Ένας προδότης κατέδωσε τον πατέρα του στους Γερμανούς. Τον συνέλαβαν κι τον έστειλαν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως όπου φυσικά εκτελέστηκε. Τα δυο παιδιά, ο Αρτέμης κι ο αδερφός του ο Νέστορας, έμειναν ολομόναχα καθώς είχε πεθάνει και η μητέρα τους. Για να ζήσουν πουλούσαν τσιγάρα. Κι όμως κατάφεραν κι να επιβιώσουν και να σπουδάσουν.
Δεν βρέθηκε ποτέ έστω κι ένας ηθοποιός ή σκηνοθέτης, να πει κάτι αρνητικό για τον Αρτέμη Μάτσα. Όλοι μιλούσαν με τα καλύτερα λογια, πως ήταν ένας τρομερά ευαίσθητος άνθρωπος, ευσυγκίνητος, με ήθος κι ευγένια ψυχής και καρδιάς και με σεβασμό στον συνάνθρωπο. Χαμηλών τόνων, ταπεινός, πράος κι πολύ μορφωμενος. Καμία σχέση με τους ήρωες που υποδυόταν.
Ο ίδιος είχε πει οτι ήθελε να υποδύεται τον προδότη, όχι από μίσος (επειδή ένας σπιούνος κατέδωσε τον πατέρα του), αλλά για να υπενθυμίζει στον κόσμο, να μην ξεχνάει, τι ήταν αυτοί οι άνθρωποι κι πόσο έβλαψαν με τις πράξεις τους. Είχε πει ένα πολύ ωραίο: "Στη ζωή μου δεν μπορώ να κόψω ούτε ενα λουλούδι. Κι στο σινεμά έχω "σκοτώσει" δεκάδες ανθρώπους ως σπιούνος".