Θα σας διηγηθώ κάτι που μου συνέβη πάρα πολλά χρόνια πρίν κάποιο πρωινό Οκτωβρίου του '89. Αληθινό περιστατικό 100%. Φυσικά δεν έχω απαίτηση να με πιστέψουν τα μέλη του φόρουμ εδώ δεν με πίστεψε η ίδια μου η οικογένεια. Είχα πάρει το πρωινό λεωφορείο της γραμμής μου και ήμουν μόνος στο αστικό μαζί φυσικά με τον οδηγό. Σε μια από τις επόμενες στάσεις ανέβηκε μια πανέμορφη κοπέλα ντυμένη στα άσπρα, κάτασπρο φόρεμα, άσπρες γόβες, και άσπρη τσάντα. Κάθισε στο απέναντι κάθισμα. Με κοίταζε έντονα και συνέχεια. Ανταπέδωσα φυσικά το κοίταγμα. Πανέμορφη με γοήτευσε αμέσως. Ξαφνικά το βλέμμα της μεταμορφώθηκε σε κάτι το τελείως αλλόκοτο και απόκοσμο. Και η ομορφιά του προσώπου μετεβλήθη σε κάτι τοι ολότελα αποκρουστικό. Τρόμαξα και με έλουσε κρύος ιδρώτας. Πάω κοντά στον οδηγό. Του διηγούμαι βιαστικά αυτό που έβλεπα. Ο οδηγός σταματάει ξαφνικά. Κοιτάζει προς το βάθος του οχήματος και δεν βλέπει τίποτα. Ούτε και εγώ. Έφυγε ξαφνικά χωρίς να ανοίξει τις πίσω πόρτες ο οδηγός? Απίστευτο. Φυσικά δεν με πίστεψε κανείς ούτε ο οδηγός όυτε οποιοσδήποτε άλλος που το διηγήθηκα, ούτε περιμένω να με πιστέψει κάποιος από το φόρουμ. Εγώ όμως που το πιστεύω γιατί το βίωσα, για ένα ολόκληρο μήνα, ολόκληρο γαιδούρι 20 χρονών (τότε) κοιμόμουν με ανοιχτά τα φώτα.
@SEBASTIAN Η ιστορία σου μου θυμίζει μια ιστορία που μας διηγιόταν ο παππούς μου. Συνέβη στα παιδικά του χρόνια στο νησί. Δεν συνέβη στον ίδιο αλλά σε συγχωριανό του. Το γεγονός όμως αυτό είχε ταράξει όλο το χωριό. Ο παππούς μου είχε γεννηθεί το 1920, το περιστατικό συνέβη το 1923 ή το 24 (δεν θυμάμαι ακριβώς), πάντως λίγο καιρό μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Δεν αναφέρω σε ποιο μέρος, ούτε τα κανονικά τους ονόματα, γιατί οι απόγονοι συγγενείς των "πρωταγωνιστών" της ιστορίας ζουν..
Στο χωριό λοιπόν ήταν 2 νέοι, αδερφικοί φίλοι απο παιδιά, πολύ αγαπημένοι και αχώριστοι. Μεγαλώνοντας, ο ένας μπάρκαρε στα καράβια και ο άλλος παρέμεινε στο τόπο, αγρότης. Γίνεται η μικρασιατική εκστρατεία το 1919, ο αγρότης επιστρατεύεται και σκοτώνεται σε μάχη. Ο ναυτικός, στην Αμερική τότε, δεν έμαθε για το θάνατο. Περνάει ο καιρός, ξεμπαρκάρει και επιστρέφει στο νησί. (Μιλάμε για το 1923 ή 24 όπως προείπα). Την ημέρα της επιστροφής του καθώς πήγαινε για το χωριό (ποδαράτο φυσικά), λίγο πριν την είσοδο του χωριού, βλέπει στο μικρό λόφο απέναντι, στο ύψωμα, τον πεθαμένο (!!!) να κάθεται σε ενα βράχο, στο ίδιο ακριβώς σημείο που σύνηθιζαν να παίζουν τότε που ήταν παιδιά. Μη γνωρίζοντας οτι ο εν λόγω ειναι νεκρός, του φωνάζει: "Εεεεε!! Γιάννη φίλε μου!! γύρισα!!!" και του γνέφει. Ο δε πεθαμένος, του γνέφει και αυτός (!!!!!!) χωρίς όμως να μιλήσει. Φτάνει στη πλατεία, οι χωριανοί στο καφενείο αγκαλιές, φιλιά, καλοσορίσματα, κλάματα, συγκίνηση. Και γυρίζει και τους λεει:
-"Τώρα που έρχομουν είδα και το Γιάννη!".
-"Ποιο Γιάννη;"
-"Τον Γιάννη τον τάδε". Κόκκαλο οι χωριανοί!
- "Μα ο Γιάννης σκοτώθηκε στο πόλεμο το 1919". Κόκκαλο και ο ναυτικός!
- "Ντροπή σας να μου κάνετε τέτοια κρύα πλάκα μόλις που γύρισα!".
- "Σκοτώθηκε ο Γιάννης, γιατί να σου κάνουμε πλάκα; να και ο τάφος του!" (σ.σ. του είχαν κάνει κενοτάφειο μνημείο ως ηρωικώς πεσόντα, επειδή ουδέποτε μεταφέρθηκε η σωρος του στο χωριό ώστε να τον θάψουν).
Αναστατώθηκε όλο το χωριό! Αλλοι έλεγαν ότι βρικολάκιασε ο πεθαμένος (επειδή λεει σκοτώθηκε βίαια σε μάχη). Αλλοι ότι ήταν απλά η ψυχή του που ήθελε να δει το φίλο του! Αλλοι οτι ο ναυτικός τρελάθηκε στα καράβια και έβλεπε οπτασίες! Αλλοι οτι απλά μπερδεύτηκε και παραγνώρισε με κάποιον άλλον....
Τι πραγματικά είδε αυτός, αν παραγνώρισε με κάποιον άλλον, κανείς δεν ξέρει....
Η ουσία πάντως ειναι ότι ακόμη μέχρι και σήμερα, το σημείο στο λόφο το λένε "χάρο". Μάλιστα τα καλοκαίρια όταν πηγαινα στο νησί, μας φοβέριζαν ως παιδιά, να μην παίζουμε να μην πλησιάζουμε εκεί, γιατί "εκεί βγαίνουν στοιχειά"..