κορυφαία του χορού να πει το αβανταδόρικο τραγούδι επειδή αυτό ήθελε το κείμενο.

Βέβαια από τότε και μετά έχουν γίνει τέτοια τερατουργήματα στην Επίδαυρο που της Βουγιουκλάκη μοιάζει πταίσμα. Αλλά οι αρχικοί ένοχοι έκαναν δυνατά τα εγκλήματα των μεταγενεστέρων. Διέφθειραν και το κοινό. Θυμάμαι είχα πάει στην Επίδαυρο γύρω στο 2005 για τους Αχαρνής με το Λαζόπουλο. Αν και ήμουν τελείως αρνητικά προδιατεθειμένος λόγω του πρωταγωνιστή, η παράσταση ήταν πολύ καλή. Αλλά το κοινό χειροκρότησε όταν πρωτοεμφανίστηκε ο σταρ Λαζόπουλος αλλά και αργότερα όταν πρωτοβγήκαν ο Πιατάς και ο Τζεβελέκος. Πράγμα που με έκανε να ανατριχιάσω, διότι παλιά ήταν κάτι το αδιανόητο, και απέδειξε ότι το κοινό δεν είχε πάει για να δει "Αχαρνής" αλλά "Λαζόπουλο". Και σίγουρα το κοινό της Αντιγόνης είχε πάει να δει Βουγιουκλάκη (κάποιοι από αυτούς ίσως περιμένοντας με κακεντρέχεια να τη δουν να σπάει τα μούτρα της) και όχι να παρακολουθήσει μία από τις κορυφαίες και διαχρονικά επίκαιρες τραγωδίες.

Αλλά η "διάγνωση" του Γιώργου Μεσσάλα ότι η Α.Β. "έβγαλε" τον καρκίνο (λες και πρόκειται για κανένα εξάνθημα) από τη στενοχώρια της ήταν επιεικώς ανόητη. Γιατί άνθρωποι σοβαροί και ικανοί στους τομείς τους αμολάνε τέτοιες βλακείες σε θέματα για τα οποία δεν έχουν ιδέα ποτέ μου δεν το κατάλαβα.
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
Εγώ διαβάζω τις κριτικές του Κρητικού για διασκέδαση... Είχε απολαυστικό γράψιμο κι εντάξει, δεν είχε αφήσει κανέναν "αστολιστο"... Από Βουγιουκλάκη και Καρέζη μέχρι Λαζόπουλο και Κιμούλη από Γιάννη Ζουγανέλη μέχρι Αλέξη Σολομό όλους τους εχει περάσει ένα λούσιμο.. άλλους βέβαια πιο πολύ κ με μεγαλύτερη συνέπεια...

Στο θέμα της Βουγιουκλάκη συμφωνώ πολύ με τον Ελέφαντα πως δημιουργήθηκε κακό προηγούμενο και το συνδέω απολύτως με την συσχέτιση που έκανε ο Κρητικός αρχαίο δράμα- τουρισμός.

Πέρα από οτιδήποτε μπορεί κανείς να πει για την παράσταση δε μπορώ να καταλάβω πως επέλεξε να παίξει έναν τέτοιο ρόλο σε αυτήν την ηλικία... Δηλαδή σκέφτηκε α, είμαι εξήντα ας παίξω Αντιγόνη; Δε μπορώ να το καταλάβω. 

Καποτε μια συγγενισσα ενός μεγάλου τραγουδιστή μου έλεγε πως έβγαλε τον καρκίνο απ τη γλωσσοφαγιά... Ήταν μεγάλη στην ηλικία και το απέδωσα εκεί.. ίσως είναι αντιλήψεις μιας άλλης γενιάς
 
Και αν σκεφτούμε ότι η Αντιγόνη ήταν εγγονή της μαμάς της από γενιές, και ο Κρέων ήταν αδελφός της μαμάς/γιαγιάς, έπρεπε να βρουν έναν ηθοποιό 2 γενιές γεροντότερο από τη Βουγιουκλάκηγια να τον παίξει, άρα γύρω στα 100.

Αν ήταν πάντως καλή στο ρόλο δεν θα πείραζε η αταίριαστη ηλικία. Ο θεατής είναι πρόθυμος να αγνοήσει την πραγματικότητα σε τέτοιες περιπτώσεις. Όπως μπορούμε να δεχτούμε έναν υπέροχο άνθρωπο σε ρόλο εγκληματία και δολοφόνου, μπορούμε να δεχτούμε και μια μεγάλη γυναίκα σε ρόλο Ιουλιέττας. Αρκεί να πείθει. Η Λαμπέτη στα 43 της έπαιξε με μεγάλη επιτυχία την Φράνκυ που ήταν, υποτίθεται, κοριτσόπουλο. Η Παξινού έπαιξε τη Μήδεια στα 56 της. (Λίγο έλειψε να βάλω και τη Συνοδινού την οποία είδα στην "Ελένη" του Ευριπίδη στα 50 της αλλά συνειδητοποίησα ότι η Ωραία Ελένη τα είχε τα χρονάκια της όταν έπεσε η Τροία οπότε αυτή δεν μετράει)
 

1@elephadas[/USER]

μιας που παραπάνω έθιξες το θέμα με τα κόψε ράψε κ τα του χορού που παίρναν τα λόγια οι πρωταγωνιστές βρήκα κι άλλη παράσταση που έγινε αυτό με την Καρέζη κι έφαγε κι αυτήν την ανάλογη γιούχα για αυτήν την επιλογή. Γενικώς εκείνη η παράσταση είχε παρασκήνιο οπότε με αφορμή την αντίστοιχη κριτική θα γράψω. Πρώτα όμως σας χρωστάω την κριτική του Ταχυδρόμου για την Αντιγόνη. 

Εγώ πιστεύω πως η Αντιγόνη πρέπει να έχει φρεσκάδα ή αλλιώς να μιλάμε για ΤΗΝ ηθοποιό. 

Θα ηθελα αν ήξερες να μας γράψεις εντυπώσεις εκείνης της εποχής για τον Κρητικό, μου έχει εξάψει την περιέργεια. 

Η Αλίκη ως λυδια λίθος
 
Η Αλίκη στην Επίδαυρο! Όπως λέμε " η Αλίκη στο ναυτικό".... Η Αλίκη τραγωδός! 
Όπως λέμε ο Καραγκιόζης γιατρός, ο Καραγκιόζης τενόρος, ο Καραγκιόζης αστροναύτης...
Πραγματικά, όπως ακριβώς ο πολυτεχνίτης λαϊκός ήρωας του θεάτρου σκιών καταπιάνεται με όλα τα επαγγέλματα και όλες τις ειδικότητες που μπορεί να βάλει το μυαλό του ανθρώπου, στην απελπισμένη του προσπάθεια να εξασφαλίσει το καρβέλι της μέρας και να επιβιώσει, έτσι και το πολυμήχανο λαϊκό ίνδαλμα της ελληνικής σκηνής, η Αλίκη Βουγιουκλάκη, καταπιάνεται με όλα τα είδη θεάτρου προκειμένου να τροφοδοτήσει το μύθο της και να τον διατηρήσει ζωντανό. 
Πριν από λίγα χρόνια, αποφάσισε να εισβάλει στο χώρο της βιεννεζικης οπερέτας με την εύθυμη χήρα του Στράους.
Αργότερα ανακήρυξε τον εαυτό της αστέρα της ροκ όπερας με την Εβίτα.
Ακόμα παραπέρα έκανε επιδρομή στην αριστοφανικη κωμωδία με την ανεκδιηγητη Λυσιστράτη της.
Τώρα οικειοποιείται και την τραγωδία με την Αντιγόνη του Σοφοκλή...
Το μόνο σημείο στο οποίο η σταδιοδρομία της διαφέρει αποφασιστικά από εκείνη του Καραγκιόζη είναι στην κατάληξη των ποικίλων κι αλλοπροσαλλων αυτών εξορμήσεων της. 
Η αναρμοδιοτητα του Καραγκιόζη ξεσκεπάζεται πάντα πριν από το τέλος της βραδιάς. Κι ο Βελιγκεκας τον πετάει κακήν κακώς έξω από το σαράι. 
Ενώ η πολυπραγμοσυνη της Αλίκης αμείβεται πάντα με μπόλικη δημοσιότητα.  Η οποία και σε ένα δεύτερο στάδιο εξαργυρώνεται με την ανάλογη κίνηση στο ταμείο.
Όχι ότι είναι πολύ δύσκολο να διακρίνει κανείς τα τσαλιμια της παλιάς βεντέτας της Φίνος φιλμ, κάτω από τη σοβαροφανή πλερέζα της σύγχρονης Αντιγόνης. Όχι ότι χρειάζεται ιδιαίτερα προικισμένο μουσικό αφτί για να ακούσει κανείς το νιαούρισμα της γατούλας του 1950 κάτω από τον παράφορο τραγικό κομμό του 1990.
Απλώς οι παράγοντες του ΕΟΤ που οργανώνουν το φεστιβάλ της Επιδαύρου είναι στα καλλυντικά ζητήματα περισσότερο αναρμόδιοι κι απ' ότι είναι ο Καραγκιόζης σε ζητήματα ιατρικής και αστροφυσικής.
Επομένως αν ήταν να αναλάβει να ξεχωρίσει ο Βελιγκεκας με το στειλιαρι του τους άσχετους απ' τους σχετικούς, πρέπει να αρχίσει το θεάρεστο έργο του με τα ανώτερα κλιμάκια του Τουρισμού, πριν φτάσει στα καλλιτεχνικά στελέχη των εκδηλώσεων και στις πρωταγωνίστριες τους.
Σκέφτομαι πως σε τελευταία ανάλυση θα πρέπει ενδεχομένως να χρωστάμε χάρη στην Αλίκη Βουγιουκλάκη που με τον πρωτόγονο καλλιτεχνικό φαταουλισμο της βοήθησε να ξεμασκαρευτουν τόσα βαρύγδουπα είδωλα του δημοσίου βίου μας.
Που συντέλεσε να συνειδητοποιήσουμε πόσο εύκολα ξεπουλά το ταλέντο του ο Μίνως Βολανάκης, σε εγχειρήματα με απροσχηματιστους εμπορικούς στόχους και μόνον. 
Η σκηνοθετική παρουσία του στην ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου ήταν από απλώς γραφική έως εντελώς ανύπαρκτη, με τους ηθοποιούς να τραβούν ασυντόνιστοι ο καθένας τον ξέχωρο δρόμο του.
Με τον Πέτρο Φυσσούν στο ρόλο του Κρέοντα να απαγγέλλει μηχανικά κι ανόρεχτα στίχους για των οποίων το περιεχόμενο και το ποιητικό βάρος φαινόταν να έχει πολύ θολή μόνον ιδέα.
Με τον Αντώνη Θεοδωρακόπουλο στο ρόλο του Αίμονα να ναρκισσευεται φωνητικά.
Και με τον Ηλία Λογοθέτη, στο ρόλο του Τειρεσία να επιδίδεται σε εκφραστικές ασκήσεις στην κλίμακα του γκροτεσκου...
Πρέπει να χρωστάμε χάρη στην Αλίκη που δοκίμασε την αντοχή του Μίκη Θεοδωράκη στις πιέσεις της αγοράς και την απόδειξε θλιβερά μειωμένη. 
Η μουσική επένδυση που έγραψε για την παράσταση ήταν τόσο πρόχειρη, που ακόμη και οι παραφωνίες της πρωταγωνίστριας δε μπορούσαν να την αδικήσουν. 
Σαν λυδια λίθος η βεντέτα της εμπορικής μας σκηνής έβαλε σε δοκιμασία τον χρυσό όλων των καλλιτεχνικών μας θεσμών και τον βρήκε τενεκέ ξεγανωτο!.
Θ. Κρητικός
Ταχυδρόμος, 26/7/1990
 
Πίσω
Μπλουζα