retrofan
RetroMasteR
- Joined
- 14 Δεκ 2009
- Μηνύματα
- 1.228
- Αντιδράσεις
- 411
Είπα να ξεμπερδεύω με τα παιδικά μου τραύματα ανασύροντας από το χρονοντούλαπο της ιστορίας και αυτό το κοινωνικό φαινόμενο, του οποίου τα απομεινάρια ίσα - ίσα προλάβαμε
Μιλάμε για κλασικά προξενιά, νταξ; Όχι "ο Γιώργος έχει έναν φίλο που είναι καλό παιδί και λέμε να πάμε όλοι μαζί ν' ακούσουμε Κραουνάκη, έλα κι εσύ να τον γνωρίσεις". Αυτά των ελληνικών ταινιών με τους γονείς και τους υποψηφίους σ' ένα σαλόνι, με το γλυκό του κουταλιού στο πιατάκι
Ας ξεκινήσω με τις δικές μου αναμνήσεις:
Ιστορία νούμερο 1 (παραδοσιακή)
Τέλη δεκαετίας του 80΄ και κάτι ξαδέλφια μου από την Αμερική έχουν μόλις επαναπατριστεί οικογενειακώς. Τους γονείς τούς έχει πιάσει τρελό άγχος ότι η κόρη τους μετράει 28 φθινόπωρα στην καμπούρα της και φλερτάρει επικινδύνως με το ράφι (αναμενόμενη αντίδραση αν σκεφτούμε ότι η 19χρονη μητέρα της παντρεύτηκε τον 24χρονο πατέρα της από προξενιό στο χωριό τους κι αμέσως έφυγαν μετανάστες). Η κόρη είναι μια χαρά παιδί, όμορφη κι έξυπνη αλλά λίγο αποπροσανατολισμένη με την "αλλαγή περιβάλλοντος". Έχει μεν ζήσει στην Αμερική αλλά στο πλαίσιο της ομογένειας (σκληρό πράγμα για όσους γνωρίζουν). Χορεύει ροκ κι αγαπάει τη Μαντόνα αλλά νομίζει πως η ελληνική πραγματικότητα κινείται ακόμα στους ρυθμούς του 60΄ που έχουν αφήσει οι γονείς της. Πείθεται λοιπόν να γνωρίσει τον, προσέξτε παρακαλώ , γιο της αδελφής μιας συναδέλφου μιας φίλης της θείας της (μαμά μου , όχι που δεν θα είχε βάλει το χέρι της ). Γυναικεία συνομωσία σε όλο της το μεγαλείο αφού "τα παιδιά ταιριάζουνε κι είναι και τα δύο από τόσο σωστές οικογένειες", στην οποία συμπαρασύρουν και τους άντρες.
Η συνάντηση γίνεται στο σπίτι της φίλης της μαμάς μου με το εξής καστ:
1. Υποψήφιοι
2. Γονείς αμφοτέρων
3. Οικοδεσπότες (το ζευγάρι των φίλων που παρέχουν το σπίτι)
4. Θείοι (οι γονείς μου και η θεία του "γαμπρού" που είναι αυτοί που γνωρίζουν τους υπό 3 οικοδεσπότες)
Υπερπαραγωγή ε;
Εγώ με την αδελφή μου είχαμε μείνει σπίτι. Όπου, το θυμάμαι χαρακτηριστικά, γύρισε το δικό μας γκρουπ των πρωταγωνιστών, με την ξαδέλφη μου (και άμεσα ενδιαφερομένη) σε οικτρή κατάσταση Η Αμερική της Μαντόνα είχε έρθει σε μετωπική με το ελληνικό χωριό του 1960. Γονείς μου και γονείς της κάπως μαζεμένοι με την αντίδρασή της αλλά τη βλακεία τους δεν λέγανε να την παραδεχθούν απόλυτα :xm: . Ιδίως οι γυναίκες "Αμαν πια υπερβολές! Δεν της άρεσε, τελείωσε! Σάμπως θα την πιέζαμε; ... Μια γνωριμία είπαμε ... Και τι είχε πια το τόσο τραγικό; Ε! Λίγα κιλάκια ... Θα τα έχανε. Κι ένα μουστάκι ... Θα το ξύριζε!"
Λίγες μέρες μετά πέτυχα στο σινεμά τον γιο των "οικοδεσποτών" και παιδικό μου φίλο. Γεμάτη περιέργεια τον ρώτησα για λεπτομέρειες. Δεν ήξερε . Είχε εκδιωχθεί κι αυτός από το σκηνικό του εγκλήματος νωρίς - νωρίς κι είχε περάσει το βράδυ σ' έναν φίλο του. Πρόλαβε μόνο να δει για λίγο, φεύγοντας, τον "γαμπρό" και τους δικούς του που φτάνανε.
-Πώς ήτανε;
-Άστα! Σαν ανάποδο γαμ@το!
Εννοείται ότι δεν υπήρξε συνέχεια ...
Ιστορία νούμερο 2 (προσωπική και διασκεδαστική )
6 χρόνια πριν ζούσα στο εξωτερικό. Και οι γονείς μου είχαν την ανησυχία ότι θα με φάει η κακούργα ξενιτιά και δεν θα γυρίσω πίσω και θα βρω κανέναν ξένο και θα κάνω ξενάκια και και ... Προσπαθούσαν λοιπόν να δημιουργήσουν αντικίνητρα. Ήταν χειμώνας κι είχα επιστρέψει εκτάκτως γιατί ο πατέρας μου περνούσε μια άσχημη περιπέτεια υγείας. Με βρήκαν λοιπόν συναισθηματικά ευάλωτη και μου ξεφούρνισαν το παραμύθι. Ένα ζευγάρι φίλων τους είχε κάτι άλλους φίλους που είχαν έναν γιο : . Αρνήθηκα. Άρχισε τα παρακάλια ο πατέρας από το κρεβάτι του πόνου με το κλασικό "Μια γνωριμία είναι. Τι σε πειράζει; Αν δηλαδή στο λέγανε φίλοι σου ... Απλά και μόνο επειδή είμαστε γονείς σου ... Που αύριο - μεθαύριο μπορεί να μην υπάρχουμε ..." και μπούρου - μπούρου. Σκέφτομαι "δεν πάει στα κομμάτια" και τους λέω να δώσουν στον νεαρό το κινητό μου και να βρεθούμε, όσο είμαι Ελλάδα, για κανέναν καφέ. Αμ δε! Ο νεαρός ήταν παραδοσιακός : . Ήθελε να παρευρίσκονται και οι φίλοι που κάνανε το κονέ και μας γνωρίζαν και τους δύο. Ξίνισα τα μούτρα μου, ξανάρχισε ο άρρωστος πατήρ να πατάει τον συναισθηματικό κάλο, αποφάσισα να τους ξεφορτωθώ φερόμενη πονηρά.
Το ραντεβού είχε δοθεί σε καφέ κεντρικού ξενοδοχείου των Αθηνών . Ντύνομαι, στολίζομαι και γελαστή - γελαστή πάω να συναντήσω τους οικογενειακούς φίλους και τον υποψήφιο. Πιο σουρεαλιστική συζήτηση δεν νομίζω ότι υπήρξε . Εκείνος να μου λέει ότι του αρέσουν τα προάστια γιατί υπάρχει χώρος και πράσινο για να μεγαλώσεις οικογένεια κι εγώ να του απαντώ πολύ γλυκά και σοβαρά ότι, αν ποτέ μου επιστρέψω στην Ελλάδα, θέλω να μείνω στο κέντρο και ιδίως στα Εξάρχεια γιατί τα βρίσκω γειτονιά με χαρακτήρα . Οι φίλοι να προσπαθούν να το μαζέψουν στρέφοντας τη συζήτηση για τις σπουδές μου κι εγώ ν' ανακατεύω το τσάι μου και να λέω ότι φυσικά οι σπουδές μου και τα επιστημονικά μου ενδιαφέρονται εν γένει είναι μεγάλο κομμάτι της ζωής μου και παθιάζομαι πολύ μ' αυτά, "να, ας πούμε τώρα το απόγευμα θα πάω να παρακολουθήσω μια ομιλία για την αναγκαιότητα του χωρισμού Εκκλησίας - Κράτους"
Οι φίλοι μου επέμεναν να με πάει σπίτι με το αμάξι, οπότε κι αυτός ο δύστυχος -τι να κάνει;- με συνόδεψε. Στο τέλος γύρισα, χαμογέλασα όλη γοητεία και προσδοκία, του έσφιξα δυνατά το χέρι και τον άφησα μ' ένα "ήταν τόσο όμορφα που σε γνώρισα σήμερα! Αυτό είναι το κινητό μου. Θα χαρώ πολύ να τα ξαναπούμε".
Δυο βδομάδες μετά κι ενώ, εννοείται , το κινητό παρέμενε σιωπηλό, μπόρεσα να γυρίσω με ύφος θιγμένης αξιοπρέπειας και να πω στους γονείς μου "Τα βλέπετε; Με υποβάλλετε σε τέτοια δοκιμασία για να φάω κι απόρριψη από πάνω! Να λείψουν αυτά στο μέλλον παρακαλώ"
Μιλάμε για κλασικά προξενιά, νταξ; Όχι "ο Γιώργος έχει έναν φίλο που είναι καλό παιδί και λέμε να πάμε όλοι μαζί ν' ακούσουμε Κραουνάκη, έλα κι εσύ να τον γνωρίσεις". Αυτά των ελληνικών ταινιών με τους γονείς και τους υποψηφίους σ' ένα σαλόνι, με το γλυκό του κουταλιού στο πιατάκι
Ας ξεκινήσω με τις δικές μου αναμνήσεις:
Ιστορία νούμερο 1 (παραδοσιακή)
Τέλη δεκαετίας του 80΄ και κάτι ξαδέλφια μου από την Αμερική έχουν μόλις επαναπατριστεί οικογενειακώς. Τους γονείς τούς έχει πιάσει τρελό άγχος ότι η κόρη τους μετράει 28 φθινόπωρα στην καμπούρα της και φλερτάρει επικινδύνως με το ράφι (αναμενόμενη αντίδραση αν σκεφτούμε ότι η 19χρονη μητέρα της παντρεύτηκε τον 24χρονο πατέρα της από προξενιό στο χωριό τους κι αμέσως έφυγαν μετανάστες). Η κόρη είναι μια χαρά παιδί, όμορφη κι έξυπνη αλλά λίγο αποπροσανατολισμένη με την "αλλαγή περιβάλλοντος". Έχει μεν ζήσει στην Αμερική αλλά στο πλαίσιο της ομογένειας (σκληρό πράγμα για όσους γνωρίζουν). Χορεύει ροκ κι αγαπάει τη Μαντόνα αλλά νομίζει πως η ελληνική πραγματικότητα κινείται ακόμα στους ρυθμούς του 60΄ που έχουν αφήσει οι γονείς της. Πείθεται λοιπόν να γνωρίσει τον, προσέξτε παρακαλώ , γιο της αδελφής μιας συναδέλφου μιας φίλης της θείας της (μαμά μου , όχι που δεν θα είχε βάλει το χέρι της ). Γυναικεία συνομωσία σε όλο της το μεγαλείο αφού "τα παιδιά ταιριάζουνε κι είναι και τα δύο από τόσο σωστές οικογένειες", στην οποία συμπαρασύρουν και τους άντρες.
Η συνάντηση γίνεται στο σπίτι της φίλης της μαμάς μου με το εξής καστ:
1. Υποψήφιοι
2. Γονείς αμφοτέρων
3. Οικοδεσπότες (το ζευγάρι των φίλων που παρέχουν το σπίτι)
4. Θείοι (οι γονείς μου και η θεία του "γαμπρού" που είναι αυτοί που γνωρίζουν τους υπό 3 οικοδεσπότες)
Υπερπαραγωγή ε;
Εγώ με την αδελφή μου είχαμε μείνει σπίτι. Όπου, το θυμάμαι χαρακτηριστικά, γύρισε το δικό μας γκρουπ των πρωταγωνιστών, με την ξαδέλφη μου (και άμεσα ενδιαφερομένη) σε οικτρή κατάσταση Η Αμερική της Μαντόνα είχε έρθει σε μετωπική με το ελληνικό χωριό του 1960. Γονείς μου και γονείς της κάπως μαζεμένοι με την αντίδρασή της αλλά τη βλακεία τους δεν λέγανε να την παραδεχθούν απόλυτα :xm: . Ιδίως οι γυναίκες "Αμαν πια υπερβολές! Δεν της άρεσε, τελείωσε! Σάμπως θα την πιέζαμε; ... Μια γνωριμία είπαμε ... Και τι είχε πια το τόσο τραγικό; Ε! Λίγα κιλάκια ... Θα τα έχανε. Κι ένα μουστάκι ... Θα το ξύριζε!"
Λίγες μέρες μετά πέτυχα στο σινεμά τον γιο των "οικοδεσποτών" και παιδικό μου φίλο. Γεμάτη περιέργεια τον ρώτησα για λεπτομέρειες. Δεν ήξερε . Είχε εκδιωχθεί κι αυτός από το σκηνικό του εγκλήματος νωρίς - νωρίς κι είχε περάσει το βράδυ σ' έναν φίλο του. Πρόλαβε μόνο να δει για λίγο, φεύγοντας, τον "γαμπρό" και τους δικούς του που φτάνανε.
-Πώς ήτανε;
-Άστα! Σαν ανάποδο γαμ@το!
Εννοείται ότι δεν υπήρξε συνέχεια ...
Ιστορία νούμερο 2 (προσωπική και διασκεδαστική )
6 χρόνια πριν ζούσα στο εξωτερικό. Και οι γονείς μου είχαν την ανησυχία ότι θα με φάει η κακούργα ξενιτιά και δεν θα γυρίσω πίσω και θα βρω κανέναν ξένο και θα κάνω ξενάκια και και ... Προσπαθούσαν λοιπόν να δημιουργήσουν αντικίνητρα. Ήταν χειμώνας κι είχα επιστρέψει εκτάκτως γιατί ο πατέρας μου περνούσε μια άσχημη περιπέτεια υγείας. Με βρήκαν λοιπόν συναισθηματικά ευάλωτη και μου ξεφούρνισαν το παραμύθι. Ένα ζευγάρι φίλων τους είχε κάτι άλλους φίλους που είχαν έναν γιο : . Αρνήθηκα. Άρχισε τα παρακάλια ο πατέρας από το κρεβάτι του πόνου με το κλασικό "Μια γνωριμία είναι. Τι σε πειράζει; Αν δηλαδή στο λέγανε φίλοι σου ... Απλά και μόνο επειδή είμαστε γονείς σου ... Που αύριο - μεθαύριο μπορεί να μην υπάρχουμε ..." και μπούρου - μπούρου. Σκέφτομαι "δεν πάει στα κομμάτια" και τους λέω να δώσουν στον νεαρό το κινητό μου και να βρεθούμε, όσο είμαι Ελλάδα, για κανέναν καφέ. Αμ δε! Ο νεαρός ήταν παραδοσιακός : . Ήθελε να παρευρίσκονται και οι φίλοι που κάνανε το κονέ και μας γνωρίζαν και τους δύο. Ξίνισα τα μούτρα μου, ξανάρχισε ο άρρωστος πατήρ να πατάει τον συναισθηματικό κάλο, αποφάσισα να τους ξεφορτωθώ φερόμενη πονηρά.
Το ραντεβού είχε δοθεί σε καφέ κεντρικού ξενοδοχείου των Αθηνών . Ντύνομαι, στολίζομαι και γελαστή - γελαστή πάω να συναντήσω τους οικογενειακούς φίλους και τον υποψήφιο. Πιο σουρεαλιστική συζήτηση δεν νομίζω ότι υπήρξε . Εκείνος να μου λέει ότι του αρέσουν τα προάστια γιατί υπάρχει χώρος και πράσινο για να μεγαλώσεις οικογένεια κι εγώ να του απαντώ πολύ γλυκά και σοβαρά ότι, αν ποτέ μου επιστρέψω στην Ελλάδα, θέλω να μείνω στο κέντρο και ιδίως στα Εξάρχεια γιατί τα βρίσκω γειτονιά με χαρακτήρα . Οι φίλοι να προσπαθούν να το μαζέψουν στρέφοντας τη συζήτηση για τις σπουδές μου κι εγώ ν' ανακατεύω το τσάι μου και να λέω ότι φυσικά οι σπουδές μου και τα επιστημονικά μου ενδιαφέρονται εν γένει είναι μεγάλο κομμάτι της ζωής μου και παθιάζομαι πολύ μ' αυτά, "να, ας πούμε τώρα το απόγευμα θα πάω να παρακολουθήσω μια ομιλία για την αναγκαιότητα του χωρισμού Εκκλησίας - Κράτους"
Οι φίλοι μου επέμεναν να με πάει σπίτι με το αμάξι, οπότε κι αυτός ο δύστυχος -τι να κάνει;- με συνόδεψε. Στο τέλος γύρισα, χαμογέλασα όλη γοητεία και προσδοκία, του έσφιξα δυνατά το χέρι και τον άφησα μ' ένα "ήταν τόσο όμορφα που σε γνώρισα σήμερα! Αυτό είναι το κινητό μου. Θα χαρώ πολύ να τα ξαναπούμε".
Δυο βδομάδες μετά κι ενώ, εννοείται , το κινητό παρέμενε σιωπηλό, μπόρεσα να γυρίσω με ύφος θιγμένης αξιοπρέπειας και να πω στους γονείς μου "Τα βλέπετε; Με υποβάλλετε σε τέτοια δοκιμασία για να φάω κι απόρριψη από πάνω! Να λείψουν αυτά στο μέλλον παρακαλώ"