Άλλες σκόρπιες αναμνήσεις από τον Παλάσκα.
1. Ακριβώς δίπλα ήταν το στρατόπεδο των Ο.Υ.Κ.άδων. Για την ακρίβεια, για να μπουν και να βγουν περνάγανε από τον Παλάσκα. Έτσι συχνά το δεκατιανό κολατσιό ήταν μετά θεαμάτων, χαζεύαμε βατραχάνθρωπους να πηδάνε από ελικόπτερα ψηλά πλουφ και μετά να τους ρίχνουν σαν τη Μαργαρίτα Μαργαρώ μεταξωτό σκοινί να σκαρφαλώσουν πίσω και άλλα τέτοια τσιρκολάνικα. Και σχεδόν κάθε μέρα στο καταχείμωνο βλέπαμε μια διμοιρία ΟΥΚάδες γυμνούς από τη μέση και πάνω να φεύγουν τροχάδην φωνάζοντας ρυθμικά "Ο-ΥΚ-Ο-ΥΚ-Ο-ΥΚ" και να χάνονται πίσω απ' τα πεύκα. Σε καμιά ωρίτσα τους ακούγαμε και μετά τους βλέπαμε να γυρνάνε τροχάδην φωνάζοντας ρυθμικά "Ο-ΥΚ-Ο-ΥΚ-Ο-ΥΚ". Πάντα υποψιαζόμουνα ότι μόλις στρίβανε στη γωνία σταματούσαν να τρέχουν και κάαααθονταν και μετά από μια ώρα λέγανε "Ε, καιρός να γυρίσουμε" κι αρχίζανε το "Ο-ΥΚ-Ο-ΥΚ-Ο-ΥΚ" κι εμείς οι αφελείς θαυμάζαμε ότι τρέχανε ολόκληρο μαραθώνιο όσο λείπανε.
2. Μας πήγανε και για σκοποβολή μια φορά. Τι σόι θητεία είναι αυτή αν δεν σου "μάθουν" πώς πυροβολείς με τυφέκιον, έστω κι αν αργότερα πας υποβρύχιο και ρίχνεις τορπίλλες? Φυσικά δεν χρησιμοποιήσαμε τα ατομικά μας όπλα γι' αυτή τη δουλειά, εκείνα τα είχαμε μόνο για διακοσμητικούς λόγους. Μας μπουζουριάσανε όλη τη διμοιρία σ' ένα καμιόνι και μας πήγανε στον τόπο της
εκτέλεσης σκοποβολής. Εκεί μας περίμεναν όπλα ήδη γεμισμένα που μας τα μοιράσανε και κάτι διπλά κράνη που μας τα φορέσανε ουρλιάζοντας όλη την ώρα (πράγμα που το καταλαβαίνω, διότι έτσι και κανένας από μας ήταν σαλεμένος και πυροβολούσε κάποιον αυτοί θα βρίσκανε τον μπελά τους) και μετά μας είπαν λίγα πράγματα όπως από ποια μεριά βγαίνει η σφαίρα και πού είναι η σκανδάλη, ίσως και άλλα πιο προχωρημένα που τώρα τα έχω ξεχάσει, όπως το πώς σημαδεύουμε, μετά μας διατάξανε να πέσουμε πρηνηδόν και να σκοπεύσουμε. Μόνο που δεν έπεσα μόνο εγώ. Μου έπεσε και το κράνος μπρος στα μάτια, και μόνο ο Τζέιμς Μποντ μπορεί να σκοπεύσει στα τυφλά. Τελικά κάποιος βρήκε τη λύση και φορέσαμε τα κράνη ανάποδα και καθίσανε στο κούτελο και άφησαν τα μάτια μας ήσυχα να κάνουν τη δουλειά τους. Αλλά να δεις που δεν χρειαζόταν. Διότι ενώ μακρυά υπήρχαν κάτι οκρίβαντες στους οποίους μπορούσαν να βάλουν στόχους να σημαδέψουμε, δεν υπήρχαν στόχοι. Οπότε το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να βάλουμε το όπλο να δείχνει προς τη γενική κατεύθυνση του απέναντι λόφου και να πατήσουμε τη σκανδάλη και ν' αφήσουμε τη βαρύτητα να φροντίσει τα υπόλοιπα. Είμαι υπερήφανος να μπορώ να σας πληροφορήσω ότι βρήκα το στόχο μου και η σφαίρα βάρεσε τη γη. Αν και έτσι που κλώτσησε το όπλο, πάλι καλά που το κατάφερα κι αυτό. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που πυροβολούσα. (Δεν ήταν και η μοναδική, επαναλάβαμε την εμπειρία μια φορά ακόμη στη θητεία μας)
Πήραμε λοιπόν το βάπτισμα του πυρός κι έτσι μπαρουτοκαπνισμένοι ήμασταν πια έτοιμοι για πόλεμο. Ευτυχώς που όπως ξέρουμε από τις ταινίες του Τζέιμς Πάρις οι Τούρκοι κάνουνε γιουρούσι όλοι μαζί μπουλουκηδόν κι έτσι αρκεί να στρέψεις το όπλο προς τη μεριά τους και να τραβήξεις τη σκανδάλη κι όλο και κάποιον θα πετύχεις στο σωρό, που θα πέσει κάνοντας μια στροφή γύρω από τον εαυτό του (αυτό το έχω μάθει από τον Μικρό Ήρωα).
3. Έπρεπε βέβαια να κουρευόμαστε συχνάκις. Το κούρεμα ήταν τζάμπα, αλλά επειδή τίποτε δεν είναι δωρεάν δίναμε κάνα κατοστάρικο χαρτζιλίκι στον κουρέα που θα έβγαζε τ' άντερά του με τόσους νεοσύλλεκτους που κούρευε κάθε μέρα. Την πρώτη φορά που πήγα για κούρεμα κατάλαβα ότι οι καιροί είχαν αλλάξει (σας θυμίζω ότι έφυγα από την Ελλάδα το 1980 επι πρωθυπουργίας Ράλλη που μόλις είχε παραλάβει τα σκήπτρα από τον Κων/νο Καραμανλή τον Α'). Ο κουρεύς είχε κρεμασμένο ένα τρανζιστοράκι που γκάριζε και που ήταν μονίμως συντονισμένο στον 902 Αριστερά στα FM, τον σταθμό του ΚΚΕ. Μέσα σε στρατόπεδο. Εις επήκοον όλων. Και κανείς δεν τον ενοχλούσε.
4. Είχαμε και θεατρική παράσταση. Επιθεώρηση γραμμένη, σκηνοθετημένη και παιγμένη από νεοσύλλεκτους. Λογοκριμένη από πιλάφια. Όσοι από την κλάση είχαν σχέση με θέατρο, μουσική κλπ. εξαφανίζονταν κάθε μέρα για συγγραφή και πρόβες. Και λίγο πριν την ορκομωσία μας μάντρωσαν όλους σε μια αίθουσα με αυτοσχέδια σκηνή και μας κουλτουριάσανε. Απρόσμενα, η επιθεώρηση ήταν αρκετά αστεία και αρκετά καλοπαιγμένη. Εν μέρει η επιτυχία οφειλόταν και σε μένα, πρώτον διότι ΔΕΝ συμμετείχα (έχω αναφερθεί αλλού στην παντελή έλλειψη υποκριτικού ταλέντου που με διακρίνει) και δεύτερον διότι, άθελά μου, είχα γίνει έμπνευση για ένα νούμερο σύμφωνα με το οποίο αργά τη νύχτα εμφανιζόταν μια φυλή βεδουΐνων στο στρατόπεδο. Εκείνο που γινόταν ήταν ότι εγώ κάθε νύχτα και αρκετοί άλλοι λιγότερο συχνά μετά το σιωπητήριο και τον έλεγχο ότι κοιμόμαστε με τα χεράκια έξω από τα σκεπάσματα (σοβαρά! Ήταν σκοτάδι και κοίταζαν με φακό) σηκωνόμασταν και πηγαίναμε να κάνουμε μπάνιο. Και γυρνούσαμε τυλιγμένοι με την τεράστια χνουδωτή πετσέτα. Εγώ είχα μάθει στην Αμερική να τυλίγω την μικρότερη πετσέτα γύρω από το κεφάλι μου με τέτοιο τρόπο που να στέκεται μόνη της και ένα μέρος της να κρέμεται πίσω σε πολύ αραβικό στυλ. Δεν μπορώ να βρω κατάλληλη φωτογραφία στο Γκουγκλ, το τελικό αποτέλεσμα όμως ήταν κάπως έτσι αν και το δέσιμο ήταν διαφορετικό
Το μάθανε από μένα κι άλλοι και να πώς προέκυψε η φυλή των Βεδουΐνων. Το νούμερο ήταν πολύ αστείο όταν το είδαμε στην τελική πρόβα. Οι Βεδουΐνοι σχολίαζαν τα αποτελέσματα της μακρόχρονης αναγκαστικής αποχής από τους πειρασμούς της σαρκός, έβαζαν το χέρι στη μέση, τραβούσαν λίγο την πετσέτα προς τα έξω, κοιτούσαν κάτω και τραγουδούσαν "Πόσο έχεις μεγαλώσει, μπέμπα, μπέμπα, έχει γίνεις άλλη τόση, κλπ κλπ" (ήταν φρέσκο το σχετικό σουξέ του Πάριου). Δεν θυμάμαι τώρα πώς το είχαν διασκευάσει αλλά ήταν πράγματι καλό. Δυστυχώς η λογοκρισία το θεώρησε πολύ τολμηρό και το έκοψε από την τελική παράσταση στην οποία παρευρέθηκαν όλοι οι μεγαλόσχημοι του Παλάσκα. Αυτοί χάσανε.
Και μετά ορκιστήκαμε, πήραμε μια βδομάδα άδεια, και μετά γυρίσαμε στον Παλάσκα να μας μοιράσουν στις διάφορες υπηρεσίες του Ναυτικού για ν' αρχίσει κανονικά η θητεία μας. Εμένα με στείλανε στη Διεύθυνση Τεχνική, στον εν Σαλαμίνι Ναύσταθμο. Πριν καταταγώ περίμενα η θητεία να είναι εμπειρία Καφκική. Τελικά ήταν Ιονέσκο με ολίγην από Τσιφόρο. Θέατρο του παραλόγου, αλλά να το ζεις και να γελάς. Ευτυχώς, διότι το παράλογο ΣΥΝΗΘΩΣ έκανε τη ζωή μας πιο έυκολη. Αλλά αυτό θα είναι το θέμα επόμενων ποστ.