Το Ρετιρέ - η δική σας πλοκή [fanfic]

Bump για να διαβασουν τα σεναρια οσο δεν τα εχουν διαβασει και για να εξομολογηθω οτι καλοκαιρι χωρις Ρετιρε ειναι ντοματοσαλατα χωρις λαδι :(

Τιριτιτιτιτιτιτι

Μηπως να τολμουσαμε να οργανωσουμε ενα reunion των πρωταγωνιστων? Απο απλη συγκεντρωση εως ενα σκετς...wishfull thinking αλλα ποτε δεν ξερεις...
 
Τι θέμα είναι αυτό ρε παιδιά; Γιατί το βλέπω πρώτη φορά; Απίστευτο fanfic!!
 
Αμα "σκαψεις" στο φορουμ, υπαρχουν πολλα πολλα πολλα διαμαντακια.

Τιριτιτιτιτιτιτιιιιιιιι
 
:rofl:

Πραγματικά δεν έχει μείνει άντερο από τα γέλια!! Οι διάλογοι των παιδιών είναι just like the real thing! Αυτό το τοπίκιο είναι διαμάντι και ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Wally για το bump! Τα τελευταία βράδυα όταν πέφτω στο κρεβάτι έχω καεί να βλέπω Ρετιρέ και οι μικροστιγμές μεγαλείου είναι άπειρες (άσε που κάνεις ένα τοοοοόσο γλυκό ύπνο αφήνοντάς το να παίζει σε χαμηλή ένταση...)

Wally είπε:
Τιριτιτιτιτιτιτιιιιιιιι
:biglaugh:

Το επίσημο σλόγκαν του καλοκαιριού!
 
ειχαν μιλησει πριν 2 χρονια για επεισοδιο μετα απο 20 χρονια με τους ιδιους πρωταγωνιστες.
 
Τι thread είναι αυτό ρε παιδια? Τόσο καιρό το έβλεπα αλλά δεν μπήκα στο κόπο να δω περι τινος πρόκειται. Μιλάμε πέθανα στο γέλιο!!! :rofl: :rofl: :rofl: :rofl: Να δώσω κ γω με την σειρά μου θερμά συγχαρητήρια στα παιδιά για τα σενάρια που σκεφτήκανε.Πραγματικά νόμιζα οτι έβλεπα επεισόδια.Ο τρόπος που τα περιγράφατε ήταν άψογος,με μετέφεραν ακριβώς σ εκείνη την εποχη.Μπράβο ρε παιδια για τις ιδέες σας !!!!
 
Φοβερά τα σενάρια των φίλων...λες και έβλεπα καινούργια επεισόδια της σειράς,πέθανα στα γέλια λέμε
 
Πραγματικα καταπληκτικο το θρεντ.

Συγχαρητηρια σε οσους εγραψαν τα σεναρια!! (δεν ξερω αν μπαινουν ακομα!). Εγω μολις χτες το ανακαλυψα και δεν εχω σταματησει να γελαω ακομα...
 
exetlaios είπε:
Ο Κυρ Χρήστος ο φαρμακοτρίφτης αγοράζει καινούριο αμάξι.Αποφασίζει να το εγκαινιάσει, κάνοντας μια Κυριακάτικη βόλτα με τη γυναίκα του την Κατερίνα.

Την ώρα που είναι στην είσοδο της πολυκατοικίας και ετοιμάζονται να ξεκινήσουν,

εμφανίζεται η κυρία Σοφία, η μαμά της Κατερίνας.

Κυρά Σοφία : Καλορίζικο παιδιά. Να, ήθελα και εγώ μια χάρη. Μιας και ξεκινάτε, δε με πετάτε μέχρι την παλτεία Κολιάτσου, να δω λίγο τη θεία σου τη Βούλα ;

Κατερίνα (αγριεμένη) : Να σε πετάξουμε μητέρα, να σε πετάξουμε.

Εμφανίζεται ξαφνικά η Αμαλία (η ξυνή) η αδελφή του Χρήστου.

Ξυνή : Καλημέρα σας (κουνώντας ειρωνικά το κεφάλι). Ποιός στη χάρη σας. Όλα σας τα παρέχει το κορόιδο ο αδελφός μου. Μέχρι και αμάξι σας πήρε.

Κυρά Σοφία : Σιγά μην περιμέναμε τον βούβαλο. Η Κατερίνα το πλήρωσε.

Κατερίνα : Μαμά, silence !

Κυρά Σοφία : Μα δεν ακούς Κατερίνα μου ; Ρεζίλι μας κάνει η ξυνή !

Κατερίνα : Μαμά ! Silence είπα.

Ξυνή : Μπα, θα πάρετε και την κυρία Σοφία μαζί ; Βέβαια ! (αρχίζει το κλάμα). Εγώ δεν έχω αδελφό. Με ξέχασε. Ούτε μια βόλτα δε με πάει.

Χρήστος : Μα τι λες Αμαλία μου. Ηρέμησε. Θα σε πάω και εσένα βόλτα, σύντομα. Απλώς σήμερα θα πάω με την Κατερίνα, οι δυό μας.

Ξυνή : Ωραία, αφού δε με πάς σήμερα βόλτα, κάνε τουλάχιστον μια στάση να με πετάξεις μέχρι Θρακομακεδόνες. Έχω να πάω μια επίσκεψη.

Χρήστος : Εντάξει Αμαλία μου, μπες και εσύ.

Ξαφνικά εμφανίζεται και η Ειρήνη, ανηφιά της Κατερίνας.

Ειρήνη : Ώπα, κουρσάρα τα μόμολα ! Καλά δικιά μου, πολύ φίνες ρόδες !

Κυρά Σοφία : Τι ρόδες Ειρήνη μου. Όλο τα αμάξι είναι όμορφο.

Ειρήνη : Καλά, γιαγιά είσαι και πολύ out !

Κατερίνα : Ειρήνη, ήρθες, μας ευχήθηκες, άντε στο καλό τώρα.

Ειρήνη : Καλά μωρέ, πως κάνεις έτσι. Πω πω ! Δε θα σε ενοχλήσω. Πέτα με μέχρι Σούρμενα που έχουν πάει κάτι φιλαράκια για πικνίκ και ξεμπερδεύετε από μένα.

Κατερίνα : Ούτε να το σκέφτεσαι.

Χρήστος : Άστην Κατερίνα μου. Έλα Ειρήνη, κάτσε πίσω θα σε πάμε, δε θα αργήσουμε πολύ.

Ειρήνη : Έτσι μπράβο. Εσένα Κατερίνα δε σου λέω ευχαριστώ γιατί δε με ήθελες.

Κατερίνα : Βρε άντε πάγαινε από δω !

Ο Χρήστος κάθεται μπροστά μαζί με την Κατερίνα.

Ξυνή, Ειρήνη και Κυρά Σοφία πίσω.

Μόλις πάει να βάλει μπρος τη μηχανή, σκάει μύτη η κυρία Ζαχαροπούλου, αφεντικό της Κατερίνας.

Ζαχαροπούλου : Βρε βρε ! Με γειά ! Ήρθα την κατάλληλη ώρα. Μπορείτε να με πετάξετε μέχρι Κουκάκι ; Έχω αργήσει σε ένα σημαντικό ραντεβού.

Κατερίνα (θυμωμένη) : Όχι δε μπορούμε κυρία Ζαχαροπούλου μου !

Ζαχαροπούλου : Καλά Κατερίνα μη θυμώνεις. Εγώ αν είχα αμάξι θα σας πήγαινα.

Χρήστος : Ελάτε κυρία Ζαχαροπούλου. Πλάκα κάνει η Κατερίνα.

Από το πουθενά, εμφανίζεται και η Χαρούλα, συνάδελφος της Κατερίνας.

Χαρούλα : Παιδιά περιμένετε ! Χωράει ένας ακόμα ; Εδώ δίπλα πάω. Παλλήνη.

Κατερίνα : Βγες έξω Χρήστο !

Χρήστος : Τι έπαθες Κατερίνα μου ;

Κατερίνα (έξαλλη) : Βγες έξω είπα Χρήστο. Θα πάμε εκδρομή με ταξί. Με ταξί !

Τι ρι ρι ρι (μουσική και τίτλοι τέλους) !
Χαχαχαχαχαχα!!!!

exetlaios είπε:
ΤΟ ΓΕΥΜΑ.
Σκηνικό, το σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού.

Η Κυρά Σοφία (μαμά της Κατερίνας) κάνει φτερό στο σαλόνι, φορώντας μια πανάθλια σκοροφαγωμένη ρόμπα.

Στο ράδιο ακούγεται μουσική υπόκρουση Ατζελα Δημητρίου "Εσύ τι λες, θε γίνουμε επιτέλους εραστές".

Ξάφνου χτυπάει το κουδούνι της πόρτας.

Μπαίνει μέσα η Ζανέτ, η εκκεντρική κουτσομπόλα γειτόνισσα.

Κυρά Σοφία : Γειά σου Ζανέτ, πέρασε να σε κεράσω ένα καφέ.

Η Ζανέτ στρογγυλοκάθεται στον καναπέ και ξεκινάει τις "φυτιλιές".

Ζανέτ : Ξέρεις Σοφία μου, προχτές ήμουνα στην κυρία Νικόλ. Ξέρεις, του βιομηχάνου τη γυναίκα. Διοργάνωνε ένα "συμμετοχικό γεύμα".

Κυρά Σοφία : Μετοχικό γεύμα ; Τι είναι αυτό ; Δε θέλω εγώ να μπλέξω με χρηματιστήρια.

Ζανέτ (γελώντας) : Όχι μετοχικό, συμμετοχικό. Είναι η νέα μόδα στα ευρωπαικά σαλόνια. Καλείς κόσμο για φαγητό, αλλά αντί να τα μαγειρέψει όλα ο οικοδεσπότης και να ταλαιπωρηθεί, ο κάθε καλεσμένος φέρνει το δικό του φαγητό.

Κυρά Σοφία : Ωραίο ακούγεται.

Ζανέτ (με στόμφο) : Είναι ωραίο. Καλό θα ήταν να κάνεις και εσύ μια φορά.

Κυρά Σοφία : Μωρέ θα τόθελα, αλλά φοβάμαι την Κατερίνα. Δεν της αρέσουν οι επισκέψεις.

Από την κουζίνα πετάγεται η Ειρήνη, η εγγονή της Κυρά Σοφίας, με ένα μαύρο κολλάν και ένα φούτερ. Στο χέρι κρατάει ένα τεράστιο walkman, σαν τα racal που είχανε οι καταδρομείς.

Ειρήνη (με απαξίωση) : Μμμμ ! Ότι θέλει σε κάνει η κόρη σου. Τσάμπα τους κάνεις την υπηρέτρια και ούτε να μιλήσεις δε μπορείς.

Ξαφνικά μπαίνει μέσα η Κατερίνα που γύρισε από το γραφείο.

Κατερίνα (ειρωνικά) : Μπα μπα ! Όλη η καλή κοινωνία μαζεύτηκε στο σπίτι μας.

Ζανέτ : Καλησπέρα Κατερίνα.

Κατερίνα : Με εσένα στο σαλόνι μας, να δούμε πόσο καλή θα είναι.

Ζανέτ : Τι είπες Κατερίνα μου ;

Κατερίνα (με τσαούσικο ύφος) : Τίποτα, καλώς σε δεχτήκαμε λέω.

Κυρά Σοφία : Ξέρεις Κατερίνα μου ... να ... έλεγα να κάνουμε ένα "συμμετοχικό γεύμα". Έκανε και η Νικόλ, η γυναίκα του εφοπλιστή προχτές.

Κατερίνα : Ωραία, περίμενε να παντρευτείς κάνα εφοπλιστή και εσύ και κάνουμε.

Κυρά Σοφία : Αμάν βρε Κατερίνα. Όλο με ειρωνεύεσαι.

Κατερίνα ; Με τέτοια που λες, και λίγα κάνω. Η Ζανέτ σου έβαλε την ιδέα ;

Ζανέτ : Εγώ Κατερίνα μου ...

Κατερίνα : Άσε κατάλαβα.

Ειρήνη : Αφήστε την καλέ, μην της λέτε τέτοια της Κατερίνας. Δε θέλει κόσμο στο σπίτι. Το νου της τον έχει όλο στο Χρήστο. Μην της πάρουν τον μεγάλο εραστή, το παιδοβούβαλο !

Κατερίνα : Σα δε ντρέπεσαι λέω εγώ, ελεεινό υποκείμενο !

Αλλάζει το πλάνο.

Προφανώς η Κατερίνα πείστηκε και βρισκόμαστε πάλι στο σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού, τη μέρα του γεύματος.

Πρώτα μπαίνει μέσα η Ζανέτ.

Ζανέτ : Καλησπέρα σας. Πω πω ! Μια χαρά τα οργανώσατε. Είδες τι ωραία που είναι Κατερίνα μου ;

Κατερίνα (ξινισμένη) : Ακόμα είναι νωρίς. Κάτσε να περάσει λίγο η ώρα και βλέπουμε.

Ζανέτ (γελάει αφελώς) : Έλα μωρέ Κατερίνα ! Εγώ πάντως μαγείρεψα και σας έφερα κεφτεδάκια.

Χτυπάει το κουδούνι.

Κατερίνα : Μάνα άνοιξε, κατέφτασε η αφρόκρεμα της Αθήνας !

Μπαίνει μέσα ο Φοίβος ο καφετζής (με ένα λιγδιασμένο δερμάτινο) και η Χαρούλα με ένα κόκκινο αμπέχωνο.

Χαρούλα : Καλησπέρα σας. (Δείχνει ένα τάπερ). Κοίτα Κυρά Σοφία, μοσχοβολάνε !

Κυρά Σοφία : Τι είναι Χαρούλα μου ;

Χαρούλα : Κεφτεδάκια ! Με τα χεράκια μου τα έφτιαξα. Βοήθησε λίγο και ο Φοίβος βέβαια.

Φοίβος (γελώντας βλακωδώς) : Εγώ έπλασα τον κιμά.

Μόλις πάνε να μπούνε στο σαλόνι, ξαναχτυπάει η πόρτα. Μπαίνει ο Ιάσωνας και η Ελένη.

Ο Ιάσωνας φοράει σακάκι με τα μανίκια γυρισμένα μέχρι τον αγκώνα και σκαρπίνι.

Η Ελένη με φούστα από το κατηχητικό με γιακά που κουμπώνει θηλειά στο λαιμό.

Ιάσωνας : Γειά σας. Φέραμε και εμείς το κατιτί μας. Κεφτεδάκια.

Ελένη : Είναι συνταγή της γιαγιάς μου. Τα έφτιαχνε στη Σμύρνη.

Κυρά Σοφία (με απολογητικό ύφος) : Κατερίνα, ήρθαν τα παιδιά, φέρανε και αυτοί κεφτεδάκια.

Κατερίνα (κουνάει το κεφάλι και τους ώμους αριστερά-δεξιά με απαξίωση) : Καλώς τα δεχτήκαμε. Να τα κατοστήσουμε !

Τέλος σκάει μύτη και η κυρία Ζαχαροπούλου, με δερμάτινη φούστα, μεταξωτό πουκάμισο και χαμηλές γόβες.

Ζαχαροπούλου : Γειά σας ! Ήρθα και εγώ ! Και τι σας έφερα ;

Κατερίνα : Κεφτεδάκια !

Ζαχαροπούλου (έκπληκτη) : Ναι, που το ξέρεις ;

Κατερίνα (έξαλλη) : Άσε, τώρα θα δεις που το ξέρω.

Η Κατερίνα πάει στο τραπέζι του σαλονιού που είναι αραχτά όλα τα μπωλ με τους κεφτέδες.

Παίρνει έναν κεφτέ από κάθε μπωλ και προσεγγίζει απειλιτικά την Κυρά Σοφία.

Κατερίνα : Μητέρα, open your mouth που λένε και οι Άγγλοι.

Κυρά Σοφία : Τι έπαθες Κατερίνα μου, τρελάθηκες ;

Κατερίνα (προσπαθώντας να στουμπώσει 5 κεφτεδάκια στον εισοφάγο της Κυρά Σοφίας) : Καθόλου. Αντιθέτως. Λογικεύτηκα.

Κυρά Σοφία : Μη Κατερίνα, θα με πνίξεις !

Κατερίνα : Δεν πειράζει. Κεφτεδάκια δεν ήθελες ; Φάε κεφτεδάκια ! Πολλά κεφτεδάκια !

τι ρι ρι ρι ρι (μουσική και τίτλοι τέλους).
Χαχαχαχα!! Σαν να χω τις φωνες τους στο μυαλο μου!!
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:

Σκηνή #1 :


Σκηνικό: Το σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού.

Στο χώρο περιφέρεται η κυρία Σοφία, η μάνα της Κατερίνας. Φοράει μια ρόμπα χρώματος πεθαμένου-πευκί (αυτό το συγκεκριμένο πράσινο, που έχουν ορισμένα πεύκα που έχουν «αρρωστήσει» και κοντεύουν να πέσουν).

Στο χέρι της κραδαίνει ένα ροζ «φτερό» και περιποιείται πολυθρόνες, καναπέδες, τραπεζάκια, κλπ.

Το ράδιο είναι ανοιχτό και παίζει Κοντολάζο («Σεισμός, είναι η αγάπη»).

Χτυπάει το κουδούνι.

Κυρία Σοφία (αγχωμένη): Έρχομαι, έρχομαι.

Χάνεται στο χωλ, και επιστρέφοντας στο πλάνο, συνοδεύεται από την ανυπόφορη ψιλομύτα γειτόνισσα Ζανέτ.

Κυρία Σοφία: Πέρασε Ζανέτ μου, κάτσε.

Ζανέτ (κάθεται): Ευχαριστώ κυρία Σοφία μου, αλλά δε θα κάτσω πολύ. Άνοιξε μια νέα μπουτίκ παρακάτω και πάω να χαζέψω. Ήρθα να κάνω ένα τσιγαράκι, να σου πω μια καλημέρα και να φύγω.

Καθώς βγάζει τα τσιγάρα της από την τσάντα της, σταματάει και οσφραίνεται έντονα.

Ζανέτ: Τι μυρίζει έτσι;

Κυρία Σοφία: Πώς έτσι;

Ζανέτ: Κάτι σαν λεβάντα, πατσουλί, ή κάτι αντίστοιχο;

Κυρία Σοφία (χαζογελώντας): Α, την κολώνια μου θα μύρισες.

Ζανέτ (σε απόγνωση): Και τι κολώνια είναι αυτή;

Κυρία Σοφία (ενθουσιασμένη): Μυρτώ! Σου αρέσει; Μου την έφερε η Κατερίνα.

Ζανέτ (με εμφανή αποδοκιμασία): Έλεος κυρία Σοφία μου! Μυρτώ; Σε ποια εποχή βρίσκεσαι ; Μήπως ξεχάστηκες στη δεκαετία του 80 ; Οι σύγχρονες γυναίκες, δε βάζουν πια Μυρτώ. Είναι τρε μπανάλ !

Κυρία Σοφία (απολογητικά): Μα και εγώ, μετά το μπάνιο τη βάζω, Ζανέτ μου.

Ζανέτ: Δε με κατάλαβες. Αυτές οι χύμα κολώνιες, στα τεράστια μπουκάλια, είναι ντεμοντέ. Ξεπερασμένες, πώς το λένε; Θα περίμενα από εσένα, να φοράς μόνο φίνα γαλλικά αρώματα! Ααα, αυτή η κόρη σου, σε έχει χαλάσει πολύ με την τσιγκουνιά της.

Ειρήνη (κάνει αιφνιδιαστικό πέρασμα από το υπνοδωμάτιο, στην κουζίνα): Πες της τα, να μην της τα λέω μόνο εγώ. Τσάο.

Κυρία Σοφία: Μα Ζανέτ μου, αυτά τα αρώματα εισαγωγής, είναι πανάκριβα. Άσε που και τα μπουκάλια είναι πολύ μικρά. Μόνο οι λεφτάδες αγοράζουν γαλλικά αρώματα.

Ζανέτ: Κάνεις λάθος! Δε χρειάζεται να έχεις λεφτά, για να πάρεις γαλλικά αρώματα. Γνωριμίες χρειάζεσαι.

Κυρία Σοφία (απορημένη): Τι εννοείς;

Ζανέτ: Μόνο τα κορόιδα, Σοφία μου, πληρώνουν μια περιουσία, για καλά εισαγόμενα αρώματα. Εγώ έχω μια γνωστή, που θα μας τα δώσει στη μισή τιμή. Τα πιο επώνυμα αρώματα του Παρισιού!

Κυρία Σοφία: Και πώς θα γίνει αυτό;

Ζανέτ: Να, ο άντρας της, είναι χονδρέμπορος αρωμάτων. Αυτή, κάνει συχνά ταξίδια αναψυχής στην Ελλάδα. Και όταν έρχεται, φέρνει και κάμποσα αρώματα, και τα πουλάει, μέσω γνωστών. Έτσι, τα δίνει σε τιμή κόστους. Κατάλαβες;

Κυρία Σοφία: Κατάλαβα. Και που θα τη βρούμε αυτή τη γαλλίδα;

Ζανέτ (κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι, χαμογελώντας): Μην ανησυχείς, θα στη φέρω σπίτι εγώ. Το Σάββατο, στις 6 το απόγευμα. Αλλά, κοίτα, μην την φέρω για ένα άρωμα μόνο. Φέρε και φίλους σου, να πάρουν και αυτοί. Είναι ευκαιρία, σου λέω. Κελεπούρι!

Κυρία Σοφία: Εντάξει, σας περιμένω.

Σκηνή #2 :

Σάββατο απόγευμα, ώρα 18:16ʼ.

Στο σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού, είναι μαζεμένοι όλοι οι γνωστοί ήρωες της σειράς.

Επικρατεί μια άνευ-προηγουμένου οχλαγωγία.

Η κάμερα ζουμάρει στη Ζανέτ.

Ζανέτ: Που λες Ειρήνη μου, αυτή η φίλη μου, έχει τα πάντα: Eau de toilette, Eau de parfum …

Κατερίνα (ξυνισμένη) : «Ω, τι συμφορά», προβλέπω !

Ζανέτ: Τι είπες Κατερίνα μου ;

Κατερίνα (ειρωνικά): Τίποτα, η φίλη σου λέω, άργησε.

Χτυπάει το κουδούνι.

Ζανέτ: Αυτή θα είναι. Πάω να ανοίξω.

Ακούγεται διάλογος off-camera, από το χωλ : «Αλό!», «Καλωσήρθες χρυσή μου».

Η Ζανέτ επιστρέφει στο σαλόνι, συνοδευόμενη από μια κομψή κυρία, με κίτρινο φόρεμα, και κίτρινο καπέλο (την υποδύεται η Λιλή Ντερτήμα). Διασχίζει με χάρη το σαλόνι.

Ζανέτ: Φίλοι μου, να σας παρουσιάσω τη μαντάμ Μονίκ Ντυμπουά, εκ Παρισίων.

Μονίκ: Αλό!

Όλοι: Καλησπέρα.

Η ομήγυρης, έχει κάτσει σαν ξελιγωμένη, γύρω από το τραπέζι του σαλονιού.

Η Μονίκ, εμφανίζει μια αθλητική τσάντα PUMA, την αναποδογυρίζει στο τραπέζι και γεμίζει ο τόπος αρώματα.

Μονίκ (με «γαλλική» προφορά): Έκω φέγει γκια εσάς, τα καλύτεγα αρώματα από το Παγί.

Όλοι πέφτουν μανιασμένοι, αρχίζουν να ανοίγουν και να δοκιμάζουν.

Κώστας (συνάδελφος Κατερίνας, στο γραφείο): Πώ πω, αυτά είναι αρώματα! Όχι σαν τις μάπες που βάζαμε, τόσα χρόνια.

Χαρούλα (του χτυπάει το χέρι): Βγάλε ντε το κουλό σου, να δοκιμάσουμε και εμείς. Ααα! Τέλειο είναι. Θα το πάρω.

Φοίβος (κοιτώντας σα χάνος): Θα πάρω και εγώ ένα! Είναι ευκαιρία!

Χαρούλα (χειρονομεί στον Φοίβο): Να βρε ζεν-πρεμιέ, μη χάσεις!

Ελένη: Ιάσωνα, είναι όλα υπέροχα! Λες και βρίσκεσαι στο Παρίσι! Δεν ξέρω ποιο να πάρω!

Ιάσωνας (καμαρώνοντας σα γύφτικο σκεπάρνι): Πάρε δύο αγάπη μου! Τα κάνω εγώ δώρο, στη γυναίκα μου (της πιάνει την πλάτη). Που θα ξαναβρούμε τέτοια ευκαιρία ;

Ζαχαροπούλου: Εγώ θα πάρω τρία!

Ειρήνη: Ε, για σιγά, να προλάβουμε και εμείς κανένα γαλλικό αρωματάκι. Εγώ που είμαι και νέα. Εσείς τι να τα κάνετε ; Γιαγιά, τσοντάρεις δυό χήνες ;

Κυρία Σοφία (γνέφει συγκαταβατικά): Άντε, χαλάλι σου, Ειρήνη μου.

Ειρήνη: Μπράβο γιαγιά μου, είσαι super cool !

Ζανέτ: Ε, αφού πήρατε όλοι, ας πάρω και εγώ, ένα ακόμα.

Κυρ Χρήστος: Έλα Κατερίνα μου, πάρε και εσύ ένα. Στο κάνω δώρο εγώ, για τη επέτειό μας. Που θα ξαναβρούμε τόσο φθηνά, γαλλικά αρώματα!

Κατερίνα (διστακτική): Άντε, καλά. Με παρασύρατε. Θα πάρω και εγώ ένα. Ας προσέξω και λίγο τον εαυτό μου.

Αμαλία («Ξυνή»): Έτσι είναι! Όλα για τη Κατερίνα (μυξοκλαίει). Αυτή θα στα φάει όλα (σκουπίζει τη μύτη της με ένα μαντήλι). Για τη δύσμοιρη την αδελφή σου, τίποτα (λυγμοί)!

Κυρ Χρήστος (χαμογελώντας): Έλα Αμαλία μου! Πάρε και εσύ ότι θες. Δώρο από εμένα.

Αμαλία (συνέρχεται σε χρόνο-ρεκόρ): Ωραία, εγώ θέλω τρία.

Ξαφνικά χτυπάει το κουδούνι.

Κατερίνα: Περίεργο, ποιος να είναι τέτοια ώρα; Δεν περιμένουμε άλλον.

Ανοίγει την πόρτα και μπουκάρουν δύο αστυνομικοί (τους υποδύονται, ο Αλέκος Μαυρίδης και ο Χρήστος Σάββας).

Αστυνομικός #1: Εδώ δε μπήκε πριν λίγη ώρα, μια γυναίκα με κίτρινα;

Αστυνομικός #2: Νάτη! Μαριωρή Τζιόβα, συλλαμβάνεσαι !

Κυρία Σοφία (σαστισμένη): Κάποιο λάθος κάνετε. Δεν υπάρχει καμιά Μαριωρή Τζιόβα, εδώ. Η κυρία είναι από το Παρίσι. Μονίκ Ντυμπουά λέγεται.

Αστυνομικός #2: Εσείς κάνετε λάθος. Η κυρία σας εξαπάτησε. Στις Τζιτζιφιές μένει και κάνει τη γαλλίδα, για να κοροιδεύει τον κόσμο.

Κυρ Χρήστος: Να κοροιδεύει τον κόσμο;

Αστυνομικός #1: Ακριβώς. Ο άντρας της έχει ένα παράνομο αποστακτήριο στον Κολωνό. Παρασκευάζει «μπόμπες» αρώματα, τα βάζει σε «μαιμού» συσκευασίες και τα μοσχοπουλάει σε ανυποψίαστους, ως δήθεν-γαλλικά.

Ζανέτ: Ω, τερίμπλ! (κάνει αέρα, στο πρόσωπό της).

Κυρία Σοφία: Βρε τι πήγαμε να πάθουμε. Ευτυχώς τη γλυτώσαμε, τελευταία στιγμή.

Κατερίνα (έχοντας «φορτώσει»): Μη βιάζεσαι μητέρα. Ακόμα δε γλύτωσες τίποτα. Έλα εδώ. Έλα και εσύ εδώ, Ζανέτ, που είχες και την ιδέα. (αρπάζει ένα μπουκάλι, το ανοίγει και αρχίζει να πετάει μανιωδώς άρωμα, στο πρόσωπο της Κυρα Σοφίας και της Ζανέτ).

Κυρία Σοφία: Σιγά Κατερίνα μου, θα με τυφλώσεις, όχι στο μάτι!

Ζανέτ: Κατερίνα, ηρέμησε! Τρελάθηκες;

Κατερίνα: Ναι, τρελάθηκα, με τις φαεινές ιδέες σας. «Παρφούμ» δε θέλατε να αγοράσετε; Φούμαρα σας πούλησαν ! Φούμαρα σας πούλησαν !

Τιριριριρι ! (μουσική και τίτλοι τέλους).

Dartacan είπε:
Τα τελευταία βράδυα όταν πέφτω στο κρεβάτι έχω καεί να βλέπω Ρετιρέ και οι μικροστιγμές μεγαλείου είναι άπειρες (άσε που κάνεις ένα τοοοοόσο γλυκό ύπνο αφήνοντάς το να παίζει σε χαμηλή ένταση...)
Σωστός! Ο χαλαρωτικότερος ύπνος, έχει την υπογραφή της ρετιρο-παρέας.
 
Τελευταία επεξεργασία από έναν συντονιστή:
exetlaios είπε:

Σκηνή #1 :


Σκηνικό: Το σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού.

Στο χώρο περιφέρεται η κυρία Σοφία, η μάνα της Κατερίνας. Φοράει μια ρόμπα χρώματος πεθαμένου-πευκί (αυτό το συγκεκριμένο πράσινο, που έχουν ορισμένα πεύκα που έχουν «αρρωστήσει» και κοντεύουν να πέσουν).

Στο χέρι της κραδαίνει ένα ροζ «φτερό» και περιποιείται πολυθρόνες, καναπέδες, τραπεζάκια, κλπ.

Το ράδιο είναι ανοιχτό και παίζει Κοντολάζο («Σεισμός, είναι η αγάπη»).

Χτυπάει το κουδούνι.

Κυρία Σοφία (αγχωμένη): Έρχομαι, έρχομαι.

Χάνεται στο χωλ, και επιστρέφοντας στο πλάνο, συνοδεύεται από την ανυπόφορη ψιλομύτα γειτόνισσα Ζανέτ.

Κυρία Σοφία: Πέρασε Ζανέτ μου, κάτσε.

Ζανέτ (κάθεται): Ευχαριστώ κυρία Σοφία μου, αλλά δε θα κάτσω πολύ. Άνοιξε μια νέα μπουτίκ παρακάτω και πάω να χαζέψω. Ήρθα να κάνω ένα τσιγαράκι, να σου πω μια καλημέρα και να φύγω.

Καθώς βγάζει τα τσιγάρα της από την τσάντα της, σταματάει και οσφραίνεται έντονα.

Ζανέτ: Τι μυρίζει έτσι;

Κυρία Σοφία: Πώς έτσι;

Ζανέτ: Κάτι σαν λεβάντα, πατσουλί, ή κάτι αντίστοιχο;

Κυρία Σοφία (χαζογελώντας): Α, την κολώνια μου θα μύρισες.

Ζανέτ (σε απόγνωση): Και τι κολώνια είναι αυτή;

Κυρία Σοφία (ενθουσιασμένη): Μυρτώ! Σου αρέσει; Μου την έφερε η Κατερίνα.

Ζανέτ (με εμφανή αποδοκιμασία): Έλεος κυρία Σοφία μου! Μυρτώ; Σε ποια εποχή βρίσκεσαι ; Μήπως ξεχάστηκες στη δεκαετία του 80 ; Οι σύγχρονες γυναίκες, δε βάζουν πια Μυρτώ. Είναι τρε μπανάλ !

Κυρία Σοφία (απολογητικά): Μα και εγώ, μετά το μπάνιο τη βάζω, Ζανέτ μου.

Ζανέτ: Δε με κατάλαβες. Αυτές οι χύμα κολώνιες, στα τεράστια μπουκάλια, είναι ντεμοντέ. Ξεπερασμένες, πώς το λένε; Θα περίμενα από εσένα, να φοράς μόνο φίνα γαλλικά αρώματα! Ααα, αυτή η κόρη σου, σε έχει χαλάσει πολύ με την τσιγκουνιά της.

Ειρήνη (κάνει αιφνιδιαστικό πέρασμα από το υπνοδωμάτιο, στην κουζίνα): Πες της τα, να μην της τα λέω μόνο εγώ. Τσάο.

Κυρία Σοφία: Μα Ζανέτ μου, αυτά τα αρώματα εισαγωγής, είναι πανάκριβα. Άσε που και τα μπουκάλια είναι πολύ μικρά. Μόνο οι λεφτάδες αγοράζουν γαλλικά αρώματα.

Ζανέτ: Κάνεις λάθος! Δε χρειάζεται να έχεις λεφτά, για να πάρεις γαλλικά αρώματα. Γνωριμίες χρειάζεσαι.

Κυρία Σοφία (απορημένη): Τι εννοείς;

Ζανέτ: Μόνο τα κορόιδα, Σοφία μου, πληρώνουν μια περιουσία, για καλά εισαγόμενα αρώματα. Εγώ έχω μια γνωστή, που θα μας τα δώσει στη μισή τιμή. Τα πιο επώνυμα αρώματα του Παρισιού!

Κυρία Σοφία: Και πώς θα γίνει αυτό;

Ζανέτ: Να, ο άντρας της, είναι χονδρέμπορος αρωμάτων. Αυτή, κάνει συχνά ταξίδια αναψυχής στην Ελλάδα. Και όταν έρχεται, φέρνει και κάμποσα αρώματα, και τα πουλάει, μέσω γνωστών. Έτσι, τα δίνει σε τιμή κόστους. Κατάλαβες;

Κυρία Σοφία: Κατάλαβα. Και που θα τη βρούμε αυτή τη γαλλίδα;

Ζανέτ (κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι, χαμογελώντας): Μην ανησυχείς, θα στη φέρω σπίτι εγώ. Το Σάββατο, στις 6 το απόγευμα. Αλλά, κοίτα, μην την φέρω για ένα άρωμα μόνο. Φέρε και φίλους σου, να πάρουν και αυτοί. Είναι ευκαιρία, σου λέω. Κελεπούρι!

Κυρία Σοφία: Εντάξει, σας περιμένω.

Σκηνή #2 :

Σάββατο απόγευμα, ώρα 18:16ʼ.

Στο σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού, είναι μαζεμένοι όλοι οι γνωστοί ήρωες της σειράς.

Επικρατεί μια άνευ-προηγουμένου οχλαγωγία.

Η κάμερα ζουμάρει στη Ζανέτ.

Ζανέτ: Που λες Ειρήνη μου, αυτή η φίλη μου, έχει τα πάντα: Eau de toilette, Eau de parfum …

Κατερίνα (ξυνισμένη) : «Ω, τι συμφορά», προβλέπω !

Ζανέτ: Τι είπες Κατερίνα μου ;

Κατερίνα (ειρωνικά): Τίποτα, η φίλη σου λέω, άργησε.

Χτυπάει το κουδούνι.

Ζανέτ: Αυτή θα είναι. Πάω να ανοίξω.

Ακούγεται διάλογος off-camera, από το χωλ : «Αλό!», «Καλωσήρθες χρυσή μου».

Η Ζανέτ επιστρέφει στο σαλόνι, συνοδευόμενη από μια κομψή κυρία, με κίτρινο φόρεμα, και κίτρινο καπέλο (την υποδύεται η Λιλή Ντερτήμα). Διασχίζει με χάρη το σαλόνι.

Ζανέτ: Φίλοι μου, να σας παρουσιάσω τη μαντάμ Μονίκ Ντυμπουά, εκ Παρισίων.

Μονίκ: Αλό!

Όλοι: Καλησπέρα.

Η ομήγυρης, έχει κάτσει σαν ξελιγωμένη, γύρω από το τραπέζι του σαλονιού.

Η Μονίκ, εμφανίζει μια αθλητική τσάντα PUMA, την αναποδογυρίζει στο τραπέζι και γεμίζει ο τόπος αρώματα.

Μονίκ (με «γαλλική» προφορά): Έκω φέγει γκια εσάς, τα καλύτεγα αρώματα από το Παγί.

Όλοι πέφτουν μανιασμένοι, αρχίζουν να ανοίγουν και να δοκιμάζουν.

Κώστας (συνάδελφος Κατερίνας, στο γραφείο): Πώ πω, αυτά είναι αρώματα! Όχι σαν τις μάπες που βάζαμε, τόσα χρόνια.

Χαρούλα (του χτυπάει το χέρι): Βγάλε ντε το κουλό σου, να δοκιμάσουμε και εμείς. Ααα! Τέλειο είναι. Θα το πάρω.

Φοίβος (κοιτώντας σα χάνος): Θα πάρω και εγώ ένα! Είναι ευκαιρία!

Χαρούλα (χειρονομεί στον Φοίβο): Να βρε ζεν-πρεμιέ, μη χάσεις!

Ελένη: Ιάσωνα, είναι όλα υπέροχα! Λες και βρίσκεσαι στο Παρίσι! Δεν ξέρω ποιο να πάρω!

Ιάσωνας (καμαρώνοντας σα γύφτικο σκεπάρνι): Πάρε δύο αγάπη μου! Τα κάνω εγώ δώρο, στη γυναίκα μου (της πιάνει την πλάτη). Που θα ξαναβρούμε τέτοια ευκαιρία ;

Ζαχαροπούλου: Εγώ θα πάρω τρία!

Ειρήνη: Ε, για σιγά, να προλάβουμε και εμείς κανένα γαλλικό αρωματάκι. Εγώ που είμαι και νέα. Εσείς τι να τα κάνετε ; Γιαγιά, τσοντάρεις δυό χήνες ;

Κυρία Σοφία (γνέφει συγκαταβατικά): Άντε, χαλάλι σου, Ειρήνη μου.

Ειρήνη: Μπράβο γιαγιά μου, είσαι super cool !

Ζανέτ: Ε, αφού πήρατε όλοι, ας πάρω και εγώ, ένα ακόμα.

Κυρ Χρήστος: Έλα Κατερίνα μου, πάρε και εσύ ένα. Στο κάνω δώρο εγώ, για τη επέτειό μας. Που θα ξαναβρούμε τόσο φθηνά, γαλλικά αρώματα!

Κατερίνα (διστακτική): Άντε, καλά. Με παρασύρατε. Θα πάρω και εγώ ένα. Ας προσέξω και λίγο τον εαυτό μου.

Αμαλία («Ξυνή»): Έτσι είναι! Όλα για τη Κατερίνα (μυξοκλαίει). Αυτή θα στα φάει όλα (σκουπίζει τη μύτη της με ένα μαντήλι). Για τη δύσμοιρη την αδελφή σου, τίποτα (λυγμοί)!

Κυρ Χρήστος (χαμογελώντας): Έλα Αμαλία μου! Πάρε και εσύ ότι θες. Δώρο από εμένα.

Αμαλία (συνέρχεται σε χρόνο-ρεκόρ): Ωραία, εγώ θέλω τρία.

Ξαφνικά χτυπάει το κουδούνι.

Κατερίνα: Περίεργο, ποιος να είναι τέτοια ώρα; Δεν περιμένουμε άλλον.

Ανοίγει την πόρτα και μπουκάρουν δύο αστυνομικοί (τους υποδύονται, ο Αλέκος Μαυρίδης και ο Χρήστος Σάββας).

Αστυνομικός #1: Εδώ δε μπήκε πριν λίγη ώρα, μια γυναίκα με κίτρινα;

Αστυνομικός #2: Νάτη! Μαριωρή Τζιόβα, συλλαμβάνεσαι !

Κυρία Σοφία (σαστισμένη): Κάποιο λάθος κάνετε. Δεν υπάρχει καμιά Μαριωρή Τζιόβα, εδώ. Η κυρία είναι από το Παρίσι. Μονίκ Ντυμπουά λέγεται.

Αστυνομικός #2: Εσείς κάνετε λάθος. Η κυρία σας εξαπάτησε. Στις Τζιτζιφιές μένει και κάνει τη γαλλίδα, για να κοροιδεύει τον κόσμο.

Κυρ Χρήστος: Να κοροιδεύει τον κόσμο;

Αστυνομικός #1: Ακριβώς. Ο άντρας της έχει ένα παράνομο αποστακτήριο στον Κολωνό. Παρασκευάζει «μπόμπες» αρώματα, τα βάζει σε «μαιμού» συσκευασίες και τα μοσχοπουλάει σε ανυποψίαστους, ως δήθεν-γαλλικά.

Ζανέτ: Ω, τερίμπλ! (κάνει αέρα, στο πρόσωπό της).

Κυρία Σοφία: Βρε τι πήγαμε να πάθουμε. Ευτυχώς τη γλυτώσαμε, τελευταία στιγμή.

Κατερίνα (έχοντας «φορτώσει»): Μια βιάζεσαι μητέρα. Ακόμα δε γλύτωσες τίποτα. Έλα εδώ. Έλα και εσύ εδώ, Ζανέτ, που είχες και την ιδέα. (αρπάζει ένα μπουκάλι, το ανοίγει και αρχίζει να πετάει μανιωδώς άρωμα, στο πρόσωπο της Κυρα Σοφίας και της Ζανέτ).

Κυρία Σοφία: Σιγά Κατερίνα μου, θα με τυφλώσεις, όχι στο μάτι!

Ζανέτ: Κατερίνα, ηρέμησε! Τρελάθηκες;

Κατερίνα: Ναι, τρελάθηκα, με τις φαεινές ιδέες σας. «Παρφούμ» δε θέλατε να αγοράσετε; Φούμαρα σας πούλησαν ! Φούμαρα σας πούλησαν !

Τιριριριρι ! (μουσική και τίτλοι τέλους).

Σωστός! Ο χαλαρωτικότερος ύπνος, έχει την υπογραφή της ρετιρο-παρέας.
Τ-Α-Σ-Π-Α-Σ-Ε-Σ! :headbang: :headbang: :headbang:
 
Exetlaios εγγύηση - αυτό το thread δεν θα πεθανει ποτε...
 
O exetlaios εγραψε παλι!!!!Respect!!!! :bow: :bow: :bow:
 
Καλό, αλλά τον Ιάσονα τον περίμενα πιο "υποψιασμένο"... ;) :D
 
Χμ διάβασα τις δύο τελευταίες σελίδες, θέλω ιστορία από το γραφείο με πρωταγωνίστρια την Χαρούλα. Παραγγελία.
 
Πολύ αστείες οι ιστορίες!
 
Ο ξάδελφος Ιάκωβος.

Σκηνή #1:

Σκηνικό: το φαρμακείο του κυρ-Χρήστου.

Μπροστά από το ταμείο, είναι μια ανώνυμη 45-χρονη κομπάρσα, που κρατάει από το χέρι ένα δεκάχρονο αγοράκι.

Ενόσω εξυπηρετείται η κομπάρσα, μπαίνει και η Κατερίνα Σοφιανού (με μπεζ ταγιέρ, καρφίτσα στο πέτο και μαύρη τσάντα από δερματίνη).

Κομπάρσα (άτεχνα): Τι σας χρωστάω;

Κυρ Χρήστος: 250 δραχμές.

Κομπάρσα: Ορίστε, ευχαριστώ.

Κυρ Χρήστος (χαμογελάει τυπικά): Να πάτε στο καλό.

Η Κατερίνα πλησιάζει στον πάγκο.

Κατερίνα: Καλημέρα Χρήστο.

Κυρ Χρήστος (χαμογελάει διάπλατα): Καλώς την πέρδικα! Πώς από εδώ;

Κατερίνα: Πετάχτηκα σε μια δουλειά και είπα να σου πω μια καλημέρα.

Κυρ Χρήστος: Καλά έκανες. [μικρή παύση] Ξέρεις Κατερίνα μου, μιας και ήρθες … ε … να … ήθελα …

Κατερίνα: Ε, πέστο το ντε. Τι ήθελες;

Κυρ Χρήστος (διστακτικά): Να μωρέ, πέρασε ο ξάδελφός μου, ο Ιάκωβος, το πρωί και είπαμε … ξέρεις τώρα … να περάσει λίγο … από το σπίτι .. το Σάββατο.

Κατερίνα (σαστισμένη): Ποιόν Ιάκωβο; Τον ασφαλιστή; Αυτός είναι εντελώς αχώνευτος!

Κυρ Χρήστος (παρακλητικά): Έλα μωρέ Κατερίνα μου. Καλό παιδί είναι. Κάντο για χάρη μου. Ένα ουζάκι θα πιούμε.

Κατερίνα: Καλά, ας είναι.

Σκηνή #2:

Σάββατο βράδυ, στο σαλόνι της οικογένειας Σοφιανού.

Όλη η οικογένεια είναι μαζεμένη, μαζί τους και ο Ιάκωβος (τον υποδύεται ο Αντώνης Τρικαμηνάς).

Ο Ιάκωβος φοράει ένα κοτλέ σακάκι, κυπαρισσί πουκάμισο και καφέ λεπτή «πλεχτή» γραβάτα.

Εμφανίζεται και η κυρία Σοφία, κρατώντας δίσκο με ούζο και μεζέδες. Αφήνει τον δίσκο στο τραπέζι.

Κυρία Σοφία: Ήρθε και το ουζάκι μας.

Κυρ Χρήστος: Γειά στα χέρια σου, κυρία Σοφία. Λοιπόν ξάδελφε, καλωσήρθες. Στην υγειά σου.

Ιάκωβος (σηκώνοντας το ποτήρι του): Καλώς σας βρήκα, εβίβα!

Επικρατεί μικρή σιγή.

Ιάκωβος (παρατηρώντας τον χώρο): Α, τι βλέπω; Καινούριο στερεοφωνικό;

Ειρήνη (καμαρώνοντας): Να, δικό μου είναι! Αφού ξέρεις πόσο τη βρίσκω, να κάνω ακρόαση, δικέ μου. Είχα κάτι οικονομίες στην πάντα, τσόνταρε και το Σοφάκι και το καβάτζωσα.

Ιάκωβος: Τέλειο, πραγματικά. Θα είναι κρίμα να στο κλέψουν.

Ειρήνη (τρομαγμένη): Α! Γιατί να μου το κλέψουν; Ακόμα δεν το αγόρασα.

Ιάκωβος: Ε, ένα σωρό κλοπές γίνονται τη σήμερον ημέρα. Δε βλέπεις ειδήσεις; Έχεις ασφάλεια κλοπής; Αν θες μπορώ να σου κάνω εγώ μια.

Κατερίνα (ενοχλημένη): Ωχ, αρχίσαμε!

Ιάκωβος: Τι είπες Κατερίνα μου;

Κατερίνα: Τίποτα, κάτι δικά μου.

Χαμογελάνε όλοι αμήχανα, μέχρι που σπάει τη σιωπή ο Ιάκωβος.

Ιάκωβος: Λοιπόν κυρία Σοφία, μπράβο σου. Το έχεις το σπίτι σου, σε άψογη κατάσταση.

Κυρία Σοφία (κολακευμένη): Ευχαριστώ. Κάνω ότι μπορώ σα νοικοκυρά και εγώ.

Ιάκωβος: Δε φοβάσαι μήπως πιάσει καμιά φωτιά;

Κυρία Σοφία (σταυροκοπιέται): Θεός φυλάξει! Γιατί να καεί το σπίτι μας;

Ιάκωβος: Ε, ατυχήματα συμβαίνουν. Έχεις ασφάλεια πυρός; Αν θες, μπορώ να σου κάνω άμεσα. Έχω την αίτηση στον χαρτοφύλακά μου.

Κατερίνα (ακόμα πιο ενοχλημένη): Αααα, νάτα πάλι.

Η Κατερίνα πηγαίνει στην κουζίνα και επιστρέφει φέρνοντας ένα πιάτο.

Κατερίνα: Έφερα και μερικά τυροπιττάκια.

Καθώς προχωράει, παραπατάει και σκοντάφτει.

Κατερίνα: Ωχ, παραλίγο να πέσω! Αι, στο καλό!

Κυρ Χρήστος: Σιγά Κατερίνα μου, πρόσεχε.

Ιάκωβος: Είδες Κατερίνα, ότι ακόμα και στο ίδιο μας το σπίτι, δεν είμαστε ασφαλείς; Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορείς να πάθεις. Έχεις ασφάλεια Προσωπικού Ατυχήματος; Αν θες, έχω την αίτηση έτοιμη (δείχνει τον χαρτοφύλακά του).

Κατερίνα: Ιάκωβε …

Κυρ Χρήστος (κατευναστικός): Ηρέμησε Κατερίνα μου, μη δώσεις συνέχεια.

Κατερίνα: Καλααά.

Ιάκωβος: Ξάδελφε, αληθεύει ότι πήρες νέο αμάξι;

Κυρ Χρήστος: Ναι, πήρα. Μεταχειρισμένο μεν, αλλά καλύτερο από το προηγούμενο.

Ιάκωβος: Μπράβο, μπράβο. Το νου σου μόνο, μην τρακάρεις κανέναν.

Κυρ Χρήστος (του πέφτει ένα ζαμπονάκι από το στόμα): Γκουχ! Γιατί να τρακάρω βρε Ιάκωβε;

Ιάκωβος: Ε, συμβαίνουν αυτά. Ακόμα χειρότερα, θα ήταν να χτυπήσεις κανέναν πεζό και να τον σκοτώσεις. Άντε να ξεμπλέξεις από τα δικαστήρια.

Κυρ Χρήστος (χτυπάει ξύλο): Μακριά από εμάς.

Κατερίνα (ειρωνικά): Άκου τα και εσύ, Χρηστάκο μου.

Ιάκωβος: Χρήστο, να σου κάνω μια ασφάλεια αυτοκινήτου, καλού-κακού; (κάνει να ανοίξει τον χαρτοφύλακά του).

Χρήστος: Όχι, ευχαριστώ, έχω (πίνει μια γουλιά ούζο).

Ιάκωβος: Τουλάχιστον, έχεις ασφάλεια ζωής; Αν θες, σου κάνω μια. Δεν είσαι και νέος πιά. Ανά πάσα στιγμή, μπορεί να πεθάνεις.

Κυρ Χρήστος (του φεύγει το ούζο από το στόμα): Αμάν, βρε ξάδελφε, τι λες; Πας να με πεθάνεις;

Κυρία Σοφία (χτυπάει τον Κυρ Χρήστο στην πλάτη): Παναγιά μου βόηθα!

Ειρήνη: Έλεος!

Ιάκωβος: Μα γιατί κάνετε έτσι; Άνθρωποι είμαστε, όλοι θα πεθάνουμε κάποτε.

Κατερίνα (σηκώνεται όρθια και βάζει τα χέρια στη μέση): Ααα, δεν υποφέρεσαι! Ιάκωβε, έχεις ασφάλεια Νοσοκομειακής Περίθαλψης;

Ιάκωβος: Όχι Κατερίνα. Τι να την κάνω;

Κατερίνα: Τι να την κάνεις; Τώρα θα δεις. (παίρνει τον χαρτοφύλακα του Ιάκωβου και αρχίζει να τον κοπανάει με μανία, στο κεφάλι).

Κυρ Χρήστος, Ειρήνη και κυρα Σοφία, προσπαθούν να την συγκρατήσουν.

Ιάκωβος: Σιγά, Κατερίνα, τι κάνεις; Γιατί βαράς;

Κατερίνα: Έτσι, Ιάκωβέ μου. Συμβαίνουν αυτά. Σήμερα σε βλέπω να πηγαίνεις στο νοσοκομείο. Στο νοσοκομείο!

Τιριριριριριρι ! (μουσική και τίτλοι τέλους).
 
Παρακαλειται το τηλεοπτικο καναλι MEGA να ξεκινησει μπατζεταρισμα για το Ρετιρε 2: The Aftermath.

Τα σπασες παλι λεμεεεεε!!!!!
 
Πίσω
Μπλουζα