Γελα πουλί μου
Μου φαίνεται σαν να 'ναι χθες
μα πάνε τόσα χρόνια
που σαν βιολί το σώμα σου
στα χέρια μου κρατούσα
Με το ραδιόφωνο σιγά
μες στ' απαλό σκοτάδι
θα τρόμαζες αν ήξερες
πόσο σε αγαπούσα…
Για ένα κομμάτι ψωμί,
Για ένα κομμάτι ψωμί,
δε φτάνει μόνο η δουλειά.
Για ένα κομμάτι ψωμί,
πρέπει να δώσεις πολλά.
Δεν φτάνει μόνο το μυαλό σου,
δε φτάνει μόνο το κορμί σου.
Το πιο σπουδαίο είν' η ψυχή σου, δικέ μου.
Έχει τους νόμους τους αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
Θα σου κρεμάσουνε μια μπάλα
και θα τραβιέσαι μ' αυτήν μέρα - νύχτα.
Έχεις κανάλι πολύ να τραβήξεις,
μέχρι να πάψεις να λες -"μα τι τρέχει;"
Έχει τους νόμους της αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
Θα σε πετάνε από δω κι από κει
θα λαχανιάζει η ψυχή σου.
Θα φτύσεις αίμα απ' το στόμα, δικέ μου.
Έχει τους νόμους της αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
Και κάποια μέρα θα σε λύσουν,
μα θα φοβάσαι να φύγεις, θα τρέμεις.
Θα σε κλωτσάνε και θα σ' αρέσει, δικέ μου.
Σαν το σκυλί τους θα σ' έχουν, δικέ μου,
μα δε θα έχεις ψυχή να το νοιώσεις,
θα είναι για σένα αργά.
Φανης
Και έκανες υπομονή γιατί φοβόσουν το κελί
Καλόπιανες τη μοναξιά και τον ασβέστη που 'πεφτε
Σαν χιόνι απ' το ταβάνι
Και μέχρι να σου βγει η ψυχή δεν θα ξεχάσεις μια στιγμή
Κάποια βραδιά στη φυλακή φωνές και κλάματα
Κι είπανε τ' αλλο το πρωί στο δεκαπέντε το κελί
Ότι βιάσαν οι παλιοί τον έφηβο το Φάνη…
Νύχτωσε Νύχτα
Καινούργιους φίλους και παρέες προσπαθήσαμε
πως θα 'ναι όλα πιο δύσκολα πρέπει ν' αποφασίσω
μ' απ' όλα περισσότερο αυτό που με πειράζει
είναι την απουσία σου πως πάω να συνηθίσω
πως πάω να συνηθίσω
Νύχτωσε νύχτα, νύχτωσε και σκέπασέ με
νύχτωσε νύχτα, νύχτωσε και παρηγόρησέ με…
Δεν φταις εσύ
Δεν φταις εσύ για ότι έγινε, δε φταις εσύ
Φταίω εγώ έτσι όπως είχα ξεχαστεί
Τόσο καιρό τόσο πολύ καιρό
Βαθιά στον εαυτό μου
Και είχα πια ξεχάσει ν' αγαπιέμαι
Και είχα πια ξεχάσει ν' αγαπώ
Τόσο καιρό βαθιά στον εαυτό μου
Τόσο καιρό, τόσο καιρό
Τόσο πολύ καιρό, μα τώρα είσαι εδώ…
Γυμνή σκιά
Eγώ σε έχω πια ξεχάσει
το αίμα μου όμως ακομα σε θυμάται
χειμώνιασε,
κι όμως βαθιά μέσα στη γη
κι όμως βαθιά μέσα στη γη
ο ήλιος του καλοκαιριού κοιμάται, κοιμάται...
Σα χρώμα που ονειρεύτηκα και πια δεν το θυμάμαι,
και σαν πληγή που αρνήθηκε να σβήσει ο καιρός...
Σάρκινη φωτιά, γυμνή σκιά,
το μόνο που θυμάμαι πια,
είναι τα μακριά σου δάχτυλα...