μου ήρθε κι άλλο ένα :
ο πλούσιος, ή αλλιώς, ο "πέρνα αύριο".
Με το που καθόταν στο καρεκλάκι, αράδιαζε στο κάτω μέρος του τζαμιού της οθόνης τόσα κέρματα το ένα δίπλα στο άλλο, που η εξάρτησή του σε συνδυασμό όμως και με την οικονομική του άνεση, έκανε και τον τελευταίο αδιάφορο παρατηρητή να καταλάβει ότι "ήρθε για να μείνει". Σου έδινε την εντύπωση ότι έχει βάλει στοίχημα με τον εαυτό του να τερματίσει με το που καθόταν, το οποιοδήποτε παιχνίδι έβρισκε μπροστά του, ξέροντάς το ή όχι. Σε αρκετά παιχνίδια, έτσι κι αλλιώς, το να ρίξεις γρήγορα ένα καινούργιο νόμισμα στο game over, σε συνέχιζε από το σημείο αυτό, και δεν ξαναέπαιρνες το βιολί από την αρχή.
Μια σειρά κέρματα πάνω στην οθόνη (με πρόχειρο υπολογισμό, τουλάχιστον 10-12) έκανε και τον τελευταίο μαθητάκο να τον θαυμάσει για το large παίξιμό του, που θύμιζε εργοστασιάρχη στο Μοντ Παρνές. Παραλλαγή του παραπάνω ήταν αυτός που αράδιαζε στήλες κερμάτων στο "κόκπιτ", όπως τις έπαιρνε από τον αιθουσάρχη, σαν μάρκες στη ρουλέτα (μειονέκτημα του τρόπου αυτού ότι με τους κραδασμούς μπορούσαν να πέσουν, κι έτσι βόλευε μόνο σε επίπεδους "πάγκους", στυλ ποδοσφαιράκι, αλλά και πλεονέκτημα ότι φαίνονταν πολύ πιο μπόλικα τα κέρματα σωριασμένα κατακόρυφα...).
Συνήθως ο τύπος αυτός, με το που έπαιζε και το τελευταίο κέρμα της τεράστιας αυτής ποσότητας, σηκωνόταν κι έφευγε το ίδιο αδιάφορα σαν τον Ωνάση που μόλις είχε χάσει μερικά εκατομμύρια στο πράσινο τραπέζι...Το ύφος του αντανακλούσε απόλυτα φιλοσοφημένες απόψεις για το όλο θέμα "ηλεκτρονικά", στο στυλ "c' est la vie"... Πάντα έφευγε με ένα απλανές, κενό και ανικανοποίητο βλέμμα, μέχρι να τον ξαναδείς την επόμενη μέρα, την ίδια συνήθως ώρα...