Ρετρό "εναλλακτικές" λέξεις

Το υδροχλωρικό οξύ είναι "Σπίρτο του άλατος" όχι σκέτο σπίρτο. Σπίρτο πράγματι είναι το οινόπνευμα. Φυσικά το οινόπνευμα είναι παλαιότατη λέξη, αλλά είναι λόγια, ενώ σπίρτο είναι "της πιάτσας". Και στα αγγλικά τα οινοπνευματώδη ποτά λέγονται "spirits". Δεν είναι τόσο διαφορετικές λέξεις όσο φαίνονται: "Σπίρτο" είναι απλώς παραφθορά ξένου όρου για το "πνεύμα". Αν και τελικά μάλλον το χρησιμοποιούμε για ο,τιδήποτε είναι καυτό (σπίρτα, HCl, οινόπνευμα....)

Όπως λέγανε στην προαεροδρομιακή εποχή, ο Υμηττός χώριζε την πεδιάδα του πνεύματος (Αθήνα) από την πεδιάδα του οινοπνεύματος (Μεσόγεια) :)
 
pardalotzatziki είπε:
Ντοματα=πομιλορι?

Το Λάσι αντι για Κόλεϋ(τη ρατσα) το ανεφερε κανεις?
Έτσι ακριβώς για την ντομάτα. Επίσης τη ράτσα σκύλου poodle που την λένε εδώ και πολλά χρόνια κανίς. Το υδροχλωρικό οξύ που το λέγαν και βιτριόλι...
 
Πάλι θα πεταχτώ εγώ ο ρετροχημικός. Το βιτριόλι είναι το θειικό οξύ. Πάντα ήταν. Γι΄αυτό και έκαιγε έτσι τις φάτσες των άπιστων συζύγων και των όμορφων αντιζήλων. Το υδροχλωρικό οξύ ήταν το ακουαφόρτε. Δεν ξέρω κατά πόσο θεωρούνται ρετρό ονομασίες αυτά, αλλά η ελεύθερη πώλησή τους είναι ή θα γίνη ρετρό. Δεν ξέρω αν ακουαφόρτε πουλιέται ακόμη ελεύθερα αλλά βιτριόλι σίγουρα όχι.
 
elephadas είπε:
Πάλι θα πεταχτώ εγώ ο ρετροχημικός. Το βιτριόλι είναι το θειικό οξύ. Πάντα ήταν. Γι΄αυτό και έκαιγε έτσι τις φάτσες των άπιστων συζύγων και των όμορφων αντιζήλων. Το υδροχλωρικό οξύ ήταν το ακουαφόρτε. Δεν ξέρω κατά πόσο θεωρούνται ρετρό ονομασίες αυτά, αλλά η ελεύθερη πώλησή τους είναι ή θα γίνη ρετρό. Δεν ξέρω αν ακουαφόρτε πουλιέται ακόμη ελεύθερα αλλά βιτριόλι σίγουρα όχι.
Ναι ναι! Δίκιο έχεις. Αμφιταλαντευόμουνα ανάμεσα σε υδροχλωρικό και θειϊκό οξύ. Άκουαφόρτε είναι το σωστό. Το άκουφορτε κυκλοφορεί κανονικά εδώ πάντως.
 
Το υδροχλωρικο πωλειται ακομα...

Και τις περισσοτερες φορες το λενε σπιρτο....δεν εχω ακουσει να ζηταει κανεις οινοπνευμα ως σπιρτο...

Και ημουνα σε μαρκετ για 4+ χρονια...
 
Θυμήθηκα 2 ακόμη λέξεις που δεν πολυ χρησιμοποιούνται πια! Προκυμαία και καπηλειό. Το καπηλείο είναι αυτό που λέμε κουτούκι και η προκυμαία, μώλος ή αποβαθρα.
 
Το καπέλο άκουγα τη μάνα μου που το έλεγε ρεπούμπλικα και πολλοί από τους παλιούς τα dvd player τα λένε βίντεο.
 
Σόμπα = Θερμάστρα

Ποκ-κορν(του τηγανιού) = Καλαμπόκι

Καλαμπόκι(της φουφούς) = Αραποσίτι

Κάρτα (με το όνομά σου) = Επισκεπτήριο

Σκηνή = Τσαντίρι

Ζάρια = Κόκαλα

Αδιάβροχο = Άνορακ, Νιτσεράδα

Τασάκι = Σταχτοθήκη

Ταμπακιέρα = Τσιγαροθήκη

Σπίρτο = Τσακμάκι

Πορτατίφ = Λαμπατέρ

Τραπεζομάντηλο = Ναπερόν

Μαξιλάρι = Προσκέφαλο (έχει και γενικότερη έννοια, αλλά το λέγαν και ειδικά)

Κάτω μέρος του κρεβατιού = Κατωπόδαρα (!!!)

Μπαούλο = Σεντούκι

Μπαουλοντίβανο = Ντιβανοκασέλα, Ντιβανομπάουλο

Τζάκι = Παραγώνι

Πάσχα = Λαμπρή

Μούσι = Γενειάδα, Γένι, Γένια

Φουγάρο = Μπουρού, Μπουρί

Μπαταρία (η πλακέ) = Στήλη

Φακός (φωτισμού) = Κλεφτοφάναρο
 
Ναι, ρεπούμπλικα ήταν είδος καπέλου. Ένα όνομα θα σας πω που μου έρχεται στο μυαλό με τη λέξη αυτή: Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ

Πολλά από αυτά τα ζευγάρια που θυμήθηκε ο ΦΖΠ1 ήταν απόλυτα συνώνυμες (συχνά μετάφραση από ξένα στα ελληνικά), άλλες όμως όχι ακριβώς.

Ας πούμε το λαμπατέρ είναι η ψηλή λάμπα με πόδια που στέκεται στο πάτωμα ενώ το πορτατίφ είναι μικρότερη λάμπα πάνω σε τραπέζι. Το λαμπατέρ εχει μεγαλύτερο αμπαζούρ από ένα πορτατίφ, παρόλο που μπορεί να είναι σετ με παρόμοια (αλλά διαφορετικού μεγέθους) αμπαζούρ. Η λάμπα του λαμπατέρ είναι κανονικά σε μεγαλύτερο ύψος από ενός πορτατίφ. Όταν η Βέμπο τραγουδούσε "αγκαλιά εγώ κι εσύ / στο αμπαζούρ το θαλασσί / από κάτω" εννοούσε σίγουρα λαμπατέρ, για γεωμετρικούς λόγους :)

Σόμπα / θερμάστρα είναι συνώνυμα

Επισκεπτήριο ήταν το "καρτ ντε βιζίτ" (ακριβής μετάφραση άλλωστε) και έχει φαντάζομαι τελείως καταργηθεί πια, υπάρχει μόνο ως επαγγελματική κάρτα.

Τσαντίρι (τσαντήρι) λέγαμε μόνο τις σκηνές των (τότε, σε εποχή μη πολιτικής ορθότητας) γύφτων, όχι τις στρατιωτικές, τουριστικές ή προσκοπικές σκηνές που λέγονται και αντίσκηνα. "Τσιγγάνα στο τσαντήρι σου / στρώσε διπλό ντιβάνι / να σκάσουν απ' τη ζήλεια τους / τσιγγάνες και τσιγγάνοι" τραγουδούσαν η Πόλυ Πάνου με τον Μανώλη Χιώτη

Μπουρού αντί για μπουρί πρώτη φορά το ακούω και μου φαίνεται περίεργο, γιατί μπουρού ήταν λέξη της (ναυτικής) πιάτσας. Όταν είχαμε σόμπες πετρελαίου ή ξυλόσομπες, "μπουρί" λέγαμε όλο το σωλήνα από το σημείο που έβγαινε από τη σόμπα μέχρι την άκρη, ενώ φουγάρο μόνο την άκρη πάνω από τη στέγη. "Καπνοδόχος" λεγόταν το φουγάρο, παρόλο που κανονικά η λέξη περιγράφει και το μπουρί.
 
Σταχτοδοχείο=Τεφροπινάκειον

Στάχτη=τέφρα, αιθάλη

Πόρτα=θύρα

Ζώνη=ζωστήρα

Τουαλέτα=καμπινές
 
Ο παππους μου(γεν. 1904) ελεγε τις μπαταριες στηλες.
 
ωραία πράγματα ,μερικές λέξεις τις λέω επίτηδες ακόμα γιατί μου αρέσουν και ίσως και ως αντίδραση στην κατάντια της σημερινής γλώσσας

μερικά από την εποχή μου

μπίλιες = γκαζάκια

σοκολάτα = ιον (πάντα έτσι την άκουγα)

όλα τα ηλεκτρονικά με κέρμα = φλιπεράκια

σαλάτα βουδαπέστης = ουγγαρέζα

κρουασάν ζαμπόν τυρί =δανέζικη
 
Moυ θύμισες τις παντός τύπου σαλάτες (ρώσικη, τυροσαλάτα, ταραμοσαλάτα, μελιτζανοσαλάτα κλπ.) εν Θεσσαλονίκη = αλοιφές !
 
Ο πατέρας μου λέει τον συμπλέκτη του αυτοκινήτου αμπραγιάζ ή ντεμπραγιάζ, προφανώς από το γαλλικό embrayage.
 
Εντάξει, μερικές εναλλακτικές λέξεις είναι και στα όρια του slang, όπως

Υπογραφή = τζίφρα (ναι, μου φαίνεται ρετρό η τζίφρα, σήμερα δεν πολυακούγεται)

Καπνός = ταμπάκο (επίσης)

Σφουγγαρίστρα - Μάπα

κλπ.
 
Πίσω
Μπλουζα