ARETARA
RetroNuts!
- Joined
- 1 Σεπ 2010
- Μηνύματα
- 2.176
- Αντιδράσεις
- 2.475
Το βαρύ πεπόνι (1977)
RetroDB: http://retrodb.gr/wiki/index.php/Το_βαρύ..._πεπόνι
Μια κοινωνική ταινία εξετάζεται στο παρόν. Το βαρύ πεπόνι, μια ταινία σε σενάριο, σκηνοθεσία και παραγωγή Παύλου Τάσιου.
Το θέμα-το καστ. Ένας νέος επαρχιώτης, ο Μίμης (Μίμης Χρυσομάλλης) ζει στο χωριό του στη Χαλκιδική (πιθανά Νέος Μαρμαράς). Όταν μια ξενοδοχειακή επιχείρηση απαλλοτριώνει υποχρεωτικά τις γύρω ιδιοκτησίες, ο Μίμης, μη έχοντας ικανοποιητική εναλλακτική λύση κατεβαίνει στην Αθήνα να βρει την τύχη του. Εκεί θα τον βοηθήσει αρχικά ο φίλος του από τον στρατό Αριστείδης (Αντώνης Αντωνίου) που ζει με τη γυναίκα του τη Νίτσα (Λήδα Πρωτοψάλτη), τα παιδιά του και την αδερφή της γυναίκας του, την Τούλα (Κατερίνα Γώγου). Ο Μίμης θα δείξει το ενδιαφέρον του για την Τούλα και σύντομα θα γίνουν ζευγάρι. Θα βρουν ένα μικρό υπόγειο διαμέρισμα να στεγάσουν τον έρωτά τους. Η ζωή όμως έχει τις δυσκολίες της. Η Τούλα θα δουλεύει γαζώτρια με τη μηχανή της στο σπίτι. Ο Μίμης θα βρει δουλειά σαν σερβιτόρος, γρήγορα όμως θα έρθει σε κόντρα με τον προιστάμενό του και θα φύγει από τη δουλειά. Αμέσως μετά θα χωρίσει από την Τούλα (Απόσπασμα 3). Η κατάσταση θα φτάσει στους δικηγόρους όμως εκεί ο Μίμης και η Τούλα θα βρουν αυτά που τους ενώνουν και θα συνεχίσουν μαζί τη ζωή τους. Ο Μίμης στο μεταξύ έχει ξαναβρεί δουλειά και θα οργανωθεί στο σωματείο των ξενοδοχοϋπαλλήλων (Απόσπασμα 4).
Σχόλια. Άλλη μια καλή ταινία του Παύλου Τάσιου που θέτει στον ορίζοντα της προβληματικής της το πρόσωπο του "μέσου" ανθρώπου της πόλης και στην επίδραση του περιβάλλοντος πάνω του. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι και οι ήρωές μας. Ο Μίμης, ο χαρακτηριστικός νεολαίος της επαρχίας, της Επαρχίας 1978 που είχε τραγουδήσει και ο Παπακωνσταντίνου, που δεν βρίσκει διέξοδο στα αδιέξοδα της οικονομικής ασφυξίας του χωριού του και ζητάει την τύχη του στην πόλη. Αυτό που ονειρεύεται όμως να αποφύγει θα τον κυνηγάει κι εκεί. Δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει (ή έστω, να αποδεχτεί) ότι η μοίρα του έχει ετεροκαθοριστεί και ότι είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει την πεπατημένη για να επιβιώσει. Και φυσικά στη διαδρομή του αυτή η σύντροφός του θα είναι και αυτή μία του μεγέθους του.
Η Τούλα η γαζώτρια. Αυτή τουλάχιστον ξέρει τα όριά της και δεν ονειροβατεί. "Το σπιτάκι μας να έχουμε, σιγά σιγά θα τα βολέψουμε, τι θέλεις τώρα". Που επένδυσε τα όποια συμβατικά της όνειρα στον επαρχιώτη από τη Χαλκιδική. Που είναι έτοιμη να τον συγχωρήσει αφού ποτέ δεν ήθελε να χωρίσουν. Οι μοίρες των μικροαστών, αλληλένδετες και προκαθορισμένες.
Και μέσα σε όλα αυτά "ο άλλος κόσμος". Των γιγάντιων ξενοδοχείων και της χλιδής. Για τους άλλους όμως, όχι γι' αυτούς που είναι υποχρεωμένοι να εισπνέουν το ντουμάνι των καυσαερίων αφού μένουν στο υπόγειο και όχι στο ρετιρέ. Τι κάνουμε τώρα; αναρωτιέται ο Μίμης. Απλά, μένεις και το παλεύεις...
Ο Τάσιος ζει το έργο του πραγματικά. Κατεβάζει την κάμερα αλλά και το μικρόφωνο στον κόσμο. Όχι μόνο στους άσημους πρωταγωνιστές του έργου αλλά κυριολεκτικά στον κόσμο του πεζοδρομίου, του καφενείου, των παζαριών και της εργασίας. Αφήνει επίτηδες τον ήχο ανοιχτό για να ακούσουμε τι λένε. Λόγια συνηθισμένα και καθημερινά σαν αυτά που λέμε όλοι μας, όχι σαν να ήταν βγαλμένα από το θερμοκήπιο του σεναρίου τόσων και τόσων ελληνικών ταινιών. Βρήκα σε αυτό το επίπεδο αρκετές ομοιότητες με το προγενέστερο "Ναι μεν αλλά".
Πολύ καλοί όλοι οι ηθοποιοί που συνεργάστηκαν για να βγει αυτή η ταινία. Θα ξεχωρίσω την συγκλονιστική Κατερίνα Γώγου σε έναν ρόλο που βγάζει ψυχή. Λίγο πιο πίσω αλλά πάντως ψηλά στέκει και ο Μίμης Χρυσομάλλης. Επίσης στους δευτεραγωνιστές στάθηκαν εξαιρετικά οι Αντώνης Αντωνίου (ηθοποιός που πάντα εκτιμώ) καθώς και ο Κώστας Μεσσάρης στον ρόλο του συνδικαλιστή. Σε ρόλο cameo τέλος εμφανίζεται και ο Γιώργος Κυρίτσης ως δικηγόρος που είχε αναλάβει το διαζύγιο.
Η μουσική του Γιώργου Παπαδάκη παραμένει διακριτική χωρίς να μπαίνει στο προσκήνιο. Το έργο όμως είναι γεμάτο από λαϊκά διαχρονικά ακούσματα της εποχής που οπωσδήποτε ικανοποιούν απόλυτα τον θεατή. Θα σταχυολογήσω ορισμένα όπως το Πέντε πάνω, πέντε κάτω και τους Αισθηματίες του Στέλιου Καζαντζίδη, το Κάνε κάτι να χάσω το τρένο του Μητροπάνου και το "Ξενύχτησα στην πόρτα σου" της Βίκυς Μοσχολιού.
Καλή τέλος και η φωτογραφία του Κώστα Νάστου.
Διακρίσεις. Η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και καλύτερης ταινίας, σεναρίου, σκηνοθεσίας και Α' ανδρικού και Α' γυναικείου ρόλου του Αντι-Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1977.
Απόσπασμα 1 Η Τούλα στο καινούριο της σπίτι με τη μάνα της (Μερόπη Ιωαννίδου)
Μάνα: - ...μμμ..άχρηστα πράγματα...Μιλάω εγώ αλλά ποιός να μ' ακούσει...
Τούλα: - Τι θες ρε μάνα εκεί μέσα, τι λες, ε;
Μάνα: - Το σωστό λέω...
Τούλα: - Κάτσε κάτω χριστιανή μου να πιεις τον καφέ σου που τρώγεσαι με το τίποτα... θα τακτοποιηθούν τα πράγματα σιγά σιγά... άντε, κάτσε κάτω...
Μάνα: - Αχ, ο έρωτας σάς μάρανε...κι εσένα και την άλλη από κει πέρα...
Τούλα: - Τι θες παιδάκι μου, ε; τι θες;
Μάνα: - Να βάλεις μυαλό θέλω, μάνα σου είμαι, δεν μπορώ να σε βλέπω μες στο υπόγειο να μου λες ότι τακτοποιήθηκες... δε μου λες, βρήκε δουλειά ή ακόμα τριγυρίζει;
Τούλα: - Κάνε μου τη χάρη ακόμα δεν παντρευτήκαμε... Είναι δικός του λογαριασμός τι θα κάνει και δικός μου. Σ' ενόχλησε εσένα κανένας;
Μανα:- Ξένη είμαι εγώ δηλαδή; Να μη μιλάω;
Τούλα: - Θα έπρεπε να ντρέπεσαι γι' αυτά που λες... ντροπή σου!!!
Μάνα: Να σ' αφήσω να καταστραφείς...ε, να φύγω απ' τη μέση, να λείψω να ησυχάσετε κι εσύ κι όλοι σας εδώ μέσα...
Τούλα: - Τι θες μωρέ, τι θες; Τι θες!!!!
Απόσπασμα 2 Το ζευγάρι στο σπίτι
Μίμης: - Τι κάνουμε τώρα;
Τούλα: - Λέω να πεταχτούμε μέχρι το καζίνο να κάνουμε καμιά εμφάνιση... Τι να κάνουμε μωρέ, τι να κάνουμε... θα φάμε, θα ξαπλώσουμε, άμα θες να δεις τηλεόραση...
Μίμης: - Μάλιστα... Και μετά ξανά να πας στη δουλειά και μετά ξανά φαΐ και μετά ξανά ύπνο. Ωραία περνάμε... Ωραία...Τι άλλο θέλεις βρε αχαΐρευτη... Ποιος σε γέννησε εσένα να ζητάς περισσότερα...
Απόσπασμα 3 Ο χωρισμός
Τούλα: - ...Θα τα πούμε όλα τώρα να ξεμπερδεύουμε...
Μίμης: - Τι να πούμε μωρέ, τι να πούμε που κάνω το βλάκα εδώ μέσα...
Τούλα: - Εσύ μωρέ κάνεις τον βλάκα ή εγώ που έχω κλειστεί μέσα στο κωλουπόγειο
Μίμης: Α, όταν είδαμε το σπίτι δεν είπες τίποτα, "πολύ καλό αγάπη μου, υπομονή αγάπη μου, θα τα βολέψουμε αγάπη μου" και πού θα καταλήξουμε αγάπη μου;
Τούλα: - Το μάθαμε!!! Το μάθαμε το κόλπο σας!!! Παλιό κόλπο, όλο γλύκες ήσουν όταν με τριγύριζες!!!
Μίμης: - Ξόδεψα όλα τα λεφτά που είχα και κατάντησα γκαρσόνι!!!
Τούλα: - Δεν σε κορόιδεψα εγώ! Γιατί αυτά που λέω τα πιστεύω και δεν έχουν πάρει τα μυαλά μου αέρα!!
Μίμης: - Ήρθα απ' το χωριό μου για να μη γίνω γκαρσόνι κι έγινα στην Αθήνα!!!
Τούλα: - Πάψε μωρέ, ποιος νομίζεις ότι είσαι; Και τι μου τσαμπουνάς συνέχεια, τα λεφτά σου και τα λεφτά σου!!!
Μίμης: - Ήρθε και η άλλη να μας κάνει έλεγχο μπας και ταλαιπωρούμε το παιδάκι της!!!
Τούλα: - Σώπα καημένε, σώπα!!!
Μίμης: - Οι άντρες φταίνε μετά, οι άντρες!!!
Τούλα: - Στο τέλος θα μας πεις ότι σε τυλίξαμε κιόλα ε; Δε μου λες, μήπως σου κάναμε και μάγια, ε;
Μίμης: - Μωρέ στο παγκάκι θα μπορούσα να τη βγάζω μονάχος και να 'χω το κεφάλι μου ήσυχο. Μπορούσα να κοιμάμαι όπου θέλω και να μη δίνω λογαριασμό σε κανέναν.
Τούλα: - Είσαι ελεύθερος όποτε θέλεις να πας όπου θέλεις. Δεν σε κρατάει κανένας, μη φοβάσαι, κανένας. Αλλά να ξέρεις όμως ότι όπου και να πας , στην Αυστραλία να πας ρε, στη Γερμανία να πας, εργάτης θα γίνεις βρε, γκαρσόνι θα γίνεις ρε είτε στο εργοστάσιο είτε στη λάντζα για να βγάλεις το μεροκάματο για να ζήσεις. Γιατί, οι άλλοι που δουλεύουμε τι είμαστε ρε; Ζώα είμαστε!!! Πήγαινε λοιπόν!!! Φύγε!!!
Απόσπασμα 4 Ο συνδικαλιστής (Κώστας Μεσσάρης) εξηγεί στον Μίμη:
Μίμης: - Εκεί τα γυρίζεις όλα. Τα πας από δω, τα πας από κει...
Συνδικαλιστής: - Δεν τα πάω εγώ ρε μπαγάσα, μόνα τους πάνε... Θες να το πούμε κι έτσι; Όλα πολιτική είναι. Καλά, εσύ τι νομίζεις ότι είναι η πολιτική; Άμα ξέρεις ποιος είσαι συ, ποιοι είναι οι άλλοι, ξέρεις γιατί ζεις, ξέρεις ποια είναι τα δικαιώματά σου, γιατί πρέπει ν' αγωνίζεσαι, αυτό είναι όλο... Άμα ζούσαμε καλά, υπήρχε κάνας λόγος να παλεύουμε;
Η συνέχεια στο video που ακολουθεί.
Video.
Φωτογραφίες.
1. Το συγκρότημα του Πόρτο Καρράς στη Σιθωνία Χαλκιδικής που βρίσκεται ακόμη σε φάση έργων. Στο βάθος φαίνεται το χωριό του Νέου Μαρμαρά. Για την ιστορία η Βίλα Γαλήνη άρχισε να κατασκευάζεται το 1968, το Village Inn το 1976, το Hotel Meliton ανοίγει το 1979 και το Σιθωνία το 1980, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της επιχείρησης.
2. Αριστερά, ο Μίμης συζητάει με τον Αριστείδη στο σπίτι του τελευταίου. Στη μέση ο Μίμης πλευρίζει την Τούλα που κρατάει μία τσάντα Miss BB. Δεξιά η Τούλα τρώει μια πάστα με τον Μίμη στο καφέ ζαχαροπλαστείο Ατλαντίς. Θα ήταν καλό αν από το μαγαζί αυτό μπορούσαμε να εντοπίσουμε των χώρο γυρισμάτων.
3. Η εργατική τάξη πάει για μπάνιο με το τρίκυκλο (αριστερά). Όχι όμως στην οργανωμένη πλαζ αλλά "πέρα" από το συρματόπλεγμα (δεξιά).
4. Και έσσονται οι δυο εις σάρκαν μίαν (αριστερά). Τις γλύκες της ζωής μαζί με θόρυβο κι αναθυμιάσεις θα γευτεί ο γαμπρός όταν ανοίξει τη μπαλκονόπορτά του.
5. Ο Μίμης μόλις έχει χωρίσει και κοιτάζει μια διαφήμιση Coppertone. Στο βάθος το γνωστό σήμα της Siemens.
RetroDB: http://retrodb.gr/wiki/index.php/Το_βαρύ..._πεπόνι
Μια κοινωνική ταινία εξετάζεται στο παρόν. Το βαρύ πεπόνι, μια ταινία σε σενάριο, σκηνοθεσία και παραγωγή Παύλου Τάσιου.
Το θέμα-το καστ. Ένας νέος επαρχιώτης, ο Μίμης (Μίμης Χρυσομάλλης) ζει στο χωριό του στη Χαλκιδική (πιθανά Νέος Μαρμαράς). Όταν μια ξενοδοχειακή επιχείρηση απαλλοτριώνει υποχρεωτικά τις γύρω ιδιοκτησίες, ο Μίμης, μη έχοντας ικανοποιητική εναλλακτική λύση κατεβαίνει στην Αθήνα να βρει την τύχη του. Εκεί θα τον βοηθήσει αρχικά ο φίλος του από τον στρατό Αριστείδης (Αντώνης Αντωνίου) που ζει με τη γυναίκα του τη Νίτσα (Λήδα Πρωτοψάλτη), τα παιδιά του και την αδερφή της γυναίκας του, την Τούλα (Κατερίνα Γώγου). Ο Μίμης θα δείξει το ενδιαφέρον του για την Τούλα και σύντομα θα γίνουν ζευγάρι. Θα βρουν ένα μικρό υπόγειο διαμέρισμα να στεγάσουν τον έρωτά τους. Η ζωή όμως έχει τις δυσκολίες της. Η Τούλα θα δουλεύει γαζώτρια με τη μηχανή της στο σπίτι. Ο Μίμης θα βρει δουλειά σαν σερβιτόρος, γρήγορα όμως θα έρθει σε κόντρα με τον προιστάμενό του και θα φύγει από τη δουλειά. Αμέσως μετά θα χωρίσει από την Τούλα (Απόσπασμα 3). Η κατάσταση θα φτάσει στους δικηγόρους όμως εκεί ο Μίμης και η Τούλα θα βρουν αυτά που τους ενώνουν και θα συνεχίσουν μαζί τη ζωή τους. Ο Μίμης στο μεταξύ έχει ξαναβρεί δουλειά και θα οργανωθεί στο σωματείο των ξενοδοχοϋπαλλήλων (Απόσπασμα 4).
Σχόλια. Άλλη μια καλή ταινία του Παύλου Τάσιου που θέτει στον ορίζοντα της προβληματικής της το πρόσωπο του "μέσου" ανθρώπου της πόλης και στην επίδραση του περιβάλλοντος πάνω του. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι και οι ήρωές μας. Ο Μίμης, ο χαρακτηριστικός νεολαίος της επαρχίας, της Επαρχίας 1978 που είχε τραγουδήσει και ο Παπακωνσταντίνου, που δεν βρίσκει διέξοδο στα αδιέξοδα της οικονομικής ασφυξίας του χωριού του και ζητάει την τύχη του στην πόλη. Αυτό που ονειρεύεται όμως να αποφύγει θα τον κυνηγάει κι εκεί. Δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει (ή έστω, να αποδεχτεί) ότι η μοίρα του έχει ετεροκαθοριστεί και ότι είναι υποχρεωμένος να ακολουθήσει την πεπατημένη για να επιβιώσει. Και φυσικά στη διαδρομή του αυτή η σύντροφός του θα είναι και αυτή μία του μεγέθους του.
Η Τούλα η γαζώτρια. Αυτή τουλάχιστον ξέρει τα όριά της και δεν ονειροβατεί. "Το σπιτάκι μας να έχουμε, σιγά σιγά θα τα βολέψουμε, τι θέλεις τώρα". Που επένδυσε τα όποια συμβατικά της όνειρα στον επαρχιώτη από τη Χαλκιδική. Που είναι έτοιμη να τον συγχωρήσει αφού ποτέ δεν ήθελε να χωρίσουν. Οι μοίρες των μικροαστών, αλληλένδετες και προκαθορισμένες.
Και μέσα σε όλα αυτά "ο άλλος κόσμος". Των γιγάντιων ξενοδοχείων και της χλιδής. Για τους άλλους όμως, όχι γι' αυτούς που είναι υποχρεωμένοι να εισπνέουν το ντουμάνι των καυσαερίων αφού μένουν στο υπόγειο και όχι στο ρετιρέ. Τι κάνουμε τώρα; αναρωτιέται ο Μίμης. Απλά, μένεις και το παλεύεις...
Ο Τάσιος ζει το έργο του πραγματικά. Κατεβάζει την κάμερα αλλά και το μικρόφωνο στον κόσμο. Όχι μόνο στους άσημους πρωταγωνιστές του έργου αλλά κυριολεκτικά στον κόσμο του πεζοδρομίου, του καφενείου, των παζαριών και της εργασίας. Αφήνει επίτηδες τον ήχο ανοιχτό για να ακούσουμε τι λένε. Λόγια συνηθισμένα και καθημερινά σαν αυτά που λέμε όλοι μας, όχι σαν να ήταν βγαλμένα από το θερμοκήπιο του σεναρίου τόσων και τόσων ελληνικών ταινιών. Βρήκα σε αυτό το επίπεδο αρκετές ομοιότητες με το προγενέστερο "Ναι μεν αλλά".
Πολύ καλοί όλοι οι ηθοποιοί που συνεργάστηκαν για να βγει αυτή η ταινία. Θα ξεχωρίσω την συγκλονιστική Κατερίνα Γώγου σε έναν ρόλο που βγάζει ψυχή. Λίγο πιο πίσω αλλά πάντως ψηλά στέκει και ο Μίμης Χρυσομάλλης. Επίσης στους δευτεραγωνιστές στάθηκαν εξαιρετικά οι Αντώνης Αντωνίου (ηθοποιός που πάντα εκτιμώ) καθώς και ο Κώστας Μεσσάρης στον ρόλο του συνδικαλιστή. Σε ρόλο cameo τέλος εμφανίζεται και ο Γιώργος Κυρίτσης ως δικηγόρος που είχε αναλάβει το διαζύγιο.
Η μουσική του Γιώργου Παπαδάκη παραμένει διακριτική χωρίς να μπαίνει στο προσκήνιο. Το έργο όμως είναι γεμάτο από λαϊκά διαχρονικά ακούσματα της εποχής που οπωσδήποτε ικανοποιούν απόλυτα τον θεατή. Θα σταχυολογήσω ορισμένα όπως το Πέντε πάνω, πέντε κάτω και τους Αισθηματίες του Στέλιου Καζαντζίδη, το Κάνε κάτι να χάσω το τρένο του Μητροπάνου και το "Ξενύχτησα στην πόρτα σου" της Βίκυς Μοσχολιού.
Καλή τέλος και η φωτογραφία του Κώστα Νάστου.
Διακρίσεις. Η ταινία απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και καλύτερης ταινίας, σεναρίου, σκηνοθεσίας και Α' ανδρικού και Α' γυναικείου ρόλου του Αντι-Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1977.
Απόσπασμα 1 Η Τούλα στο καινούριο της σπίτι με τη μάνα της (Μερόπη Ιωαννίδου)
Μάνα: - ...μμμ..άχρηστα πράγματα...Μιλάω εγώ αλλά ποιός να μ' ακούσει...
Τούλα: - Τι θες ρε μάνα εκεί μέσα, τι λες, ε;
Μάνα: - Το σωστό λέω...
Τούλα: - Κάτσε κάτω χριστιανή μου να πιεις τον καφέ σου που τρώγεσαι με το τίποτα... θα τακτοποιηθούν τα πράγματα σιγά σιγά... άντε, κάτσε κάτω...
Μάνα: - Αχ, ο έρωτας σάς μάρανε...κι εσένα και την άλλη από κει πέρα...
Τούλα: - Τι θες παιδάκι μου, ε; τι θες;
Μάνα: - Να βάλεις μυαλό θέλω, μάνα σου είμαι, δεν μπορώ να σε βλέπω μες στο υπόγειο να μου λες ότι τακτοποιήθηκες... δε μου λες, βρήκε δουλειά ή ακόμα τριγυρίζει;
Τούλα: - Κάνε μου τη χάρη ακόμα δεν παντρευτήκαμε... Είναι δικός του λογαριασμός τι θα κάνει και δικός μου. Σ' ενόχλησε εσένα κανένας;
Μανα:- Ξένη είμαι εγώ δηλαδή; Να μη μιλάω;
Τούλα: - Θα έπρεπε να ντρέπεσαι γι' αυτά που λες... ντροπή σου!!!
Μάνα: Να σ' αφήσω να καταστραφείς...ε, να φύγω απ' τη μέση, να λείψω να ησυχάσετε κι εσύ κι όλοι σας εδώ μέσα...
Τούλα: - Τι θες μωρέ, τι θες; Τι θες!!!!
Απόσπασμα 2 Το ζευγάρι στο σπίτι
Μίμης: - Τι κάνουμε τώρα;
Τούλα: - Λέω να πεταχτούμε μέχρι το καζίνο να κάνουμε καμιά εμφάνιση... Τι να κάνουμε μωρέ, τι να κάνουμε... θα φάμε, θα ξαπλώσουμε, άμα θες να δεις τηλεόραση...
Μίμης: - Μάλιστα... Και μετά ξανά να πας στη δουλειά και μετά ξανά φαΐ και μετά ξανά ύπνο. Ωραία περνάμε... Ωραία...Τι άλλο θέλεις βρε αχαΐρευτη... Ποιος σε γέννησε εσένα να ζητάς περισσότερα...
Απόσπασμα 3 Ο χωρισμός
Τούλα: - ...Θα τα πούμε όλα τώρα να ξεμπερδεύουμε...
Μίμης: - Τι να πούμε μωρέ, τι να πούμε που κάνω το βλάκα εδώ μέσα...
Τούλα: - Εσύ μωρέ κάνεις τον βλάκα ή εγώ που έχω κλειστεί μέσα στο κωλουπόγειο
Μίμης: Α, όταν είδαμε το σπίτι δεν είπες τίποτα, "πολύ καλό αγάπη μου, υπομονή αγάπη μου, θα τα βολέψουμε αγάπη μου" και πού θα καταλήξουμε αγάπη μου;
Τούλα: - Το μάθαμε!!! Το μάθαμε το κόλπο σας!!! Παλιό κόλπο, όλο γλύκες ήσουν όταν με τριγύριζες!!!
Μίμης: - Ξόδεψα όλα τα λεφτά που είχα και κατάντησα γκαρσόνι!!!
Τούλα: - Δεν σε κορόιδεψα εγώ! Γιατί αυτά που λέω τα πιστεύω και δεν έχουν πάρει τα μυαλά μου αέρα!!
Μίμης: - Ήρθα απ' το χωριό μου για να μη γίνω γκαρσόνι κι έγινα στην Αθήνα!!!
Τούλα: - Πάψε μωρέ, ποιος νομίζεις ότι είσαι; Και τι μου τσαμπουνάς συνέχεια, τα λεφτά σου και τα λεφτά σου!!!
Μίμης: - Ήρθε και η άλλη να μας κάνει έλεγχο μπας και ταλαιπωρούμε το παιδάκι της!!!
Τούλα: - Σώπα καημένε, σώπα!!!
Μίμης: - Οι άντρες φταίνε μετά, οι άντρες!!!
Τούλα: - Στο τέλος θα μας πεις ότι σε τυλίξαμε κιόλα ε; Δε μου λες, μήπως σου κάναμε και μάγια, ε;
Μίμης: - Μωρέ στο παγκάκι θα μπορούσα να τη βγάζω μονάχος και να 'χω το κεφάλι μου ήσυχο. Μπορούσα να κοιμάμαι όπου θέλω και να μη δίνω λογαριασμό σε κανέναν.
Τούλα: - Είσαι ελεύθερος όποτε θέλεις να πας όπου θέλεις. Δεν σε κρατάει κανένας, μη φοβάσαι, κανένας. Αλλά να ξέρεις όμως ότι όπου και να πας , στην Αυστραλία να πας ρε, στη Γερμανία να πας, εργάτης θα γίνεις βρε, γκαρσόνι θα γίνεις ρε είτε στο εργοστάσιο είτε στη λάντζα για να βγάλεις το μεροκάματο για να ζήσεις. Γιατί, οι άλλοι που δουλεύουμε τι είμαστε ρε; Ζώα είμαστε!!! Πήγαινε λοιπόν!!! Φύγε!!!
Απόσπασμα 4 Ο συνδικαλιστής (Κώστας Μεσσάρης) εξηγεί στον Μίμη:
Μίμης: - Εκεί τα γυρίζεις όλα. Τα πας από δω, τα πας από κει...
Συνδικαλιστής: - Δεν τα πάω εγώ ρε μπαγάσα, μόνα τους πάνε... Θες να το πούμε κι έτσι; Όλα πολιτική είναι. Καλά, εσύ τι νομίζεις ότι είναι η πολιτική; Άμα ξέρεις ποιος είσαι συ, ποιοι είναι οι άλλοι, ξέρεις γιατί ζεις, ξέρεις ποια είναι τα δικαιώματά σου, γιατί πρέπει ν' αγωνίζεσαι, αυτό είναι όλο... Άμα ζούσαμε καλά, υπήρχε κάνας λόγος να παλεύουμε;
Η συνέχεια στο video που ακολουθεί.
Video.
Φωτογραφίες.
1. Το συγκρότημα του Πόρτο Καρράς στη Σιθωνία Χαλκιδικής που βρίσκεται ακόμη σε φάση έργων. Στο βάθος φαίνεται το χωριό του Νέου Μαρμαρά. Για την ιστορία η Βίλα Γαλήνη άρχισε να κατασκευάζεται το 1968, το Village Inn το 1976, το Hotel Meliton ανοίγει το 1979 και το Σιθωνία το 1980, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της επιχείρησης.
2. Αριστερά, ο Μίμης συζητάει με τον Αριστείδη στο σπίτι του τελευταίου. Στη μέση ο Μίμης πλευρίζει την Τούλα που κρατάει μία τσάντα Miss BB. Δεξιά η Τούλα τρώει μια πάστα με τον Μίμη στο καφέ ζαχαροπλαστείο Ατλαντίς. Θα ήταν καλό αν από το μαγαζί αυτό μπορούσαμε να εντοπίσουμε των χώρο γυρισμάτων.
3. Η εργατική τάξη πάει για μπάνιο με το τρίκυκλο (αριστερά). Όχι όμως στην οργανωμένη πλαζ αλλά "πέρα" από το συρματόπλεγμα (δεξιά).
4. Και έσσονται οι δυο εις σάρκαν μίαν (αριστερά). Τις γλύκες της ζωής μαζί με θόρυβο κι αναθυμιάσεις θα γευτεί ο γαμπρός όταν ανοίξει τη μπαλκονόπορτά του.
5. Ο Μίμης μόλις έχει χωρίσει και κοιτάζει μια διαφήμιση Coppertone. Στο βάθος το γνωστό σήμα της Siemens.
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή: